«Δεν χρειάζεται πια να ταξιδεύεις στην Αυστραλία για τα Χριστούγεννα!» έγραψε μεταξύ άλλων και εύστοχα η καλή φίλη Άννα Μ., κάτοικος Ρεθύμνου, στον προσωπικό της λογαριασμό σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, με την ανάρτηση να συνοδεύεται από φωτογραφίες που αν δεν υπήρχε το σχόλιο θα νομίζαμε ότι ήταν τραβηγμένες καλοκαίρι, άντε βαριά-βαριά άνοιξη ή φθινόπωρο. Επιπλέον, στο ρεπορτάζ της Ελπίδας Αριστείδου στα «Ρ.Ν.» για την ικανοποίηση των επιχειρηματιών εστίασης από την κίνηση των εορτών, ως ένας από τους λόγους αναφέρεται ο καλός καιρός, που από τη μια ώθησε συμπολίτες μας να γιορτάσουν εκτός σπιτιού και από την άλλη έφερε χειμωνιάτικα τουρίστες στο Ρέθυμνο και την ευρύτερη περιοχή.
Παρόλο που στην Κρήτη και τα Δωδεκάνησα καταγράφονται διαχρονικά υψηλότερες θερμοκρασίες τον χειμώνα σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι τις τελευταίες δεκαετίες η κλιματική κρίση έχει αλλάξει τα καιρικά δεδομένα. Η αύξηση της θερμοκρασίας και η υπερθέρμανση του πλανήτη έχουν ως αποτέλεσμα οι εξαιρέσεις να τείνουν να γίνουν κανόνας και εμείς να φωτογραφιζόμαστε στην Ελλάδα φορώντας ταυτόχρονα μαγιό και σκούφο του Αγιοβασίλη. Μια κυρίως αισθητικού τύπου παραδοξότητα που μέχρι πριν από λίγα χρόνια την είχαμε συνηθίσει από τους χειμερινούς κολυμβητές και από cartes postales εξωτικών προορισμών. Σήμερα όμως εκλαμβάνεται ως «κανονικότητα».
Είναι όμως μόνον έτσι τα πράγματα;
Φυσικά και όχι. Η κλιματική αλλαγή εκτός από την αύξηση της θερμοκρασίας είναι ταυτόχρονα και απρόβλεπτη στις εναλλαγές των συμπτωμάτων της. Η επισφαλής πρόβλεψη λόγου χάρη ότι το Πάσχα μπορεί να έχουμε καιρό Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς πρέπει ακόμη και ως ενδεχόμενο να μας κρατά σε εγρήγορση. Όχι μόνο για την αντιμετώπιση πιθανών ακραίων καιρικών φαινομένων αλλά και για να επενδύσουμε σε ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα υπολογίζει όλες τις εποχές του χρόνου. Αν το πρόταγμα είναι επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν και η ισόρροπη ανάπτυξη των άλλων κλάδων της κρητικής οικονομίας, ο σχεδιασμός οφείλει να συμπεριλαμβάνει όλα τα κλιματολογικά ενδεχόμενα και εκ τούτου τις απαραίτητες υποδομές.
Με αυτά κατά νου και χωρίς να είναι η πρώτη φορά που η στήλη καταπιάνεται με το θέμα, είναι αδήριτη ανάγκη η Κρήτη και η Ελλάδα γενικότερα να αναδειχθούν ως τόπος φιλόξενος για όλο τον χρόνο. Ο χειμερινός τουρισμός να οικοδομηθεί πάνω στα στιβαρά θεμέλια μιας πράσινης βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης που θα λαμβάνει υπόψη της την τοπικότητα με όρους κυκλικής οικονομίας. Και όχι μόνον αυτό, αλλά είναι αναγκαία η ανατροφοδότηση των παραγωγικών τομέων, αφού η οικονομική κρίση, η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα αποτελέσματά τους, κατέδειξαν ότι η παραγωγική «μονοκαλλιέργεια», δεν προλαμβάνει κινδύνους. Οι ευλογημένοι τόποι όπως η Κρήτη και το Ρέθυμνο, πέραν της «προπατορικής» ευλογίας που έτυχαν, χρειάζονται συνεχώς ανανέωση των προοπτικών τους.
Καλή μας Χρονιά!
* Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός