Ετοιμάζονται οι εκδηλώσεις για την ημέρα της γυναίκας που πάλεψε να βρει τον δρόμο της.
Ιδιαίτερα για τη γυναίκα εκπαιδευτικό η ζωή δεν ήταν ρόδινη κυρίως, όταν αποφάσιζε να κάνει οικογένεια.
Είναι γεγονός ότι με την απελευθέρωση της Κρήτης και την ένωση με την Ελλάδα, αρκετές κοπέλες μεγάλων οικογενειών του Ρεθύμνου ακολούθησαν παιδαγωγικές σπουδές. Με τον γάμο τους όμως αφοσιώθηκαν στην οικογένειά τους και στην κοινωνική και πολιτιστική προσφορά ως δραστήρια μέλη σωματείων.
Αυτές οι κυρίες ήταν οι τυχερές. Αλίμονο σ’ εκείνες που με τη «χαλάρωση» των δογματικών αντιλήψεων της πατριαρχίας, αποφάσισαν να συνεχίσουν την καριέρα τους με τη σύμφωνη γνώμη του συζύγου που στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν κι αυτός εκπαιδευτικός.
Επειδή το θέμα είναι εξαιρετικά λεπτό, αποφεύγουμε να προσδιορίσουμε ακριβώς τις εποχές. Άλλωστε για το συναξάρι αυτών των εκπαιδευτικών γράφουμε και δεν θα σταθούμε σε γεγονότα που θα «ξύσουν» πληγές.


«Από «κόσκινο» μετά το πρώτο «Χαίρω πολύ»
Γεγονός είναι ότι κάθε δασκάλα που είχε οργανική θέση στην ύπαιθρο, φθάνοντας εκεί είχε να αντιμετωπίσει την αξιολόγηση ενός εκάστου παράγοντα χωριστά. Για κάμποσες μέρες ήταν το αντικείμενο κάθε συζήτησης, πολύ φυσικό για μικρές κοινωνίες που δεν είχαν καν μέσα ενημέρωσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι κάτοικοι του χωριού δεν της έδειχναν την πατροπαράδοτη φιλοξενία που ήταν άγραφος νόμος σε κάθε περιοχή του νησιού μας.
Στο παρασκήνιο όμως γινόταν αρκετή συζήτηση με στόχο τη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών για το «ποιόν» της δασκάλας ιδιαίτερα αν επρόκειτο για «ξενομερίτισσα».
Και σε κρίσιμες εποχές που έπρεπε με κάθε θυσία να αποδεικνύεις την «εθνική» σου ταυτότητα τα πράγματα για τις δασκάλες, όπως και για τους άρρενες συναδέλφους τους, δεν ήταν τόσο ευχάριστα. Ιδιαίτερα αν οι δύσμοιροι εκπαιδευτικοί άφηναν έστω κι ένα μικρό περιθώριο να φανεί η ενεργός τους δράση και στο πολιτικό σκηνικό ή παρασκήνιο.
«Τα εύκολα θύματα»
Γυρίζοντας χωριό-χωριό εδώ και σαράντα χρόνια και ακούγοντας μύρια όσα μπορώ να καταλάβω ότι και κείνες τις εποχές που δοκιμαζόταν η εθνική ομοψυχία, οι πάντες αναζητούσαν εύκολα θύματα για να εξυπηρετήσουν εαυτούς και οικογενειακές καταστάσεις ανάλογα από την εξάρτηση με την ισχύουσα κατάσταση. Μάλλον πως τότε ίσχυε όσο ποτέ το «ουδείς εκών κακός» οπότε ανάγκα και «οι φάκελοι αυξάνονταν και πληθύνονταν».
Αν οι σημερινοί 65άρηδες plus έπρεπε να διαθέτουν παρρησία για να εκφράσουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ευθαρσώς σκεφτείτε τι γινόταν τις πιο σκοτεινές περιόδους.
Μέγας εφιάλτης ο επιθεωρητής
Ο μεγάλος εφιάλτης κάθε δασκάλου ήταν ο επιθεωρητής. Θα χρειαζόμουν τόμους για να καταγράψω όσα άκουσα από τον εκλεκτό εκπαιδευτικό και συγγραφέα κ. Μαρίνο Γαλανάκη (τον περίφημο Αρκάδιο Πηγαίο) για τον επιθεωρητή που δυνάστευε τον κλάδο εξασφαλίζοντας και με το παραπάνω το ευ ζην.
Ο κύριος αυτός είχε δικούς του κανόνες για την αξιολόγηση κάθε δασκάλου. Ανάλογα με το ρεγάλο που μπορούσε να προσφέρει ένας έκαστος είχε και την ανάλογη μεταχείριση. Ο κρατικοδίαιτος λοιπόν επιτηρητής των λειτουργών της γνώσης απευθυνόταν σε μισθοσυντήρητους φαμελίτες εκπαιδευτικούς και ζητούσε ανάλογα με τις δικές του ανάγκες διάφορα αγαθά αδιαφορώντας αν ο καημένος ο δάσκαλος είχε να του τα προσφέρει.
Εύρισκε όμως και παίδευε τους ανθρώπους ο επιθεωρητής εκείνος. Φυσικά δεν είναι σωστό να γενικεύσουμε. Όλα τα δάκτυλα δεν ήταν ίδια στην κάθε Επιθεώρηση. Υπήρξαν και επιθεωρητές αδάμαντες όπως και να το κάνουμε.
Ήταν άσκημες εποχές κι αν δεν είχες και πλάτες βουλευτή ήσουν πραγματικά χαμένος.
«Μικρομάνες στα σύνορα»
Ο μεγάλος όμως Γολγοθάς ήταν για τις μικρομάνες.
Αμέτρητες κυρίες με βρέφη στην αγκαλιά αναγκάζονταν να πηγαίνουν σε οργανικές θέσεις ακόμα και στα σύνορα, όπου βόλευε τους κρατούντες για να υπηρετήσουν. Έμενε πίσω ο σύζυγος να αγωνιά αλλά δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά Και μιλάμε για εποχές που ακόμα και το τηλέφωνο ήταν πολυτέλεια και τα υπεραστικά γίνονταν με πρόσκληση από τον ΟΤΕ.
Ζητούσες δηλαδή το νούμερο από το τηλεφωνικό κέντρο και περίμενες να χτυπήσει το τηλέφωνο για να συνδεθείς και να μιλήσεις. Πότε βρισκόταν το ανδρόγυνο; Αυτό ήταν μια ακόμα πονεμένη ιστορία.
Η δασκάλα της ταλαιπωρίας λοιπόν αφηνόταν στην καλή της τύχη για να δρομολογήσει τη ζωή της στον τόπο της «εξορίας» της. Ο μισθός δεν έφτανε για επιβίωση. Για αμοιβή νταντάς ούτε λόγος. Αν βρισκόταν καμιά πονόψυχη γυναίκα να κρατά μερικές ώρες το παιδί πήγαινε καλά. Διαφορετικά η δύσμοιρη μάνα έπρεπε να βρει λύση για να βολέψει όλες τις καταστάσεις. Και να δεις που όταν έφευγαν αυτές οι βασανισμένες δασκάλες για επιστροφή στον τόπο τους έκλαιγε όλο το χωριό. Γιατί κατέθεταν ψυχή στο καθήκον κι ας περνούσαν τόση δοκιμασία μακριά και από τη συζυγική εστία.
Έχω καταγράψει πολλές κυρίες να αφηγούνται αυτές τις περιπέτειες στην κάμερα εκπαιδευτικούς που διακρίθηκαν και είχαν εφ όρου ζωής την εκτίμηση της τοπικής κοινωνίας. Ίσως κάποτε να τα εκδώσω στη μνήμη εκείνων των διδασκαλισσών του χρέους και της αφάνταστης ταλαιπωρίας.
Βαγγέλα Κλάδου: Η δασκάλα σύμβολο

Κάθε φορά που θα θυμηθώ τη Βαγγέλα Κλάδου αισθάνομαι τον ίδιο αποτροπιασμό που μου προκαλεί η τραγική μοίρα της Υπατίας.
Γυναίκες που θέλησαν να σκορπίσουν φως καταδικάστηκαν στο αιώνιο σκοτάδι και με τον πιο φρικτό τρόπο.
Πως μπόρεσαν αλήθεια οι ελεεινοί υπηρέτες βαρβαρικών αντιλήψεων να πιστέψουν ότι δαμάζεται μια λεύτερη ψυχή; Κι άραγε να πήραν ποτέ το μήνυμα για να συνειδητοποιήσουν την ήττα τους νομίζοντας ότι πέτυχαν τον στόχο τους βασανίζοντας και σκοτώνοντας χαρισματικά πλάσματα;
Η Βαγγέλα είναι ένα από αυτά. Κι όποτε συναντούσα τον Γιώργη Αγγελιδάκη τον πρώτο και μοναδικό που είχε το δικαίωμα να μιλεί και να αξιολογεί γεγονότα της Αντίστασης ζητούσα πάντα να μου μιλήσει για τη δασκάλα με τα υπέροχα εκφραστικά μάτια και την αγέρωχη καρδιά.
Συνεργάστηκαν πολλές φορές και μάλιστα στις πιο επικίνδυνες αποστολές. Κι όπως μου έλεγε μια φορά ο γιατρός έμεινε εκστατικός κάποτε στην Αρχαία Ελεύθερνα, όταν είδε τη ντελικάτη αυτή κοπέλα να τραβά το πιστόλι της με τόση ευελιξία, μόλις φάνηκε κίνδυνος ν’ απειλεί σοβαρά την αποστολή που είχαν αναλάβει. Η αποφασιστικότητά της φαινόταν τόσο αντιφατική με το αιθέριο ντελικάτο παρουσιαστικό της.
Κόρη πολυφαμελίτη ταχυδρομικού
Η Ευαγγελία Κλάδου γεννήθηκε το 1919 στα Ανώγεια της Κρήτης. Ο πατέρας της ήταν ένας φτωχός ταχυδρομικός υπάλληλος με έξι παιδιά. Από μικρή έδειξε έφεση στα γράμματα με αποτέλεσμα οι γονείς της με την οικονομική συνδρομή των συγγενών τους, να προσπαθήσουν να τη σπουδάσουν. Δεν κατάφερε τελικά να περάσει στο Πανεπιστήμιο, αλλά φοίτησε στην Αρσάκειο Παιδαγωγική Ακαδημία παίρνοντας το πτυχίο της δασκάλας. Σημειωτέον ότι τελείωσε τη σχολή της με άριστα και με τους απαραίτητους συνοδευτικούς επαίνους των καθηγητών της.
Τον Σεπτέμβριο του 1940, λίγο πριν την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, διορίστηκε εκπαιδευτικός στο χωριό Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου. Ένα χωριό που μετά τη μάχη της Κρήτης απόκτησε στρατηγική σημασία, αφού ήταν κομβικό σημείο στο πέρασμα των Βρετανών και Ελλήνων στρατιωτικών στην Αίγυπτο.
Έντονη πατριωτική δράση
Γράφει για την πατριωτική της δράση στην Κατοχή ο αδελφός της και κατοπινός δήμαρχος Ανωγείων Γιώργος Κλάδος: «Στα Μυριοκέφαλα έπαιξε και τον πρώτο της ρόλο βοηθώντας ξένους στρατιώτες και αξιωματικούς να διαφύγουν έξω από την Κρήτη. Μετά από χρόνια κάποιος Νεοζηλανδός έγραψε ένα γράμμα θέλοντας να μάθει νέα της και να έρθει σε επαφή μαζί της. Το γράμμα έφτασε στα Ανώγεια, όπου ζούσαμε, αλλά δεν μας το έδωσαν. Το επέστρεψαν με την ένδειξη «απεβίωσε». Τότε είχε βοηθήσει και πολλούς Έλληνες αξιωματικούς να διαφύγουν. Ανάμεσα στις άλλες περιπτώσεις, θυμάμαι και αυτή του Ορέστη Ταμιπακά από τα Τρίκαλα και κάποιου ταξίαρχου Λιανόπουλου από την περιοχή του Βόλου. Με ειδοποίησε η Βαγγελιώ να πάω να τους πάρω και να τους μεταφέρω για να κρυφτούν στα Ανώγεια. Έτσι και έγινε. Έμειναν κοντά μας ενάμιση μήνα, μέχρι που πήραν επαφή με το Ηράκλειο και έφυγαν».
Λίγους μήνες μετά, η Βαγγελιώ Κλάδου θα μετατεθεί στην Επισκοπή Μυλοποτάμου. Το δημοτικό σχολείο του χωριού αυτού ήταν από τα λίγα της Κρήτης που σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής λειτούργησε αδιάλειπτα και με πληρότητα. Η συμβολή της νεαρής δασκάλας σε αυτό το επίτευγμα ήταν τεράστια, γεγονός που το αποδεικνύει και μια ιδιαίτερα επαινετική έκθεση του επιθεωρητή δημοτικής εκπαίδευσης Ευαγγελίδη για την εργασία της.

Από την έδρα στην παρανομία
Δεν μένει όμως μόνο στην εκπαιδευτική της δραστηριότητα. Οργανώνεται στο ΕΑΜ και στη συνέχεια αναδεικνύεται χάρη στις μοναδικές της οργανωτικές της ικανότητες, το απαράμιλλο θάρρος και την αγωνιστική της συνέπεια σε στέλεχος της εαμικής αντίστασης. Το 1944 περνάει στην παρανομία και γίνεται μέλος του ένοπλου ΕΛΑΣ Ρεθύμνου, με πολιτικό καθοδηγητή τον αξέχαστο Ανωγειανό κομμουνιστή Γιώργη Σμπώκο.
Η Βαγγελιώ (η Βαγγέλα σύμφωνα με το κρητικό και δη το ανωγειανό ιδίωμα), οργανώνεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και γρήγορα γίνεται μέλος του Γραφείου Περιοχής Κρήτης. Η μεγάλη αγωνιστική δύναμη που δείχνει, δεν μένει απαρατήρητη και η αντιστασιακή της δράση γρήγορα γίνεται πασίγνωστη, περνώντας πολλές φορές στα όρια του μύθου. Όλοι οι κορυφαίοι αντιστασιακοί της Κρήτης, όλοι οι αγωνιστές της εαμικής αντίστασης που την γνώρισαν στην Κατοχή, θα αναφέρονται κολακευτικά για το πρόσωπό της.
Ο επίσης μεγάλος αγωνιστής του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην Κρήτη, Αλέκος Μαθιουδάκης θα της αφιερώσει ολόκληρο κεφάλαιο στο βιβλίο του «Μαρτυρίες και γράμματα της γυναίκας στην Aντίσταση».
Η μεγάλη παναγροτική απεργία του Μάρτη του 1946 παραλύει όλην την Κρήτη. Η Βαγγελιώ Κλάδου μαζί με την Ελένη Κοκολάκη και τον αγωνιστή των δημοκρατικών ελευθεριών του κρητικού λαού δικηγόρο Βαγγέλη Χατζηαγγελή θα συλληφθούν από τις αρχές ως πρωταίτιοι των κινητοποιήσεων. Θα απειληθούν με εκτόπιση, κάτι που τελικά δεν θα πραγματοποιηθεί λόγω των έντονων αντιδράσεων από τον χανιώτικο λαό.
Τα γεγονότα θα συνεχιστούν με σχετικά ομαλό ρυθμό τουλάχιστον για την Δυτική Κρήτη μέχρι τον Μάρτιο του επόμενου έτους, όπου η δεύτερη μεγάλη απεργία θα καταστήσει τη νομιμότητα της Κλάδου και των άλλων κομμουνιστών στα Χανιά επισφαλή. Μπροστά στον κίνδυνο της δολοφονίας της από τις παρακρατικές ομάδες των βενιζελικών καπεταναίων που λυμαίνονταν την περιοχή την δύσκολη αυτή περίοδο, η Βαγγελιώ θα περάσει στην παρανομία, όπου θα γίνει μέλος της πολιτικής καθοδήγησης του Δημοκρατικού Στρατού της Δυτικής Κρήτης που είχε αρχίσει πια να σχηματίζεται.
Στον Δημοκρατικό Στρατό αναπτύσσει πλούσια δράση και θα συμμετάσχει ως καπετάνισσα πια σε όλες σχεδόν τις μάχες που θα δοθούν ενάντια στον μοναρχοφασισμό το 1947 και το 1948.
Μαρτυρία της Αργυρώς Κοκοβλή
Τα πάντα θα τελειώσουν για την Βαγγελιώ στις 6 Δεκεμβρίου του 1949, λίγους μήνες μετά από την τελική ήττα του ΔΣΕ στον Γράμμο, όταν θα σκοτωθεί και αυτή μετά από ενέδρα καταδιωκτικού αποσπάσματος. Η αχώριστη συντρόφισσα της Βαγγελιώς, Αργυρώ Κοκοβλή γράφει για τις τελευταίες στιγμές της μεγάλης αυτής μαχήτριας: «Ξεκινήσαμε από τους πρόποδες του βουνού, από τις Καρές του Αποκορώνου. Ήμασταν έξι. Η Μαρία (σημείωση: το ψευδώνυμο της Ευαγγελίας Κλάδου στον ΔΣΕ), ο Μήτσος Τσαγκαράκης, ο Βάνιας Παντελίδης, ο Λευτέρης Ηλιάκης, ο Νίκος Κοκοβλής και εγώ. Προορισμός μας η σπηλιά στα Αναφυντοχάλαρα που δεν την γνώριζαν παρά ελάχιστοι. Εκεί θα κάναμε σταθμό, πριν φύγουμε γι’ αλλού. Περπατήσαμε ολόκληρη νύκτα, μέσα σε παγωνιά και βροχόνερο. Τα ξημερώματα βρήκαμε τη σπηλιά. Λίγο αργότερα έπεσε πυκνή ομίχλη και τότε σκεφθήκαμε ν’ ανάψουμε μια μικρή φωτιά και να βράσουμε λίγο αλεύρι που είχαμε, να φάμε κουρκούτι. Ξαφνικά η ομίχλη διάλυσε. Σ’ αυτό το διάστημα φαίνεται πως μας είδαν από το απόσπασμα. Αμέσως μετά η ομίχλη έπιασε και πάλι πυκνότερη. Αυτό βοήθησε τους άνδρες του αποσπάσματος που πλησίασαν κάνοντας κλοιό γύρω από τη σπηλιά. Μεσημέρι πια αποφάσισε ο Λευτέρης Ηλιάκης να πάει να φέρει νερό από μια πηγή. Έξω βρισκόταν και ο Βάνιας σκοπός. Στα 10-15 μέτρα βρέθηκαν μπροστά στους άνδρες του αποσπάσματος. Ο Βάνιας άρχισε να πυροβολεί. Πεταχτήκαμε έξω από τη σπηλιά και οι υπόλοιποι. Με την πρώτη ή την δεύτερη σφαίρα από το απόσπασμα τραυματίσθηκε στο χέρι η Μαρία. Τότε ζήτησε να την σκοτώσουμε και ταυτόχρονα έδωσε στόχο στις σφαίρες, που την βρήκαν και την άφησαν νεκρή. Λίγο μετά τραυματίστηκε και ο Τσαγκαράκης που δυο ώρες αργότερα πέθανε εκεί. Εμείς συνεχίσαμε μέχρι που νύχτωσε και τότε μπορέσαμε να περάσουμε από τη μοναδική δίοδο, ανάμεσα από τις σφαίρες και τους άνδρες του αποσπάσματος. Πίσω έμεινε και ο Ηλιακής που είχε βρεθεί σε ένα βαθύ λάκκο κρυμμένος. Φύγαμε αφήνοντας τους δυο συντρόφους πίσω νεκρούς».
Πανηγυρική μεταφορά της κεφαλής της
Οι διώκτες αφού θα κόψουν τις κεφαλές των δύο αγωνιστών θα ξεκινήσουν την γνωστή και συνηθισμένη στις εποχές αυτές, βάρβαρη τελετουργία πανηγυρικής περιφοράς και έκθεσής τους στα χωριά της περιοχής.
Θα διηγηθεί στη συνέχεια ο Αλέκος Μαθιουδάκης: «Μεταξύ των χωριών που την πέρασαν ήταν και το μεγάλο χωριό το Καλάμι, που ήταν οι φυλακές που μας κρατούσαν, πάνω από 700 κρατούμενους, οι περισσότεροι θανατοποινίτες.
Την ίδια μέρα στο επισκεπτήριο οι επισκέπτες μας έδωσαν την είδηση για την περασιά του κεφαλιού της Βαγγέλας Κλάδου έξω πριν λίγες ώρες.
Μπούμεραγκ γύρισε ο «θρίαμβος» των διωκτών της Βαγγέλας. Ο κόσμος αντί να τους θαυμάζει τους έβαζε στη χορεία των μιασμάτων του έθνους».
Τα οστά της Βαγγέλας θα βρεθούν πολλά χρόνια αργότερα, από τον αδελφό της Γιώργο Κλάδο και κάποιους από τους επιζώντες συντρόφους της. Τον Αύγουστο του 1978, όπου θα μεταφερθούν στα Ανώγεια για να θαφτούν με όλες τις πρέπουσες τιμές.
«Ευαγγελία πανέμορφη»
Από τις εικόνες που ματώνουν τη μνήμη μου είναι κι αυτή της περιφοράς του μαρτυρικού της σκηνώματος που αναφέρω παραπάνω από τους δημίους της, δήθεν για παραδειγματισμό. Κατάλαβαν ποτέ οι αφελείς ότι αυτούς διαπόμπευε εκείνη την ώρα η συνείδηση των ανθρώπων που παρακολουθούσαν την περιφορά, ενώ για το θύμα τους άρχιζε η ιστορία να γράφει το συναξάρι του.
Και σίγουρα δεν θα εύρισκα καλύτερο επίλογο για το αφιέρωμα αυτό με πηγές που δανείστηκα από παλιότερη αναφορά μου και από άρθρα στο διαδίκτυο από τους παρακάτω στίχους της Ρίτας Μπούμη Παπά αφιερωμένους στην μαρτυρική ηρωίδα της ιδεολογίας της:
«Ευαγγελία Πανέμορφη
Έτσι ψιθύριζαν όπου περνούσες
Ωστόσο δεν ευκαίρισες ποτέ
ένα καθρέφτη να κοιτάξεις
λουλούδι να καρφώσεις στα μαλλιά
Μόνη έγνοια σου το φως
και το μεταλαμπάδευες από καλύβι σε καλύβι
με λύχνο, λόγο και βιβλίο και με το άστρο της καρδιάς σου
Της αρετής το έπαθλο σε ηλέκτριζε (…)
Τιμή σου της πατρίδας η τιμή και πάθος σου η ευτυχία του κόσμου…».