Δεν λέει να κατακάτσει ο κουρνιαχτός που σηκώθηκε από την εκλογή διευθυντή/ριας στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Δεν είναι μόνο η δημόσια συζήτηση που προκλήθηκε και αποτυπώνεται στον τοπικό τύπο και στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά πολύ περισσότερο η αναστάτωση που προκλήθηκε, από το αποτέλεσμα της διαδικασίας αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων, στο εσωτερικό της Βιβλιοθήκης και γενικότερα του Πανεπιστημίου.
Η δημόσια συζήτηση δημιουργεί τουλάχιστον εντυπώσεις από τις οποίες αναδύεται μια εικόνα ως προς τον τρόπο λειτουργίας των πανεπιστημιακών οργάνων. Οι εντυπώσεις αυτές εκτιμώ ότι θα ξεχαστούν στην πορεία, και αυτό που θα μείνει είναι η μεγάλη εικόνα για το Πανεπιστήμιο Κρήτης· η εικόνα ενός συγχρόνου και πρωτοποριακού Πανεπιστημίου, με μια επίσης πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη.
Εκείνο, όμως, που -σύμφωνα με την εμπειρία μου στην κεντρική διοίκηση του Πανεπιστημίου- θα διαρκέσει για πολύ και μπορεί να έχει αρνητικές επιδράσεις τουλάχιστον στους εργαζόμενους στη Βιβλιοθήκη, και κατά συνέπεια και στη λειτουργία της, είναι η σύγχυση και η αναστάτωση που προκλήθηκε στο προσωπικό της.
Η αναστάτωση και η ανησυχία του συνόλου του προσωπικού της Βιβλιοθήκης είναι δεδηλωμένη και δημοσιοποιημένη και αποτελεί πλέον γεγονός.
Γεγονός αποτελεί και η τοποθέτηση των Διευθυντών των Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, Διευθυντών Βιβλιοθηκών ξένων Πανεπιστημίων, αλλά και του προσωπικού της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου.
Γεγονός, επίσης, αποτελεί η βιαστική δημόσια τοποθέτηση-έπαινος (προς το Πρυτανικό Συμβούλιο) δύο παλαιών στελεχών του Πανεπιστήμιου και της Βιβλιοθήκης, τα οποία φαίνεται να γνωρίζουν τι είναι καλό για την Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη και με την τοποθέτησή τους εγκαινίασαν τη δημόσια συζήτηση.
Οι παραπάνω δημόσιες τοποθετήσεις στη συντριπτική πλειονότητά τους εστιάζουν σε δύο σημεία: από τη μια αμφισβητούν την ορθότητα και την αμεροληψία της απόφασης του Πρυτανικού Συμβουλίου και από την άλλη υπογραμμίζουν τα προσόντα και επαινούν ανεπιφύλακτα το έργο του μέχρι πρότινος Διευθυντή της Βιβλιοθήκης, Μανώλη Κουκουράκη, ο οποίος φέρεται αδικημένος.
Δεν θα επαναλάβω επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα και προπάντων δεν θα αναφερθώ στα πρόσωπα, παρόλο που τα γνωρίζω, γιατί έχω συνεργαστεί αρκετά χρόνια αρμονικά μαζί τους. Απλά, θα εστιάσω σε κάποιες πτυχές των γεγονότων και θα προσπαθήσω να δείξω γιατί αυτά δεν συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία της Βιβλιοθήκης.
Ο δημόσιος έπαινος και η προβολή του έργου του ενός από τους/τις υποψήφιους /ες και προπάντων η δημόσια τοποθέτηση των υπάλληλων της Βιβλιοθήκης υπέρ του πρώην (πλέον) Διευθυντή της Βιβλιοθήκης δεν αποτελούν μεν άμεση αμφισβήτηση και προπάντων απόρριψη της άλλης υποψηφιότητας· δημιουργούν, όμως, ένα κλίμα στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η νέα διοίκηση της Βιβλιοθήκης.
Ένα κλίμα στο οποίο κυριαρχούν δύο στοιχεία: μια αμφιλεγόμενη διαδικασία αξιολόγησης και μια κατάφορη αδικία σε βάρος της μιας υποψηφιότητας. Αυτά αποτελούν ένα βάρος για τη νέα διοίκηση, χωρίς να ευθύνεται η ίδια άμεσα γι’ αυτό.
Ως προς την εκλογική διαδικασία, αυτή υποθέτω ότι έλαβε χώρα στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας και με αυτή την έννοια είναι νόμιμη.
Είναι, όμως, και νομιμοποιημένη; Δηλαδή, αποδεχτή, ως ηθική και δίκαιη, από την πανεπιστημιακή κοινότητα και την κοινότητα των βιβλιοθηκονόμων;
Αν κρίνουμε με βάση τις τεκμηριωμένες αντιδράσεις που προαναφέρθηκαν, η απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου μπορεί να είναι νόμιμη, αλλά όχι και νομιμοποιημένη.
Η πληθώρα των αντιδράσεων και επικρίσεων σημαίνει ότι κάτι δεν πήγε καλά στη διαδικασία επιλογής. Κάτι συντελέστηκε, εκούσια η ακουσία, που αιφνιδίασε, στενοχώρησε και τραυμάτισε.
Αυτό θα συνοδεύει την περαιτέρω λειτουργία της Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης.
Είναι αυτό καλό για τη λειτουργία της;
*Ο Μιχάλης Δαμανάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης