Του ΡΟΥΣΟΥ ΜΑΓΑΡΑΚΗ*
Στα τέλη του 2022 και με αφορμή το επετειακό βάρος του έτους αυτού που συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, κυκλοφόρησε το μυθιστορηματικό βιβλίο του φίλου Γιώργου Φρυγανάκη: «Στη Σκιά των Αλησμόνητων Πατρίδων», 580 σελίδων.
Όπως μας πληροφορεί το πρώτο απόσπασμα του οπισθόφυλλου, «Όλα όσα εξιστορούνται στο βιβλίο αποτελούν μυθιστορηματική διαχείριση της μνήμης των «αλησμόνητων πατρίδων», με τις δύο τους έννοιες, τη στενότερη του Συνοικισμού των Προσφύγων στο πλαίσιο της πόλης του Ρεθύμνου και την ευρύτερη της «καθ’ ημάς Ανατολής». Και αν κάποιες φορές απλώνεται η «σκιά» και σε άλλες μου ή άλλων πατρίδες (με ή χωρίς εισαγωγικά), μετά επανέρχεται στα αρχικά όρια του βασικού της καμβά».
Ο συγγραφέας με το πρωτότυπο και εποικοδομητικό γράψιμό του, στηριζόμενος στις «μικροϊστορικές» αφηγήσεις γνωστών και συγγενών αλλά και σε προσωπικά βιώματα, όπως σημειώνει προλογικά, μας βοηθά να ξαναζήσουμε ιδιαίτερες καταστάσεις με ποικίλα αισθήματα από τις πρώτες κιόλας σελίδες.
Τα ήθη και έθιμα εκείνων των εποχών, οι ασχολίες, τα παιχνίδια και γενικά ο τρόπος ζωής μικρών και μεγάλων, που άλλοτε παραξενεύουν και προβληματίζουν και άλλοτε μας «υποχρεώνουν» να σταθούμε με δέος και με θαυμασμό ενώπιόν τους αλλά και με καμάρι, παρουσιάζονται στις γραμμές του βιβλίου λεπτομερειακά, με εξαιρετική μαεστρία. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στο γράφοντα!
Στη συνέχεια, ο διωγμός από τη Μικρά Ασία (με τις συγκλονιστικές σκηνές όπως η συνάντηση της γιαγιάς του συγγραφέα Στάσας με τον τραγικό Δεσπότη Χρυσόστομο ή το θέαμα της προκυμαίας της φλεγόμενης Σμύρνης με την τρομερή εκείνη ατμόσφαιρά της) και η άφιξη τελικά στο Ρέθυμνο, είναι από τις πιο γλαφυρές εξιστορήσεις των γεγονότων εκείνων των ημερών.
Πολύ αξιέπαινη η προσπάθεια να παρουσιαστεί η μάστιγα της διχόνοιας που ταλανίζει τη φυλή μας από τα παλιά και που, δυστυχώς, ακόμη και σήμερα ζει και βασιλεύει! Και το χειρότερο είναι ότι εκμεταλλεύονται τέτοιες καταστάσεις εκείνοι που καραδοκούν από την απέναντι πλευρά, οι «καλοί μας γείτονες», και δρουν εναντίον της χώρας μας!
Σωστότατες οι επισημάνσεις του συγγραφέα για τους «Διεθνείς Κανονιστές», που, για τον περισσότερο κόσμο, μάλλον περιπαίζουν τους λαούς και παραμένουν απλοί θεατές στα σοβαρότατα προβλήματά τους. Κάποτε μάλιστα επιδιώκουν να δώσουν λύσεις «κατά συνθήκην πονηρές», σύμφωνες όμως με τα ιδιαίτερα συμφέροντα των «Μεγάλων»!
Το ταξίδι στην ανατολική πλευρά του Αιγαίου και η περιγραφή των ποικίλων περιστατικών, που η ίδια η περιοχή «γέννησε», παρουσιάζεται με τρόπο που αγγίζει κατάκαρδα όλους τους Έλληνες όλους τους Έλληνες, δημιουργώντας πολλά ερωτηματικά. Ταυτόχρονα εξιστορούνται αθόρυβα και χωρίς τυμπανοκρουσίες τα αληθινά γεγονότα των περασμένων χρόνων. Ιδιαίτερες και πέρα για πέρα εύστοχες και οι ερωτήσεις στον Τούρκο ξεναγό, όσον αφορά στις «τακτοποιήσεις» των πάντων στη Μικρασία, παραποιώντας την ιστορία.
Συνεχίζοντας το ξεφύλλισμα και μελετώντας τα γραφόμενα, όλο και ανακαλύπτει κανείς πολλές αλήθειες, που έρχονται από τα παλιά, ξεδιαλύνοντας αρκετές απορίες μας και δίνοντας ικανοποιητικές απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα που τυχαίνει να μας απασχολούν. Συγχαρητήρια!
Για τα κοινωνικά προβλήματα γενικά, που όλο και γίνονται περισσότερα στις μέρες μας και καταστρέφουν ό,τι καλό έχει απομείνει ακόμη, οφείλω να ομολογήσω ότι ο συγγραφέας τα παρουσιάζει με τέτοια τέχνη και λεπτότητα, που με κάνεις να νιώθω πολύ υπερήφανος που τον έχω φίλο αγαπημένο. Πραγματικά είναι γεγονός ότι το «κενό ανθρωπιάς» κατακτά όλο και μεγαλύτερο χώρο.
Η πολύ αξιόλογη περιγραφή του ταξιδιού με τη γυναίκα του στη Σμύρνη με φέρνει νοερά δίπλα τους, στην παρέα τους. Συμμερίζομαι τα ειλικρινά συναισθήματά τους και ταυτόχρονα γίνομαι πιο σοφός, με την όμορφη ξενάγηση που μου προσφέρουν και οι δυο τους. Ας είναι καλά!
Οπωσδήποτε, τα ερωτήματα και οι λογικές απαντήσεις, μα και τα «προτεινόμενα» που τόσο ταιριαστά τοποθετεί ο συγγραφέας στα στόματα των ηρώων του (όπως του γεροδασκάλου κ. Μανόλη ή της νεαρής Τουρκάλας Αϊσέ) είναι πάντα επιτυχημένα. Εμπεριέχουν τόσα μηνύματα, που έχω την εντύπωση ότι απασχολούν και ικανοποιούν κάθε λογικό άνθρωπο, πολύ περισσότερο τους καλοπροαίρετους γείτονες στο Αιγαίο. Μπράβο!
Με τα διάφορα -πραγματικά ή φανταστικά- ταξίδια του στην «αντιπέρα όχθη» και την ενδελεχή ξενάγηση, μου δόθηκαν τόσα εφόδια και πληροφορίες, που έχω την αίσθηση ότι συμμετείχα και εγώ σε κάθε γκρουπ ταξιδιωτών και ένιωθα τα ίδια συναισθήματα με αυτούς. Δεν κρύβω, όμως, ότι ο ιδιαίτερος λόγος που δεν είχα ποτέ φυσική παρουσία σε τέτοια ταξίδια (Δεν ακολούθησα ούτε την γυναίκα μου στα πολλά της ταξίδια στη Μικρά Ασία και στη φωτογράφιση των ελληνικών σπιτιών διαφόρων πόλεών της, που απέδωσε ένα καταπληκτικό αλλά ακριβοπληρωμένο λεύκωμα) ήταν καθαρά συναισθηματικός. Ίσως κάπου να συμφωνώ με τη θέση ενός ήρωα του μυθιστορήματος, του Γιάννη: «Λεφτά στους Τούρκους, για να τα κάνουν όπλα εναντίον μας; Γιοκ!!!».
Κλείνω με το δεύτερο απόσπασμα του οπισθόφυλλου, που αποτελεί και το βασικό μήνυμα του βιβλίου:
«Οι πατρίδες χάνονται όταν χάνεται η μνήμη! Ένα ολόκληρο αιώνα η μνήμη της Γενοκτονίας των Ελλήνων της «Καθ’ ημάς Ανατολής» εξακολουθεί να αντιστέκεται στη γενοκτονία της μνήμης! Ένα ολόκληρο αιώνα από τη δραματική έξοδο του Ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες του στη Μικρά Ασία (Ιωνία, Πόντο, Καππαδοκία) και στην Ανατολική Θράκη -έξοδο χωρίς επάνοδο- οι αλησμόνητες πατρίδες ΖΟΥΝ! ΖΟΥΝ μέσα στις νέες ομώνυμες πατρίδες, που έφτιαξαν οι ξεριζωμένοι στα Ελλαδικά χώματα που ριζοβόλησαν… ΖΟΥΝ στη μετάλλαξη της «Μεγάλης Ιδέας» του Έθνους μας από το εδαφικό μεγάλωμα στην πολιτισμική μεγαλουργία. στην ιδέα Μικρά Ασία∙ την άυλη, την άφθαρτη, την ου-τοπική, την πνευματική Μικρά Ασία∙ την πατρίδα που κανείς δεν μπορεί ούτε πρέπει να μας την πάρει, γιατί είναι θέμα αυτογνωσίας, αυτοπροσδιορισμού, αυτοάμυνας, αυτοσυντήρησης, αυτοπροστασίας… Μιλώ για «μνήμη», όχι μνησικακία».
*Ο Ρούσος Μαγαράκης είναι μαθηματικός-συγγραφέας