Μια εναλλακτική μέθοδος διαχείρισης περιστατικών σχολικού εκφοβισμού, αλλά και μια ουσιαστική εκπαιδευτική διαδικασία, που καλλιεργεί αξίες όπως η ενσυναίσθηση, ο αλληλοσεβασμός και η υπευθυνότητα είναι το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης
Μία αποτελεσματική, βιωματική και κυρίως συμμετοχική διαδικασία επίλυσης των συγκρούσεων και των διαφορών μεταξύ ανηλίκων στο σχολείο είναι το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης, το οποίο εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια σταδιακά σε ολοένα και περισσότερες σχολικές μονάδες, κυρίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Το πρόγραμμα εξελίσσεται στο σχολικό περιβάλλον, με έναν μαθητή, ειδικά εκπαιδευμένο από τους συμβούλους εκπαίδευσης και το διδακτικό προσωπικό, να λειτουργεί ως ουδέτερος διαμεσολαβητής, με στόχο να βοηθήσει τα συγκρουόμενα μέρη να επιλύσουν εποικοδομητικά τις διαφορές τους. Αυτή η μέθοδος συνιστά μία εναλλακτική λύση στη συνηθισμένη πειθαρχική πρακτική, ίσως τιμωρητικού χαρακτήρα, που εφαρμόζεται στα σχολεία, βοηθώντας στη μείωση των συγκρούσεων και των πειθαρχικών παραπομπών, σύμφωνα με όσα αναφέρει η εγκύκλιος του υπουργείου Παιδείας. Κύρια χαρακτηριστικά της διαμεσολάβησης είναι οι δεξιότητες επικοινωνίας που αναπτύσσει και αποκτά ο διαμεσολαβητής – μαθητής, τις οποίες φροντίζει να μεταδώσει και στα εμπλεκόμενα μέρη, εξελίσσοντας παράλληλα και τους δικούς του μηχανισμούς διαχείρισης τέτοιου είδους περιστατικών.
Δεν υπάρχει ακόμα θεσμοθετημένο, πανελλαδικό πλαίσιο για τη σχολική διαμεσολάβηση, αλλά αρκετά σχολεία την εφαρμόζουν μέσα από πρωτοβουλίες διευθυντών, εκπαιδευτικών και συνεργασιών με ειδικούς φορείς, σύμφωνα με όσα ανέφερε μεταξύ άλλων στα «Ρ.Ν.», η Λύβια Κουτσάκη – Τρουλλινού, ψυχολόγος και αναπληρώτρια επιστημονικά υπεύθυνη του Κέντρου Πρόληψης Π.Ε. Ρεθύμνου.
«Είναι ένα φιλόδοξο και χρήσιμο εργαλείο, γιατί πολλά παιδιά εκπαιδεύονται ουσιαστικά στο πώς να επικοινωνούν, να ακούν το πρόβλημα που μεταφέρουν οι εμπλεκόμενοι και να αναζητούν τρόπους στο πώς μπορούν να τους ανακουφίσουν από το έντονο συναίσθημά τους και να βρουν λύση, αντί να τους την παρέχει έτοιμη κάποιος ενήλικας», συμπλήρωσε. Σύμφωνα με στοιχεία από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας και του Εκφοβισμού, τα περιστατικά μπούλινγκ δείχνουν να θεωρούνται περισσότερο πλέον αποδεκτά στη μαθητική κοινότητα, καθώς η αντίληψη των μαθητών για τον εκφοβισμό βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών. Συγκεκριμένα, το 2022, το 24,4% των μαθητών θεωρούσαν ότι υπάρχει κάποιος στην τάξη τους που εκφοβίζεται, ενώ σε αντίστοιχη έρευνα του 2023, το ποσοστό αυτό κατρακύλησε στο 11.8%. Αυτά τα ανησυχητικά δείγματα καθιστούν τη σχολική διαμεσολάβηση μία απαραίτητη διαδικασία για την ανάπτυξη σημαντικών χαρακτηριστικών και αξιών, όπως είναι η διαχείριση των συγκρούσεων, ο σεβασμός, η αποδοχή της διαφορετικότητας και η ανάληψη ευθυνών, σύμφωνα με την κ. Τρουλλινού.
«Διαπιστώνουμε τη δυσκολία των εφήβων να αναλαμβάνουν ευθύνη των πράξεών τους»
Αυξημένα είναι τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού τα τελευταία χρόνια, με 1 στα 3 παιδιά να δηλώνουν ότι έχουν υποστεί bullying σύμφωνα με έρευνα, που διεξήγαγε το Κέντρο για τη Βία και τον Εκφοβισμό του Οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού» για το διάστημα 2023-2024. Ακόμα ειδικότερα, από το 32,4% των μαθητών, που δέχθηκαν bullying το σχολικό έτος 2022-23, το ποσοστό ανέβηκε στο 35,5% το 2023-24. Την τελευταία χρονιά, αλλά και γενικότερα τα τελευταία χρόνια, περισσότερα σχολεία εφαρμόζουν το πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης, σύμφωνα με την κ. Τρουλλινού: «Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο υπάρχει τα τελευταία πολλά χρόνια, φέτος όμως ειδικά και τις τελευταίες χρονιές, κάποια σχολεία το τρέχουν συστηματικά. Το πρόγραμμα προσπαθεί να εμπλέξει ουσιαστικά τα παιδιά στη διαδικασία επίλυσης των συγκρούσεων. Είναι μία καλή ευκαιρία και από μεριάς μας, για να τους δείξουμε ότι τους έχουμε εμπιστοσύνη, ότι έχουν τις ικανότητες και να εκπαιδευτούν αλλά και να αναπτύξουν τις ήδη υπάρχουσες ικανότητές τους, προκειμένου να βρουν τρόπους να διαχειρίζονται και να επιλύουν τις διαφωνίες και τις συγκρούσεις τους μεταξύ ομοτίμων, χωρίς να εμπλέκεται κάποιος ενήλικας».
Η σημαντικότερη ίσως διδακτική πτυχή του προγράμματος είναι η ανάληψη ευθυνών εκ μέρους των εφήβων, οι οποίοι παρότι εκφράζουν διαρκώς τη δυσφορία τους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, επικεντρώνονται μόνο στη δική τους πλευρά, όπως σημείωσε η κ. Τρουλλινου: «Μέσα από την εμπειρία μας, διαπιστώνουμε τη δυσκολία των εφήβων να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους, παρότι μιλούν συνέχεια για τα προβλήματα και τα παράπονα. Με αυτό το πρόγραμμα μπαίνουν σε αυτήν την διαδικασία, δηλαδή ότι παίρνω την ευθύνη να λύσω το πρόβλημα που έχω και δεν ακούω μόνο τη δική μου πλευρά, αλλά και του άλλου».
Τι μαθαίνουν τα παιδιά μέσα από το πρόγραμμα
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα σχολικής διαμεσολάβησης είναι ο εθελοντικός του χαρακτήρας, η εχεμύθεια και η εμπιστοσύνη, από όλους τους εμπλεκόμενους, εκπαιδευτικούς και παιδιά: «Τα παιδιά εκπαιδεύονται, σίγουρα δεν είναι όλα έτοιμα για αυτό. Αυτή η προσέγγιση είναι κάτι καινούργιο, πρέπει να τους δοθεί η επιλογή, η εμπιστοσύνη και η κατεύθυνση για να μπορέσουν να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο που τους δείχνουμε. Αν δεν τους το δείξουμε και μείνουμε μόνο στην ανετοιμότητά τους και στη δυσπιστία μας ότι μπορούν να τα καταφέρουν, τους στερούμε πάλι αυτήν τη δυνατότητα να προσπαθήσουν και να πετύχουν. Πρέπει να τους διδάξουμε».
Αναφορικά με τον στόχο και τα οφέλη των μαθητών από αυτή τη διαδικασία, η κ. Τρουλλινού ανέφερε: «Αναλαμβάνω την ευθύνη για να λύσω ένα πρόβλημα, μπαίνω στη διαδικασία να ακούσω τον άλλον, μπαίνω στη διαδικασία να σκεφτώ ποια είναι η δική μου θέση, φέρνοντάς την σε συνάρτηση με αυτό που ακούω από τον άλλον. Μαθαίνω να διαχειρίζομαι τις συγκρούσεις με έναν ειδικό τρόπο, ο οποίος αναδεικνύει την αξία του διαλόγου και της συζήτησης, βρίσκω μία μέση λύση και αποδίδω σημασία και στις ανάγκες του άλλου. Αντιλαμβάνομαι επίσης ότι δεν είναι οι δικές μου ανάγκες η μοναδική προτεραιότητα. Χρειάζεται να υπάρχει σεβασμός και συμβιβασμός, για να μπορέσουμε και πιο ειρηνικά να συνυπάρχουμε. Αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα και διαχειριζόμαστε τις συγκρούσεις».
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών
Η ίδια η φύση του προγράμματος, η οποία φέρνει τους μαθητές στο ίδιο επίπεδο και τους καλεί να συζητήσουν κάτω από την ομπρέλα της ισότητας, σε συνδυασμό με το ενδιαφέρον που επιδεικνύουν πολλοί εκπαιδευτικοί για τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, είναι καλοί οιωνοί για θετικά αποτελέσματα στην επίλυση των συγκρουσιακών περιστατικών εντός του σχολείου: «Έχουμε εκπαιδευτικούς που το πιστεύουν πολύ και με την κατάλληλη υποστήριξη και εκπαίδευση, μπορούν να το καταστήσουν αποτελεσματικό. Και μόνο το γεγονός ότι οι ανήλικοι και οι έφηβοι λειτουργούν σαν πυρήνες σε όλο αυτό και μπορούν να το προσεγγίσουν ισότιμα, έφηβο προς έφηβο και δεν είναι κάτι το οποίο θα ακούσουν από τον ενήλικα και να το ακυρώσουν, είναι σημαντική προϋπόθεση για να εξελιχθεί σωστά το πρόγραμμα. Η ίδια η σύσταση του προγράμματος είναι θετική για να το καταστήσει αποτελεσματικό και μπορεί σίγουρα να υπάρχει αποτελεσματικότητα σε αρκετές περιπτώσεις».
Πολλοί είναι οι εκπαιδευτικοί, σύμφωνα με την κ. Τρουλλινού, οι οποίοι νοιάζονται για τέτοιου είδους προγράμματα, επιζητώντας καθοδήγηση και υποστήριξη από το Κέντρο Πρόληψης, προκειμένου να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα: «Ο πιο βασικός ρόλος της σχολικής διαμεσολάβησης είναι ο παιδαγωγικός της ρόλος. Η αλήθεια είναι ότι και οι εκπαιδευτικοί έχουν επιβαρυνθεί, απαιτούμε πάρα πολλά πράγματα από τους εκπαιδευτικούς και πολλούς διαφορετικούς ρόλους, με αποτέλεσμα να αισθάνονται και αυτοί πολύ ευάλωτοι, λιγότερο έτοιμοι και κατάλληλα εκπαιδευμένοι. Πέρα από αυτό νομίζω ότι οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται να εμπλέκονται ενεργά όσον αφορά και την εκπαίδευση των κοινωνικών δεξιοτήτων των παιδιών, να αναγνωρίζουν τις ανάγκες τους, να μην μένουν μόνο στο εκπαιδευτικό κομμάτι και να μπαίνουν στη διαδικασία να γνωρίζουν περισσότερο τους μαθητές και την τάξη τους. Έτσι μπορούν να επιτύχουν και τη σύνδεση με τα παιδιά, να είναι πιο αποδοτικό το μάθημα και να είναι πιο ωφέλιμο γενικότερα το σχολείο, να έχει μεγαλύτερη αξία», ανέφερε η κ. Τρουλλινού.