Η σημασία της ενίσχυσης του σεβασμού μας απέναντι στα μνημεία μας, στο πολιτισμικό μας απόθεμα, τονίστηκε μεταξύ άλλων στην εσπερίδα που διοργανώθηκε προχθές από το Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου – Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων.
Στη διάρκεια της εκδήλωσης διακεκριμένοι ομιλητές αναφέρθηκαν στην ιστορία του Παλαιοντολογικού μουσείου, στην εξαιρετική συλλογή του, καθώς και στη γεωλογική ιστορία Ρεθύμνου και Κρήτης γενικότερα.
Ο άμισθος επιμελητής του Παλαιοντολογικού Μουσείου Ρεθύμνου – Γουλανδρή Φ.Ι., Βασίλης Σιμιτζής δήλωσε ότι «την Ημέρα Μουσείων, επιλέξαμε η δράση του Παλαιοντολογικού Μουσείου να είναι αφιερωμένη στην παλαιοντολογική συλλογή που φιλοξενείται σε αυτό το υπέροχο κτήριο και μνημείο. Διαλέξαμε ακόμα να μιλήσουμε για το μουσειακό – αρχαιολογικό χώρο που φιλοξενεί τη συλλογή, που είναι πάρα πολύ σημαντικός».
Η συλλογή που φιλοξενεί το Παλαιοντολογικό Μουσείο περιλαμβάνει σπουδαία και μοναδικά ευρήματα: Απολιθώματα ασπόνδυλων, προερχόμενα από τις υποθαλάσσιες περιοχές του Ρεθύμνου και της Κρήτης, τα οποία χρονολογούνται από την Παλαιοζωική, την Μεσοζωική και την Καινοζωική περίοδο. Επίσης, οστά των ενδημικών ελεφάντων και των πολύμορφων ελαφιών της Κρήτης, καθώς και των απολιθωμένων ενδημικών νάνων ιπποπόταμων, που σύμφωνα με τον κ. Σιμιτζή «ξεναγούν τον επισκέπτη στη γεωλογική εξέλιξη της Κρήτης και του Ρεθύμνου γενικότερα, απ’ τα 300 εκατομμύρια πριν μέχρι τα 10.000 χρόνια πριν – δηλαδή μέχρι τη μεσολιθική εποχή. Και βέβαια χωρίς τον άνθρωπο, γιατί ακόμα ο άνθρωπος στην Κρήτη επίσημα τουλάχιστον δεν φαίνεται να είχε φτάσει. Αυτά τα ζώα, που είναι πολύ σπουδαία, εξαφανίστηκαν. Μια πανίδα από νάνους ελέφαντες, νάνους ιπποπόταμους, νάνα ελάφια, τα οποία είναι εξαφανισμένα και δεν έχουν συνεχίσει στο ολόκαινο, μέχρι τις μέρες μας» ανέφερε ο κ. Σιμιτζής. Επισημαίνοντας δε, πως είναι απίστευτη η παλαιοντολογική ιστορία του Ρεθύμνου, συμπλήρωσε: «Οι ακτές του Ρεθύμνου είναι γεμάτες, έχουμε συγκέντρωση θέσεων, που παρόμοια συγκέντρωση θέσεων δεν υπάρχει στη Μεσόγειο. Είναι οι ιδιαίτερες πανίδες των νησιών: Η Σικελία, η Κύπρος, η Μάλτα, η Κορσική, οι Βαλεαρίδες έχουν αντίστοιχα τέτοια ζώα. Όλα είναι νάνοι όμως: Είναι μόνο ελέφαντες, ιπποπόταμοι – τα βασικά ζώα, χορτοφάγα. Δεν υπάρχουν καθόλου σαρκοφάγα ζώα σε αυτά τα νησιά. Και βέβαια κι άλλες συνοδές πανίδες με δευτερεύοντα ζώα, κάποια τρωκτικά κ.λπ.».
Το Παλαιοντολογικό Μουσείο, όπως είναι γνωστό, στεγάζεται σε ένα ιστορικό, μνημειακό χώρο, στο αναστηλωμένο Τέμενος του Βελή Πασά, γνωστό και ως Τέμενος του Μασταμπά, με τον κ. Σιμιτζή να τονίζει την ιστορικότητα του τοπόσημου λέγοντας ότι: «Από αυτόν εδώ τον χώρο καταλήφθηκε το Ρέθυμνο το 1646. Από αυτό εδώ το σημείο έστησαν τα κανόνια τους οι Τούρκοι και μπόρεσαν να ρίξουν την Πύλη της Άμμου, απ’ όπου και μπήκαν μέσα».
Στην εσπερίδα αναλύθηκε η αρχιτεκτονική του τεμένους, καθώς το τζαμί και ο γύρω χώρος που χτίστηκε το 1651 – μερικά χρόνια μετά την κατάληψη – έγιναν με δομικά υλικά τα οποία είχαν γκρεμιστεί και συλλέχθηκαν από τους Τούρκους, όπως π.χ. το θύρωμα που αρχικά ήταν έξω, στην εξωτερική μεριά του τεκέ.
«Είναι ένα μοναδικό θύρωμα, τοσκανικού ρυθμού όπως λέει και ο Ιορδάνης Δημακόπουλος» είπε ο κ. Σιμιτζής, εικάζοντας ότι «μάλλον είναι κομμάτια από χριστιανικό ναό, γιατί πάνω έχει και τα σημάδια από την άμπελο που συναντάμε στα τέμπλα των εκκλησιών».
Για την αρχιτεκτονική του, δε, υπογράμμισε πώς αποτελεί ένα μετασχηματισμό, ένα πέρασμα από τη βενετσιάνικη – βενετοκρητική στην τουρκοκρητική. Σηματοδοτεί εν ολίγοις τη μετάβαση από τη μία περίοδο στην άλλη. «Έχει ένα μεγάλο ενδιαφέρον αυτό το μνημείο, πολλές ιδιαιτερότητες, και ιστορικές και αρχιτεκτονικές» παρατήρησε ο κ. Σιμιτζής.
Το Μουσείο λειτουργεί από το 2008,έχoντας παραχωρηθεί στο Μ.Γ.Φ.Ι. με απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού, ως παράρτημα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Γουλανδρή, το οποίο και είχε την ιδέα της ανάδειξης του χώρου και της αναστήλωσης του μνημείου.
Ένας «λατρευτικός οίκος» για τη «νέα ελίτ»
«Η ιστορία του τεκέ Βελή Πασά (Μασταμπά)» ήταν ο τίτλος της θεματικής που ανέπτυξε ο καθηγητής Οθωμανολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης, Ηλίας Κολοβός, στο πλαίσιο της εσπερίδας.
«Αυτό το κτήριο που φιλοξενεί το Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου σήμερα συνδέεται με την κατάκτηση του Ρεθύμνου από τους Οθωμανούς. Εδώ σε αυτό το σημείο είχαν στήσει το 1646 το στρατόπεδό τους οι Οθωμανοί και πολιορκούσαν το Ρέθυμνο, που τέλειωνε τότε στα τείχη της Αγίας Βαρβάρας. Επίσης, εδώ, βρισκόταν η «μάνα του Νερού’», η ύδρευση που περνούσε μέσα στην παλιά πόλη και ήταν ένας στρατηγικός χώρος – σήμερα είναι μέσα στον αστικό ιστό και δεν τον αναγνωρίζουμε» ήταν η αρχική κι απαραίτητη ιστορική αναδρομή που έκανε ο κ. Κολοβός. «Και πράγματι» συνέχισε ο ίδιος, «οι επιτιθέμενοι στα 1646 (οι Οθωμανοί έναντι της Βενετσιάνικης φρουράς της πόλης) από αυτή την πλευρά εισήλθαν και κατέκτησαν την πόλη. Μετά την κατάκτηση οι δερβίσηδες, οι μουσουλμάνοι μοναχοί που ακολουθούσαν το στρατό των Οθωμανών, διάλεξαν ακριβώς αυτό το σημείο για να φτιάξουν το λατρευτικό τους χώρο, ένα τζαμί, όπου προσεύχονταν και έκαναν τις τελετουργίες τους – διέμεναν επίσης εδώ, στα κελιά που χτίστηκαν. Δεν ήταν πολλοί, ήταν 5-10 άνθρωποι. Πρόσφεραν όμως μία νέα λειτουργία στους Ρεθυμνιώτες μετά την οθωμανική κατάκτηση. Υπήρχε κουζίνα εδώ, μάλλον από την πίσω πλευρά, και μαγείρευαν καθημερινά, μέρα και νύχτα και πρόσφεραν στους φτωχούς φαγητό. Αυτό συνέβαινε για χρόνια. Πρέπει να φανταστούμε σε αυτό το σημείο της πόλης, μια κουζίνα και έναν λατρευτικό οίκο για τη νέα ελίτ που κυριάρχησε στο νησί μετά την οθωμανική κατάκτηση, τους μουσουλμάνους, τους γνωστούς μας στη συνέχεια Τουρκοκρητικούς».
Το τζαμί χτίστηκε λίγα χρόνια μετά την οθωμανική κατάκτηση. «Οι δερβίσηδες που έχτισαν αυτό το μέρος ήθελαν να δηλώσουν με αυτό ότι εδώ είναι ένα ιερό σημείο, απ’ όπου οι πολεμιστές τους μπήκαν στο Ρέθυμνο. Στη συνέχεια, οι Ρεθυμνιώτες μουσουλμάνοι έβγαιναν έξω από τα τείχη και επισκέπτονταν τον τεκέ και – φαντάζομαι – συνέχιζαν την κυριακάτικη εκδρομή μέχρι τον λόφο του Εβλιγιά, για να προσευχηθούν, να κάνουν την αναψυχή τους. Στη συνέχεια έγινε ένα κομμάτι της καθημερινότητας της πόλης. Ο μιναρές του, ο παλιός, έχει πέσει – αυτός είναι καινούργιος. Σύμφωνα με την επιγραφή, είναι ο παλιότερος μιναρές του Ρεθύμνου – έχει χτιστεί στα 1789, τη χρονιά της Γαλλικής Επανάστασης. Η επιγραφή σώζεται» σημείωσε ο καθηγητής του πανεπιστημίου Κρήτης, λέγοντας πως «Είμαστε τυχεροί, είναι ένα πολύ ενδιαφέρον κτήριο που σώζεται και συντηρείται σε αυτή την κατάσταση, χάρη βέβαια και στη χρήση του ως Μουσείο – και στους ανθρώπους του Μουσείου, όπως ο κ. Βασίλης Σιμιτζής».
Ένδειξη πολιτισμού ο σεβασμός στα ιστορικά μνημεία
Το σεμινάριο του κ. Κολοβού, καθηγητή του τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης, το τρέχον εξάμηνο, έχει θέμα: «Το δύσκολο ζήτημα της επανάχρησης των οθωμανικών μνημείων και τι κάνουμε με τα οθωμανικά μνημεία». Οι φοιτητές του παρουσίασαν προχθές τις εργασίες που έχουν κάνει για οθωμανικά μνημεία σε όλη την Ελλάδα, μέσα σε ένα οθωμανικό μνημείο, «που είναι ένα καλό παράδειγμα επανάχρησης» σχολίασε ο κ. Κολοβός.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στο ζήτημα της αξιοποίησης τέτοιων χώρων: «Τα μνημεία αυτά είναι μέσα στο πολιτιστικό μας απόθεμα. Αυτός είναι ο προβληματισμός μας: Να ενισχύσουμε τον σεβασμό απέναντι στα κτήρια, που στο κάτω-κάτω της γραφής δεν φταίνε για τις πολιτικές συγκρούσεις του σήμερα. Είναι κομμάτι της ιστορίας μας, που πρέπει να την πούμε χωρίς φτιασιδώματα. Ο χώρος αυτός συνδέεται με την κατάκτηση του Ρεθύμνου, δεν ήταν ένα ευχάριστο γεγονός αυτό για τους Χριστιανούς, αλλά αυτό (το γεγονός) δεν πρέπει να το διαγράψουμε από τη μνήμη και την Ιστορία. Σε όλο τον κόσμο, προστατεύουμε τα ιστορικά μνημεία, ειδικά σε αυτές τις εποχές που κινδυνεύουν από φανατισμούς και σοβινισμούς. Πρέπει να είμαστε ανώτεροι, άσχετα με το τι κάνουν οι Τούρκοι και οι ταλιμπάν, ο ένας κι ο άλλος, στα μνημεία. Εμείς πρέπει να προστατεύουμε τα μνημεία. Αυτό είναι ένδειξη πολιτισμού και συμμετοχής και στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια κοινότητα για τη χώρα μας».