Ένα έστω και πρόωρο, αλλά μεγάλο δίδαγμα από το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη που στοίχισε τη ζωή, σύμφωνα με τα μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι αράδες δεδομένα, σε 57 συμπολίτες μας είναι ότι τα ζητήματα των υποδομών μας αφορούν όλους. Δεν εμπίπτουν σε γεωγραφικά όρια και κομματικά πλαίσια. Χρειάζεται δηλαδή μια συνολική επαναθεώρηση της συνάρτησης μεταξύ ασφάλειας και υποδομών που θα λαμβάνει υπόψη της τη βασική αρχή ότι στις συγκοινωνίες όπως και σε όλους τομείς το κράτος οφείλει να αποτελεί τον εγγυητή της ομαλής λειτουργίας τους και της ασφάλειάς τους, με συνέχεια και συνέπεια, ακόμη κι αν αυτό αντιβαίνει στις τρέχουσες πολιτικο-οικονομικές τάσεις.
Πιο συγκεκριμένα, μετά από κάθε εκλογική διαδικασία, εθνικού επιπέδου, καθώς και α’ και β΄ βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης οι εκλεγμένοι άρχοντες που καλούνται να διαχειριστούν τα δημόσια αγαθά, έχουν καθήκον να καταγράψουν τα ζητήματα που άπτονται της ασφάλειας των πολιτών και να δημοσιοποιήσουν, όχι για λόγους ευθυνοφοβίας, τα ενδεχόμενα προβλήματα, διεκδικώντας και επιδιώκοντας λύσεις τόσο άμεσες όσο και διαχρονικού χαρακτήρα. Αποτελεί την ελάχιστη υποχρέωσή τους απέναντι στον κόσμο που τους εμπιστεύθηκε, αλλά κυρίως απέναντι σε όλον τον πληθυσμό, που περιμένει ότι το 2023 σε ένα κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εδώ και 40 χρόνια ορισμένα πράγματα θα θεωρούνταν αυτονόητα.
Για να μπορέσουν όμως στοιχειωδώς να ακολουθηθούν οι παραπάνω γενικές κατευθύνσεις πρέπει να συντρέχουν και κάποιες αυτονόητες, τουλάχιστον για τις αναπτυγμένες χώρες πολιτικές προϋποθέσεις.
Πρώτη και βασική προϋπόθεση είναι ότι η ασφάλεια των υποδομών δεν μπορεί να θυσιάζεται στον βωμό του κέρδους και του ανεξέλεγκτου ανταγωνισμού. Στη χώρα μας έχουμε αναγάγει σε «θεότητες» τις ιδιωτικοποιήσεις και μάλιστα τις επικαλούμαστε με στολή «superman» όταν θέλουμε να μιλήσουμε για εκσυγχρονισμό. Ωστόσο, δεν είναι πανάκεια διά πάσαν νόσο. Μπορεί π.χ. ο ΟΤΕ να αποτελεί μια επιτυχημένη μετάβαση από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, αλλά πέραν του γεγονότος ότι δεν είναι όλες οι ιδιωτικοποιήσεις επιτυχημένες, κάποιοι νευραλγικοί τομείς πρέπει να διατηρήσουν τον δημόσιο χαρακτήρα τους μακριά από ιδεοληπτικές επιρροές. Δεν είναι τυχαίο ότι σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες οι σιδηρόδρομοι παραμένουν ως επί το πλείστον κρατική υπόθεση ή επιστρέφουν στον έλεγχο του κράτους.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η αλλαγή στο πολιτεύεσθαι όσων ζητούν την ψήφο μας. Η πελατειακή αντίληψη και οι εκ των προτέρων συναλλαγές, εκτός του γεγονότος ότι αλλοιώνουν τον φιλελεύθερο χαρακτήρα της δημοκρατίας μας, δεν συνεισφέρουν στο κοινό καλό. Από τις παρεμβάσεις για τοποθέτηση ανθρώπων που δεν έχουν τα προσόντα σε νευραλγικές θέσεις έως τις άμεσα ή έμμεσα απευθείας αναθέσεις εργολαβιών, έχει φανεί καθαρά ότι αυτή η αντίληψη βλάπτει σοβαρά την ολοκλήρωση σημαντικών έργων που θα διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών και θα εγγυώνται στο μέτρο του δυνατού την ασφάλειά τους. Οφείλουμε επιτέλους ως πολίτες να καταλάβουμε το κοινό μας συμφέρον – εδώ αποκτά νόημα η ατομική ευθύνη – και να μην πέφτουμε από τα σύννεφα μόνο όταν ενσκήπτουν τέτοιου μεγέθους τραγικά γεγονότα.
Με λίγα λόγια η ασφάλειά μας περνάει μέσα από τις επιλογές μας.
ΥΓ. Επειδή αποφασίσαμε να μην συνδέσουμε άμεσα το κρίσιμο αυτό θέμα με όλες τις παραπάνω θέσεις, θα θέλαμε να επαναλάβουμε ότι ο Β.Ο.Α.Κ. πρέπει να τελειώσει «χθες».
* Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός