Η επιστημονική διημερίδα «Ιατρικές μέρες Ρεθύμνου», που θα πραγματοποιηθεί το Σαββατοκύριακο στην πόλη μας, ανακαλεί μνήμες γιατρών του Ρεθύμνου που άφησαν έντονο το αποτύπωμά τους στην Επιστήμη, στη Λογοτεχνία, στην Πολιτική, στον Αγώνα.
Από το υπό έκδοση βιβλίο μου με όλες τις μορφές των επιστημόνων που έγραψαν ιστορία στον τόπο μας, από τον προπερασμένο αιώνα,αντλώ μερικά αποσπάσματα για το αφιέρωμά μας αυτό με την ευκαιρία της διημερίδας.
Ξεκινάμε με τον Γεώργιο Ανδρεδάκη.Ήταν σπουδαίος επιστήμονας ο Αμαριώτης αυτός που θεωρείται και πρόδρομος της πενικιλίνης.
Γεννήθηκε στο Φουρφουρά το 1860 διετέλεσε βουλευτής επί σειρά ετών, καθώς επίσης και Αντιπρόεδρος της βουλής των Ελλήνων στην κυβέρνηση Βενιζέλου και Πρώτος έπαρχος Αμαρίου.
Ήταν ο γιατρός της φτωχολογιάς και κοντά στις τόσες του αρετές δεν μπορεί να ξεχαστεί το απαράμιλλο χιούμορ του.
Ήταν κοντός, απλός στους τρόπους και περισσότερο -όπως ισχυρίζεται ο Κώστας Μαμαλάκης που τον σκιαγραφεί δεξιοτεχνικά- σου θύμιζε φτωχό βιοπαλαιστή κι ένα μειλίχιο απόμαχο της ζωής. Όταν όμως άρχιζε να μιλά είτε έκανε διάγνωση έλαμπε ολόκληρος.
Κι όταν πάλι κάτι «στραβό» τον ενοχλούσε αντιλαμβανόσουν το μέγεθος της ενόχλησής του από το πόσο βαριά κρητική προφορά τόνιζε τον λόγο του.
Πολιτευόταν στο Αμάρι που υπεραγαπούσε αλλά και οι Αμαριώτες τον λάτρευαν. Είχε πάντα εκείνη την Αμαριώτικη περηφάνια και αρχοντιά που τον έκανε ακατάδεχτο σε πληρωμή ιδιαίτερα αν προερχόταν από άπορο ή μεροκαματιάρη. Εύρισκε τρόπο να αρνηθεί τα χρήματα χωρίς όμως να προσβάλει το φιλότιμο ασθενή. Είχε μια άνεση να εντοπίζει τη ρίζα του προβλήματος σε κάθε περίπτωση ασθενή κι έκανε άριστη διάγνωση. Ήταν στον καιρό του από τους κορυφαίους γιατρούς.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ευκολίες στη μετακίνηση. Κι όμως ο Γεώργιο Ανδρεδάκης αλώνιζε την ύπαιθρο της επαρχίας του για να ανακουφίσει τους ασθενείς του αδιαφορώντας για τις καιρικές συνθήκες που ιδιαίτερα στο Αμάρι τον χειμώνα είναι αρκετά σκληρές.
Ο Γεώργιος Ανδρεδάκης διέγραψε λαμπρή πολιτική καριέρα πλάι στον Βενιζέλο κι υπηρέτησε με ανιδιοτέλεια τον τόπο του. Δεν απέκτησε ποτέ περιουσία. Κι έμεινε τόσο πτωχός, που μέχρι το 1933, που πέθανε, τον συντηρούσε διακριτικά ο φίλος του Ελευθέριος Βενιζέλος για να μην προσκρούσει στην παροιμιώδη περηφάνια του. Σημασία έχει πως άφησε μνήμη αγαθή έντιμου πολιτικού, γιατί ανήκε πραγματικά στην κατηγορία των πολιτικών εκείνων που έδιναν κύρος στο ελληνικό κοινοβούλιο προκαλώντας βαθύτατο σεβασμό στους ψηφοφόρους τους.
Γιάννης Τριποδιανάκης
Ο Γιάννης Τριποδιανάκης υπήρξε ένας λαμπρός επιστήμονας που σύνδεσε το όνομά του με την έννοια του ήθους στην ψυχιατρική. Ο ίδιος πρωτοστάτησε για την λειτουργία Ψυχιατρικής Κλινικής στον Ευαγγελισμό. Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς Ρεθεμνιώτες. Μεγάλωσε με το μικρότερο αδελφό του Τάσο, με κάθε επιμέλεια και καλή αγωγή από τους γονείς του. Είχε από μικρός μεγάλη έφεση στα γράμματα. Από μαθητής Γυμνασίου του άρεσε η ιατρική επιστήμη και ιδιαίτερα η Ψυχιατρική.
Μετά το Γυμνάσιο και κατόπιν πανελληνίων εξετάσεων της εποχής με το σύστημα «Μπακαλορεά» του Γεωργίου Παπανδρέου, εισήλθε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και σπούδασε.
Αποφοίτησε το 1973 και κατόπιν στρατεύθηκε ως έφεδρος αξιωματικός. Στη συνέχεια υπηρέτησε ως αγροτικός γιατρός στην Αργυρούπολη, όπου και άφησε το πρώτο του ανθρώπινο-ιατρικό αποτύπωμα, περιθάλποντας και ξενυχτώντας ασθενείς ηλικιωμένους χωριών της περιοχής. Μάλιστα τους πρόσφερε φάρμακα που δεν τους παρείχε δωρεάν το κράτος από το δικό του υστέρημα.Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος συμπεριφερόταν στους ασθενείς του σαν καλός συγγενής και επιστήθιος φίλος. Κι ας ήταν η προσφορά του επιζήμια για τον βιοπορισμό του, την προσωπική του ζωή και την καθημερινότητά του.
Στη συνέχεια ακολούθησε την ειδικότητα του Νευρολόγου Ψυχιάτρου το 1981 και εργάστηκε σε μεγάλα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία της Αττικής όπως στο Δρομοκαΐτειο Αθηνών, στο Αιγινήτειο όπου παρέμεινε προκειμένου να κάνει τις πρώτες του έρευνες στην Ψυχιατρική Επιστήμη.
Η διδακτορική του διατριβή έγινε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα την όψιμη δυσκινησία το 1988.
Στο Λονδίνο ασχολήθηκε με το θέμα γνωσιακή – αναλυτική ψυχοθεραπεία, όπου έλαβε άδεια ασκήσεως και εποπτείας το 1989.
Συμμετείχε σε πολλά ερευνητικά προγράμματα, καθώς επίσης σε επιστημονικά συνέδρια σε Ευρώπη και Αμερική και υψηλού επιπέδου βιβλία με πληθώρα δημοσιεύσεις.
Όμως εκεί που σταδιοδρόμησε περισσότερο και άφησε την ανθρώπινη και επιστημονική του σφραγίδα ήταν στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός, όπου συνέβαλε στην οργάνωση της Ψυχιατρικής Κλινικής του και παρέμεινε για πολλά χρόνια μέχρι το βαθμό του διευθυντή και κατόπιν συνταξιοδοτήθηκε.
Αυτό που επίσης κατάφερε από τα διάφορα νοσοκομεία που πέρασε ήταν να βοηθά τους οικονομικά ανήμπορούς ασθενείς και τους εύπορους να κατευθύνουν την οικονομική στήριξή τους στα κέντρα Ψυχικής Υγείας του Ευαγγελισμού και της Πλατείας Βάθης.
Αν και ιδιώτευσε κάποια διαστήματα και λόγω κύρους είχε σεβαστή πελατεία δεν σκέφτηκε ποτέ να εκμεταλλευτεί καταστάσεις.
Όταν συνταξιοδοτήθηκε αποφάσισε να κατέβη στο Ρέθυμνο για να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Με αξιοπρέπεια έζησε και στην πόλη του δίνοντας πνοή στην έννοια της ψυχικής υγείας και πως θα μπορούσε να ευαισθητοποιήσει την τοπική κοινωνία. Δημιούργησε και μια ευτυχισμένη οικογένεια που ομόρφυνε περισσότερο ένα παιδί.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του πέρασε στην πόλη του ως ιδιώτης ψυχίατρος. Μέχρι το τέλος της ζωής του πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στον τομέα της ψυχικής υγείας αποφεύγοντας τη δημοσιότητα.
Πολυζώης Πολύζος
Ο Πολυζώης Πολύζος, γιος του Αντώνη και της Αγγελικής γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1925. Μεγάλωσε με τις παραδόσεις της Ιωνίας, καθώς η οικογένειά του δεν ξεχνούσε τις ρίζες της στην μαρτυρική Μικρά Ασία.
Ο Πολυζώης που ήταν ο τέταρτος στη σειρά, διακρινόταν για τη φιλομάθειά του και μια εργατικότητα που του επέτρεψε να κάνει δημιουργική κάθε ώρα της καθημερινότητάς του.
Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και το γυμνάσιο στο Ρέθυμνο πρώτος πάντα μεταξύ των πρώτων.
Αφού τελείωσε το γυμνάσιο, αποφάσισε να σπουδάσει γιατρός στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αν και κάτι δεν το επέτρεπαν τα οικονομικά της πατρικής οικογένειας. Το τόλμησε όμως. Έδωσε εξετάσεις το 1946 και εισήχθη στην ιατρική σχολή μεταξύ των πέντε πρώτων. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, οικονομικού τύπου. Τα κατάφερε όμως, χάρις στην ισχυρή του θέληση, την εργατικότητά του, τη φιλομάθειά του, την ισχυρή προσωπικότητά του, αλλά και χάρις στη βοήθεια που του πρόσφεραν συμφοιτητές του, αλλά κυρίως χάρις τη βοήθεια που του πρόσφερε μια φτωχή συμπατριώτισσα της μητέρας του που τον στέγασε στο φτωχικό μικρό σπιτάκι της, στην περιοχή των Αμπελοκήπων. Αυτήν τη γυναίκα δεν την ξέχασε ποτέ ο Πολυζώης. Κάθε φορά που ερχόταν στην Ελλάδα από την Αμερική, πετυχημένος πια γιατρός την επισκεπτόταν, το κυριότερο δε την στήριζε οικονομικά, παρέχοντάς της ένα μόνιμο οικονομικό βοήθημα ως το τέλος της ζωής της.
Ο εμφύλιος σπαραγμός διέκοψε την αναβολή στράτευσης που είχε λάβει με την είσοδό του στην ιατρική σχολή, και εκλήθη να υπηρετήσει στον ελληνικό στρατό. Κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων τραυματίστηκε από βλήμα όλμου. Μετά το τέλος της εμφύλιας σύρραξης συνέχισε τις σπουδές του και το 1952 παίρνει το πτυχίο του. Μετέβη στην Κεφαλονιά που είχε κτυπηθεί από τον εγκέλαδο για να δουλέψει ως γιατρός και να ανακουφισθεί οικονομικά. Άνθρωπος όμως με έντονες πνευματικές ανησυχίες, με ισχυρή έφεση για περαιτέρω επιστημονική κατάρτιση δεν μπορούσε να περιορισθεί στο πτυχίο της ιατρικής μόνο, και το 1954 φεύγει με υποτροφία για μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ στον Καναδά. Στον Καναδά δούλεψε πολύ και δεν άργησε καθόλου να διακριθεί και να διαπρέψει. Όλοι αναγνώρισαν τις ικανότητές του και την προσωπικότητά του, αλλά και την επιστημοσύνη του, τιμώντας έτσι το ελληνικό όνομα και την εθνική καταγωγή του. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στη νευρολογία και την ψυχιατρική μετέβη στις Η.Π.Α. και διορίστηκε επίκουρος καθηγητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Ο Πολυζώης ποτέ μα ποτέ δεν ξέχασε την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Ρέθυμνο, που τόσο αγαπούσε, γι’ αυτό και ζήτησε να αναπαυθεί εδώ, στην αγκαλιά της ρεθεμνιώτικης γης. Πάντα έλεγε ότι αυτό που νοσταλγούσε στην Αμερική, όπου «κανείς δεν με παραγκώνισε μέχρι εδώ που έφτασα» ήταν η πατρίδα. Κάθε καλοκαίρι ερχόταν στο Ρέθυμνο, και όλοι στη γειτονιά τον περιμέναμε και τον υποδεχόμαστε με ιδιαίτερη χαρά, γιατί ήταν άνθρωπος προσηνής, καλοκάγαθος, ήρεμος και ευγενής, αλλά ταπεινός που ποτέ δεν μιλούσε για τον εαυτό του. Δεν αρνήθηκε ποτέ σε κανένα τις ιατρικές του υπηρεσίες, με τη δικαιολογία ότι τώρα είμαι σε διακοπές.
Εκεί στην Αμερική άφησε την τελευταία του πνοή, το Νοέμβριο του 2011, αφού προηγουμένως είχε ζητήσει να τον φέρουν εδώ, στο Ρέθυμνο και είχε κανονίσει όλες τις λεπτομέρειες για το τελευταίο του αυτό ταξίδι. Στις 27 Νοεμβρίου 2011 η εφημερίδα New York Times έγραψε γι’ αυτόν: «Ο Πολυζώης Πολύζος για 40 χρόνια πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως επιστημονικός διευθυντής στο κέντρο The League για παιδιά και ενηλίκους. Αγκάλιαζε όλους αυτούς που είχαν ανάγκη από βοήθεια, ειδικά οι ανίκανοι και εν γένει οι ευάλωτοι. Η αφοσίωση του ιατρού Πολύζου ήταν τέτοια που κέρδιζε την αγάπη και τον σεβασμό όλων όσων είχαν το προνόμιο να τον γνωρίζουν». Το θεραπευτικό αυτό κέντρο τιμώντας τη μνήμη του ονόμασε μια κεντρική του αίθουσα «Αίθουσα Ιατρού Πολυζώη Πολύζου».
Ο γιατρός Πολυζώης Πολύζος τίμησε στην Αμερική όχι μόνο το όνομά του αλλά και την εθνική καταγωγή του, την Ελλάδα…».
O Κώστας Σμπώκος και το Sbokos 3 Solution
Ο γιατρός Κώστας Σμπώκος ήταν διάσημος καρδιοχειρουργός και o ερευνητής που έσωσε ζωές με το Sbokos 3 Solution, που είχε καταφέρει να ανοίξει νέα οδό στην επιστήμη του.
Ο Κώστας Σμπώκος γεννήθηκε στ’ Ανώγεια τον Οκτώβριο του 1940. Ήταν ο πρώτος ανάμεσα στα πέντε παιδιά του βοσκού Γιώργη Σμπώκου-Κωστακογιώργη και της Ελένης το γένος Κεφαλογιάννη. Ο μικρός έδειχνε να παίρνει τα γράμματα αλλά που σκέψη για ανώτερες σπουδές; Είχε τελειώσει τις εγκύκλιες σπουδές του με αμέτρητες δυσκολίες. Κι όμως είχε τόση δίψα για να σπουδάσει που δεν άφησε τη ζωή να τον πάρει από κάτω.
Είχε όρεξη κι ένα κοφτερό μυαλό που δεν τεμπέλιαζε στιγμή. Είχε τα νιάτα του. Έτσι ρίχτηκε στον αγώνα και δικαιώθηκε σύντομα.
Με ένα «Άριστα» στο απολυτήριο από το Γυμνάσιο Ηρακλείου το 1958 πέρασε με εξετάσεις στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Εκεί που κόντεψε να τον γονατίσει η απόλυτη φτώχεια που ζούσε ήρθε η υποτροφία από το κληροδότημα Παπαδάκη να του αναπτερώσει τις ελπίδες. Διπλασίασε τις προσπάθειές του και κατάφερε να εξασφαλίσει και άλλες υποτροφίες από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ) και τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Σχολικών Επικουρικών Υποτροφιών.
Το καλοκαίρι του 1965, πεμπτοετής φοιτητής ιατρικής, παρακολούθησε για δυο μήνες τη λειτουργία της χειρουργικής κλινικής του θώρακος και της καρδιάς του πανεπιστημίου της Upsala Σουηδία με καθηγητή τον V. Bjork. Ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία που του εξασφάλισε ένα πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών.
Ο Κώστας ξέροντας πως δεν έχει άλλα περιθώρια έψαχνε τέτοιες ευκαιρίες φροντίζοντας να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις με σκληρή μελέτη και απόλυτη αφοσίωση στις σπουδές του.
Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στην αεροπορία κατά τα έτη 1964-1965 και μάλιστα στην υπηρεσία μεταφοράς ασθενών με ελικόπτερα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.
Στο διάστημα που υπηρετούσε στον υγειονομικό σταθμό του Φουρνά Ευρυτανίας έδειξε μεγάλη αυταπάρνηση ιδιαίτερα κατά τους καταστροφικούς σεισμούς. Δεν έφευγε από το χειρουργείο ούτε για να πάρει ανάσα προκειμένου να προλάβει όλες τις περιπτώσεις που έρχονταν με σοβαρό κίνδυνο ζωής.
Από τον Οκτώβριο 1965 μέχρι το Δεκέμβριο 1972 του χορηγήθηκε υποτροφία του British Council του Λονδίνου.
Δεν είχαν περάσει παρά λίγοι μήνες από την παραμονή του στο Λονδίνο όταν τον κάλεσαν για συνέντευξη στο Central Office of Information. Εκεί αφού του ζητήθηκε τους εξήγησε όλη τη μέχρι τότε πορεία του και το βασικό σκοπό που είχε γίνει στόχος και άλλων συναδέλφων του να αποκτούν μεγαλύτερη εμπειρία, ώστε να μεταλαμπαδεύουν τα φώτα της επιστημονικής εμπειρίας του κι έτσι να μη χρειάζεται οι Έλληνες ασθενείς να καταφεύγουν στο εξωτερικό για θεραπεία.
Η παραμονή του στο Λονδίνο του έδωσε μοναδικές ευκαιρίες για να συνεχίσει το λειτούργημά του. Παρακολούθησε όλα τα μετεκπαιδευτικά μαθήματα για χειρουργούς θώρακος-καρδιάς στο Institute of diseases of the chest London University και έλαβε ενεργό μέρος στην έρευνα για τη μεταμόσχευση πνεύμονος στο Cardiothoracic Institute London University.
Συμμετείχε σε όλες τις κλινικοπαθολογικές συγκεντρώσεις και διαλέξεις στο Ινστιτούτο Παθήσεων Θώρακος του Λονδίνου και παρακολούθησε τα τμήματα συνεχούς εκπαίδευσης των θωρακοχειρουργών του Brompton Hospital.
Παρακολουθούσε επίσης και επί τέσσερα χρόνια το Annual Course in cardiac Surgery του British Postgraduate Medical Medical Federation του Πανεπιστημίου του Λονδίνου από το 1973 μέχρι το 1977.
Διετέλεσε επιμελητής στη χειρουργική του θώρακος και της καρδιάς του νοσοκομείου Brompton του πανεπιστημίου του Λονδίνου (Ιούλιος 1972-Δεκέμβριος 1972). Ανώτερος εσωτερικός χειρουργός κατόπιν εξετάσεων στο ίδιο νοσοκομείο, επιμελητής και σε άλλα τμήματα με αντικείμενο εκτός από καρδιά και τα αγγεία, ενώ επιδίωκε να είναι κοντά σε αυθεντίες, όπως ο R. Desley, που εκείνη την εποχή αποτελούσε κορυφή στη χειρουργική του οισοφάγου. Κατά την παραμονή του στα κέντρα αυτά συμμετείχε στις περισσότερες κλινικές και ερευνητικές δραστηριότητές τους και δημοσίευσε αρκετές επιστημονικές εργασίες μετά των διαπρεπών χειρουργών προϊσταμένων του, των οποίων η εκτίμηση που του έδειχναν και η εμπιστοσύνη του έδωσαν τη δυνατότητα να εκτελέσει ως υπεύθυνος χειρουργός μεγάλο αριθμό επεμβάσεων θώρακος και καρδιάς.
Από τον Ιανουάριο του 1976 και για ένα χρόνο εργάστηκε στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη σε σημαντική θέση.
Ο διορισμός του στο πιο φημισμένο ίσως νοσοκομείο της Αμερικής, στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, εκτός του ότι ήταν τιμή για τον νεαρό επιστήμονα υπήρξε και ιδιαίτερα γόνιμη για τη σταδιοδρομία του ως χειρουργού θώρακος, καρδιάς και αγγείων ιδιαίτερα των στεφανιαίων.
Η επιστημονική συγκομιδή από ένα τέτοιου υψηλού επιπέδου ιατρικού κέντρου ήταν σπουδαία στο ερευνητικό όσο και στον κλινοχειρουργικό τομέα.
Εργάστηκε πειραματικά στο πρόβλημα της συντήρησης του μυοκαρδίου κατά τις εγχειρίσεις ανοικτής καρδιάς με διάσημους καθηγητές.
Υπήρξε μέλος της ομάδας ερευνητών του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, η οποία μελέτησε σε μεγάλες σειρές πειραμάτων για τέσσερα χρόνια τις διάφορες μεθόδους προφύλαξης του μυοκαρδίου από την ισχαιμία κατά τη διάρκεια των επεμβάσεων εξωσωματικής κυκλοφορίας. Και το αποκορύφωμα της ερευνητικής του δράσης ήταν ένα νέο διάλυμα καρδιοπληγίας και συντηρήσεως του μυοκαρδίου που δημιούργησε και προς τιμήν του πήρε το όνομά του.
Το διάλυμά του συγκρίθηκε πειραματικά με όλους τους άλλους τρόπους συντήρησης του μυοκαρδίου και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπερέχει κατά πολύ από άλλα γνωστών μεθόδων εγχειρητικής προφύλαξης της καρδιάς.
Ο Κώστας Σμπώκος σε ηλικία που άλλοι συνεχίζουν την ειδίκευση εκείνος ήταν ήδη μέλος πολλών διεθνώς ιατρικών εταιριών και να έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε διεθνούς εμβέλειας επιστημονικά περιοδικά.
Και δεν έλειψαν οι διακρίσεις. Τον Μάρτιο του 1981 του απονεμήθηκε το 10 Βραβείο «Σωτήρης Παπασταμάτης» της Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών για τη μελέτη του «Μεταμόσχευση Οργάνων. Το ξεκίνημα – Η πορεία – προοπτικές».
Ήταν μέλος επτά ελληνικών επιστημονικών εταιρειών και 19 διεθνών. Δημοσίευσε 114 ιατρικές δημοσιεύσεις και παρουσιάσεις από τις οποίες πάνω από 30 σε ξένα ιατρικά περιοδικά και την πραγματεία «Η Φιλοσοφία της χειρουργικής ή η ανατομία μιας ανάγκης».
Ανέβηκε ψηλά αλλά δεν ξέχασε ποτέ την οικογένειά του. Έγινε στήριγμα σημαντικό για τους γονείς και τ’ αδέλφια του φροντίζοντας τις σπουδές τους. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι θα τα κατάφερνε όλα αυτά ένα παιδί που βίωσε την απόλυτη φτώχεια και δεν είχε άλλο εφόδιο παρά τις ευχές των γονέων του.
Όσο ψηλά κι ανέβηκε δεν ξέχασε τις ρίζες του. Έμεινε απλός, ανθρώπινος, ένας αυθεντικός Ανωγειανός που κουβαλούσε πάντα μαζί του τις παραδόσεις με τις οποίες γαλουχήθηκε.
Κι όμως, ίσως για να επιβεβαιωθεί ακόμα μια φορά το ρηθέν «Οι καλοί πεθαίνουν νέοι» μόλις που είχε προλάβει να δημιουργήσει οικογένεια κι ήταν πατέρας δυο μικρών κοριτσιών ήρθε το τέλος. Τόσο ξαφνικά εκεί στο γήπεδο που είχε πάει να παρακολουθήσει έναν αγώνα. Αυτός που είχε σώσει τόσες καρδιές τον πρόδωσε η δική του. Κι ήταν μόλις 41 χρόνων.
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται…