Με ανακοίνωσή της η Συντονιστική Επιτροπή του Κινήματος Δημοκρατίας Ρεθύμνου αναφέρεται στα προβλήματα του νοσοκομείου Ρεθύμνου επισημαίνοντας την ανάγκη άμεσης προκήρυξης των θέσεων ιατρικού νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού.
Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Χωρίς τέλος φαίνεται πως είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στο Ρέθυμνο, σχετικά με τη λειτουργία του νοσοκομείου μας…
Αφορμή αποτελούν δύο ακόμη πρόσφατα περιστατικά – που προστιθέμενα στα πολλά πολλά ανάλογα που έχουν προηγηθεί – δείχνουν το μέγιστο πρόβλημα της διαχρονικής υποστελέχωσης του νοσηλευτικού μας ιδρύματος.
Τελευταία λοιπόν είχαμε την παραίτηση – αποχώρηση της διευθύντριας της ΩΡΛ κλινικής ( αριθμός 11 στις παραιτήσεις τα δύο τελευταία χρόνια), η οποία αναφέρει πως λόγω υποστελέχωσης, μεγάλου φόρτου εργασίας και συνεχών εφημεριών, ΔΕΝ ήταν σε θέση να ασκήσει πλέον τα ιατρικά της καθήκοντα.
Το δεύτερο περιστατικό αφορά την προσθήκη από την Διοίκηση του νοσοκομείου, των ειδικευόμενων γιατρών στη λίστα όσων θα συνοδεύουν σε διακομιδές ασθενείς βαρέως πάσχοντες και διασωληνομένους, απόφαση που είναι εκτός από κάθε δεοντολογία για τους γιατρούς και με τα όποια θέματα πιθανόν δημιουργηθούν για τη ζωή των ασθενών.
Σε τουριστική περιοχή όπως το Ρέθυμνο, που για έξι – επτά μήνες τον χρόνο τριπλασιάζει τον πληθυσμό της, με τους επισκέπτες – κυρίως κάποιας ηλικίας – να ρωτούν αν θα έχουν πρόσβαση σε δημόσιες δομές υγείας, όφειλαν οι κυβερνήσεις – διαχρονικά αλλά και η παρούσα – να εξασφαλίζουν παροχή δωρεάν αξιοπρεπούς υγείας, όπως αρμόζει σε ένα σύγχρονο Ευρωπαϊκό κράτος.
Χρειάζεται λοιπόν να προκηρυχθούν άμεσα όλες οι χηρεύουσες θέσεις ιατρικού, νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού, ώστε να καλυφτούν όλα τα κενά και για να για να μην καταστούν άγονοι οι διαγωνισμοί πρόσληψης, να δοθούν κίνητρα επιστημονικής εξέλιξης, επίλυση του στεγαστικού προβλήματος που θα αντιμετωπίσουν οι νεοπροσλαμβανόμενοι, οικονομικά κίνητρα κ.ά.
Αντί γι’ αυτά έχουμε ένα νοσοκομείο με κτηριακές εγκαταστάσεις περασμένων δεκαετιών που αρκούν για ένα Κέντρο Υγείας αστικού τύπου και όχι για δημόσιες σύγχρονες δομές υγείας, με «μετακινούμενους» γιατρούς και τους υπόλοιπους εργαζόμενους, που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις εξαντλητικές συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι αναγκασμένοι να εργάζονται και να λειτουργούν».