Μια «διαφορετική» κηδεία έγινε την Τρίτη στην Μελβούρνη. Με βρακοφόρους και κρητικές μαντινάδες δόθηκε ο ύστατος αποχαιρετισμός στον Γιώργο Ρεράκη, που έφυγε σε ηλικία 94 ετών ανήμερα των Χριστουγέννων.
«Θέλαμε να τον αποχαιρετίσουμε τιμώντας την ζωή του και την προσφορά του, όπως αυτός ήθελε», είπε στον «Νέο Κόσμο» ο γιος του, γνωστός ομογενής εστιάτορας, Γιάννης Ρεράκης.
Ο Γεώργιος Ρεράκης, γεννήθηκε στην Επισκοπή Μυλοποτάμου στο Ρέθυμνο Κρήτης, ένα μικρό απόμακρο χωριό στους πρόποδες του Ψηλορείτη, στολισμένο με μεγαλοπρεπή και ηλικίας χιλίων χρόνων Βενετικά σπίτια, αλλά ταπεινά σπίτια όπως ήταν το δικό του που το έχτισε ο παππούς του Ιωάννης πέτρα με πέτρα.
Ήταν γιος του Νικολάου Ρεράκη και της Αικατερίνης Ρεράκη (το γένος Πατραμάνη) και αφοσιωμένος σύζυγος της Κατίνας Ρεράκη (το γένος Παρασκευάκη) για 63 χρόνια.
Ήταν πατέρας της Μαρίας, του Νίκου, του Γιάννη και της Άννας. Σεβαστός και πεθερός του Χαμπίμπ, της Έλενας, της Σούζης και του Ιωακείμ που του χάρισαν τα εγγόνια Γιώργο, Παρασκευή (Παρισσά), Κατερίνα, Γιάννη, Παναγιώτη, Γιώργη, Νικήτα, Σωτήρη, Ελί και Ανζελίνα.
Ο Γιώργος Ρεράκης είχε μεγάλη αγάπη για τη γενέτειρά του Κρήτη και ήταν υπερήφανος Κρητικός. Μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και τον πόλεμο. Ο πατέρας του, Νικόλαος, υπηρέτησε στρατιώτης για 9 χρόνια στους Βαλκανικούς και τον Μικρασιατικό πόλεμο. Τον Γιώργο, μικρό παιδί ακόμα, τον έστειλαν να διασχίσει την Κρήτη για να φέρει ένα τσουβάλι κριθάρι ή στάρι για να βοηθήσει στο να τραφεί η οικογένεια.
Ο πατέρας του επέστρεψε τραυματισμένος και παρασημοφορεμένος στρατιώτης και σήμερα το μετάλλιο ανδρείας το φορούν με υπερηφάνεια οι εγγονοί του.
Ούτε έφηβος δεν ήταν ο Γιώργος όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.Τότε γνώρισε Αυστραλούς στρατιώτες, και θυμόταν τον Τζακ που με δύο άλλους τους έκρυβαν σε ένα παλιό αγρόκτημα. Ο Γιώργος είχε την επικίνδυνη αποστολή να τους κουβαλά κρυφά φαγητό, και θυμόταν με καλοσύνη ότι του χάρισαν ένα ρολόι του χεριού.
Ανάμεσα με άλλα ανδραγαθήματα, ο Γιώργος μετέφερε από το χωριό του, σημειώματα εκ μέρους της Αντίστασης, κρύβοντας τα κάτω από το σαμάρι του γαϊδουριού, περνώντας από γερμανικά σημεία ελέγχου, ώσπου να τα παραδώσει σε έναν φαρμακοποιό στο Ηράκλειο. «Δεν δίστασα γιατί ήθελα να κάνω όλα όσα μπορούσα για την πατρίδα μου» απάντησε όταν αναφέραμε το πόσο επικίνδυνη ήταν αυτή η αποστολή για ένα δωδεκάχρονο παιδί.
Η ρημαγμένη από τον πόλεμο Ελλάδα δεν πρόσφερε στον Γιώργο τις ευκαιρίες να σπουδάσει γεωπόνος. Ο απλός Κρητικός τρόπος ζωής του καλλιέργησε την αγάπη για την κρητική κουλτούρα ειδικά να τραγουδάει μαντινάδες, να έχει φιλότιμο και να δουλεύει και να ζει από την γη.
Ο Γιώργος είχε και διάθεση για περιπέτεια και όνειρα για μια καλύτερη ζωή και έτσι έφτασε στην Αυστραλία το 1954.
Άρχισε να μαθαίνει Αγγλικά στο μακρινό ταξίδι με το πλοίο. Το θυμητικό του ήταν πάρα πολύ καλό και τα κατάφερε με επιτυχία. Έτοιμος για περιπέτεια, του άρεσε η νέα του ζωή στην Αυστραλία. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για την σκληρή δουλειά ή τις δύσκολες συνθήκες. Χάρηκε τις μέρες που έμεινε στο Στρατόπεδο Μεταναστών στην Μπονεγγίλα, και νικούσε τους διαγωνισμούς του μαζέματος των φρούτων. Εκεί γνώρισε και συμπατριώτες Κρητικούς με μουσικά όργανα και συνέχισε το πάθος του για το τραγούδι και τη μουσική.
Τα περισσότερα χρόνια ο Γιώργος εργάστηκε στα Ταχυδρομεία και θυμόταν με ακρίβεια πολλούς ταχυδρομικούς κώδικες. Με τα Αγγλικά που είχε μάθει μόνος του, ήταν σε θέση να βοηθά πολλούς μετανάστες με ό,τι χαρτιά χρειάζονταν. Για πολλά χρόνια εργαζόταν στο Γενικό Ταχυδρομείο βραδινός, για να πάει μπροστά η οικογένεια. Αργότερα με την σύζυγό του Κατίνα, άνοιξαν την επιχείρηση «Οι Κουρτίνες της Κατίνας» στο Glenroy, όπου πουλούσαν όλα όσα μπορούσε κανείς να φανταστεί που θα χρειαζόταν οποιοδήποτε νοικοκυριό μεταναστών.
Όταν πρωτογνώρισε την Κατίνα, τη 18χρονη όμορφη Χανιώτισσα, αμέσως την αγάπησε και παντρεύτηκαν το 1959. Έφεραν στον κόσμο και μεγάλωσαν τέσσερα παιδιά.
Ο Γιώργος και η Κατίνα δούλευαν σκληρά για να έχουν τα παιδιά ό,τι καλύτερο μπορούσαν να τους προσφέρουν καθώς και ευκαιρίες που δεν είχαν οι ίδιοι. Ο Γιώργος ένοιωθε υπερηφάνεια βλέποντας τα παιδιά και το εγγόνια του να ασπάζονται και να συνεχίζουν τις ελληνικές παραδόσεις και τη κρητική τους κληρονομιά, να έχουν επιτυχίες στις σπουδές τους, να δημιουργούν τις δικές τους οικογένειες.
Για πολλά χρόνια υπηρέτησε ως ταμίας στον Κρητικό Σύλλογο «Αρκάδι» με επιμέλεια. Πάντα ευγενικός οικοδεσπότης, ο Γιώργος καλούσε κόσμο στο σπίτι και η Κατίνα ακούραστα ετοίμαζε. Το σπίτι ήταν πάντα ανοιχτό για όλους με πολλά πάρτι και γιορτές και ωραίες οικογενειακές αναμνήσεις και αυθόρμητες μουσικές βραδιές με Κρητικούς μουσικούς επισκέπτες. Ήταν υπερήφανος για τα τραπέζια και την Κατίνα που μαγείρευε σούπες τις μικρές ώρες για τους ευπρόσδεκτους επισκέπτες.
Ο Γιώργος ήταν ανοιχτόμυαλος και αγκάλιασε την ανέμελη ζωή στην Αυστραλία. Αγαπούσε τα σπορ, ειδικά το φούτι και με οικογενειακούς φίλους, χαιρόταν τις καλοκαιρινές διακοπές κάνοντας κατασκήνωση στο Warrnambool. Εκεί τον φώναζαν χαϊδευτικά «Μπερτ» και την Κατίνα «Σιερλ». Είχε χιούμορ και όλοι διασκέδαζαν.
Όμως, το πάθος του Γιώργου ήταν ο κήπος του. Λουλούδια και γλάστρες στόλιζαν και στολίζουν το σπίτι του και τα λαχανικά και φρούτα ήταν άφθονα που έτρεφαν τις οικογένειες των παιδιών του – και όχι μόνο.
Τα γεράματά του ήρθαν απότομα. Αυτοί οι τελευταίοι μήνες έφεραν μια ταχεία πτώση της υγείας του και της ικανότητάς του. Ο Γιώργος, όμως, παρέμεινε πάντα θετικός και αποδεχόταν την κατάστασή του.
Ο Γιώργος ήταν απόλυτα ειλικρινής, τίμιος και σωστός- πάντα βοηθούσε τον συνάνθρωπό του και έλεγε «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα».
Στους τελευταίους στοχαστικούς μήνες της ζωής του, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του για τα άφθονα χρόνια γεμάτα ζωή που έζησε και αναγνώρισε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η ακούραστη γυναίκα του για να προσέχει και να φροντίζει το ανήμπορο σώμα του.
«Αν και προσπάθησε πολύ να βρίσκεται μαζί μας τα Χριστούγεννα, δυστυχώς, η κούραση τον υπερνίκησε και δεν τα κατάφερε. Έκλεισε τα μάτια του για πάντα ειρηνικά, σε ηλικία 94 ετών, αφήνοντάς μας λατρεμένες αναμνήσεις όταν μαζευόμαστε η οικογένεια» ανέφερε ο γιος του Γιάννης.
Σημ. Το κείμενο αναδημοσιεύεται από την ιστοσελίδα της ομογένειας www.neoskosmos.com κατόπιν αποστολής του από τους Κρήτες της Μελβούρνης