«Ο ακαδημαϊκός χώρος δεν είναι συνολικά ανδροκρατούμενος, αλλά υπάρχουν σαφώς ανδροκρατούμενοι τομείς όπως η μηχανική, η τεχνολογία, η πληροφορική και η φυσική», τονίζει στα «Ρ.Ν.» η Υβόν -Αλεξία Κοσμά, πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του Πανεπιστημίου
Η επιστήμη, ως πεδίο γνώσης, καινοτομίας και κοινωνικής προόδου, οφείλει να προωθεί την ισότητα ευκαιριών και την αξιοκρατία. Παρόλο που οι γυναίκες έχουν σημειώσει σημαντικά βήματα στον χώρο της εκπαίδευσης, η παρουσία τους στον ακαδημαϊκό τομέα παραμένει συχνά περιορισμένη, ιδιαίτερα σε θέσεις ευθύνης. Επιπλέον, πολλές φορές καλούνται να αντιμετωπίσουν εμπόδια που απορρέουν από βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και ανισότητες. Παρόλα αυτά, παρά το γεγονός ότι ορισμένοι επιστημονικοί κλάδοι – όπως οι θετικές επιστήμες- εξακολουθούν να είναι ανδροκρατούμενοι, υπάρχουν και ενθαρρυντικές εξελίξεις.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία για την υφιστάμενη έμφυλη κατανομή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης που παρουσίασε η Υβόν – Αλεξία Κοσμά, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνιολογίας και πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων και Καταπολέμησης των Διακρίσεων του Πανεπιστημίου Κρήτης, στα «Ρ.Ν.», διαφαίνεται μια ανατροπή αυτής της εικόνας στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες, όπου η παρουσία των γυναικών επιστημόνων επικρατεί σημαντικά.
Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία φαίνεται ότι το Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό συνολικά το 2023 αποτελούνταν σε ποσοστό 66% από άνδρες και μόλις το 34% ήταν γυναίκες, ενώ συγκεκριμένα στη θέση καθηγητή/τριας την ίδια χρονιά το 78% είναι άνδρες καθηγητές, όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως από το 2021 μέχρι το 2023 το ποσοστό των ανδρών μειώνεται, ελάχιστα βέβαια, ενώ οι αριθμοί για τις γυναίκες παρουσίασαν μια αύξηση για να φτάσουν τελικά το 2023 το 22%. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επίσης, συναντάμε και στη θέση επίκουρου καθηγητή όπου εδώ τα ποσοστά είναι αρκετά κοντά όπου έχουμε 53% άνδρες επίκουρους καθηγητές και 47% γυναίκες.
Τα πράγματα βέβαια αλλάζουν όταν μπουν κάτω από το μικροσκόπιο και μελετηθούν ανά σχολή. Εκεί βλέπουμε μια αντίστροφη κατάσταση όπου το 2023 ενώ στη σχολή θετικών και τεχνολογικών επιστημών βλέπουμε ότι το διδακτικό προσωπικό αποτελείται κατά 79% από άντρες, στην Ιατρική σχολή τα ποσοστά είναι αρκετά κοντά με μια διαφορά κατά οκτώ μονάδες όπου επικρατούν οι άντρες και στη σχολή επιστημών αγωγής τα ποσοστά ανατρέπονται και οι γυναίκες επικρατούν κατά 60%, ενώ στη φιλοσοφική σχολή έχουν παρουσία κατά 54% έναντι των αντρών.
Σχολιάζοντας λοιπόν η κ. Κοσμά την εξέλιξη των γυναικών στον χώρο της επιστήμης αναφέρει: «Ο ακαδημαϊκός χώρος δεν είναι συνολικά ανδροκρατούμενος, αλλά υπάρχουν σαφώς ανδροκρατούμενοι τομείς όπως η μηχανική, η τεχνολογία, η πληροφορική και η φυσική. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν και πολύ ενθαρρυντικά δεδομένα. Σύμφωνα με στοιχεία του 2022 και 2021, αντίστοιχα, οι γυναίκες ερευνήτριες αποτελούν το 48,2% επί του συνόλου των ερευνητών/τριών στην Ελλάδα. Επίσης, από τους/τις κατόχους διδακτορικού τίτλου στις κοινωνικές, ανθρωπιστικές και ιατρικές επιστήμες, το ποσοστό των γυναικών κυμαίνεται μεταξύ 50-55%. Όλα αυτά δείχνουν μια θετική τάση προς την κατεύθυνση της ένταξης των γυναικών σε ακαδημαϊκούς χώρους».
Οι κυριότερες προκλήσεις
Σύμφωνα με την κ. Κοσμά, συνολικά, παρά την υψηλή συμμετοχή των γυναικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η έρευνα και η ακαδημαϊκή ιεραρχία παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανδροκρατούμενες. «Υπάρχει όμως σημαντική διαφοροποίηση στα επιμέρους πεδία», όπως χαρακτηριστικά τονίζει. Έτσι, για παράδειγμα, σύμφωνα με την ίδια ενώ στη μηχανική και την τεχνολογία οι γυναίκες καθηγήτριες είναι μόλις 13%, στην πληροφορική 14% και στη φυσική 18%, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά στις ανθρωπιστικές και τις κοινωνικές επιστήμες, όπου το ποσοστό ανδρών και γυναικών είναι μοιρασμένο.
Τα βασικά ζητήματα – προκλήσεις που αντιμετωπίζει λοιπόν μια γυναίκα στην έρευνα, έχουν να κάνουν επομένως με την υποεκπροσώπηση αλλά και πολλές ανισότητες – δυσκολίες που σχετίζονται με το ότι οι γυναίκες προσπαθούν να εξισορροπήσουν τους πολλαπλούς ρόλους που αναλαμβάνουν μες στην κοινωνία την ώρα που οι προκατειλημμένες συμπεριφορές εις βάρος τους δεν εξομαλύνουν την κατάσταση: «Οι γυναίκες στον τομέα της έρευνας αντιμετωπίζουν ποικίλες προκλήσεις που σχετίζονται με την υποεκπροσώπηση, τις ανισότητες στη χρηματοδότηση, τις δυσκολίες στην ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, καθώς και τις προκαταλήψεις που επηρεάζουν την ακαδημαϊκή και επαγγελματική τους πορεία. Αυτά τα ζητήματα καταγράφονται σε εκθέσεις όπως το «She Figures 2024» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σε εθνικές αναλύσεις από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ)», σημειώνει η κ. Κοσμά και συμπληρώνει: «Συγκεκριμένα, οι γυναίκες κατέχουν μόλις το 22,3% των θέσεων Grade A (ανώτατες ακαδημαϊκές θέσεις) στην Ελλάδα, ποσοστό χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 26,2%. Επιπλέον, μόνο το 12% των θέσεων επικεφαλής σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα καταλαμβάνονται από γυναίκες. Είναι, ωστόσο, πολύ θετικό ότι στις νέες πρυτανικές αρχές του Πανεπιστημίου Κρήτης και οι τέσσερις αντιπρυτάνεις είναι γυναίκες», τονίζει.
Μια άλλη σημαντική παράμετρο που φανερώνει η κ. Κοσμά είναι η άνιση αντιμετώπιση που έχουν οι γυναίκες επιστήμονες ως προς τις χρηματοδοτήσεις και την κατοχύρωση εφευρέσεων – ανακαλύψεων. Η ίδια αναφέρει πως και εκεί αυτά τα ζητήματα πάλι έχουν να κάνουν με ιδεοληψίες εις βάρος τους ενώ η υποεκπροσώπηση γυναικών στις θέσεις ευθύνης μοιάζει να συμβάλει σημαντικά σε αυτό, όπως αναφέρει: «Ως προς την έμφυλη ανισότητα στη χρηματοδότηση και τις ευρεσιτεχνίες, παρατηρούμε ότι οι γυναίκες ερευνήτριες λαμβάνουν λιγότερη χρηματοδότηση για ερευνητικά έργα σε σύγκριση με τους άνδρες, με το ποσοστό επιτυχίας τους στις ερευνητικές προτάσεις να είναι 3,9% χαμηλότερο. Επιπλέον, κατέχουν μόνο το 10,7% των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στην ΕΕ. Αυτές οι ανισότητες σχετίζονται με προκαταλήψεις στις διαδικασίες αξιολόγησης, υποεκπροσώπηση σε ανδροκρατούμενα πεδία όπως η μηχανική και η πληροφορική, και περιορισμένη πρόσβαση σε υποδομές και δικτύωση. Η έλλειψη γυναικών σε ηγετικές θέσεις ενδέχεται επίσης να επηρεάζει τις αποφάσεις χρηματοδότησης, οδηγώντας σε ανισότητες στην κατανομή των πόρων».
Επιπλέον, σημαντικό είναι πως στις δυσκολίες αυτές έρχονται να προστεθούν οι κοινωνικές προσδοκίες σχετικά με την οικογένεια και τη μητρότητα, αλλά και οι έμφυλες προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που συχνά επηρεάζουν τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό και τη μετέπειτα ακαδημαϊκή και επαγγελματική τους πορεία, σύμφωνα με την κ. Κοσμά.
Ο ρόλος της Επιτροπής Ισότητας του Π.Κ. στην καταπολέμηση των διακρίσεων
Η Επιτροπή Ισότητας των Φύλων και Καταπολέμησης των Διακρίσεων του Πανεπιστημίου Κρήτης, πάντως διαδραματίζει καίριο ρόλο στην κατάρριψη των διακρίσεων, στην ενθάρρυνση των γυναικών να συνεχίσουν ακαδημαϊκά και να αναλάβουν ακόμα και θέσεις ευθύνης, παρά τις δυσκολίες.
«Η Επιτροπή Ισότητας Φύλων στο Πανεπιστήμιο Κρήτης διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην καταπολέμηση των διακρίσεων και στην ενθάρρυνση των γυναικών να προχωρήσουν ακαδημαϊκά και να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους. Παράλληλα, οι μηχανισμοί καταγγελίας που έχει θεσπίσει προσφέρουν ασφαλή και αποτελεσματικά μέσα για την αντιμετώπιση των διακρίσεων, ενισχύοντας το αίσθημα δικαιοσύνης και ίσων ευκαιριών στην πανεπιστημιακή κοινότητα», τονίζει η πρόεδρος της Επιτροπής κ. Υβόν – Αλεξία Κοσμά.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει στα «Ρ.Ν.», η Επιτροπή συμβάλλει στην κατάρριψη των διακρίσεων μέσω της εφαρμογής συγκεκριμένων στρατηγικών οι οποίες περιλαμβάνουν την ανάπτυξη πολιτικών για την εξάλειψη των έμφυλων διακρίσεων σε όλα τα επίπεδα της ακαδημαϊκής ζωής, την ενίσχυση της ισότιμης πρόσβασης γυναικών και ανδρών σε θέσεις εργασίας και χρηματοδοτήσεις, την υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης για την ευαισθητοποίηση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας σε θέματα ισότητας φύλων, και τη διοργάνωση δράσεων και εκδηλώσεων που αποσκοπούν στην ευαισθητοποίηση της κοινωνία και στην καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων.
Παράλληλα, η Επιτροπή έχει αναπτύξει μηχανισμούς καταγγελίας των διακρίσεων, ενώ δεν παραλείπεται η συνεργασία με άλλους φορείς προσεγγίζοντας ολιστικά την επίλυση του όποιου ζητήματος προκύψει στην κοινότητα του Πανεπιστημίου: «Η Επιτροπή, επιπλέον, έχει δημιουργήσει μηχανισμούς για την καταγγελία και αντιμετώπιση των διακρίσεων μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας ή απευθείας επικοινωνίας με τα μέλη της Επιτροπής για περιστατικά διακρίσεων ή παρενόχλησης. Οι καταγγελίες εξετάζονται με βάση ένα σαφές πρωτόκολλο, το οποίο εξασφαλίζει την αμερόληπτη και δίκαιη αντιμετώπιση του περιστατικού. Ανάλογα με την περίπτωση, η Επιτροπή συνεργάζεται με άλλους φορείς του πανεπιστημίου για να προτείνει λύσεις ή να λάβει μέτρα», καταλήγει η κ. Κοσμά.