Πρόσφατα, μας αποχαιρέτησε από τον επίγειο μάταιο κόσμο αλλά έμεινε το έργο του να μας υπενθυμίζει την ουσιαστική συνεισφορά του στον πολιτισμό και την αστείρευτη ενέργεια που διοχέτευε με το πληθωρικό ταλέντο του.
Υπηρέτησε τα ιδεώδη της αλήθειας με το πάθος αλλά και τη σεμνότητα που τον διέκρινε, ως ένας γνήσιος πολύπλευρος καλλιτέχνης με εκφραστικότητα και κατάθεση ψυχής που την μετέδιδε με τον δικό του άμεσο τρόπο.
Είχα τη χαρά να τον γνωρίσω και να ανακαλύψω κάποια από τα μυστικά πρώτα βήματα της πορείας του στα δρώμενα μιας ιστορικής εποχής που διέγραψε ως μουσικός και άφησε την προσωπική του σφραγίδα.
Γι’ αυτή την άγνωστη πτυχή της σταδιοδρομίας του θα ήθελα να παραθέσω κάποια στοιχεία, που αποτελούν μνημείο τιμής για τον Μανόλη κι αξίζει τον κόπο η αναφορά της διαδρομής του στοΝ χώρο της μουσικής.
Μουσικός υψηλής κλάσης και εξαίρετος τραγουδιστής, έπαιζε ένα από τα δυσκολότερα ίσως όργανα μιας ορχήστρας, το μπάσο, που καλύπτει τα κενά και στηρίζει τη μουσική δομή μιας μελωδίας.
Ήταν αυτός, που μάγεψε με τη συγκλονιστική πρώτη εκτέλεση της κλιμακωτής εισαγωγής, μιας απαράμιλλης μουσικής σύνθεσης του Σταύρου Ξαρχάκου, που ερμήνευσε το 1972 ο Νίκος Ξυλούρης: «Πως να σωπάσω …».
Με απαράμιλλη εντυπωσιακή απλότητα και βαθύ αργόσυρτο ήχο, κατάφερε να δημιουργήσει το κατάλληλο κλίμα με το ανάλογο συναισθηματικό φορτίο που μετέφεραν τα λόγια, δίνοντας έναυσμα για να προϊδεάσει τον ακροατή.
Διαχρονικό και εμβληματικό το νόημά του, φέρει μια μεταφυσική και οικουμενική διάσταση και πιστεύω, δίχως υπερβολή, ότι η συνδρομή του Μανόλη ήταν καθοριστική στο συγκεκριμένο τραγούδι για το «δέσιμο» και την ανάδειξη της φωνής του Ξυλούρη.
Με αριστερές ιδεολογικές καταβολές, είχε ενσωματώσει πατροπαράδοτα αγωνιστικά χαρακτηριστικά τα οποία γαλούχησαν και την καλλιτεχνική του ταυτότητα που τον ακολούθησε στη μετεξέλιξη του ως σκηνοθέτης.
Θρήσκος με την αυθεντική σημασία του όρου, όταν τον άκουσα να απαγγέλλει σε μια αγρυπνία το σύμβολο της Πίστης, ξεχείλισε όλη η εκκλησία από κατάνυξη και ευλαβικότητα, από λόγια που ζωντάνεψαν το: «Προσδοκώ ανάσταση νεκρών …».
Εύλογα παραπονιάρης, διακωμώδησε τα κακώς κείμενα μιας κοινωνίας παραστρατημένης και ένα κατεστημένο που του στέρησε την προώθηση του ταλέντου του και την ευρεία καταξίωσή του, που υπό διαφορετικές συνθήκες θα είχε.
Κέρδισε επάξια μια θέση στη θριαμβεύουσα εκκλησία με την ταπεινότητά του, το χάρισμα του, το αγέρωχο λεβέντικο παράστημά του και με τη βροντερή σταράτη φωνή του, που σατίριζε τη μικρότητα της ζωής.