Την υποχρέωση της πολιτείας να προχωρήσει τις διαδικασίες για να ανοίξει ο δρόμος της ανέγερσης ενός νέου νοσοκομείου στο Ρέθυμνο, το οποίο θα διασυνδεθεί με τις πανεπιστημιακές κλινικές του ΠΑΓΝΗ, ώστε να παρέχονται αναβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας στους πολίτες και τους επισκέπτες του Ρεθύμνου και ταυτόχρονα να υπάρχουν ελκυστικά κίνητρα για τους γιατρούς, επεσήμανε το βράδυ της Τρίτης ο δήμαρχος Ρεθύμνου Γιώργος Μαρινάκης, μιλώντας στην τηλεόραση «Creta».
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου με αφορμή το άρθρο-παρέμβαση της εφημερίδας «Ρεθεμνιώτικα Νέα», που επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα της δημιουργίας ενός σύγχρονου νοσοκομείου στην πόλη, με ανάπτυξη πανεπιστημιακών κλινικών λειτουργικά συνδεδεμένων με το ΠΑΓΝΗ, επεσήμανε πως η υλοποίηση της παραπάνω πρότασης -με δεδομένη και την πρόταση παραχώρησης έκτασης από πλευράς πανεπιστημίου Κρήτης (η οποία επί δυο έτη έχει μείνει αναπάντητη από το αρμόδιο υπουργείο Υγείας) θα δημιουργούσε προϋποθέσεις αναβάθμισης των υπηρεσιών υγείας στον νομό, αποτελώντας ταυτόχρονα έναν ελκυστικό προορισμό για τους νέους γιατρούς.
Ειδικότερα, ο κ. Μαρινάκης τόνισε: «Αυτή η πρόταση των «Ρ.Ν.» στην ουσία δημιουργεί παράλληλες πανεπιστημιακές κλινικές, οπότε ένας γιατρός που έρχεται στο νοσοκομείο Ρεθύμνου δεν νιώθει ότι του ψαλιδίζουμε τη φιλοδοξία του να ανέλθει επαγγελματικά και να γίνει καλύτερος γιατρός, επ’ ωφελεία του ίδιου αλλά και του κοινού. Πρέπει να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Έχουμε από τη μια τη μανία του υπερτουρισμού, δηλαδή να διπλασιάσουμε και να τριπλασιάσουμε τον τοπικό πληθυσμό με ανθρώπους που έρχονται από ευρωπαϊκές χώρες με υψηλό δείκτη στο θέμα της υγείας και εμείς θέλουμε να τους «μαντρώσουμε» στον νομό Ρεθύμνης, σε έναν χώρο που δεν μας χωράει, σε ένα νοσοκομείο που δεν έχει τους γιατρούς που πρέπει να έχει και που δεν έχει το νοσηλευτικό προσωπικό που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει -χωρίς να δείχνουν ηρωισμό οι άνθρωποι- τους ασθενείς.
Είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να φύγουμε από αυτόν τον χώρο, ο οποίος θα μείνει χώρος υγείας και κοινωνικής πρόνοιας και μετά τη γαλαντόμο διάθεση του πανεπιστημίου Κρήτης θα πρέπει να αξιοποιηθεί από την πολιτεία».
Όπως πρόσθεσε ο κ. Μαρινάκης κατά την επίσκεψη της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας στο Ρέθυμνο τον περασμένο Μάρτιο της είχε θέσει ως ζήτημα μείζονος σημασίας την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου νοσοκομείου, επαναλαμβάνοντας ότι αυτό αποτελεί ομόθυμη απόφαση των τοπικών αρχών, των βουλευτών και φυσικά του πανεπιστημίου Κρήτης που παραχωρεί και έκταση 100 στρεμμάτων περίπου στην περιοχή του Γάλλου: «Όταν ήρθε η κ. Γκάγκα στο Ρέθυμνο, της είχα εκφράσει δυο πράγματα: πρώτον την αντίθεση μου -την προσωπική μου άποψη σε σχέση με το νομοσχέδιο που τότε ήταν προς κατάθεση και τώρα έγινε νόμος του κράτους – και δεύτερον ότι πρέπει οπωσδήποτε να δει (το υπουργείο) την ανάγκη αυτού του νομού, να αλλάξει θέση το νοσοκομείο και να πάρει μια άλλη διάσταση υπό τη έννοια και της πρότασης που είχαμε συζητήσει τότε όλοι οι φορείς. Πρόταση για την οποία δεν υπήρξε καμιά διαφωνία από κανέναν. Ούτε από τους βουλευτές, ούτε από τον πρύτανη και τους άλλους φορείς, την αντιπεριφερειάρχη Μαρία Λιονή και εμένα προσωπικά. Άρα λοιπόν είναι θέμα της πολιτείας. Το είπε πολύ καλά ο κ. πρύτανης. Η πολιτεία πρέπει να αποφασίσει ότι ένας νομός που μέχρι και σήμερα δεν έχει ούτε καν ιδιωτική κλινική (ελπίζω σύντομα να έχουμε, αλλά θα ναι επικουρική βοήθεια προς το σύστημα υγείας, καθώς δεν έχει το μέγεθος για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες ενός νομού – προφανώς είναι πολύ καλό και το θέλουμε σαν κοινωνία να γίνει) – αυτό που πρέπει επιτακτικά να δούμε είναι μακροπρόθεσμα μια νέα εγκατάσταση και βραχυπρόθεσμα πως θα τονώσουμε με συγκεκριμένες ρυθμίσεις το ενδιαφέρον των γιατρών να πάνε στην επαρχία», ανέφερε ο κ. Μαρινάκης.
Ο δήμαρχος αναφέρθηκε στα προβλήματα που υπάρχουν σε σχέση με την προσέλευση ιατρικού προσωπικού επισημαίνοντας πως αυτό δεν αφορά μόνο το νοσοκομείο Ρεθύμνου αλλά συνολικά τις επαρχιακές πόλεις ξεκαθαρίζοντας πως η πραγματική αιτία είναι οι χαμηλοί μισθοί των γιατρών.
«Πρέπει να ανιχνεύσουμε τις σωστές αιτίες του προβλήματος. Η παρέμβαση που έγινε και τότε και τώρα από τα «Ρ.Ν.» είναι πολύ εύστοχη και πάει να δημιουργήσει ένα δελεαστικό ελκυστικό ιατρικό προορισμό για τους ίδιους τους γιατρούς. Αλλά πριν από αυτό που χρειάζεται χρόνος. Υπάρχει το θέμα της υποχρηματοδότησης της μισθολογικής αντιμετώπισης των ιατρών από το κεντρικό σύστημα. Όταν υπάρχει η Κύπρος για παράδειγμα, όπου ο ένας γιατρός παίρνει 9.000 ευρώ τον μήνα και στη χώρα μας δεν μπορεί να πλησιάσει τις 2.000 ευρώ ή αν τις φτάσεις πρέπει να κάνει εφημερίες και ο μισθός διευθυντή μπορεί να φτάσει μόλις τις 2.500 ευρώ, το κίνητρο δεν είναι τελικά τόσο ισχυρό. Είναι ένα θέμα στην Ελλάδα αυτό. Να προσπαθούμε προβλήματα άλλης φύσεως να τα υποβαθμίσουμε».
Ο δήμαρχος αφού εξέφρασε την αντίθεση του στο νομοσχέδιο που δίδει τη δυνατότητα στους γιατρούς του ΕΣΥ να διατηρούν ιδιωτικό ιατρείο σημείωσε ότι: «Την επαρχία πρέπει να την οπλίσουμε με ένα αμιγώς κρατικό δημόσιο σύστημα υγείας για να μπορεί ο καθένας να προσφεύγει με ασφάλεια και να αποκομίζει από εκεί την καλύτερη των εντυπώσεων που και τώρα την έχει αλλά οφείλεται σε πάρα πολύ προσπάθεια που κάνει και το ιατρικό και το νοσηλευτικό αλλά και το διοικητικό προσωπικό. Δεν θα εξαιρέσω κανέναν από αυτή τη μεγάλη προσπάθεια γιατί έχω γνώση και το πως δουλεύει ο διοικητής στο Ρέθυμνο και πως δουλεύουν οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό που κάνουν πραγματικά πολύ μεγάλη προσπάθεια, αλλά και όλη αυτή η διοικητική υποστήριξη που παρέχεται σε αυτούς. Άρα μην χτυπάμε το σαμάρι. Το θέμα είναι ότι είναι η κεντρική πολιτική στην προκειμένη περίπτωση.
Και διαχρονικά λυπάμαι που θα το πω δεν το έχουμε προσέξει το θέμα των γιατρών και πως θα μπορέσουμε να τους δώσουμε κίνητρα».