Η κυβέρνηση,δια του ΥΠΕΞ δεσμεύεται στην «έναρξη σοβαρού διαλόγου» με την Τουρκία μετά τις εκλογές και σύμφωνα με τον κ. Δένδια, πρέπει να επέλθουν αλλαγές και στη διαδικασία των διερευνητικών συνομιλιών για να υπάρξει αποτέλεσμα, που απουσιάζει από τους προηγούμενους 64 γύρους διαβουλεύσεων.
Αυτός ο διμερής διάλογος αυτομάτως θα συμπεριλάβει και τα πεπραγμένα της κυβέρνησης ΝΔ την προηγούμενη τετραετία, τα οποία όχι μόνον δεν «στρίμωξαν» την Τουρκία, ώστε να μειώσει τις επιθετικές βλέψεις της εναντίον της κυριαρχίας, δικαιωμάτων και συμφερόντων της Ελλάδας στο Αιγαίο, αλλά αντιθέτως επέτρεψαν στην κυβέρνηση Ερντογάν να προσθέσει «τουρκικά κεκτημένα» στην περιοχή και να φτάσει στην καρδιά των διεκδικήσεων της στο Αιγαίο,που είναι η αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε βραχονησίδες στο Αιγαίο – θεωρώντας τη «διμερή διαφορά» που πρέπει να επιλυθεί άμεσα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετώπισε επιπόλαια και πρόχειρα την τουρκική αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας των βραχονησίδων στο Αιγαίο και ας είχε πάμπολλα σημάδια ότι η Άγκυρα θα έφερνε στην πρώτη γραμμή των ελληνοτουρκικών διαφορών τις βραχονησίδες, (σ.σ. συνεχείς υπερπτήσεις και καταπατήσεις ελληνικής κυριαρχίας των βραχονησίδων από τουρκικά αεροσκάφη και στρατιωτικά UAV).
Η ελληνική απάντηση στον ΟΗΕ ότι οι βραχονησίδες είναι ελληνικές διότι περιλαμβάνονται στις Συνθήκες, όχι μόνον δεν έλυσαν το θέμα, αλλά αποκάλυψαν ότι η ελληνική κυβέρνηση αδυνατεί – ή δεν θέλει – να παρουσιάσει τα ατράνταχτα διεθνή έγγραφα για την ελληνικότητα των βραχονησίδων. Η ελληνική απάντηση στον ΟΗΕ είναι ψευδής και παραπλανητική διότι καμιά Συνθήκη και σε κανένα σημείο της δεν κατονομάζει καν τη λέξη βραχονησίδα. Απόδειξη ότι η απόπειρα διαμόρφωσης ελληνικής θέσης για τις βραχονησίδες δεν έπεισαν κανέναν διεθνώς, είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στην επίσημη Έκθεση του Κογκρέσου κατονομάζει και απεικονίζει σε χάρτη τις ελληνικές βραχονησίδες ως «διαφιλονικούμενες», δηλαδή χωρίς ιδιοκτησιακό καθεστώς που πρέπει να καθοριστεί ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μετά την επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα, υπερηφάνως υποστηρίζει ότι εξοπλίζει τα νησιά του αν Αιγαίου ,διότι υφίσταται τουρκική απειλή. Η κυβέρνηση δηλαδή, δημοσίως και επισήμως παραδέχεται ότι παραβιάζει τη Συνθήκη της Λοζάνης. Αυτή η άτεχνη και ανεπεξέργαστη διατύπωση έχει επιτρέψει στην Τουρκία του Ερντογάν να δυσφημεί διεθνώς τη χώρα ότι παραβιάζει τις Συνθήκες, ενώ συμβαίνει εντελώς το αντίθετο, με βάση το γράμμα, το περιεχόμενο και την ερμηνεία της Συνθήκης. Επιπροσθέτως η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία να απαιτεί από την Ελλάδα την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση των νήσων του αν. Αιγαίου και να την κατηγορεί για «παραβιάσεις» στον εναέριο χώρο, συνεπικουρούμενη σταθερά από το ΝΑΤΟ, που έχει αποδεχθεί τις τουρκικές θέσεις για αποστρατιωτικοποίηση.
Τον Αύγουστο 2019 αναιτίως η ελληνική κυβέρνηση «πέταξε έξω» από το Αιγαίο την περιοχή ανατολικά Ρόδου μέχρι το Καστελόριζο, στη Μεσόγειο, όπου η Ελλάδα έχει 6ν.μ. χωρικά ύδατα και η Τουρκία έχει 10 ν.μ.
Με την αποδοχή ότι η περιοχή ανατολικά Ρόδου συμπεριλαμβανομένου Καστελόριζου και Στρογγύλης κείνται στη Μεσόγειο και όχι στο Αιγαίο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη διέσπασε εγκληματικά τη συνοχή της κυριαρχίας των Δωδεκάνησων. Με αποτέλεσμα, σε οποίο δικαστήριο οδηγηθούμε για Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, η απόφαση θα είναι δεδομένη σε βάρος της Ελλάδας ότι Στρογγύλη και Καστελόριζο δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Η κίνηση αυτή άνοιξε την κερκόπορτα ώστε η Τουρκία να σχεδιάσει και να νομιμοποιήσει στον ΟΗΕ (Ιανουάριος 2021) την τουρκολιβυκή ΑΟΖ και να δημιουργήσει τουρκικά κεκτημένα στην περιοχή, περιορίζοντας την ελληνική ΑΟΖ μόνον μέχρι τον 28ο μεσημβρινό, δηλαδή η ελληνική ΑΟΖ δεν θα έχει επαφή με την ΑΟΖ της Κύπρου.
* Η Κύρα Αδάμ είναι δημοσιογράφος