Σε μεγάλη συχνότητα καταγράφονται προβλήματα ψυχικής υγείας σε εφήβους με το 30% εξ αυτών να εμφανίζουν κάποια καταθλιπτική συμπτωματολογία και ένα 15% αγχώδεις διαταραχές. Αυτό προκύπτει από έρευνα του πανεπιστημίου Κρήτης το 2016, σε δείγμα 3.000 εφήβων ανά την Ελλάδα. Η έρευνα παρουσιάστηκε το απόγευμα της Δευτέρας στο Σπίτι του Πολιτισμού στη διάρκεια της 9ης Συνάντησης του κύκλου ομιλιών «Το Πανεπιστήμιο στην Κοινωνία» με θέμα «Ψυχική υγεία στην κοινότητα».
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η Μαρία Μπάστα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχιατρικής, Ιατρική σχολή, πανεπιστήμιο Κρήτης, τα προβλήματα ψυχικής υγείας στους έφηβους και νεαρούς ενήλικες είναι πολύ συχνά στον γενικό πληθυσμό και σχετίζονται με σοβαρότερες ψυχικές παθήσεις και έκπτωση της λειτουργικότητας κατά την πορεία της ζωής τους αργότερα.
Στη διάρκεια της μελέτης που έγινε σε 2.771 έφηβους – νέους (ηλικίας 15-24 ετών) από όλη την Ελλάδα που βασίστηκε σε δομημένο τηλεφωνικό ερωτηματολόγιο, όπως εξήγησε, ερευνήθηκαν συμπτώματα κατάθλιψης, άγχους, αυτοκτονικότητα, καθώς και παράγοντες συσχέτισης των NEETS (Young People Not in Education, Employment, Training) με επιβάρυνση της ψυχικής υγείας σε συνδυασμό με κοινωνικούς, δημογραφικούς παράγοντες, συνήθειες ζωής και παράγοντες σχετιζόμενες με την ψυχική υγεία.
Κατά την ομιλία, παρουσίασε στοιχεία που αφορούν τη συχνότητα των προβλημάτων ψυχικής υγείας, καθώς και κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά και παράγοντες υγείας που συσχετίζονται με την εμφάνισή τους.
Σε σχετικές δηλώσεις της η κυρία Μπάστα αναφέρθηκε στην αύξηση των ψυχικών νόσων μετά την καραντίνα και μεταξύ άλλον ανέφερε: «Τα συνήθη προβλήματα υγείας εντείνονται, όχι οι σοβαρές ψυχικές νόσοι όπως είναι η σχιζοφρένεια και η διπολική, -αυτά έχουν μια σταθερότητα διαχρονικά σε όλους του πολιτισμούς. Όμως, αυτό που έχει φανεί το τελευταίο διάστημα είναι ότι τα προβλήματα που έχουν σχέση με την κατάθλιψη και το άγχος είχαν παρουσιάσει κάποια επίταση ειδικά μετά την περίοδο της καραντίνας. Φαίνεται ότι υπάρχει μια έξαρση σε θέματα που έχουν σχέση με τη χρήση ουσιών το τελευταίο διάστημα και τις συννοσηρότητες, δηλαδή τις άλλες ψυχικές παθήσεις που μπορεί να συνυπάρχουν μαζί με το αλκοόλ, την κάνναβη ή και τις άλλες ουσίες που επίσης είναι στο καταθλιπτικό και το αγχώδες φάσμα».
Μιλώντας για τα ευρήματα της έρευνας που έγινε, από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών, με επικεφαλής του προγράμματος τον καθηγητή κ. Παπαδάκη και την ίδια (από την Ιατρική Σχολή), τόνισε πως το χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα μέσω του οποίου διενεργήθηκε η μελέτη είχε σχέση με συνήθη ψυχιατρικά προβλήματα, νόσους και διαταραχές σε έφηβους και νέους ανθρώπους. «Το πρόγραμμα είχε τρέξει το 2016, έχουν ήδη βγει αρκετές δημοσιεύεις και είχαμε επικεντρωθεί στα καταθλιπτικά, αγχώδης συμπτώματα και πως επιδρούν οι διάφοροι δημογραφικοί, κοινωνικοί παράγοντες και προστιθέμενος ρόλος των ουσιών. Ήταν μια μεγάλη μελέτη, είχε γίνει σε πανελλήνιο επίπεδο με ένα πολύ καλό δείγμα, περίπου 3.000 νέα άτομα. Τα προβλήματα στα νέα άτομα στην ηλικία της όψιμης εφηβείας και της πρώιμης ενήλικης ζωής φαίνεται να είναι αρκετά με βάση τη μελέτη μας, αλλά και με τη διεθνή βιβλιογραφία. Στην Ελλάδα γενικότερα φαίνεται να είναι εντονότερα τα προβλήματα, με ένα ποσοστό γύρω στο 30% να εμφανίζουν κάποια καταθλιπτική συμπτωματολογία και ένα 15% αγχώδης εκδηλώσεις. Στην Κρήτη τα ποσοστά δεν σημειώνουν ιδιαίτερες διαφορές. Ένα πρόβλημα που έχουμε δει στην Κρήτη είναι οι αυτοκτονίες και ο αυτοκτονικός ιδεασμός. Δεν θα μιλήσω για τις αυτοκτονίες, αλλά για τον αυτοκτονικό ιδεασμό. Πρόκειται για τη σκέψη να κάνει κάποιος κακό στον εαυτό του σήμερα. Σε άλλες μελέτες που έχουμε κάνει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στην Ιατρική Σχολή, έχουμε βρει και έχουν δημοσιευτεί ότι δυστυχώς η Κρήτη κατέχει μια πρωτιά πανελληνίως με δείκτη αυτοκτονιών ανά πληθυσμό διπλάσιο από ό,τι το μέσο δείκτη με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ».
Αναζητώντας τις αιτίες για τα υψηλά ποσοστά αυτοχειριών η κυρία Μπάστα επεσήμανε ότι σε αυτό συμβάλλουν κοινωνικοί παράγοντες, αλλά και η διστακτικότητα για την επίσκεψη σε ειδικούς ψυχικής υγείας: «Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορες παραμέτρους, δεν μπορούμε να ξέρουμε ακριβώς, αλλά υπάρχουν διάφορες υποθέσεις. Μια από αυτές είναι η διαθεσιμότητα στα όπλα, η οπλοχρησία στην Κρήτη, η χρήση ουσιών που είναι σε υψηλά επίπεδα στην Κρήτη, όπως και το ταπεραμέντο των Κρητικών, ίσως και κάποιοι γενετικοί παράγοντες. Το ταπεραμέντο σχετίζεται με την παρορμητικότητα, την κουλτούρα ότι λύνουμε τις υποθέσεις μόνοι μας. Αυτό συνδυάζεται με έναν μεγάλο δισταγμό που έχουν οι Κρητικοί, κυρίως οι άντρες, να ζητήσουν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας. Δεν πηγαίνουν εύκολα σε ψυχιάτρους, νομίζω ότι είναι στο κομμάτι της κρητικής κουλτούρας, είναι πιο διστακτικοί. Ίσως το θεωρούν ως μια ένδειξη αδυναμίας το να ζητήσεις βοήθεια, ότι η ψυχική νόσος είναι να το ξεπεράσεις μόνος σου, όπως και το ταμπού του δυνατού άντρα που μπορεί να ανταπεξέρχεται σε όλα. Όμως, η ψυχική νόσος πλήττει και τους άντρες, όπως και τις γυναίκες».
Καταλήγοντας η κυρία Μπάστα έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην έγκαιρη διάγνωση των ψυχικών νοσημάτων ήδη από τις μικρές ηλικίες τονίζοντας πως: «Ένα από τα βασικά μηνύματα είναι ότι οι ψυχικές συνήθεις παθήσεις είναι πάρα πολύ συχνές στον γυναικείο πληθυσμό, ότι πρέπει να γίνονται «screening» (να αξιολογούνται) και να διαπιστώνουμε τέτοια προβλήματα εγκαίρως, έτσι ώστε να μην συνεχίζονται στην ενήλικη ζωή γιατί τότε γίνονται πιο σοβαρά και μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στη λειτουργικότητα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής κάποιου. Οπότε, είναι σημαντικές οι παρεμβάσεις σε νεότερες ηλικίες. Αυτό είναι το κύριο μήνυμα σήμερα. Η επιστήμη λέει ότι πρέπει να γίνεται έγκαιρα η διάγνωση και οι παρεμβάσεις που μπορούν να γίνουν είναι είτε σε ψυχοθεραπευτικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο φαρμάκων σε περιπτώσεις που χρειάζεται».
Αναφορικά με τις δομές ψυχικής υγείας, σύμφωνα με την κυρία Μπάστα, υποστήριξε πως είναι ανεπαρκείς. Ανέφερε πως η ανατολική Κρήτη φαίνεται να έχει σοβαρά αιτήματα σε σχέση με τις κλίνες τόσο νοσοκομειακές, όσο και εξωνοσοκομειακές δομές, δηλαδή προστατευόμενα διαμερίσματα, ξενώνες για χρόνιους ασθενείς που χρειάζονται αποκατάσταση, ενώ πρόσθεσε ότι: «Αυτό έχει οδηγήσει σε επαναεισαγωγές ασθενών, το φαινόμενο της «περιστρεφόμενης πόρτας» που λέμε. Το 2016 έγινε αποασυλοποίηση και έκλεισε το ψυχιατρείο στη Σούδα, αλλά δυστυχώς δεν υπήρξε η υποδομή για να καλύψει πραγματικά τις ανάγκες τέτοιων χρόνιων περιστατικών. Οπότε, θεωρώ ότι υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα, τα οποία πρέπει να αποκατασταθούν εάν θέλουμε να είμαστε αποτελεσματικοί και να υπάρχει προσβασιμότητα προς όλο τον κόσμο. Αυτό που γίνεται στα χρόνια ψυχικά νοσήματα, τελικά, τους ασθενείς τους φορτώνεται η οικογένεια. Όταν η οικογένεια αποδημήσει, οι ασθενείς αυτοί καταλήγουν να μην μπορούν να επιβιώσουν μόνοι τους, μιλώντας για σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα όπως είναι η σχιζοφρένεια και η διπολικότητα» σχολίασε.
Η Αικατερίνη Κούτρα, επίκουρη καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, τμήμα Ψυχολογίας, σχολή Κοινωνικών Επιστημών, πανεπιστήμιο Κρήτης, ανέφερε ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, υπολογίζεται ότι το 2019 σχεδόν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι αντιμετώπιζαν τα συμπτώματα μιας ψυχικής διαταραχής. Μεταξύ αυτών, ένα αξιοσημείωτο ποσοστό 14% αφορούσε εφήβους. Κατά τον πρώτο χρόνο της πανδημίας covid-19, παρατηρήθηκε αύξηση μεγαλύτερη του 25% στις αγχώδεις διαταραχές και στην κατάθλιψη. Παρόλα αυτά, η αναζήτηση βοήθειας από επαγγελματία ψυχικής υγείας ήταν και παραμένει διεθνώς σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Μάλιστα, υπολογίζεται ότι περίπου οι μισοί από εκείνους που αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα μιας ψυχικής διαταραχής δεν αναζητούν ποτέ βοήθεια ή καθυστερούν σε σημαντικό βαθμό να αναζητήσουν βοήθεια. Η αναζήτηση βοήθειας για θέματα που αφορούν την ψυχική υγεία, όπως επεσήμανε, αποτελεί πολυπαραγοντική διαδικασία, καθώς περιλαμβάνει τη δυναμική αλληλεπίδραση πολλών και διαφορετικών παραγόντων, όπως ατομικών χαρακτηριστικών, οικογενειακών παραγόντων, πολιτισμικών αξιών, γνώσεων και πεποιθήσεων αναφορικά με την ψυχική υγεία και την αναζήτηση βοήθειας, καθώς επίσης της αντίληψης της ανάγκης για βοήθεια, της διαθεσιμότητας και προσβασιμότητας σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Τον συντονισμό της εκδήλωσης είχε η Σοφία Τριλίβα, καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, τμήμα Ψυχολογίας, σχολή Κοινωνικών Επιστημών, πανεπιστήμιο Κρήτης.
O Κύκλος Ομιλιών για το ευρύ κοινό «Το Πανεπιστήμιο στην Κοινωνία» διοργανώνεται από τη σχολή Κοινωνικών Επιστημών και τα ενταγμένα στο ΚΕΜΕ Ερευνητικά Εργαστήριά της, σε συνεργασία με την Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου και τον δήμο Ρεθύμνης.