Η 199η Επέτειος του Ολοκαυτώματος του Σπηλαίου Μελιδονίου δήμου Μυλοποτάμου, τιμήθηκε την Κυριακή 22 Ιανουαρίου. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Πρόδρομος, μετέβη στο σπήλαιο, όπου τέλεσε Επιμνημόσυνη Δέηση για την ανάπαυση των ψυχών των, πριν από 199 χρόνια, εντός του Σπηλαίου ολοκαυτωθέντων υπό των Τούρκων 400 αδελφών μας, στρατιωτών και γυναικόπαιδων.
Παρέστησαν οι τοπικές αρχές, ο βουλευτής Ρεθύμνης κ. Ανδρέας Ξανθός, η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνης κ. Μαίρη Λιονή, ο οικοδεσπότης δήμαρχος Μυλοποτάμου κ. Δημήτριος Κόκκινος, οι δήμαρχοι Ρεθύμνης κ. Γεώργιος Μαρινάκης και Ανωγείων κ. Σωκράτης Κεφαλογιάννης, ο λιμενάρχης Ρεθύμνης κ. Κωνσταντίνος Καστρινάκης, εκπρόσωποι του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας, τοπικοί σύλλογοι, οι πρόεδροι της Τοπικής Κοινότητας και του Πολιτιστικού Συλλόγου Μελιδονίου και νέοι του τόπου ενδεδυμένοι με παραδοσιακές κρητικές ενδυμασίες.
Ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο κ. Ευάγγελος Βασσάλος, φιλόλογος, διευθυντής του Γενικού Λυκείου Περάματος Μυλοποτάμου, ο οποίος αναφερόμενος στο ιστορικό της επετείου, μεταξύ άλλων είπε
«Από τον καιρό που ρίζωσε σ’ αυτή τη γωνιά της γης ο ελληνισμός, οι δοκιμασίες ήταν το πεπρωμένο του. Αλλά οι δοκιμασίες δεν μπόρεσαν να σκοτώσουν τη δύναμη της ελληνικής ψυχής. Άνθρωποι με γενναία καρδιά πήραν την ευθύνη να μεταφέρουν από γενιά σε γενιά το προαιώνιο μήνυμα. Το έθνος βήμα προς βήμα εξασφαλίζει την ευτυχία του και τη συνέχειά του πληρώνοντάς τη κάθε φορά με πολύ αίμα. Αλλά ξαναγεννιέται από την τέφρα του ακμαιότερο και συνεχίζει με το μέτωπο ψηλά την ιστορική του πορεία. Γιατί όπως λέει κι ο ποιητής: «του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει Ελευθερία. Έλληνες μες τα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο. Ελευθερία για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος».
Ένα τέτοιο γεγονός τιμούμε σήμερα εδώ, στο σπήλαιο του Μελιδονίου, στο Γεροντόσπηλιο. Ένα τραγικό, ζοφερό γεγονός, που συνέβη πριν 199 χρόνια και το οποίο δείχνει στην πιο τραγική του διάσταση την αγριότητα του πολέμου αλλά και το άσβεστο πάθος της ελληνικής ψυχής για λευτεριά. Σε αυτόν τον «ιερό χώρο» σ’ αυτές τις πέτρες συνυπάρχουν, άρρηκτα συνδεδεμένα, ο μύθος με την ιστορία, η θρησκεία με το θάνατο, η πίστη με το πάθος για την ελευθερία.
Σε αυτόν εδώ το χώρο, με τη μακραίωνη θρησκευτική παράδοση, έμελλε να γραφεί ένα ζοφερό γεγονός, τον Ιανουάριο του 1824, που σημάδεψε την επανάσταση και τους αγώνες των Κρητικών για λευτεριά.
Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το σπήλαιο του Μελιδονίου είχε δύο σημαντικές χρήσεις. Πριν από την έναρξη της επανάστασης, ήταν ορμητήριο και χώρος, στον οποίο πραγματοποιούνταν συναντήσεις των οπλαρχηγών για την οργάνωση επαναστατικών κινημάτων, αλλά και καταφύγιο από τις επιδρομές των Τούρκων. Έτσι, στο πλαίσιο της χρήσης του ως καταφυγίου, τον Οκτώβρη του 1823, όταν στρατοπέδευσε στο Μελιδόνι ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός υπό τον Χουσεΐν Μπέη, όλοι οι άμαχοι κάτοικοι του χωριού, 370 γυναικόπαιδα, φυλασσόμενοι από 30 πολεμιστές, κλείστηκαν στο σπήλαιο για δεύτερη φορά, για να προφυλαχθούν από την επιδρομή του Χασάν Πασά. Όταν ο Χουσεΐν Μπέης το πληροφορήθηκε, ζήτησε από τους κατοίκους να παραδοθούν. Η απάντηση των αποκλεισμένων ήταν θάνατος, όχι υποταγή, απάντηση που προκάλεσε τον αποκλεισμό του σπηλαίου για τρεις ολόκληρους μήνες. Παρά τις εφόδους και τις επιθέσεις των Τούρκων, οι έγκλειστοι δεν αντιμετώπιζαν ιδιαίτερο πρόβλημα επιβίωσης. Όμως, στις 24 Ιανουαρίου 1824, ο Χουσεΐν Πασάς, ρίχνοντας μεγάλες πέτρες στην είσοδο του σπηλαίου, την απέκλεισε και στη συνέχεια τοποθέτησε εύφλεκτα και δηλητηριώδη υλικά (άχυρα, λάδια, πυρήνες κ.ά.), στα οποία έβαλε φωτιά, με αποτέλεσμα οι αναθυμιάσεις να προκαλέσουν τον μαρτυρικό θάνατο των αμάχων από ασφυξία.
Εδώ, λοιπόν, σε αυτές τις ιερές πέτρες, στο Γεροντόσπηλιο στο Μελιδόνι, γράφτηκε άλλη μια ζοφερή αλλά κι ένδοξη σελίδα στην Ιστορία της Κρήτης και της Ελλάδας. Όμως αυτό το ίδιο το γεγονός, μέσα στην τραγικότητά του, αναδεικνύει το πάθος για λευτεριά, τους αγώνες και τις θυσίες του λαού για την κατάκτηση του υπέρτατου ατομικού δικαιώματος, της Ελευθερίας. Αυτό το δικαίωμα, που σήμερα πια θεωρείται δεδομένο και κατοχυρωμένο, κάποιοι, σαν τους εγκλωβισμένους στο σπήλαιο, αγωνίστηκαν για να το κατακτήσουν, δίνοντας τη ζωή τους και πληρώνοντας με το αίμα τους τον αγώνα αυτό. Σαν άλλοι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», για να θυμηθούμε τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό, έδωσαν τη ζωή τους πολεμώντας για τα ιδανικά τους, διατηρώντας την ψυχή τους ελεύθερη, μη καταδεχόμενοι να παραδοθούν.
Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι του σπηλαίου μέσα από τον αγώνα τους δείχνουν το δρόμο της προσήλωσης στην ιδέα της ελευθερίας, στην οποία θα ενσαρκωθεί το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης: η Πατρίδα και η Πίστις. Γιατί, όπως γράφει κι ο εθνικός μας ποιητής στα Προλεγόμενα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», όπως διασώθηκαν από τον Ιάκωβο Πολυλά: «Σκέψου βαθιά και σταθερά (μία φορά για πάντα) τη φύση της Ιδέας, πριν πραγματοποιήσεις το ποίημα. Εις αυτό θα ενσαρκωθεί το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης, η Πατρίδα και η Πίστις. Εις το ποίημα του Χρέους μακρινή πρέπει να είναι η φριχτή αγωνία μέσα εις τη δυστυχία και εις τους πόνους, όπως εκείθε φανερωθεί απείραχτη και άγια η διανοητική και ηθική Παράδεισος».
Αυτό, λοιπόν, μας υποδεικνύει αυτό το τραγικό γεγονός. Ότι όλοι εμείς, αν θέλουμε να λεγόμαστε Άνθρωποι, πρέπει να πολεμούμε για το Χρέος μας, δηλαδή την Υποχρέωση να ενθυμούμαστε και να τιμούμε τους ανθρώπους αυτούς, που με την εθελοθυσία τους έδειξαν το δρόμο της Αρετής και του Αγώνα. Επιπλέον όμως, δηλώνει και το χρέος, που έχουμε εμείς οι επόμενες γενιές, να παραδειγματιζόμαστε από του αγώνα τους».
Και ο ομιλητής κατέληξε λέγοντας:
«Ερχόμαστε, ταπεινοί προσκυνητές σε αυτά τα ιερά χώματα για να προσκυνήσουμε, να δοξάσουμε, να αποτίσουμε πραγματικό φόρο τιμής στους νεκρούς και κυρίως να παραδειγματιστούμε από τον αγώνα τους. Πάνω από όλα όμως να κατανοήσουμε το ιστορικό γεγονός που συντελέστηκε, όχι ως απλοί θεατές, αλλά ως μέτοχοι μιας μακρόχρονης ιστορίας, που με την αστείρευτη πίστη των εγκλείστων σωματικά αλλά ελεύθερων στο πνεύμα και την ψυχή μας ξενίζει, με τη λάμψη της μας καθοδηγεί και με το ολοζώντανο παράδειγμα αυτοθυσίας μας κατευθύνει.σ
Ας προσδιορίσουμε λοιπόν, την κερδισμένη με πολλούς αγώνες και θυσίες περιουσία μας κι εθνική κληρονομιά: μετριοπάθεια κι αλληλοσεβασμό, λεβεντιά και φιλότιμο, αξιοπρέπεια, πόθος δικαιοσύνης, πόθος λευτεριάς και ανεξαρτησίας. Όλα αυτά είμαστε υποχρεωμένοι να τα διατηρήσουμε και να τα μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές.
Ας αφουγκραστούμε τα μηνύματα αυτού του αγώνα κι ας παλέψουμε για τα δίκαιά μας, σε ατομικό και κυρίως σε συλλογικό επίπεδο. Η πίστη στα ανώτερα ιδανικά απαιτεί συμπόρευση, κοινό αγώνα και κοινή προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων. Σε αυτόν τον αγώνα δεν περισσεύει κανένας, που ενστερνίζεται βέβαια δημοκρατικές αξίες και την προστασία των βασικών ατομικών δικαιωμάτων για όλους τους ανθρώπους. Γιατί δυστυχώς βιώνουμε μία περίοδο, κατά την οποία παραβιάζονται βασικές ανθρώπινες ελευθερίες στο όνομα ενός ασαφούς Γενικού Καλού, όπως αυτό προσδιορίζεται κυρίως από την άρχουσα τάξη. Μόνο τότε θα ακολουθήσουμε μια πορεία δίχως ατραπούς κι αδιέξοδα, που θα εξυπηρετεί τα δικά μας συμφέροντα, θα ικανοποιεί τις δικές μας ανάγκες και θα δίνει απαντήσεις στα δικά μας προβλήματα. Μόνο έτσι θα ξεφύγουμε από το σύνδρομο του κατατρεγμού και της αδικίας, που έχει καλλιεργηθεί στον ελληνικό λαό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα κι έχει στιγματίσει τη συνείδηση των Νεοελλήνων. Αυτό όμως το σύνδρομο διαμορφώνει συνειδήσεις και δημιουργεί φαινόμενα ρατσισμού, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας – τα οποία επιδεινώνονται από την οικονομική κρίση και την κρίση των ηθικών αξιών, που βιώνουμε ως κοινωνία. Γιατί η αγάπη προς την πατρίδα είναι απαραίτητη, αρκεί να μην οδηγεί σε έναν ακραίο σωβινισμό, ο οποίος βασισμένος στην άγνοια και την αμάθεια, καλλιεργεί τον εθνοκεντρισμό τη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό.
Γι’ αυτό ταπεινοί προσκυνητές σε αυτόν τον ιερό χώρο ας εκμεταλλευτούμε αυτήν την ευκαιρία για εσωτερικό διάλογο του καθενός από εμάς με τους νεκρούς ήρωες μας και την ιστορία κι ας φανούμε αντάξιοι αυτής της εθελοθυσίας.
Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή που περνά ο τόπος μας θα πρέπει να ανατρέξουμε και να αναβαπτιστούμε στις αξίες και τα ιδανικά των αγωνιστών του σπηλαίου, στο «εμείς» του Μακρυγιάννη, στον πατριωτισμό και τη θυσία των αγωνιστών, να κρατήσουμε αυτά που μας ενώνουν και να αναλογιστούμε «τι χάσαμε, τι έχουμε και τι μας πρέπει».
Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουν κάποτε να πραγματοποιηθούν τα οράματα του παρελθόντος, που εξακολουθούν να είναι ουτοπίες του παρόντος.
Γιατί, μόνο έτσι θα μπορέσουμε κάποτε να πούμε: «ομπρός να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα».