Είδη λαϊκής τέχνης και προϊόντα κρητικής διατροφής είναι οι βασικές αγορές που γίνονται από τους τουρίστες που επισκέπτονται την πόλη μας για τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Όπως προκύπτει από την έρευνα που πραγματοποίησε το Επιμελητήριο Ρεθύμνου με τον Εμπορικό σύλλογο του νομού στην πρώτη θέση των αγορών που γίνονται από τα καταστήματα του τόπου είναι τα σουβενίρ (64%) και ακολουθούν τα τοπικά παραδοσιακά τρόφιμα σε ποσοστό 58%. Στην τρίτη θέση είναι τα είδη ένδυσης με 33% και ακολουθούν τα κοσμήματα, τα κεραμικά, τα υποδήματα και τα εποχικά είδη. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι επισκέπτες έχουν αποφασίσει εκ των προτέρων για τα χρήματα που θα διαθέσουν για ψώνια από την τοπική αγορά, ενώ ένα ποσοστό ίσο με το 34% όπως δήλωσε θα ψωνίσει αυθόρμητα.
Σημαντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι ποσοστό που φτάνει το 53%, δηλαδή σχεδόν οι μισοί αλλοδαποί επισκέπτες θεωρούν ότι είναι πολύ πιθανό να ξαναγοράσουν ένα τοπικό προϊόν μέσω του διαδικτύου από τη χώρα τους.
Η πρωτοκαθεδρία των souvenirs ανατρέπεται για τους ημεδαπούς επισκέπτες, οι οποίοι φαίνεται πως εστιάζουν τις προτιμήσεις τους στα τοπικά προϊόντα (53%). Να σημειωθεί όμως ότι 76% όσων επισκέφτηκαν την εμπορική αγορά του Ρεθύμνου για ψώνια είχε ήδη φροντίσει να ενημερωθεί για την αγορά του Ρεθύμνου νωρίτερα από ταξιδιωτικούς οδηγούς ή από το διαδίκτυο.
Σύμφωνα πάντα με την έρευνα οι αλλοδαποί τουρίστες είναι «ικανοποιημένοι» από το κόστος των διακοπών τους στην πόλη του Ρεθύμνου σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών και προϊόντων (81%) και λιγότερο ικανοποιημένοι από την ποιότητα των υποδομών της πόλης (οδικό δίκτυο / λιμάνι / πεζοδρόμηση / φωτισμός) στο 77%, από την καθαριότητα της πόλης (46%) και από τη στάθμευση (43%).
Οι επιδόσεις της αγοράς κινούνται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα αξιολόγησης αναφορικά με την ποιότητα των προϊόντων (89%), με την εξυπηρέτηση των πελατών (85%), με το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων (84%), και με την εικόνα των εμπορικών καταστημάτων (83%), ενώ αρκετά ικανοποιημένοι δηλώνουν με τη διάθεση μοναδικών/ιδιαίτερων προϊόντων (82%) και τις τιμές των προϊόντων (79%).
Στον αντίποδα, εννέα στους δέκα Έλληνες τουρίστες καταγράφουν χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης αναφορικά με την ποικιλία των προϊόντων στην αγορά του Ρεθύμνου (89%).
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, φαίνεται ότι η ικανοποίηση των ημεδαπών επισκεπτών από τις τιμές των προϊόντων βρίσκονται τελευταίες αναφορικά με την αξιολόγηση της αγοράς. Το γεγονός αυτό συμβαδίζει με την τρέχουσα συγκυρία και των ανατιμήσεων, εύρημα που διαφοροποιείται έντονα από τα ευρήματα των ξένων τουριστών, όπου οι τιμές λαμβάνουν υψηλότερα επίπεδα αξιολόγησης.
Εν τω μεταξύ λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω κρίνεται επιβεβλημένος ο ψηφιακός μετασχηματισμός των επιχειρήσεων, προκειμένου να μπορέσουν αυτές να προσαρμοστούν στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εποχής αλλά και να μπορέσουν να επωφεληθούν με την προβολή και προώθηση των προϊόντών τους στο εξωτερικό.
Για να γίνει ωμός αυτό όπως επισήμανε χθες κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο Επιμελητήριο Ρεθύμνου, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ είναι αναγκαία η στήριξη των εμπορικών επιχειρήσεων και η εξασφάλιση χρηματοδότησης από ευρωπαϊκά ή άλλα προγράμματα.
Ικανοποιημένοι οι επισκέπτες από τα εμπορικά καταστήματα του Ρεθύμνου
H εμπορική αγορά του Ρεθύμνου αποτελεί πόλο έλξης των τουριστών που επισκέπτονται την πόλη μας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες δίδοντας μια σημαντική τονωτική ανάσα στα καταστήματα, τα οποία τους καλοκαιρινούς μήνες κάνουν και τους μεγαλύτερους τζίρους λόγω της σημαντικής αύξησης του πληθυσμού.
Σε γενικές γραμμές οι τουρίστες αλλοδαποί και ημεδαποί είναι ικανοποιημένοι από τα προϊόντα που διατίθενται στα εμπορικά καταστήματα, την ποιότητα, τις τιμές και τις παρεχόμενες σε αυτά υπηρεσίες, με εξαίρεση το γεγονός ότι στον τομέα της ένδυσης και της υπόδησης θεωρούν πως η ποικιλία των προϊόντων είναι περιορισμένη.
Μεγάλο «αγκάθι» ωστόσο αποτελούν για τους τουρίστες οι υποδομές και η ποιότητά τους σε συνάρτηση με την αγορά.
Τα παραπάνω προκύπτουν μεταξύ άλλων, σε έρευνα που πραγματοποίησε το Επιμελητήριο Ρεθύμνου σε συνεργασία με τον Εμπορικό σύλλογο Ρεθύμνου και με την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη του ΙΝ.ΕΜ.Υ. της ΕΣΕΕ.
Κεντρικός στόχος της έρευνας ήταν η διερεύνηση των αντιλήψεων των τουριστών αναφορικά με την τοπική αγορά της περιοχής, καθώς και το επίπεδο της συνολικής τους ικανοποίησης από την εμπορική αγορά της πόλης του
Ρεθύμνου.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τις 20 Ιουλίου έως τις 29 Αυγούστου 2022 σε δείγμα 350 συνολικά ατόμων μεταξύ των οποίων αλλοδαποί και ημεδαποί τουρίστες.
Η έρευνα παρουσιάστηκε χθες στο Επιμελητήριο Ρεθύμνου και παράλληλα στη διάρκεια της εκδήλωσης παρουσιάστηκαν και οι σύγχρονες τάσεις του λιανεμπορίου, που δεν είναι άλλες από την ψηφιοποίηση και την πράσινη μετάβαση. Οι δύο αυτοί τομείς χαρακτηρίζονται κρίσιμοι από τον εμπορικό κόσμο, προκειμένου αυτός να μπορέσει να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του σήμερα. Για να γίνει όμως αυτό είναι απαραίτητη η εξασφάλιση της χρηματοδότησης από ευρωπαϊκά ή άλλα προγράμματα.
Στην παρουσίαση της έρευνας παραβρέθηκε ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας και οι οικονομικοί αναλυτές του ινστιτούτου της ΕΣΕΕ Χαράλαμπος Αράχωβας και Μανόλης Μανιούδης.
Είδη λαϊκής τέχνης επιλέγουν κατά προτεραιότητα ο αλλοδαποί επισκέπτες
Όπως προκύπτει από την έρευνα το 66% των αλλοδαπών τουριστών ξοδεύουν την ημέρα στον κλάδο εστίασης μεταξύ 21 και 40 ευρώ. Από την άλλη, η μέση ατομική δαπάνη των αλλοδαπών τουριστών στα καταστήματα λιανικού εμπορίου για αγορές προϊόντων (π.χ. είδη ένδυσης/υπόδησης, εποχικά είδη, κοσμήματα, τοπικά παραδοσιακά τρόφιμα, souvenirs), διαμορφώνεται στα 39 ευρώ την ημέρα.
Το 58% των αλλοδαπών τουριστών έχει πρόθεση να διαθέσει επιπλέον χρήματα για τις αγορές του στην αγορά της πόλης μέχρι να ολοκληρώσει τις διακοπές του. Μάλιστα οι εκτιμήσεις για το 37% αυτών κινούνται (κατά μέσο όρο) υψηλότερα από την καταγεγραμμένη μέση δαπάνη (20 έως 50 ευρώ).
Τα πιο δυναμικά τουριστικά προϊόντα είναι με σειρά προτίμησης τα souvenirs (64%), τα τοπικά παραδοσιακά προϊόντα (58%) και τα είδη ένδυσης (33%), ενώ χαμηλότερη δυναμική παρουσιάζουν οι αγορές υφαντών (21%). Η σημαντική συμμετοχή των souvenirs στις επιλογές των τουριστών τα αναδεικνύει ως το πλέον δυναμικό προϊόν των τουριστικών αγορών της πόλης. Να σημειωθεί όμως ότι το 70% όσων επισκέφτηκαν τελικά την εμπορική αγορά του Ρεθύμνου για ψώνια είχε ήδη φροντίσει να ενημερωθεί για την αγορά του Ρεθύμνου νωρίτερα από ταξιδιωτικούς οδηγούς ή από το διαδίκτυο.
Από τα ευρήματα της έρευνας, προκύπτει ότι η αγορά της πόλης, για τους αλλοδαπούς τουρίστες κινείται σε αρκετά υψηλά ικανοποιητικά επίπεδα αξιολόγησης αναφορικά με το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων (86%), με την ποιότητα των προϊόντων (85%), με την ποικιλία των προϊόντων στην αγορά του Ρεθύμνου (84%), με τις τιμές των προϊόντων (83%), με την εικόνα των εμπορικών καταστημάτων (82%), με την εξυπηρέτηση των πελατών (81%) και με τη διάθεση μοναδικών/ιδιαίτερων προϊόντων (80%).
Παράλληλα, σύμφωνα με την έρευνα οι αλλοδαποί επισκέπτες, δηλώνουν πολύ ικανοποιημένοι από την ποιότητα των προϊόντων (80%), αρκετά ικανοποιημένοι από τις τιμές των προϊόντων (79%) και λιγότερο ικανοποιημένοι από την ποικιλία αυτών (60%).
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα ευρήματα οι αλλοδαποί τουρίστες είναι «ικανοποιημένοι» από το κόστος των διακοπών τους στην πόλη του Ρεθύμνου σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών και προϊόντων (81%) και λιγότερο ικανοποιημένοι από την ποιότητα των υποδομών της πόλης (οδικό δίκτυο / λιμάνι / πεζοδρόμηση / φωτισμός) στο 77%, από την καθαριότητα της πόλης (46%) και από τη στάθμευση (43%).
Αναφορικά με τις δαπάνες για τα ψώνια τους γενικά και κατά τη διάρκεια των διακοπών τους, οι αλλοδαποί τουρίστες, σε ποσοστό 40%, έχουν καταρτίσει, πριν το ταξίδι τους, έναν συγκεκριμένο προϋπολογισμό που θα δαπανήσουν κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην πόλη του Ρεθύμνου. Αναφορικά με την καταναλωτική συμπεριφορά των ξένων τουριστών, φαίνεται ότι ένα εξίσου σημαντικό ποσοστό τουριστών (34%) δήλωσε ότι αγοράζει αυθόρμητα κάτι που του αρέσει χωρίς να λαμβάνει υπόψη το κόστος αγοράς. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι το 65% των αλλοδαπών τουριστών που προέβη σε αγορά κάποιου τοπικού προϊόντος στο Ρέθυμνο, θεωρεί από «πολύ πιθανό» έως «πάρα πολύ πιθανό» να επαναγοράσει απομακρυσμένα από τον τόπο διαμονής του (π.χ. ηλεκτρονικά ή να το αναζητήσει στη δική του τοπική αγορά) το συγκεκριμένο ελληνικό τοπικό προϊόν που αγόρασε κατά τη διάρκεια των διακοπών του.
Δυναμική ζήτηση καταγράφεται για παραδοσιακά προϊόντα από ημεδαπούς επισκέπτες
Αναφορικά με τους Έλληνες τουρίστες σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας η μέση ατομική δαπάνη σε αγορές προϊόντων από την αγορά της πόλης (π.χ. είδη ένδυσης/υπόδησης, εποχικά είδη, κοσμήματα, τοπικά παραδοσιακά τρόφιμα, souvenirs) διαμορφώνεται στα 41 ευρώ την ημέρα.
Το 47% των Ελλήνων τουριστών έχει πρόθεση να διαθέσει επιπρόσθετα χρήματα για τις αγορές του στην πόλη του Ρεθύμνου μέχρι να ολοκληρώσει τις διακοπές του. Βέβαια, ένας στους δυο δεν είναι σε θέση να προβλέψει το ακριβές ποσό που θα ξοδέψει.
Τα πιο δυναμικά τουριστικά προϊόντα είναι, με σειρά προτίμησης, τα τοπικά παραδοσιακά τρόφιμα (53%), τα souvenirs (41%) και τα κεραμικά – είδη τέχνης (26%) ενώ την μικρότερη δυναμική την παρουσιάζουν οι αγορές υφαντών (10%). Η πρωτοκαθεδρία των souvenirs ανατρέπεται για τους ημεδαπούς επισκέπτες, οι οποίοι φαίνεται πως εστιάζουν τις προτιμήσεις τους στα τοπικά προϊόντα.
Οι επιδόσεις της αγοράς κινούνται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα αξιολόγησης αναφορικά με την ποιότητα των προϊόντων (89%), με την εξυπηρέτηση των πελατών (85%), με το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων (84%), και με την εικόνα των εμπορικών καταστημάτων (83%), ενώ αρκετά ικανοποιημένοι δηλώνουν με τη διάθεση μοναδικών/ιδιαίτερων προϊόντων (82%) και τις τιμές των προϊόντων (79%).
Στον αντίποδα, εννέα στους δέκα Έλληνες τουρίστες καταγράφουν χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης αναφορικά με την ποικιλία των προϊόντων στην αγορά του Ρεθύμνου (89%).
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, φαίνεται ότι η ικανοποίηση των ημεδαπών επισκεπτών από τις τιμές των προϊόντων βρίσκονται τελευταίες αναφορικά με την αξιολόγηση της αγοράς. Το γεγονός αυτό συμβαδίζει με την τρέχουσα συγκυρία και των ανατιμήσεων, εύρημα που διαφοροποιείται έντονα από τα ευρήματα των ξένων τουριστών, όπου οι τιμές λαμβάνουν υψηλότερα επίπεδα αξιολόγησης.
Από την ανάλυση, προκύπτει ότι οι Έλληνες τουρίστες, είναι «ικανοποιημένοι» από το κόστος των διακοπών τους στο Ρέθυμνο σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών και προϊόντων (81%) και λιγότερο ικανοποιημένοι από την ποιότητα των υποδομών της πόλης (οδικό δίκτυο / λιμάνι / πεζοδρόμηση / φωτισμός) στο 69%, από την καθαριότητα της πόλης (50%) και από την στάθμευση (44%).
Το 60% των Ελλήνων τουριστών που προέβη σε αγορά κάποιου τοπικού προϊόντος στο Ρέθυμνο, θεωρεί από «πολύ πιθανό» έως «πάρα πολύ πιθανό» να ξανά-αγοράσει απομακρυσμένα από τον τόπο διαμονής του (π.χ. ηλεκτρονικά ή να το αναζητήσει στην δική του τοπική αγορά) το συγκεκριμένο τοπικό προϊόν της προτίμησής του Το στοιχείο αυτό, όπως επισημαίνει η έρευνα, τεκμηριώνει την ανάγκη επένδυσης των εμπορικών επιχειρήσεων σε υποδομές απομακρυσμένων αγορών (π.χ. e-shops κ.λπ.).
Ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού συλλόγου Ρεθύμνου Μανόλης Ψαρουδάκης, χαιρετίζοντας τη χθεσινή εκδήλωση είπε πως σε σχέση με την περσινή χρονιά, φέτος άνοιξαν περισσότερες επιχειρήσεις, 68 εποχικές εμπορικές επιχειρήσεις και έκλεισαν 29.
Παρουσιάζοντας την έρευνα ο Χαράλαμπος Αράχωβας συντονιστής του τμήματος οικονομικής ανάλυσης του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών του ινστιτούτου της ΕΣΕΕ τόνισε:
«Τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι πολύ ενδιαφέροντα και δείχνουν ότι το Ρέθυμνο έχει και δυνατά σημεία, αλλά και αδυναμίες που πρέπει να δώσει μεγαλύτερη έμφαση και να τις διορθώσει στο μέλλον. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την αγορά του Ρεθύμνου. Αυτό που επισήμαναν τόσο οι ξένοι, όσο και οι Έλληνες, είναι οι χώροι στάθμευσης και η σήμανση σε μεγάλο βαθμό. Τα αποτελέσματα διαφοροποιούνται μεταξύ ξένων και Ελλήνων σε ό,τι αφορά την ικανοποίησή τους στην ποικιλία των προϊόντων. Υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες στο Ρέθυμνο, γιατί είναι μια πόλη που δεν έχει μια πύλη εισόδου και εξόδου, δεν έχει αεροδρόμιο και λιμάνι. Αυτό σημαίνει ότι μια προσπάθεια αποκρυπτογράφησης πρέπει να ερμηνευτεί με μεγάλη προσοχή στο αποτέλεσμα που έχουμε εμείς εντοπίσει, δηλαδή στο ύψος καταναλωτικής δαπάνης που έχουν αφήσει τόσο οι ξένοι, όσο και οι Έλληνες καταναλωτές.
Πολλοί έχουν μείνει ικανοποιημένοι από τους ανθρώπους στο Ρέθυμνο, από την εξυπηρέτηση και από την ποιότητα των προϊόντων τους ειδικά όταν μιλάμε για προϊόντα τοπικής προέλευσης. Δεν είναι τυχαίο ότι πάρα πολλοί ξένοι δήλωσαν ότι θα αναζητήσουν τα προϊόντα όταν φτάσουν στην αγορά στο εξωτερικό είτε ηλεκτρονικά, είτε στα εκεί τοπικά καταστήματα. Προσπαθεί να αποκτήσει ένα καλό brand name η αγορά του Ρεθύμνου, ωστόσο χρειάζεται και μια υποστήριξη με ηλεκτρονικά καταστήματα (e-shop).
Ορισμένοι δήλωσαν, με διαφοροποίηση στους ξένους και στους Έλληνες, ότι δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένοι από την ποικιλία των προϊόντων, ειδικά σε ορισμένα είδη όπως είναι η υπόδηση.
Σε μεγάλο βαθμό ναι, καθώς στο ωράριο καταστημάτων όλοι είναι πάρα πολύ ικανοποιημένοι. Ειδικά οι ξένοι δήλωναν βαθμό ικανοποίησης που προσεγγίζει το 100%, σε ό,τι αφορά το ωράριο και τη λειτουργία των καταστημάτων γενικότερα. Χρειάζεται ενδεχομένως η παρέμβαση των τοπικών δημοτικών αρχών για να βελτιώσουν βασικές υποδομές στην πόλη του Ρεθύμνου. Οι υποδομές είναι αυτές που δήλωσαν χαμηλότερη βαθμολογία οι ξένοι, αλλά και οι Έλληνες».
Επιβεβλημένος ο ψηφιακός μετασχηματισμός των εμπορικών επιχειρήσεων
Στην επιτακτική ανάγκη τα εμπορικά καταστήματα να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και στο ανταγωνιστικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί μέσα από τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους, αναφέρθηκε χθες ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΣΣΕ είναι καθοριστικής σημασίας το εμπόριο να ανταποκριθεί στις σύγχρονες καταναλωτικές τάσεις και συνήθειες και η πολιτεία πρέπει να σταθεί αρωγός:
«Τον τουρισμό πρέπει να τον εκμεταλλευτούμε πλήρως. Θεωρώ ότι το εμπόριο μέχρι στιγμής δεν το έχει καταφέρει τόσο πολύ. Η βιομηχανία του τουρισμού πρέπει οπωσδήποτε να μας απασχολήσει, να μείνει στα επίπεδα τα περσινά και κάθε χρόνο να είναι καλύτερα. Το εμπόριο πρέπει να αποκομίσει την προστιθέμενη αξία του τουρισμού και νομίζω ότι η έρευνα μας δείχνει τον δρόμο. Συνεπώς, πρέπει να προσαρμοστούμε γρήγορα ούτως ώστε να μπορέσουμε να βοηθήσουμε και τους εαυτούς μας, αλλά και γενικότερα την ελληνική οικονομία. Το εμπόριο αλλάζει, αλλάζουν οι καταναλωτικές συνήθειες, άρα εμείς πρέπει γρήγορα να προσαρμοστούμε με τον ψηφιακό μετασχηματισμό και με την πράσινη μετάβαση. Χρειάζονται επενδύσεις και, δυστυχώς, οι χρηματοδοτήσεις μέχρι στιγμής είναι σταγόνες στον ωκεανό. Ελπίζω να πείσουμε την πολιτεία για να μεταβούμε στην επόμενη εποχή. Η χρηματοδότηση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι κάτι το οποίο θεωρώ ότι πρέπει να γίνει όσο το δυνατό συντομότερα, αλλιώς αυτό που λέμε η «ραχοκοκαλιά» της ελληνικής οικονομίας δυστυχώς θα χαθεί» ανεφερε και κατέληξε λέγοντας ότι: «Η μικρή επιχείρηση έδειξε στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας με τις τρεις συνεχόμενες κρίσεις (οικονομική με τα μνημόνια, κορονοϊό, ενεργειακή) ότι έχει ανθεκτικότητα, είναι ευέλικτη απλώς πρέπει να προσαρμοστούμε στη νέα εποχή. Η νέα εποχή δεν μας περιμένει, μας οδηγεί ο καταναλωτής με τις νέες καταναλωτικές συνήθειες, το ηλεκτρονικό εμπόριο και όχι μόνο. Συνεπώς, η γρήγορη προσαρμογή των εμπορικών επιχειρήσεων θα εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά τους. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα της εποχής. Πρέπει να υπάρξει γρήγορη προσαρμογής στις νέες τάσεις της εποχής είτε ψηφιακά, είτε πράσινα που είναι ένα άλλο μεγάλο κομμάτι. Όμως, επαναλαμβάνω ότι το βασικό στοιχείο που υποφέρει η μικρομεσαία επιχείρηση απέναντι στη μεγάλη είναι η μη πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, η δύσκολη πρόσβαση σε αυτό. Άρα, εδώ η πολιτεία με τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία είτε λέγεται Ταμείο Ανάκαμψης, είτε λέγεται νέα προγραμματική περίοδος του ΕΣΠΑ, καθώς και τα περιφερειακά προγράμματα ΠΕΠ, να βρουν τα εργαλεία αυτά ούτως ώστε η μικρομεσαία επιχείρηση να περάσει στη νέα εποχή».
Ο Μανώλης Μανιούδης οικονομικός αναλυτής της ΕΣΣΕ, στη διάρκεια της χθεσινής παρουσίασης επεσήμανε την ανάγκη για ψηφιακό πράσινο μετασχηματισμό των εμπορικών επιχειρήσεων, προκειμένου αυτές να προσαρμοστούν στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Σε σχετικές δηλώσεις του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Τα trends του λιανικού εμπορίου, ο ψηφιακός και ο πράσινος μετασχηματισμός αποτελούν δυναμικές οντότητες που επιδρούν και επηρεάζουν τη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων. Είδαμε στην περίοδο της πανδημίας ότι ακόμα και οι επιχειρήσεις που δεν είχαν ψηφιακό αποτύπωμα άρχισαν να επενδύουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό είτε με κάποιο ηλεκτρονικό κατάστημα, είτε ψηφιοποιώντας την οργανωσιακή του λειτουργία. Επιπλέον, η ενεργειακή κρίση που έχει προκύψει τα τελευταία δύο χρόνια περίπου και έχει ενταθεί μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχει εξωθήσει τις εμπορικές επιχειρήσεις να αναζητήσουν ένα χαμηλότερο ενεργειακό αποτύπωμα και έτσι, να αναζητήσουν τεχνικές και τρόπους που θα προσαρμοστούν σε αυτό που λέμε ενεργειακή κρίση και κλιματική αλλαγή.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν είναι μια ουδέτερη διαδικασία, αλλά παράγει ανισότητες. Κάποιες επιχειρήσεις που είναι πιο μικρές θα κληθούν να προσαρμοστούν με μεγαλύτερη δυσκολία σε αυτόν. Δεν μπορούμε να μιλάμε για μια αλλαγή που είναι θετική για όλους εξ ορισμού, οπότε θα πρέπει υπό αυτήν την έννοια οι μικρές επιχειρήσεις και αυτές που έχουν δεχτεί όλα αυτά τα σοκ των πολυκρίσεων τα προηγούμενα χρόνια να βοηθηθούν είτε με ευρωπαϊκούς, είτε με εθνικούς πόρους, είτε με άλλα διάφορα κίνητρα, προκειμένου να προσαρμοστούν ομαλά σε αυτήν τη διαδικασία. O ψηφιακός μετασχηματισμός είναι ένα τρένο από τoν οποίο δεν μπορεί να λείψει η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και στο εμπόριο, αλλά και σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας».
Στον χαιρετισμό του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου Γιώργος Γιακουμάκης ανέφερε μεταξύ άλλων: «Γνωρίζουμε όλοι ότι τόσο ο τουρισμός όσο και το εμπόριο αποτελούν καθοριστικούς παραγωγικούς παράγοντες για την Κρήτη και η συμμετοχή τους στην οικονομία του νησιού είναι μεγάλη. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να διαθέτουμε ένα μπούσουλα για τις τάσεις που επικρατούν τόσο στους κλάδους που μας αφορούν όσο και στην τοπική αγορά που δραστηριοποιούμαστε. Μας βοηθάει τόσο να ενδυναμώσουμε όσο και να τονίσουμε τα ισχυρά μας σημεία όσο και να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Για αυτό ελπίζω ότι με τη συνεργασία της διοίκησης του Εμπορικού συλλόγου να γίνουν τα αποτελέσματα των ερευνών εργαλείο για τις μελλοντικές κινήσεις μας».