Η άγνωστη ιστορία του «Καϊναρτζέ» σημερινού Αγίου Κωνσταντίνου
Οι τόποι αυτοί που συνθέτουν τον φυσικό μας πλούτο και σήμερα απολαμβάνουν χιλιάδες ξένοι τουρίστες κάποτε ήταν… μακρινοί προορισμοί για τους ντόπιους. Και είναι χαριτωμένα τα οδοιπορικά που διαβάζεις με υπογραφές σημαντικών προσωπικοτήτων της εποχής σαν να περιγράφουν ταξίδι σε μακρινή ύπαιθρο.
Βέβαια όλα τα έβαλε στη σωστή σειρά ο ακούραστος ιστοριοδίφης και συγγραφέας Λευτέρης Κρυοβρυσανάκης δίνοντάς μας και απολύτως ακριβή στοιχεία για κάθε χωριό.
Από τα παλιά οδοιπορικά ας παρουσιάσουμε μερικά, αφού το μακρινό ιστορικό μας παρελθόν μας ενδιαφέρει.
Σπουδαίος χρονογράφος ο Σταύρος Κελαϊδής, μας ξεναγεί σε μια περιοχή τόσο κοντά μας και τόσο άγνωστη στον πάλαι ποτέ Καιναρτζέ σημερινό Άγιο Κωνσταντίνο.
Και γράφει σχετικά στην εφημερίδα «Βήμα» μετά το οδοιπορικό του στην περιοχή το 1958.
«Προ του 14ου χιλιομέτρου, απ’ εδώ προς το Ηράκλειον διαβάζουμε μια ένδειξιν λέγουσαν «Πρός Άγιο Κωνσταντίνον» το ξενόφωνο δηλ. χωριό, που ελέγετο «Καϊναρτζές» μετανομάσθη ούτω. Το «Καϊναρτζές» ήτο λέξεις ξενόφωνος και φαίνεται πως εσήμαινε «καημένος» από καμμίαν επιδρομήν, δεν ξέρω ποιάν και πότε.
Το όνομα τούτο ομοιάζει με το Κιουτσούκ- Καϊναρτζή χωριό Βουλγαρικό, που έγινε γνωστόν από την περίφημη συνθήκη που συνήφθη εκεί μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας κατά το έτος 1774, κι έτσι ετελείωσεν ο μεταξύ των Αυτοκρατοριών πόλεμος. «Κιουτσούκ» και «Κουτσούκ» θα πη μικρό.
Ο δικός μας ο Καϊναρτζές ήτο καθαρό Τουρκοχώρι, με τζάμι και μιναρέ έως τα τελευταία χρόνια.
Οι κάτοικοί του ήσαν γνωστοί δια την Θηριωδίαν των ουδ’ επέτρεπαν την εκεί εγκατάστασιν Χριστιανών.
Μετά την πολιτικήν αποκατάστασιν της Νήσου και την άφιξιν του Πρίγκηπος Γεωργίου τόσος ήτο ο φανατισμός των ώστε έσπευσαν και επώλησαν τας περιουσίας των «όσο-όσο» και εξεπατρίσθησαν.
Το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιών ηγόρασαν οι μακαρίται ήδη, Δαμουλής Τσιριντάνης έμπορος και Συμβολαιογράφος Κωστής Ανδρουλιδάκης.
Και οι δυο των, ήσαν φιλοπρόοδοι γεωργοί και εξυπηρέτησαν τον τόπον, και δια τούτο ευγνωμόνως τους ενθυμούνται οι παλαιότεροι κάτοικοι του χωριού.
Εκ των παλαιοτέρων κατοίκων, ο κ. Αντώνιος Πετρακάλης είχε την πρωτοβουλίαν, να φροντίσει παρά την αρμόδια επιτροπή δια την μετονομασίαν.
Όταν εγεννήθη το ζήτημα περί του νέου ομόματος εισηγήθη ο κ. Πετρακάκης, να δοθή το όνομα του μακαρίτου Κωνσταντίνου Ανδρουλιδάκη, εις ένδειξιν τιμής και ευγνωμοσύνης προς τον άνδρα. Η πρότασις αυτή εγένετο ομοφώνως δεκτή παρ’ όλων ανεξαιρέτως των κατοίκων και ούτως εξεδόθη Βασιλικόν διάταγμα δια του οποίου εδόθη εις το χωριό το όνομα του Αγίου Κωνσταντίνου. Τα λέγω όλα αυτά, διότι οι μεταγενέστεροι θα ερευνούν ν’ ανεύρουν τον δικαιολογητικόν λόγον του νέου ονόματος και δεν θα μπορούν να προσανατολισθούν, διότι δεν υπάρχει εκκλησία μήτε παλαιά μήτε νέα εις μνήμην του Αγίου Κωνσταντίνου.
Τώρα μάλιστα οι φιλότιμοι κάτοικοι του χωριού σκέπτονται εις το Νεκροταφείον των, που είναι άνευ εκκλησίας να κτήσουν τοιαύτην εις μνήμην του Αγίου Κωνσταντίνου.
Αυτή λοιπόν είναι η ιστορία και το αιτιολογικόν του νέου ονόματος του χωριού και είναι αξιέπαινος ο κ. Αντ. Πετρακάκης όστις και άλλοτε έχει δείξει δείγματα προόδου και ευγνωμοσύνης προς τον τόπον του».
Η νεκρούπολις της Αρχαίας Ελεύθερνας
Έχουμε όμως κι ένα οδοιπορικό του 1959 στην Αρχαία Ελεύθερνα που υπογράφει ο Μιχ. Σπ. Παπαδάκης επίσης στην εφημερίδα «Βήμα»:
Από το τέρμα αυτοκινητόδρομου του χωρίου Βεργιανά Μυλοποτάμου προς Δυσμάς και εις απόστασιν ημισείας ώρας πεζοπορίας, η διαμόρφωσις του εδάφους φέρει βαθιές χαράδρες, αι πλαγιές των οποίων αι περισσότεραι είναι υποφερταί εις κλεισιν.
Αυταί ένθεν και ένθεν του Χειμάρρου είναι γεμάται «σε μερικά μέρη βήμα προς βήμα» από κατοικίες αρχαίων νεκρών. Οι τάφοι αυτοί άλλου μεν σε πορώδη μέρη αλλού δε σε σκληρά πέτρινα σκαλιστά, οικογενειακά και μη, σώζονται καλώς ώς λ.χ εις την τοποθεσία «Αγιά – Ελέσσα». Είναι αξιοπρόσεκτοι οι κατά μεγέθη φέροντες εντός των, σκαλιστά λάρνακας σε συμπαγή βράχο.
Ο τρόπος που κατασκευάζοντο πάλιν αξιοπερίεργος: Με λεπτά μακρουλά τρυπάνια τρυπούσαν τον λίθον περιφερειακώς και μετά αποσπούσαν το εσωτερικό και η θέσις του νεκρού ήτο έτοιμος.
Να ήτο άραγε η εποχή του Χαλκού; ή και προ; Εάν ήταν προ, πιθανών ανατρέπονται οι χαρακτηρισμοί των αρχαιολογικών εποχών αφού ήτο τρυπάνια με μέταλλο σκληρότερο του χαλκού, ή και κράμα αυτού ή κατά τη σημερινή ομολογία των εκεί ντόπιων υπήρχε υγρό που μαλάκωνε τον λίθο.
Εις την ιδίαν θέσιν υπάρχουν και σήμερον δυο πηγαί υδάτων με αρκετά περιβόλια.
Μια γέφυρα του Χάροντος ενώνει τις δυο πλαγιές: ο τρόπος της εφαρμογής των ορών: «του εφελκισμού και θλήψεως» είναι θαυμαστές. Πας μηχανικός ή μη όταν την προσέξει από κοντά είμαι βέβαιος πως θα παραδεχθεί ότι η αρχαιολογική της αξία εις χρυσόν ισούται με το λίθινον βάρος της.
Σκοπίμως αποσιωπώ τον τρόπο κατασκευής της, έχω την γνώμη ότι εις όλη την γη δεν υπάρχει όμοιά της.
Εις το βάθος και προς Νότον και εις απόστασιν περίπου ημισείας ώρας εκατό η Αρχαία Ελεύθερνα επί τοποθεσίας οχυρωτάτης της εποχής εκείνης. Και σήμερον υπάρχουν: Αρχαίον υδραγωγείον εντός συμπαγούς βράχου με καταφανείς ενδείξεις των χρησιμοποιηθέντων τότε εργαλείων.
Πολεμικός υπόνομος. Ερείπια τείχους. Πηγές υδάτων. Ελληνικά χρώματα κλπ. Και οι αναφερθέντες τάφοι σποραδικός φθάνουν έως εκεί.
Οι εκδρομές στον… Κουμπέ
Αναφερθήκαμε κι εμείς αρκετές φορές στον Κουμπέ που κάποτε ήτανε ιδανικός προορισμός για Κούλουμα.
Για την περιοχή βρήκαμε ένα ωραίο δημοσίευμα του Γιώργη Κεδρινού που γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής:
Παλαιότερα, η συνοικία του Κουμπέ, με τα λιγοστά τότε σπίτια της και με την όμορφη ακροθαλασσιά της, ήταν μια περιοχή, που τραβούσε τους πεζοπόρους εκδρομείς του Ρεθέμνου, στις λιακάδες μέρες του χειμώνα και τις ομαδικές επισκέψεις των γλεντζέδων της εποχής εκείνης, στα λαϊκά μικρομάγαζα, που βρίσκονταν κοντά στη βρύση, που τόσο παράξενα αναβλύζει κοντά στο κύμα της θάλασσας, που πάντα σιγονανουρίζει τη γραφική και βραχώδη παραλία.
Όμως, και το μικτόν Γυμνάσιον Ρεθύμνης, στις πρώτες δεκαετηρίδες του αιώνος μας, εκεί έκανε τις πεζοπόρες εκδρομές των μαθητών για ψυχαγωγία, και για μάθημα Γεωλογίας και Ορυκτολογίας, των μεγαλυτέρων τάξεων.
Με λίγα λόγια, παλαιότερα ο Κουμπές, ήταν για το Ρέθυμνον, ότι η Κηφισιά της Αττικής, για τας Αθήνας. Και τη γύμνια του σε πράσινο, ίσως τη μετρίαζε, η ύπαρξη της πλατειάς και γαλάζιας θάλασσας, που με τόση μαγεία απλώνεται, στα ήρεμα μερόνυκτα εκάστης εποχής.
Μετά τον τελευταίο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη διάρκεια του οποίου, πολύ σκληρά δοκιμάστηκε η Κρήτη, σ’ όλα της τα διαμερίσματα, ξεφύτρωσε το ρεύμα της αστυφιλίας, συνεπεία πολλών παραγόντων, που ίσως είναι, εν τινί μέτρο, βασικοί συντελεστές, στη διαμόρφωση του μεγέθους ή της μικρότητας των πόλεων και των χωρίων.
Έτσι, και η συνοικία του Κουμπέ με τα Ταμπακαριά της, τα εργοστάσια και το Κολυμβητήριον, μεγάλωσε κι αυξήθηκαν οι οικοδομές της.
Παραλλήλως όμως, πήρε όψη, ενός αυξανομένου συνοικισμού, με τις τελευταίες Οικοδομές των Στρατώνων του 10ου Συντάγματος, και τις αξιοποιήσεις του στεγαστικού χώρου της περιοχής.
Η όλη περιοχή όμως, αποζητά ήδη ένα περιφερειακό δρόμο στη βραχώδη νοητή γραμμή, που σμίγει η στεριά με τη θάλασσα, για Τουριστική πλέον βιτρίνα και στερέωμα των οικιών από το μέρος της παραλίας.
Αυτό διεπιστώθη χθες, μεσημβρινές ώρες, που μια παρέα -μεταξύ της, ήτο και ο συντάκτης της παρούσης στήλης- έκανε ένα μικρό περίπατο, αργό και εξεταστικό – με την πράσινη κούρσα του παλαίμαχου αυτοκινητιστή και διδασκάλου της μηχανής και του Βολάν, κ. Γιώργη Ευσταθ. Λιονή.
Γερακάρι 1945
Στα μέσα του 1945, η εφημερίδα «Κρητική Επιθεώρηση», ξεκινά οδοιπορικά στην ύπαιθρο του νομού ξεκινώντας από το Γερακάρι. Το σχετικό άρθρο δεν έχει υπογραφή. Είναι όμως γλαφυρότατο και η διατύπωση δείχνει συντάκτη που χειρίζεται άριστα την ελληνική. Γράφει για το μαρτυρικό χωριό ο άγνωστος χρονογράφος.
«Το χωρίο Γερακάρι το οποίον κείται προς το δυτικότερον μέρος της Επαρχίας Αμαρίου είναι από τα ποιο φημισμένα χωριά της Κρήτης, διότι παράγει τα πλέον εκλεκτά κεράσια της Ελληνικής Πατρίδος τα οποία το καθιστούν εξακουστό όχι μόνον εδώ εις την Κρήτην αλλά και εις ολόκληρον της Ελλάδα, γι’ αυτό και από τα μέσα Μαΐου μέχρι τέλους Ιουνίου εξ’ όλης σχεδόν της νήσου και από της Αθήνας και Πειραιά διοργανώνονται ολόκληρα καραβάνια και τον επισκέπτονται δια να θαυμάσουν τα ωραία διαμαντένια κεράσια επί του καταπράσινου δένδρου και εν γένει την φυσικήν του καλονήν ως τέτοιον ασφαλώς δε ο συνωστισμός θα ήτο μέγας εάν υπήρχε τακτική και καλή συγκοινωνία, τα οποία δυστυχώς ελλείπουν εις την αρκετά πλουτοπαραγωγικήν τοιαύτην περιφέρειαν.
Αναμνήσεις αποτελούν ακόμα και εις αυτήν την Κωνσταντινούπολην προς την επί Τουρκικής κατοχής οι αγάδες της Ρεθύμνης συνεσκεύαζαν πλείστα κιβώτια και ατμοπλοϊκώς τα έστελνον εις τους διαφόρους εκεί μεγιστάνας φθάνοντας και εις αυτούς ακόμα τους Σουλτανικούς οίκους. Δια του τρόπου αυτού εξήγετο και διεφημίζετο και πλείστον μέρος της παραγωγής διετίθετο κατ’ αυτόν τον τρόπον και τα υπόλοιπα κατηναλόνοντο εις το εσωτερικόν της Κρήτης. Το περίφημο αυτό κεράσι με το λεγόμενον ελίφη εξακολουθεί να ονομάζεται πολίτικο κατ’ άλλους μεν επειδή οι Τούρκοι της Κρήτης επροόριζαν διά την πόλιν κατ’ άλλους δεν όπερ και πιθανώτερον διότι τα προήρχοντο εκ Τουρκίας. Το Γερακάρι είναι γεωγραφικώς το υψηλότερον χωρίον της Κρήτης με υψόμετρον 740 περίπου μέτρα υπέρ την θάλασσαν.
Κείται εις τους πρόποδας του όρους Κέδρους με τας 101 πηγάς του εξ ων κατά παράδοσιν μια αθάνατος αόρατος όμως. Η αόρατος αυτή πηγή της αθανασίας είναι το υγιεινότατον κλίμα του όρους αυτού το οποίον όμως καίτοι είναι ανωτέρου του της Ελβετίας είναι εντελώς ανεκμετάλλευτο. Καίτοι εις το μέσον μιας εκτεταμένης κοιλάδος εκεντινομένης κοιλάδος της θέσεως Γιους Κάμπο καταλήγουσης εις την θέσιν Φάτη έχουσιν μήκος 30 περίπου χιλιομέτρων και πλάτους 15-20 κατάρρυτος και κατάφυτος και το πράσινον την εποχήν αυτήν καλύπτει εξ ολοκλήρου την περιφέρειαν.
Είναι αδύνατον ανθρώπινος νους να συλλάβει χωρίς μιαν επίσκεψιν την ωραιότητα της φύσεως, από της Ανοίξεως μέχρι της ελεύσεως του Χειμώνος. Κατά την Άνοιξιν ολόκληρος η περιοχή καλύπτεται υπό μιας λευκής σινδώνας δημιουργημένης εκ της ανθίσεως των διαφόρων οπωροφόρων δένδρων, οπότε κυριολεκτικώς η φύσις οργιάζει εις βαθμό τόσον ώστε ένας σοφός όσον δυνατός και αν είναι να μη σταματά το λογικόν του, και μετά δυσκολίας να συλλαμβάνει και μεταδίδει την φυσική ωραιότητα της εξαιρετικής τούτης κοιλάδος την οποίαν περιβάλλουν ως είδος Φρουρίου με ύψωμα τείχη τα όρη Κέδρος Σάμητος και Μυρωνιανό δρος.
Δευτέρα πηγή και σπουδαιοτέρα είναι η του Λουτρακίου κειμένη ακριβώς εις το μέσον και το ηψυλότερον μέρος της κοιλάδος και τρίτον η του Βεδούρι κειμένης εις το τελευταίον δυτικώτερον μέρος της κοιλάδος αρδεύονται αι δύο αυταί πηγαί περί τα 500 στρέμματα δυνάμενα να διπλασιασθούν εάν και εις τας πηγάς αυτάς εγένοντο αρδευτικά έργα, οπότε θα εδιπλασιάζετο ο πλούτος των καλλιεργητών και της εθνικής οικονομίας. Οι ενδιαφερόμενοι μάλιστα ήρχισαν σχετικάς ενέργειας δια την επέκτασιν των αρδευτικών έργων και επί των πηγών ούτων και νομίζομεν ότι οφείλει το Κράτος να σπεύση και συντρέξει την φιλότιμον αυτήν προσπάθειαν και να μην χρονίζουν αι ενέργειαι ως συνέβη με την πρώτην πηγήν επί εικοσαετίας ολοκλήρους διότι κάθε προώθησις των έργων αυτών αποβαίνει προς μέγιστον όφελος όχι μόνον των κατοίκων αλλά και της εθνικής οικονομίας.
Το κελάηδημα των πτηνών αρχίζει μόλις γλυκοχαράζει η αυγή τόσον δε γλυκύτατον είναι κατά τας πρωινάς αυτάς ώρας, ώστε εις κάθε ακροατήν ν’ αποτελεί καταγοήτευσιν και όταν κατά τας πρωινάς αυτάς ώρας, κατά πρώτην φοράν ακούση την αρμονίαν με την οποίαν τα πτηνά κελαηδούν να νομίζει ότι τον απατά η ακουή του ή ότι υπάρχουν τίποτα ξωτικά και δουν κατά τον ωραίον αυτόν τρόπον από της χαραυγής μέχρι βαθειάς νυκτός καθ’ όλον σχεδόν το διάστημα από της ανοίξεως μέχρι του Φθινοπώρου. Κάτι που συμβαίνει αμιλλώμενος τα δύο αυτά πτηνά κατά την ώρα του κελαηδήματος ουδείς δύναται να πιστεύση εάν δεν ακούση, ότι όταν πιάνονται εις το κελάηδημα προσπαθούν ως να έχουν διδαχθή να πείσουν τον ακροατήν ότι το ένα από το άλλο κελαηδή ποιο ωραία και στην ώραν κελαηδή ο κότσιφας σιωπά η αηδών και μόλις σιωπά ο κότσιφας επαναλαμβάνει αυτή το αυτό περίπου κελάηδημα και ούτω κάθεξης επί πολλάς πρωινάς ώρας.
Με τοιαύτην ωραιότητα και φυσικάς καλλονάς έχει προικισθεί το Γερακάρι με τα ξακουσμένα κεράσσα του τα οποία αρχίζουν από το 1ον δεκαήμερον του Μαΐου και διαρκούν επί ένα μήνα καθ’ ην εποχήν τα πέριξ χωριά το ονομάζουν Γερακαράκη και τον Χειμώνα κατακαϋμένο Γερακάρι. Μετά το κεράσι αρχίζει η παραγωγή του βύσσινου ένα από τα σπουδαιότερα προϊόντα του χωριού εξαιρετικής ποιότητα το οποίο ξηραίνομεν ως σταφίς είτε περιζήτητο όχι μόνος εις την Ελλάδα αλλά και εις ολόκληρον την Αίγυπτον ένα κατ’ έτος γίνεται πλούσια εξαγωγή και καθίσταται ένα από τα πλέον προσοδοφόρα εισοδήματα καθ’ όλην την διάρκειαν του θέρους μέχρι Οκτωβρίου και Νοεμβρίου δεν τελειώνουν τα διάφορα παντός είδους φρούτα, με τελευταίαν εσοδείαν διαρκούσης μέχρι των Χριστουγέννων είναι ένα είδος εκλεκτής σταφύλης με το όνομα δερματάς γλυκητάτη με ένα σπουδαίο άρμα έτερον εισόδημα σοβαρόν, το οποίον μόλις προ ολίγων ετών ήρχισε να παράγεται είναι το μήλον φιρίκι, το οποίον όσοι το γνωρίζουν έπαυσε πλέον να λέγεται μήλον Βολιώτικο και έλαβε την ονομασίαν Γερακαριανό, διότι εις ποιότητα και εις γεύσιν είναι κατά πολύ ανώτερον. Μετά μιαν δεκαετίαν ακόμη η περιοχή αυτή θα παραγάγει εκατοντάδας μήλων όχι μόνον φυρικιών αλλά και πολλών άλλων εξαιρετικών ποιοτήτων, διότι οι κάτοικοι λόγο της επιδεκτικότητος και περιόδου και των δένδρων αυτών επιδόθησαν εις εντατικήν καλλιέργειαν και κατ’ έτος καλλιεργούνται 500 – 1000 νεόφυτα δενδρύλλια. Η πρόοδος της τοιαύτης καλλιέργειας οφείλεται εις τας τρεις σπουδαιοτέρας πηγάς της περιοχής τας οποίας η θεία πρόνοια της περιοχής τας οποίας η θεία πρόνοια προέβλεψε και τα ετοποθέτησεν εις τρία κατάλληλα σημεία δια των οποίων αρδεύεται ολόκληρος η κοιλάς αυτή είναι δε αι εξής Α. η πηγή μάνας νερό κειμένης προς το ανατολικώτερον μέρος της κοιλίδος αρδεύουσα ήδη περί τα 150 περίπου που στρέμματα γης με πλουσιοτάτην δενδροφυτείαν πάντος είδους δένδρων μόλις δε φέτος ύστερον από προσπαθείας μιας ολοκλήρου δεκαπενταετίας, καταρθώθη και ετησον εις χρήσιν αρδρευτικά έργα και υπάρχει πιθανότης δια της εντάσεως της καλλιέργειας να διπλασιασθή ο πλούτος διότι κατόπιν των έργων αυτών αρδεύεται ευχερέστατα ολόκληρος η περιοχή.
Το νοσταλγικό μας αυτό οδοιπορικό συνεχίζεται με άλλες ενδιαφέρουσες περιγραφές αξέχαστων συμπολιτών που θέλησαν επιστρέφοντας από την εκδρομή τους να γράψουν τις εντυπώσεις τους δίνοντας σήμερα την ευκαιρία σε μας να γνωρίσουμε προσφιλείς τουριστικούς προορισμούς του νομού μας όπως ήταν πριν από ένα αιώνα.