Συζητιέται τις μέρες αυτές το θέμα της επιστροφής και επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην αττική γη. Βέβαια, όχι για πάντα, αλλά με όρους και χρονικά όρια. Κάτι που σαφώς υποδηλώνει τη διατήρηση της βρετανικής επικυριαρχίας. Με άλλα λόγια, την εξακολούθηση της ιεροσυλίας και ασέβειας της βάρβαρης αποκοπής από το ενιαίο σώμα τους, λόγω κερδοσκοπίας.
Ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς ξεκινά το ποίημά του «Ο ύμνος της Αθηνάς» ως εξής: «Θα τραγουδήσω τη θεά του κόσμου τη μεγάλη… στα χώματά σου τα ιερά, θεοχτισμένη Αθήνα, τέτοιο τραγούδι αιώνια ταιριάζει να γροικιέται. Θα τραγουδήσω τη θεά του κόσμου τη μεγάλη και το δικό σου τ’ όνομα μαζί με το δικό της θα πλέξω στο τραγούδι μου ζευγαρωμένο, χώρα που βγήκες απ’ τα χέρια της κι είσαι του νου της λάμψη. Αέρα γαλανόφτερε και μοσχοβολισμένε, οπ’ αγκαλιάζεις πατρικά τη γην αυτήν και κάνεις ολόλαμπρες τις μέρες μας κι αχνόξανθες τις νύχτες…».
Στο «Της Αθηνάς ανάγλυφο», αντίθετα, ο Παλαμάς εμφανίζεται απαισιόδοξος : «…Σε ταφόπετρα βλέπω να την έχει καρφωμένη μια πίκρα την Παλλάδα. Ω! Κάτι μέγα, απίστευτο θα τρέχει. Χαμένη κλαις την ιερή σου πόλη ή νεκρή μέσα στο μνήμα και την όλη, του τότε και του τώρα, ωιμένα! Ελλάδα;».
Τι κι αν και τα σπάσανε τ’ αγάλματά τους, τι κι αν τους διώξανε απ’ τους ναούς τους, διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί. Τη γη της Αθήνας αγαπούν ακόμη, εκείνη οι ψυχές τους θυμούνται ακόμη, θα απαντούσαμε παραφράζοντας το «Ιωνικόν» του Καβάφη.
Πρέπει να γίνει από όλους αντιληπτό ότι σε σχέση με την υλική αποκατάσταση της ενότητας των Γλυπτών προέχει η αποκατάσταση της προσβολής των πανανθρώπινων αξιών, που η αποκοπή και οικειοποίησή τους από τους Βρετανούς επέφερε και συντηρεί, νυν και αεί, όσο διαρκεί η απομάκρυνση από την κοιτίδα τους. Και η ηθική αυτή αποκατάσταση δεν επέρχεται όπως όπως, μέσα από την όποια υλική επαναφορά της ενότητάς τους.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν θα ’πρεπε να δεχτούμε την επιστροφή των Μαρμάρων ως δανεισμό ή ο,τιδήποτε σημαίνει κυριότητα των Βρετανών επ’ αυτών, διότι σε τέτοια περίπτωση αναγνωρίζουμε και νομιμοποιούμε το έγκλημα που διέπραξαν τότε, που, όντας διαρκές, εξακολουθούν να διαπράττουν και σήμερα κάθε στιγμή κατά την οποία συνεχίζουν να τα παρακρατούν. Ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, στο οποίο με τον πιο πάνω τρόπο θα γινόμασταν συνεργοί.
Στο σημείο αυτό θα διαφωνούσαν ενδεχομένως πολλοί, στο όνομα πάντοτε κάποιου «ρεαλισμού» είτε μιας «δημιουργικής λογικής». Ωστόσο, για ποιον ρεαλισμό και ποια δημιουργική λογική μιλάμε, και ποια αποκατάσταση -έστω προσωρινά- και αυτής της υλικής τάξης των πραγμάτων προκύπτει, όταν θα πρέπει να συνοδεύεται από ταυτόχρονη παραχώρηση προς το Βρετανικό Μουσείο άλλων αρχαιολογικών θησαυρών μας!
Σε κάθε περίπτωση πάντως, εδώ ζητούμενο δεν είναι τόσο η αποκατάσταση της υλικής τάξης, όσο της ηθικής. Και γι’ αυτήν την αποκατάσταση πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα. Διότι, μη γελιόμαστε, οι Βρετανοί έχουν περιέλθει σε δυσχερή θέση σε σχέση με το ζήτημα αυτό. Ήδη με το Brexit αισθάνονται κάπως απομονωμένοι, δεν τους έρχεται λοιπόν καθόλου καλά να θεωρούνται και αποσυνάγωγοι του αρχαίου πολιτισμού, λόγω της ασέβειας και ιεροσυλίας που διέπραξαν και εξακολουθούν να πράττουν. Μια συμφωνία τώρα, που θα ήταν ο,τιδήποτε διαφορετικό από την άνευ όρων απόδοση κατά κυριότητα και επιστροφή των Γλυπτών στον τόπο τους, θα είναι πισωγύρισμα για μας, ακύρωση του μέχρι τούδε αγώνα μας και, τελικά, βοήθεια προς εκείνους για να βγουν από τη δύσκολη θέση. Συνεπώς, είναι προτιμότερο να τους αφήσουμε στην πανανθρώπινη κατακραυγή.
Παράλληλα, μπορούμε να καλέσουμε για μποϋκοτάζ των επισκέψεων στο Βρετανικό Μουσείο. Όσο και αν αυτό δεν αποφέρει ικανό αποτέλεσμα, σε κάθε περίπτωση θα δυσχεράνει τη θέση τους περισσότερο.
Αλλά, και αν δεν βρίσκονται σε δύσκολη θέση και ο αγώνας μας είναι καταδικασμένος σε αποτυχία, και πάλι θα έπρεπε να εμμείνουμε σ’ αυτόν, ως δείγμα πίστης στην πανανθρώπινη αξία του Σεβασμού. Κάτι ανώτερο από κάθε γλυπτό και έργο τέχνης. Μη γίνουμε και μεις μεταπράτες ενός φτηνού, απατηλού ρεαλισμού, που σου παίρνει περισσότερα από αυτά που σου δίνει, εν προκειμένω ψυχή έναντι μαρμάρων, και συνοδοιπόροι των Βρετανών σε μια τέτοια θλιβερή πορεία. Να αρνηθούμε κάθε επιστροφή των Γλυπτών, εκτός εκείνης που θα αποκαθιστούσε, οριστικά και για πάντα, και την ηθική πλευρά του ζητήματος αυτού.
Ο τολμών νικά. Ακόμη και αν η νίκη μας, τελικά, θα ήταν μόνο ηθική. Άλλωστε, αυτή είναι που αξίζει πιο πολύ, και αυτή θα μετρήσει υπέρ ημών περισσότερο στη συνείδηση της ανθρωπότητας και αυτή θα μας δικαιώσει σαν συνεπείς απογόνους των αρχαίων προγόνων μας και κείνη, σε τελική ανάλυση, θα είναι καλύτερη επένδυση για το μέλλον μας.
Τιμή μας να φυλάξουμε αυτές τις Θερμοπύλες.
*Ο Παρασκευάς Μαμαλάκης είναι συγγραφέας