Μια από τις καλύτερες χρονιές της τελευταίας δεκαετίας χαρακτηρίζεται η φετινή για το κρητικό ελαιόλαδο καθώς, παρά τα όποια προβλήματα καταγράφηκαν στην ελαιοκομική περίοδο σε σχέση με τον δάκο αλλά και την έλλειψη εργατικών χεριών, οι τιμές κυμαίνονται σε εξαιρετικά επίπεδα ξεπερνώντας ακόμα και τα 5 ευρώ σε κάποιες περιοχές του νησιού.
Σύμφωνα με τον επιστημονικό συνεργάτη του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης Νίκο Μιχελάκη, στην Ελλάδα οι μέγιστες τιμές που επιτυγχάνονται κυρίως με διαγωνισμούς κυμαίνονται στα 5,10€/κ, ενώ οι ελάχιστες κυμαίνονται στα 4,50-4,70€/κ.
Στην Ισπανία κυμαίνονται μεταξύ 5,00-6,10€/κ και στην Ιταλία μεταξύ 6,00-7,50€/κ.
Στο Ρέθυμνο, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του αγροτικού συλλόγου Ρεθύμνου Γιώργος Κατασανέβας, η τιμή του λαδιού κυμαίνεται από 4,70 έως 4,80 ευρώ το λίτρο, ενώ στο Ηράκλειο φτάνει τα 5.20 ευρώ το λίτρο.
Η ξηρασία που επικράτησε σε Ιταλία και Ισπανία, που είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική συρρίκνωση της ελαιοπαραγωγής, ευνόησε σε μεγάλο βαθμό το κρητικό ελαιόλαδο.
Ειδικότερα η Ιταλία αναμένεται να παράξει φέτος περίπου 200.000 τόνους ελαιόλαδο, μια χώρα, οι ανάγκες της οποίας καλύπτονται από περίπου 300.000 τόνους.
Αντίστοιχα, η Ισπανία που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγικός παίχτης στη Μεσόγειο και στην Ευρώπη, έχει «καθίσει» επίσημα κάτω από τους 760.000 τόνους ελαιόλαδου τη φετινή της παραγωγή, τη στιγμή μάλιστα, που η χώρα αυτή παρήγαγε από 1,5 έως 2 εκατ. τόνους ελαιόλαδο.
Στην Κρήτη φέτος η παραγωγή φτάνει τις 120.000 τόνους (σε 10.000 τόνους υπολογίζεται η παραγωγή του νομού Ρεθύμνου), ενώ ήδη υπάρχουν κλεισμένες συμφωνίες για εξαγωγές του κρητικού λαδιού στο εξωτερικό.
«Στο Ρέθυμνο η τιμή πώλησης ήταν στα 4,80€ πριν τις γιορτές και τώρα το κατέβασαν 4,70€ τις πέντε γραμμές. Η τιμή του κρητικού λαδιού φέτος είναι πολύ καλή, γιατί έπαθε μεγάλη ζημιά η Ισπανία με την ανομβρία, είχαν καύσωνα και πολλές απώλειες. Επίσης η Ιταλία δεν είχε παραγωγή όπως άλλες φορές. Στο μεταξύ και το πρόβλημα με τα εργατικά χέρια που αντιμετωπίσαμε στο νησί ξεπεράστηκε γιατί πήγαν όλοι και μάζεψαν όπως όπως τις ελιές και πούλησαν το λάδι. Η Κρήτη ήδη είχε βγάλει 120.000 τόνους λάδι, το Ρέθυμνο έβγαλε πάνω από 10.000 και δεν έχουμε τελειώσει ακόμη καθώς στον Μυλοπόταμο συνεχίζεται ακόμη η ελαιοσυγκομιδή», τόνισε ο πρόεδρος του αγροτικού συλλόγου Γιώργος Κατσανέβας.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ένωσης Αγροτικού Συνεταιρισμού Ρεθύμνου Γιάννης Γλετζάκης, τόνισε: «Η φετινή ελαιοκομική σεζόν ήταν μια πάρα πολύ καλή σεζόν οικονομικά. Είναι μια από τις καλύτερες τιμές των τελευταίων ετών. Ειδικότερα, η τιμή του λαδιού ξεπερνά τα 4,30€ το λίτρο. Είναι μια πάρα πολύ καλή τιμή μετά από πολλά χρόνια. Δεν μπορούμε, όμως, να πούμε ότι ήταν μια πάρα πολύ καλή χρονιά για τις ελιές, διότι χάθηκαν πάρα πολλές λόγω δάκου. Οι ελιές έπεσαν πολύ πρώιμα, ειδικά στο δυτικό διαμέρισμα του Ρεθύμνου η βεντέμα τελείωσε πολύ σύντομα. Αυτό ήταν αποτέλεσμα του δάκου και της έλλειψης εργατικών χεριών, έτσι χάθηκαν πολλές ελιές. Τα εργατικά χέρια ήταν μεγάλο πρόβλημα και για την Κρήτη, αλλά και για την υπόλοιπη Ελλάδα. Πρέπει να δούμε πως θα το αντιμετωπίσουμε στο εγγύς μέλλον. Όμως η πορεία των τιμών είναι πολύ ενθαρρυντική και αυτό φαίνεται και στα λιπάσματα. Πολύς κόσμος ήταν να μην λιπάνει και τώρα αρχίζουν και τα λιπάνουν και προχωρούν στην αγορά λιπασμάτων για τα δέντρα τους για να έχουν καλό λάδι».
Παράλληλα, αυτές τις ημέρες οι τιμές άρχισαν πάλι να παίρνουν την ανοδική πορεία. Ήδη οι πρώτες εμπορικές πράξεις που κλείστηκαν τη Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023 σε όλη την ελληνική επικράτεια κυμάνθηκαν από 5 έως 5,20 ευρώ. Πάντως, κύκλοι της αγοράς κάνουν λόγο για εκτόξευση της τιμής του ελληνικού ελαιόλαδου το επόμενο διάστημα, ακόμα και πάνω από τα 6 ευρώ. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά λένε, είναι τέτοια η δυναμική αυτής της ελαιοκομικής χρονιάς, που οι τιμές της φετινής σεζόν μπορούν να συγκριθούν με αυτές του 1991, που η τότε Ελαιουργική είχε ανακοινώσει την περιβόητη τιμή των 1.360 δραχμών. Με την ελληνική παραγωγή ελαιόλαδου να φτάνει τη φετινή σεζόν τους 300.000 τόνους, σημειώνοντας μία αύξηση της τάξης του 52% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή σοδειά, Ισπανοί και Ιταλοί δείχνουν το έντονο ενδιαφέρον τους να εισάγουν τον «πράσινο χρυσό».