Μου ήταν αδύνατον να αναφερθώ στις μεγάλες μορφές του Ατσιποπούλου χωρίς να προσθέσω τη Μαρία Λιονή μια ηρωίδα, μια σπάνια γυναίκα για την οποία έχω κάνει αρκετά αφιερώματα, αλλά πάντα κάτι μου δίνει αφορμή να διανθίσω περισσότερο το λαμπερό της πορτραίτο.
Γεννήθηκε το 1905. Ήταν κόρη του Σπύρου Μανουσάκη (Γκιουστάκη) της Ασπασίας Λεντζάκη. Άνθρωπος φιλότιμος και με «τσαγανό» δεν ήθελε να μένει αμέτοχη στις δυσκολίες που περνούσε όλος ο κόσμος. Ήθελε και κείνη να προσφέρει. Έτσι βρέθηκε από τα μικρά της χρόνια καθισμένη στη φθαρμένη, από τη χρήση, καρέκλα της Νομαρχίας, να προσφέρει τις υπηρεσίες της, ως αρχειοφύλαξ, πάντα με το χαμόγελο. Κανένας δεν έφευγε χωρίς να εξυπηρετηθεί. Κι όλα αυτά, σε χρόνια που ο αναλφαβητισμός έκανε τους ανθρώπους ιδιαίτερα παράξενους, όταν βρίσκονταν σε δημόσια υπηρεσία και πολλές φορές άδικους όταν πίστευαν ότι όλα μπορεί να γίνουν με μια κίνηση των χεριών κατά μαγικό τρόπο. Η Μαρία Λιονή είχε τεράστια υπομονή και μπορούσε να εξηγήσει το κάθε τι στον άνθρωπο που ζητούσε τη βοήθειά της και να τον συμπαρασταθεί σαν να ήταν συγγενής της. Αυτή η αρετή την έκανε ιδιαίτερα αγαπητή στο περιβάλλον της και στους συναδέλφους της. Για όλους ήταν η αξιαγάπητη Μαρία, που είχε και μια εξαιρετική ομορφιά.
Έτσι τη βρήκε η Κατοχή, αλλά εκείνη συνέχιζε να δείχνει αμέριμνη. Κι όμως δεν είχε νου παρά για τη λευτεριά της πατρίδας της. Όσο για το θάρρος της ήταν απαράμιλλο. Πως χωρούσε άραγε τόση γενναιότητα σε τόσο τρυφερό παρουσιαστικό ήταν ν’ απορείς.
Σαν αρχαιοφύλακας πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες στην Αντίσταση. Σε καθημερινή βάση ο Χρίστος Τζιφάκης είχε την κίνηση της αρχειοθέτησης από τη Μαρία. Συνεργάτες της στη Νομαρχία τη θυμούνται να γράφει στη γραφομηχανή της το αντιστασιακό δελτίο. Στη γραφομηχανή της Νομαρχίας! Τι γενναία ψυχή έκρυβε η πανέμορφη εκείνη κοπέλα. Έτσι κατάφερε να σώσει και τη ζωή του Γιάννη Κουτσουράκη, παραπλανώντας τους καταχτητές, που τον αναζητούσαν ακόμα και στη Νομαρχία.
Εκεί πάντως που η Μαρία έκανε τους πάντες να «λαχταρίσουν», δίνοντας ρεσιτάλ ψυχραιμίας, ήταν μια μέρα που έκαναν «μπλόκο» στη Νομαρχία, οι Γερμανοί. Κάτι είχαν υποψιαστεί. Ένας Γερμανός μάλιστα πήγε και στάθηκε πάνω από τη Μαρία. Και κείνη χωρίς να ταραχτεί συνέχιζε απτόητη να γράφει το δελτίο της αντίστασης, σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Η τόση ηρεμία δεν μπορούσε να πονηρέψει ούτε κι έναν καχύποπτο. Απογοητευμένοι έφυγαν οι Γερμανοί αφού δεν βρήκαν τίποτα το περίεργο. Και η Μαρία σαν να μην είχε συμβεί στο γραφείο της το επεισόδιο, τέλειωσε με την ησυχία της το κείμενο, και το έβαλε στην τσάντα της όπως κάθε βράδυ. Πήγε αμέσως μετά στη σπηλιά όπου είχε στηθεί τυπογραφείο. Η αντιστασιακή εφημερίδα τυπώθηκε και πάλι. Η μικρή Ατσιπουλιανή ηρωίδα είχε θριαμβεύσει για μια ακόμα φορά …Ο Τζιφάκης δεν ήξερε πολλές φορές πώς να επαινέσει τη γυναίκα αυτή που τον ξάφνιαζε με την τόλμη της και το αγωνιστικό της σθένος.
Η καρδιά της Παιδικής Στέγης
Κι ήρθε η απελευθέρωση να ξαναδώσει το χαμόγελο της ελπίδας. Νέος όμως εχθρός ήρθε να στοιχειώσει τον ύπνο της Μαρίας. Ήταν η μιζέρια που ταλαιπωρούσε τον κόσμο. Η χώρα μας, μόλις σήκωνε κεφάλι από την κατοχή των δακρύων και της ορφάνιας. Θύματα της μεταβατικής αυτής περιόδου τα παιδιά, που βρέθηκαν ξαφνικά από μικρή ηλικία να θυσιάζουν στον βωμό της ανάγκης, όνειρα και προοπτικές για τη ζωή τους αναζητώντας δρόμους επιβίωσης.
Αυτά τα πλάσματα ήρθε να ανακουφίσει ένα έργο ζωής του υπέροχου εκείνου λευίτη – αγιασμένη θα είναι η ψυχή του – του παπά Γιάννη Πίτερη. Ήταν η «Παιδική Στέγη» που έδωσε στη Μαρία Λιονή μια διέξοδο, για να διοχετεύσει την ανάγκη της να προσφέρει στο συνάνθρωπο, ιδιαίτερα στο παιδί που λάτρευε.
Κι ένωσε τις δυνάμεις της για τη λειτουργία της Παιδικής Στέγης, που μας παρουσιάζει ιδανικά στα χρονογραφήματά του ο Κώστας Μαμαλάκης, δίνοντας και το στίγμα ενός κολοσσιαίου έργου που απαιτούσε «κότσια» για να το στηρίξεις. Αναφέρει σχετικά μεταξύ άλλων.
Ένα τολμηρό σχέδιο
«Ο παπά Γιάννης Πίττερης συνέλαβε ένα τολμηρό σχέδιο. Το εκμυστηρεύτηκε σ’ έναν άνθρωπο που βαθιά εκτιμούσε. Είπαν «στ’ όνομα του Θεού» και ξεκίνησαν οι δυο τους, χωρίς πεντάρα, χωρίς σίγουρη προοπτική, να κυνηγήσουν μια ωραία χίμαιρα. Συνάντησαν εμπόδια, δυσκολίες ανυπέρβλητες, ετράβηξαν πολλά. Χτύπησαν πολλές πόρτες. Η πρώτη πόρτα ήταν το Δεσποτικό που χτύπησαν. Άνοιξε πρόθυμα κι έδωσε την εισφορά του ο Μητροπολίτης Αθανάσιος. Ύστερα ο παπά Γιάννης άρχισε να περιοδεύει «αποστολικά» τα χωριά, προπαγανδίζοντας την ωραία ιδέα.
Και μάζευε σ’ ένα ασκί λάδι, αποδεχόμενος και τον οβολό του φτωχού, το υστέρημα της χήρας, ας ήταν και μια κούπα λαδάκι.
Ξεκίνησαν με πίστη ακράδαντη στην ιδέα και θέληση σιδερένια αυτοί οι δυο άνθρωποι και στο τέλος η χίμαιρα αυτή έγινε πραγματικότητα. Ιδρύθηκε, εστερεώθηκε η «Παιδική Στέγη».
Ο παπά Γιάννης Πίτερης και ο Κώστας Αντωνάκης, ο «στιβαρός βραχίονάς μου» όπως τον αποκαλούσε ο παπά Γιάννης ήταν αυτοί οι άνθρωποι.
Πάνω από 300 αγόρια και κορίτσια έχουν εξασφαλίσει στέγη και τροφή».
«Είδα στο γραφείο κίνηση», συνεχίζει ο Κώστας Μαμαλάκης, «εργάτες που δουλεύουν για τις προκαταρκτικές εργασίες ανέγερσης των νέων κτιρίων να περιμένουν πληρωμή και την ευγενέστατη σύμβουλο της «Παιδικής Στέγης» κυρία Μαρία Λιονή μαζί με τον παπά Γιάννη.
Δεν υπήρχαν εκείνη τη στιγμή χρήματα να πληρωθούν τα δεδουλευμένα δύο εβδομάδων ημερομίσθια. Κι ήταν Σάββατο.
Τα προβλήματα και οι ανάγκες των εργατών τα βάσανά των – είχαν κι αρρώστους δύο – τρεις στα σπίτια τους – είναι φυσικό να μην τους αφήνουν περιθώρια να σκεφθούν τον ιερό σκοπό της «παιδικής στέγης». Κι όμως μόλις αντιλήφθηκαν την ειλικρινή λύπη του παπά Γιάννη, όλοι τους με συγκινητική προθυμία άρχισαν να τον παρηγορούν αυτοί, ότι θα τα βολέψουν με βερεσέ.
Ο ιερέας είχε γίνει κατάχλομος από τη στενοχώρια του.
– Όχι παιδιά θα σας δώσω ότι έχω πάνω μου και θα τρέξω να βρω λεφτά. Ποιοι έχουν αρρώστους; Ποιοι έχουν ανάγκη;
Τρεις τέσσερις με τα πολλά ομολογήσανε ότι είναι σε δύσκολη θέση. Οι άλλοι συναγωνιζόντουσαν ποιος να πρωτοαποποιηθεί την προσφορά του παπά-Γιάννη. Η σκηνή με γέμισε συγκίνηση και θαυμασμό!».
Αλλά μια κυρία με έντονη προσωπικότητα η διακεκριμένη δημοσιολόγος Βιργινία Τσουδερού-Παπαδάτου, με το καθαρό και γόνιμο «Τσουδέρειο» μυαλό της, συνέλαβε, μελέτησε και έθεσε σε εφαρμογή ένα καταπληκτικό σχέδιο, που δίδει προεκτάσεις στο έργο της «Παιδικής Στέγης» που ονειρευόμαστε.
Και το αποτέλεσμα είναι να έχουν ήδη αρχίσει οι εργασίες για τη δημιουργία ενός έργου τεράστιου, με επιπτώσεις σωστικές για την άπορη «μαθητιώσα νεολαία» και το Ρέθεμνος.
Η κ. Τσουδερού έχει θέσει στην υπηρεσία της «Στέγης» όλη τη δραστηριότητά της, όλες τις γνώσεις της.
Το σπουδαιότερο δε από όλα είναι ότι με το ορθολογιστικά οργανωμένο σχέδιό της, η Παιδική Στέγη, θα έχει Οικονομική αυτάρκεια στο εγγύς μέλλον. Τα υπό ανέγερση κτίρια της θα στεγάζουν τα καλοκαίρια ξένους φοιτητές.
«Μ’ ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια». Γιατί θα τονώνεται και η τουριστική κίνηση και θα είναι και ένα μόνιμο μέσο προβολής του Ρεθέμνου – τουριστικής προπαγάνδας του.
Για τον σκοπό αυτό εξασφάλισε τη γενναία συνδρομή της ΧΕΝ, του Οργανισμού Τουρισμού και την τεχνική βοήθεια του στρατού.
Συνεπίκουρος και ο σύλλογος των εν Αθήναις Ρεθυμνίων το «Αρκάδι».
Η νέα μορφή και οι διαστάσεις που παίρνει όπου να ‘ναι η «Παιδική Στέγη» – Τέσσερα κτίρια με σύγχρονες ανέσεις στον λόφο του Τιμίου Σταυρού με κοιτώνες, αίθουσα βιβλιοθήκης, αίθουσα αθλοπαιδειών, γήπεδα αθλήσεως σε έκταση 29 στρεμμάτων και οφείλεται στο δαιμόνιο της έξοχης θυγατέρας του αλησμόνητου Πρωθυπουργού της Μάχης της Κρήτης Εμμανουήλ Τσουδερού.
Φεύγοντας από την «Παιδική Στέγη» συγκινημένοι αισθανθήκαμε την ανάγκη να υποκλιθούμε με σεβασμό μπροστά σ’ αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, στο συντελούμενο αυτό θεάρεστο έργο.
Και θυμηθήκαμε και τον σοφό λόγο του αξέχαστου Σταύρου Κελαϊδή «Άμα βρεθεί ο ένας»! Το Ρέθυμνο τυχερό, τον βρήκε τον ένα: Στο πρόσωπο του παπά Γιάννη Πίττερη. Έχει κι αυτός την τύχη να πλαισιώνεται από άριστο συμβούλιο, υπό την προεδρία του, που εργάζεται μαζί του με φανατισμό και πάθος. Το αποτελούν: Στέλιος Συγγελάκης, Γεώργιος Γύπαρης, Π. Φραϊδάκης, Εμμ. Σταγάκης, Μαρία Λιονή, Ελένη Ψυχογιουδάκη, Ευλαβία Πισκοπάκη και Θεανώ Μακρή».
Πόσες λευκές νύχτες αγωνίας
Σ’ αυτή την Παιδική Στέγη η Μαρία Λιονή έμεινε αμέτρητες φορές άγρυπνη. Ακόμα και στο σπίτι μετέφερε την έγνοια της για κάθε πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο χώρος αυτός που κάποιοι επιτελούσαν θεάρεστο έργο.
Ο Γιώργος Λιονής, ο ακριβός της σύντροφος, πολλές φορές αγανακτούσε. Μα θα την έχανε τελικά αν συνέχιζε να πάσχει για τους άλλους. Και την ίδια στιγμή έσπευδε κι ο ίδιος να βοηθήσει για να δει εκείνο το υπέροχο χαμόγελό της που ήταν σαν ευλογία Θεού.
Γράφει η Βιργινία Τσουδερού: «Η Μαρία με το αισθητήριο του παιδευμένου ανθρώπου ήξερε ότι για να πετύχουμε την πλήρη και αληθινή ελευθερία χρειάζονται άτομα με σωστή αγωγή, σωστή παιδεία.
Από το 1961, δόθηκε ολοκληρωτικά στο έργο της Παιδικής Στέγης. Ιδέες πολλοί έχουν. Επιμονή όμως στην υπηρεσία μια ιδέας πολύ λίγοι. Η Μαρία ήταν μεταξύ των ολίγων. Ήξερε να δουλεύει χωρίς να ακούγεται. Να προωθεί σκοπούς αθόρυβα. Ήταν ο στυλοβάτης του έργου. Στις πρώτες δύσκολες στιγμές το σπίτι της Μαρίας ήταν το καταφύγιο των παιδιών. Η Μαρία ήταν η υπομονετική αθόρυβη μητέρα, που βρισκόταν πάντα εκεί που έπρεπε στην ώρα της ανάγκης…».
Ποιος δεν την θυμάται να στέκεται στην πόρτα της, χαμογελαστή, έτοιμη να υποδεχτεί τον καθένα, να δώσει τη σωστή συμβουλή, να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα.
Και που δεν πρωτοστάτησε και πέρα της Παιδικής Στέγης η Μαρία Λιονή. Παρούσα στον αγώνα για το Κέντρο Νεότητας στον Τίμιο Σταυρό, παρούσα στη ΧΕΝ, παρούσα σε κάθε έργο καλό και αγαθό …
Με τις αχώριστες φίλες και συνεργάτιδες στα έργα αγάπης, Κωστούλα Τζέτζου και Θεανώ Μακρή βρέθηκαν στο μοιραίο λεωφορείο, ιδιοκτησίας Γεωργίου Λιονή και Μιχ. Δημητρακάκη 24 Αυγούστου 1970. Πήγαιναν στο Ηράκλειο για να αφαιρεθούν οι πινακίδες του οχήματος και να αντικατασταθεί με καινούργιο.
Ήταν 2.30 το μεσημέρι όταν το αυτοκίνητο, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, βρέθηκε σε γκρεμό της Δαμάστας. Η Μαρία Λιονή με τις δυο αχώριστες φίλες της, πέταξαν στους κόλπους των μακάρων, που είχαν θέση, χάρις στο μεγάλο έργο τους. Οι λοιποί επιβάτες, τέσσερις ήταν, τραυματίστηκαν σοβαρά.
Η κηδεία των τριών γυναικών έγινε μέσα σε κλίμα οδύνης. Στη νεκρώσιμη ακολουθία προέστη ο Μητροπολίτης Τίτος πλαισιωμένος από τον Κυδωνίας και Αποκορώνου Νικηφόρο και πολυάριθμο κλήρο. Η ΧΕΝ εξέδωσε ψήφισμα και οι νεκρολογίες διαδέχονταν η μία την άλλη στον τοπικό τύπο. Για τη Μαρία οι περισσότερες.
Τότε κάποιο από τα παιδιά της Παιδικής Στέγης ο σημερινός επιφανής δικηγόρος και συγγραφέας Κωστής Καλλέργης ένοιωσε την ανάγκη με στίχο να αποχαιρετίσει, την αγαπημένη του κα Μαρία εκ μέρους και όλων των παιδιών της στέγης.
Κι έγραψε:
«Εις τη μεγάλη τρικυμία που έχει η σκληρή ζωή βρήκαμε απάνεμο λιμάνι εις τη Μαρία τη Λιονή
Μας πρότρεπε στην Αρετή εις την Αγάπη την Αλήθεια είχε ακούραστη καρδιά κρυμμένη μες στα στήθια».
Στο ίδιο ύφος και οι υπόλοιποι στίχοι, πλημμυρισμένοι από το άρωμα παιδικής καρδιάς, που θρηνούσε τον χαμένο της άγγελο. Και κατέληγε: «Στη μάνα που μας έδωσε αγάπη και συμπόνια ευχόμαστε η μνήμη της να μένει πάντα αιώνια».
Τα χρόνια κύλισαν. Κι όταν σμίγουν οι φτασμένοι σήμερα συμπολίτες που ήταν κάποτε μέλη της Παιδικής Στέγης ανάβουν κερί στη μνήμη της Μαρίας Λιονή της μάνας που ξενυχτούσε να βρει λύσεις, όταν τα τρόφιμα δεν έφταναν για να χορτάσει ο μαθητόκοσμος του ιδρύματος, της Στέγης που είχε κάνει δεύτερο σπίτι της και που είχε τόσο απλόχωρη καρδιά, ικανή να χωρέσει αγάπη για όλα τα παιδιά του κόσμου.
Ευαγγελία Χαλκιαδάκη – Παπαλεξάκη
Από τις φωτεινές μορφές που κόσμησαν την κοινωνία του Ατσιποπούλου και μια δασκάλα η Ευαγγελία Χαλκιαδάκη Παπαλεξάκη.
Αναρίθμητες οι προσωπικότητες που θυμούνται με νοσταλγία τη δασκάλα τους. Γιατί αυτή η μοναδική γυναίκα και σπουδαία εκπαιδευτικός είχε την τάση να δείχνει στη νέα γενιά τις ψηλότερες κορφές γνώσης και οράματος.
Γεννήθηκε στο Ατσιπόπουλο το 1906. Ο πατέρα της Λεωνίδας Χαλκιαδάκης υπηρετούσε στην Κρητική Χωροφυλακή με τον βαθμό του ενωματάρχη και βρισκόταν στη φρουρά του Ελευθερίου Βενιζέλου την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας (1898-1913). Η μητέρα της Αικατερίνη διακρινόταν επίσης για την αρχοντιά της και την άριστη διαπαιδαγώγηση που κυριαρχούσε στα μητρικά της καθήκοντα.
Η Ευαγγελία μετά από επιτυχείς σπουδές αποφοίτησε το 1925 από το Διδασκαλείο Χανίων. Το 1926 διορίστηκε στο Άνω Βαλσαμόνερο και μια εξαετία υπηρέτησε στο Κάτω Μαλάκι. Από το 1935 μέχρι τη συνταξιοδότησή της υπηρέτησε στο Ατσιπόπουλο όπου και άφησε έντονο το στίγμα της.
Η ζωή φάνηκε γενναιόδωρη για την Ευαγγελία φέρνοντας στον δρόμο της τον Αντώνη Παπαλεξάκη, παραδοσιακό Κρητικό. Λάτρη της παράδοσης, έντιμο και ευγενικό, πράο και αρχοντικό, έναν άνδρα που δικαίωνε τη φήμη του σωστού οικογενειάρχη. Από τα τρία παιδιά που απέκτησαν απόλαυσαν μόνο χαρές και ιδιαίτερα για τον Αλέξανδρο ένοιωσαν πολλές φορές περηφάνια με την άνοδο του στην ιεραρχία του στρατού αλλά και για την κοινωνική του προσφορά.
Η Ευαγγελία είχε καταφέρει να δώσει έννοια στον ρόλο της εκπαιδευτικού ως δεύτερης μητέρας. Γι’ αυτήν όλα τα παιδιά είχαν τα ίδια δικαιώματα ανεξάρτητα από τις κοινωνικές διαβαθμίσεις. Με την ίδια ανοικτή αγκαλιά έδειχνε την αγάπη της στο αρχοντόπουλο αλλά και στο πιο φτωχό παιδί του χωριού. Ακόμα και στην τιμωρία φρόντιζε να είναι δίκαιη, έτσι που και αυτός που δεχόταν την όποια «ποινή» να συνειδητοποιήσει ότι δίκαια έπασχε.
Σε μια υπέροχη αναφορά του Ελευθερίου Σκανδάλη, μιλώντας σε μια εκδήλωση προς τιμήν της δασκάλας του περιγράφεται η παροιμιώδης ψυχραιμία αυτής της γυναίκας. Κανένας ποτέ δεν την είδε σε σκηνή πανικού όσο κι αν οι καιροί ήταν δίσεκτοι. Στεκόταν στο ύψος των περιστάσεων και δημιουργούσε στον καθένα που ήταν κοντά του μια αίσθηση απόλυτης εμπιστοσύνης και σιγουριάς.
Μια εικόνα που έμεινε στη μνήμη πολλών μαθητών της ήταν την αποφράδα μέρα που οι Γερμανοί μετά τη μάχη της Κρήτης πήγαν να επιτάξουν το σχολείο.
Αγέρωχη αμίλητη η Ευαγγελία έδινε με τη ματιά της κουράγιο στους μαθητές να μεταφέρουν σιγά-σιγά τα πράγματα του σχολείου στην εκκλησία του Χριστού για να συνεχίσουν εκεί τα μαθήματα.
Η αίσθηση που απεκόμισαν οι μαθητές από αυτήν την εμπειρία ήταν η ιερότητα της ανάγκης να διαφυλαχτεί αυτό το υλικό που βοηθούσε και υποστήριζε τη γνώση. Ένα κομμάτι κι αυτό από τα ιερά και όσια της φυλής.
Αυτό το χάρισμα είχε η Ευαγγελία λόγω και έργω να διδάσκει Αγωγή.
Αυτό όμως που πρωτεύει να της αναγνωριστεί ήταν η ικανότητά της να εμπνέει το μαθητή για μάθηση. Και να του γίνεται βίωμα κάθε ηθική αξία της ζωής με τον τρόπο που δίδασκε η υπέροχη εκείνη εκπαιδευτικός.
Οι Ατσιπουλιανοί δεν ξέχασαν ποτέ τη δασκάλα τους και της έδωσαν όλο τον σεβασμό που της άξιζε και με τιμητικές εκδηλώσεις.
Η Ευαγγελία έφυγε από τη ζωή στις 9 Οκτωβρίου 1999.
Για το γιο της Αλέξανδρο επίσης σημαντική μορφή του Ατσιποπούλου θα αναφερθούμε στο επόμενο φύλλο μας.