Εγγονός του ο πρώην δήμαρχος Χανίων
Εκεί που φυλλομετρούσαμε εφημερίδες άλλων εποχών, μας τράβηξε την προσοχή μια υπογραφή: Νικόλαος Γαρνέλλης. Κι αμέσως ήρθε στον νου ένας από τους λαμπρότερους αξιωματικούς που γνωρίσαμε ποτέ. Ήταν διοικητής της σχολής τότε Χωροφυλακής και ο πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τον Μάρκο Πολιουδάκη, στην αναβάθμιση των εκδηλώσεων για τη Μάχη της Κρήτης. Λαλίστατος και με πλατιά μόρφωση, τιμούσε το σώμα. Έδινε παλμό στη σχολή, με τη χρηστή του διοίκηση και έφθανε στο σημείο να οργανώνει σεμινάρια μετακαλώντας ειδικούς για να αναβαθμίσει το επίπεδο σπουδών.Μέχρι τώρα είχαμε στο αρχείο μας μια εξαιρετική μελέτη του για την ίδρυση της σχολής Χωροφυλακής στο Ρέθυμνο. Στο σημείωμα που βρήκαμε στη Δημόσια Βιβλιοθήκη, αναφερόταν σε μια ηρωική μορφή άγνωστη σε πολλούς, τον Γεώργιο Δ. Βάμβουκα υποστράτηγο Χωροφυλακής ε.α.
Κι επειδή ήταν ενδιαφέροντα, όσα διαβάσαμε, που αξιοποίησε τα μέγιστα η πένα του αξέχαστου φίλου, σκεφτήκαμε πως ήταν μια καλή ευκαιρία να γνωρίσουμε από τα στοιχεία που μας δίνει στο σημείωμά του, μια ακόμα μορφή, ένα σπουδαίο άνθρωπο που αφιέρωσε τη ζωή του στους εθνικούς αγώνες.
Ο Γεώργιος Δ. Βάμβουκας, γεννήθηκε το 1892 όταν ακόμα η Κρήτη στέναζε κάτω από τον ζυγό. Ψυχή ανυπότακτη με φιλελεύθερο πνεύμα, με τα γονίδια της ιστορικής γενιάς του να κυριαρχούν στο είναι του, με εξαιρετικά φυσικά και ηθικά προσόντα και μια ξεχωριστή δωρεά από τη φύση, που του χάρισε ένα λαμπρό παράστημα, ήταν καμάρι της οικογένειας. Και επειδή φαινόταν πως θα διακριθεί στη ζωή του, τον έστειλαν να τελειώσει και το γυμνάσιο.
Εκείνη την εποχή έβραζε σαν ηφαίστειο η Ελλάδα που ζούσε τις μεγάλες της όσο και οδυνηρές στιγμές. Ο Γεώργιος δεν μπορούσε να μένει αμέτοχος. Αμέσως μετά το γυμνάσιο έτρεξε και κατατάχτηκε εθελοντής, στις τάξεις της Κρητικής Χωροφυλακής, γιατί από εκεί μπορούσε να ενσαρκώσει στην πράξη τα μεγάλα όνειρα τα νιότης του.
Έλαβε μέρος σε όλες τις εκστρατείες από το 1912, μέχρι το 1922 και έζησε από κοντά το μαρτύριο και το δράμα του ξεριζωμού του περήφανου λαού της Ιωνίας. Ήταν και οι πρώτες του κονταρομαχίες με τον θάνατο εκεί για να προστατεύσει τους αμάχους.
Στις μάχες ο Γεώργιος είχε την ευκαιρία να αναδείξει τη μεγάλη του γενναιότητα, αναλαμβάνοντας με χαρά τις πιο επικίνδυνες αποστολές που έφερνε σε πέρας με απόλυτη επιτυχία. Η αποφασιστικότητά του ήταν παροιμιώδης κι όμως ποτέ δεν έδειξε πως πρόσφερε κάτι σημαντικό. Έμενε πάντα σεμνός, πασχίζοντας συνειδητά για τα ιδεώδη της φυλής.
Με την κήρυξη του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου αποσπάστηκε από τη Χωροφυλακή στο Στρατό Ξηράς, επειδή αναγνωρίστηκαν στο έπακρον οι πολεμικές του ικανότητες.
Πολέμησε πάντα με απαράμιλλη γενναιότητα, στην πρώτη γραμμή, και σε όλες τις μάχες, από το Σαραντάπορο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, που αξιώθηκε να μπει απελευθερωτής.
Λάτρης του Βενιζέλου
Όπως όλοι οι νέοι της εποχής του είχε κι αυτός ένα ίνδαλμα, τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Αφοσιώθηκε στα πιστεύω του αυτά με όλη τη θέρμη της ψυχής του. Ήταν από τους πρώτους που έλαβε μέρος στο Κίνημα της Θεσσαλονίκης, του Αυγούστου του 1916, όπου ως γνωστόν θριάμβευσε η Κρητική Χωροφυλακή με πρωτοστάτη το γενναίο Ρεθεμνιώτη ανθυπομοίραρχο, Μάνο Τσάκωνα, διοικητή λόχου 300 γενναίων χωροφυλάκων.
Το 1919 ο Γεώργιος Βάμβουκας αναλαμβάνει νέα αποστολή, που του ετοιμάζει πολλές περγαμηνές τιμής και δόξας. Συμμετέχει ως ανθυπομοίραρχος στο τάγμα Χωροφυλακής, που συγκροτήθηκε στη Σχολή Χωροφυλακής στο Γουδί και στη συνέχεια τον έστειλαν στη Σμύρνη, για να παγιώσει την τάξη και την ασφάλεια στην περιοχή.
Εκεί στα μαρτυρικά χώματα της Μικράς Ασίας τοποθετήθηκε διοικητής στο Δερμιτζίκι. Και με την ιδιότητα αυτή ανέπτυξε εθνική και πολεμική δράση που δεν μπορεί να περιγραφεί σε λίγες παραγράφους.
Κάτω από την απειλή των Τσετών
Κάθε αποστολή για την επιβολή της τάξης δεν ήταν καθόλου εύκολη. Παντού έσπερναν τον πανικό, από τις αρχές Ιουνίου του 1919, οργανωμένες συμμορίες από αιμοσταγείς Τσέτες, που διοικούσαν μόνιμοι αξιωματικοί του τουρκικού στρατού. Οι συμμορίες αυτές ξεχώριζαν για την απίστευτη αγριότητά του. Κατέσφαζαν αδιάκριτα, σε καθημερινή βάση, άμαχο πληθυσμό για να τρομοκρατήσουν τον κόσμο. Δεν γλίτωναν από τη θηριωδία τους ούτε και γυναικόπαιδα. Είχαν πάντα στο στόχαστρο τους Χωροφύλακες, με τους οποίους είχαν ανοίξει ένα φοβερό κλεφτοπόλεμο. Αλίμονο στον χωροφύλακα που έπιαναν αιχμάλωτο. Τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, μέχρι θανάτου και μετά πετούσαν, στον δρόμο, το ακρωτηριασμένο του πτώμα, για να σπείρουν τον πανικό στον τοπικό πληθυσμό, που είχε τα θάρρη του στη Χωροφυλακή.
Σκοπός τους βέβαια ήταν να κάνουν επίδειξη δύναμης και στους χωροφύλακες, με απώτερο σκοπό να τους πανικοβάλουν, διαμηνύοντας ότι θα έχουν το ίδιο τέλος με το άψυχο κουφάρι που έβλεπαν.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε το μέγεθος του ηρωισμού, εκείνων των νέων, ανάμεσά τους και ο Βάμβουκας, που δεν είχαν καμιά υποχρέωση να υποβληθούν σε τόσες ταλαιπωρίες, αν δεν πυρπολούσε τα στήθη τους ο πόθος για την υπεράσπιση των όσιων και των ιερών της φυλής. Ενώ σε καθημερινή βάση αντιμετώπιζαν τη μανία των Τούρκων, εκείνοι συνέχιζαν τον αγώνα τους για την προστασία των αμάχων.
Τιτάνιος αγώνας
Ο αγώνας τους ήταν τιτάνιος γιατί όλη η Χωροφυλακή ήταν διάσπαρτη σε ανώμαλα και ορεινά εδάφη, χωρίς ευκολία επικοινωνίας μεταξύ σταθμών και τμημάτων. Και από πάνω είχε τους Τούρκους αμάχους, που κατασκόπευαν κάθε της κίνηση. Παρά τις δυσκολίες, οι χωροφύλακες, είχαν καταφέρει να εξουδετερώσουν χιλιάδες Τσέτες, δίνοντας ανάσα ανακούφισης στους ταλαίπωρους χριστιανούς που τους έβλεπαν πια σαν σωτήρες και τους τιμούσαν ανάλογα.
Ο Γεώργιος Βάμβουκας χωρίς να το επιδιώκει δεν περνούσε απαρατήρητος.
Τα ανδραγαθήματά του σε συνδυασμό με τη λεβέντικη κορμοστασιά του, προκαλούσαν τον θαυμασμό. Εκεί στα χώματα της Μικράς Ασίας, καραδοκούσε ο έρωτας τον λεβέντη Κρητικό αξιωματικό και τον συνάντησε στο πρόσωπο μιας πανέμορφης κοπέλας από το Αιδίνι, της Δέσποινας Ζαμπετάκη. Αν και οι καιροί δεν ευνοούσαν συναισθήματα ο Βάμβουκας θέλησε αμέσως να κάνει οικογένεια, με την κοπέλα αυτή, που διακρινόταν για το ήθος και την ελληνοχριστιανική της αγωγή.
Παντρεύτηκαν το 1919, αλλά ο Γεώργιος είχε άλλη αποστολή, προς το παρόν, αφού η πατρίδα του βρισκόταν σε κίνδυνο. Και δεν απουσίασε από κανένα προσκλητήριο προς τους γενναίους της.
Πρώτος σε επικίνδυνες αποστολές
Σε όλες τις αποστολές ήταν πρώτος ο Βάμβουκας προκαλώντας τον θαυμασμό και των συναδέλφων του. Ιδιαίτερα διακρίθηκε στην πολύνεκρη μάχη, που έγινε στις 30 Απριλίου 1920, στο Ερέκ, πίσω από τη μετωπική γραμμή.Είναι όμως και πολλές ακόμα οι περιπτώσεις που έδρασε σαν ημίθεος μέσα στη φωτιά της μάχης.
Σε άλλη περίπτωση, όταν είχε εγκλωβιστεί λόχος συναδέλφων του, που είχαν αρχίσει να βλέπουν πια τον χάρο με τα μάτια τους, μόνοι και αβοήθητοι, καταφθάνει επιτόπου ο Ανθυπομοίραρχος, επικεφαλής 170 ανδρών της Χωροφυλακής, αλλά και ντόπιων, εθελοντών και ελεύθερων σκοπευτών που ήθελαν να βοηθήσουν.
Σαν κεραυνός χτύπησε, εύστοχα και αιφνιδιαστικά τους Τούρκους, διέσπασε τις γραμμές τους και ανεφοδιάζοντας με πυρομαχικά τον εγκλωβισμένο λόχο, κατάφερε να τον ελευθερώσει. Ούτε και με αυτό όμως ήταν ικανοποιημένος. Αποφασίζοντας με απίστευτη τόλμη, κεραυνοβόλο αντεπίθεση, έτρεψε σε άτακτη φυγή την τουρκική δύναμη που ήταν περίπου 2.000 άνδρες, εξοντώνοντας πολλούς από αυτούς. Το ανδραγάθημά του αυτό είχε και την ανάλογη ανταμοιβή, με την ευγνωμοσύνη της πατρίδας. Για τη λαμπρή του επιτυχία τιμήθηκε με το Αριστείο ανδρείας, σε επίσημη τελετή που κινηματογραφήθηκε και το ντοκιμαντέρ αυτό το πρόβαλλαν για πολλά χρόνια στους ελληνικούς κινηματογράφους.
Η δράση του όμως δεν σταματά εδώ.Εκεί που διακρίθηκε περισσότερο ήταν στις επιχειρήσεις κατά την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από τη Μικρά Ασία το 1922.
Ο Γεώργιος Βάμβουκας μπήκε επικεφαλής 700 χωροφυλάκων, δύναμη που αποτελούσε στην πραγματικότητα ένα «τάγμα θανάτου». Με αυτό έγινε ο δαίμονας για τους προελαύνοντες Τούρκους και τελικά οχυρώθηκε στη νότια πλευρά της Ερυθραίας, όπου κι εκεί αντιμετώπισε τις λυσσαλέες επιθέσεις του εχθρού.
Τελικά με την προστασία του θωρηκτού «Λήμνος» επιβιβάστηκε με τους άνδρες του σε ένα οπλιταγωγό και πέρασαν στη Χίο. Ήταν οι τελευταίοι που εγκατέλειψαν τη Μικρά Ασία. Τι περίεργη σύμπτωση. Τελευταίοι που έφυγαν από το Βυζάντιο, 29 Μαΐου 1453 μετά την πτώση του, ήταν Κρήτες αγωνιστές.
Η συμμετοχή του στην Αντίσταση
Ο επόμενος πόλεμος τον βρήκε επίσης στις επάλξεις και μάλιστα έλαβε μέρος και στη Μάχη της Κρήτης.
Η δράση του και στην Αντίσταση, κατά τη Γερμανική Κατοχή είναι αξιόλογη.
Με τη λαχτάρα εφήβου οργανώθηκε, από τους πρώτους, για να πολεμήσει τον κατακτητή. Ήταν επικεφαλής ενόπλου ομάδας ανταρτών, αλλά και στέλεχος της Συμμαχικής Αντικατασκοπίας στην περιοχή του Ψηλορείτη.
Και για τη δράση του αυτή τιμήθηκε με δεκάδα μεταλλείων και παρασήμων, ελληνικών και συμμαχικών δυνάμεων, μεταξύ των οποίων τρία αριστεία ανδρείας, ενώ προήχθη δυο φορές επ’ ανδραγαθία.
Οι Ναζί τον αναζητούσαν με μανία και το 1944 κατάφεραν να τον χτυπήσουν εκεί που πραγματικά πονούσε συλλαμβάνοντας τον γιο του Δημήτρη, που ακολουθούσε τον πατέρα του και ήταν ενεργό μέλος της Αντίστασης. Τελικά τον απελευθέρωσαν όταν έφυγαν από το νησί.
Άριστος αξιωματικός
Αλλά και στην αστυνομική του καριέρα διακρίθηκε ο Βάμβουκας. Διετέλεσε διοικητής Ασφαλείας το 1930, την επόμενη διετία διοικητής Λόχου Δοκίμων Χωροφυλάκων στη Σχολή Χωροφυλακής στο Γουδί. Διετέλεσε επίσης προϊστάμενος της προσωπικής ασφαλείας του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Το 1935 αποτάχθηκε από τη Χωροφυλακή, επειδή είχε λάβει μέρος στο αποτυχόν Κίνημα του Βενιζέλου.Επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία με την κήρυξη του πολέμου του 1940 με τον βαθμό του Συνταγματάρχη.
Το 1945, ο Γεώργιος Βάμβουκας βρίσκεται στην Καβάλα έδρα της Ανωτέρας Διοίκησης Χωροφυλακής Ανατολικής Μακεδονίας, έχοντας αναλάβει τη διοίκηση. Εκεί θλίβεται η ψυχή του βλέποντας παντού σωρούς ερειπίων και νεκροταφεία ηρώων μαρτύρων από τις επιδρομές των Βουλγάρων. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι τεράστια. Οι ανάγκες του πληθυσμού μεγάλες. Ο Ρεθεμνιώτης διοικητής θέλει να βοηθήσει με όλες του τις δυνάμεις αυτούς τους δυστυχείς να ξανασταθούν στα πόδια τους, αλλά δεν βλέπει τον τρόπο. Κατέβαλε όμως φιλότιμες προσπάθειες που ο κόσμος εκτίμησε και ανταπέδωσε με σεβασμό και αγάπη στον Κρητικό Αξιωματικό.
Μέχρι που ήρθε ο κεραυνός να τον κλονίσει. Αυτός που είχε συναντήσει τόσες φορές τον θάνατο και είχε περάσει τόσες δοκιμασίες, αυτός που έκανε και τους Τσέτες ακόμα να τον φοβηθούν δε άντεξε τον θάνατο του γιου του Τάσου, ιπτάμενου σμηναγού της Πολεμικής μας Αεροπορίας, που σκοτώθηκε στον πόλεμο της Κορέας το 1951, ηρωικά μαχόμενος.
Όταν διαπίστωσε ότι είναι πέρα από τις δυνάμεις του να διαχειριστεί το βαρύ του πένθος, παραιτήθηκε από την υπηρεσία του κι επέστρεψε στην Κρήτη. Προτίμησε να μείνει στα Χανιά και να ιδιωτεύσει, κοντά στη φύση, καλλιεργώντας το κτήμα του και αποκτώντας πολλούς φίλους, γιατί ο αδαμάντινος χαρακτήρας του έφερνε κοντά του εκλεκτούς ανθρώπους.
Έδινε σε όλους την αίσθηση ενός ανθρώπου πληγωμένου από τη ζωή, που προσπαθεί μέσα από την ακλόνητη πίστη του στα θεία να κρατηθεί στο ύψος του. Ήθελε να μένει μακριά από τα φώτα της προβολής. Έτσι ελάχιστοι από τους νέους του φίλους γνώριζαν λεπτομέρειες για τον βίο και την πολιτεία του γενναίου αυτού που δόξασε τον τόπο του με πράξεις αφάνταστου ηρωισμού.
Οι γιοι του Αναστάσιος και Δημήτρης
Ο Αναστάσιος, γιος του Γεωργίου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923. Κατατάχτηκε στην Βασιλική Αεροπορία τον Ιούνιο του 1945 με την πρώτη μεταπολεμική σειρά για το Τμήμα Δοκίμων Εφέδρων Υπαξιωματικών Χειριστών. Τελικά αποφοίτησε τον Μάιο του 1948 με τον βαθμό του μόνιμου ανθυποσμηναγού.
Τον Απρίλιο του 1951 πήγε στην Κορέα και προστέθηκε στην δύναμη του 13ου Σμήνους που μαχόταν εκεί.
Σκοτώθηκε κατά τις επιχειρήσεις της Ν. Κορέας στις 26 Μαΐου 1951 όταν το αεροσκάφος C-47 του οποίου ήταν κυβερνήτης, εκτελώντας διατεταγμένη πτήση από το Τσεγκού στην Κίμπο, προσέκρουσε λόγω κακοκαιρίας σε βράχο κοντά στην πόλη Τσεζόν με αποτέλεσμα να συντριβεί.
Ο Δημήτρης ή Μίμης όπως είναι πιο γνωστός, από τα πιο τρυφερά του χρόνια ακολούθησε τις οικογενειακές παραδόσεις.
Σε ηλικία 17 ετών ήταν ενταγμένος σε αντιστασιακή ομάδα νεολαίας. Πρόσφερε τις καλύτερες υπηρεσίες του στον αγώνα μέχρι που συνελήφθη και μετά από τις γνωστές ταλαιπωρίες βρέθηκε το τελευταίο εξάμηνο της Γερμανικής Κατοχής στις Φυλακές Αγιάς, καταδικασμένος σε θάνατο. Για ένα μεγάλο διάστημα ήταν στο ίδιο κελί με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Διετέλεσε πρόεδρος Χημικών Χανίων. Ο Δημήτρης σπούδασε χημικός και δημιούργησε μια όμορφη οικογένεια με την καθηγήτρια ξένων γλωσσών Αθηνά Ξενάκη Βάμβουκα. Γιος του είναι ο πρώην δήμαρχος Χανίων Τάσος Βάμβουκας που γεννήθηκε το 1957 και είναι πτυχιούχος της φαρμακευτικής σχολής του ιταλικού Πανεπιστημίου του Camerino.
Από τα νεανικά του χρόνια ασχολείται με τα κοινά πιστεύοντας στο συνεταιριστικό πνεύμα και στην ανάπτυξη του τόπου μέσα από συλλογικές προσπάθειες. Παράλληλα, η συμμετοχή του, από διαφορετικές θέσεις, στις πολιτικές ζυμώσεις και τις κοινωνικές διεκδικήσεις είναι συνεχής και ενεργή.
Μετά τη μεταπολίτευση ήταν ένας από τους εμπνευστές της ιδέας για τη «Μαθητική Εβδομάδα». Πρωτοστάτησε στην επιτυχημένη διοργάνωσή της στα Χανιά, με την οποία δόθηκε η ώθηση ώστε τα επόμενα χρόνια να γίνει ένας πολιτιστικός θεσμός με πανελλήνια εμβέλεια.
Ενεργό μέλος του φοιτητικού κινήματος, διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών στην πόλη όπου σπούδασε.
Επιστρέφοντας στα Χανιά, από το ξεκίνημα της επαγγελματικής του δραστηριότητας, εκλέγεται συνεχώς μέλος του Δ.Σ. του Φαρμακευτικού συλλόγου Χανίων. Διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου για τρεις διαδοχικές θητείες. Από το 1991 είναι πρόεδρος του συνεταιρισμού Φαρμακοποιών Χανίων. Μαζί με τους συναδέλφους του έχουν πετύχει να είναι σήμερα μία από τις μεγαλύτερες και πιο σύγχρονες επιχειρήσεις της Κρήτης. Εκλέγεται στο Δ.Σ. της Συνεταιριστικής Τράπεζας Χανίων από το 1999 και παράλληλα είναι μέλος του Δ.Σ. της εταιρείας Κρητικά Ακίνητα Α.Ε. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του καταναλωτικού συνεταιρισμού βιολογικών προϊόντων «Γαία», πιστεύοντας σταθερά στις αξίες της προστασίας του περιβάλλοντος και της διαφύλαξης της δημόσιας υγείας. Διετέλεσε δήμαρχος Χανίων από 1/9/2014 έως 31/08/2019.
Είναι παντρεμένος με τη δικηγόρο Λία Καλαϊτζάκη και έχουν δύο παιδιά, την Αθηνά, επίσης φαρμακοποιό και τον Δημήτρη οικονομολόγο.
Ο Γεώργιος Βάμβουκας έφυγε λησμονημένος
Ο θάνατος βρήκε τον Γεώργιο Δ. Βάμβουκα στο θάλαμο 217 του Νοσοκομείου Χανίων, μετά από διήμερη πάλη με τον θάνατο. Έφυγε αξιοπρεπής όπως είχε μάθει να ζει, αλλά λησμονημένος από την πολιτεία. Κανένα στεφάνι στη σορό του, καμιά σημαία. Απλός, απέριττος και λεβέντης όπως πάντα έκλεισε την επίγεια πορεία του. Ήταν όμως κοντά του δεκάδες απλοί άνθρωποι που θρηνούσαν την απώλειά του με ειλικρινείς εκδηλώσεις πένθους.
Ευτυχώς για τη μνήμη του ήρωα βρέθηκε ο Νικόλαος Γαρνέλλης και να καλύψει με ενδελεχή έρευνα και λογοτεχνικό ύφος το μεγάλο χρέος της αναφοράς στα ηρωικά του κατορθώματα.
Όπως το επιθυμούσε το σώμα του αναπαύθηκε στον οικογενειακό τάφο, εκεί στον Άγιο Λουκά κοντά στα τιμημένα οστά του πρωτότοκου γιου του Τάσου. Εκείνου που ο θάνατός του είχε στοιχίσει τόσο πολύ.
Και μια λεπτομέρεια που ανακάλυψα, εντελώς τυχαία, αναζητώντας μια φωτογραφία του ήρωα, επειδή στην εφημερίδα που είχε δημοσιευθεί πριν από 30 περίπου χρόνια η νεκρολογία Γαρνέλλη δεν υπήρχε.
Εγγονός του Γεωργίου Βάμβουκα ήταν ο πρώην δήμαρχος Χανίων κ. Τάσος Βάμβουκας, γιος του επίσης ήρωα της Αντίστασης όπως προαναφέραμε, Δημήτρη Βάμβουκα.
Μια ακόμα ένδειξη ότι οι πραγματικά αξιόλογοι άνθρωποι, δεν εξαργυρώνουν περγαμηνές των προγόνων τους, όταν θέλουν να συμμετέχουν ενεργά στα κοινά και με θεσμικές ιδιότητες. Διαφορετικά δεν θα ήταν για μένα εντελώς τυχαία η ανακάλυψη μιας τόσο σημαντικής προσωπικότητας της σύγχρονης ιστορίας, όπως ο ηρωικός υποστράτηγος της Χωροφυλακής Γεώργιος Δ. Βάμβουκας.
Σε επόμενα σημειώματα, όταν μας δοθεί η ευκαιρία, θα ασχοληθούμε και με άλλα παρακλάδια της ιστορικής αυτής οικογενείας.