Μετά την άμμο των Μισσιρίων που βάφτηκε κόκκινη από το αίμα αθώων, το Μάη του ’41, ήρθε η σειρά των χωριών, ανατολικά του Ρεθύμνου να πληρώσουν βαρύ τίμημα για την αντίσταση που προέβαλαν στον υπερφίαλο εισβολέα.
Η ταπείνωση που ένοιωσαν οι επίλεκτοι αλεξιπτωτιστές του Χίτλερ έπρεπε να εξαργυρωθεί με συμφορά και θάνατο.
Με την ανατολή του Ιούνη ξεκίνησαν και τα φρικτά αντίποινα. Εμπνευστές του σχεδίου της μαζικής εξόντωσης ήταν ο Γερμανός σμήναρχος Στουρμ που δεν μπορούσε να ξεπεράσει με τίποτα την καταισχύνη της αιχμαλωσίας του και τη διάλυση του συντάγματός του στο Ρέθυμνο. Εκτελεστές του φρικτού σχεδίου ο ταγματάρχης Χανς Κρώχ και ο υπολοχαγός του Άρνολντ Φον Ρουν. Το πρώτο χωριό που πλήρωσε μερτικό για τη συμμετοχή του στην άμυνα, ήταν το Αστέρι.
Ξημέρωμα σχεδόν της Κυριακής 1ης του Ιούνη, έφτασαν Γερμανοί, έζωσαν το χωριό και μάζεψαν όλους τους άνδρες στο καφενείο, υποχρεώνοντάς τους να είναι όλοι στραμμένοι στον τοίχο.
Κατά τις 11 το πρωί πήραν καμιά δεκαριά και τους έφεραν στο ανατολικό ύψωμα του χωριού. Εκεί τους έβαλαν να σκάψουν ένα μεγάλο λάκκο. Αυτοί υπάκουσαν βέβαια πιστεύοντας ότι οι Γερμανοί θα τοποθετούσαν εκεί ένα μεγάλο κανόνι. Που να ξέρουν τι θα επακολουθούσε. Μόνο ένας ο Κώστας Δευτεραίος φοβήθηκε το χειρότερο. Κατάφερε να διαφύγει κι έτσι σώθηκε. Μόλις ανοίχτηκε ο λάκκος η φρουρά κατέβασε τους Αστεριανούς που έσκαψαν κάτω και κατά τις 12 πήραν 15 και τους μετέφεραν νοτικά όπου και τους εκτέλεσαν.
Ο Μάρκος Πολιουδάκης, μικρό παιδί τότε ακολουθώντας με μύριες προφυλάξεις την κουστωδία που μετέφερε και τον πατέρα του βλέποντας τον πραγματικό σκοπό των κατακτητών έτρεξε στο χωριό και μετέφερε το φρικτό μαντάτο, ενώ ακούγονταν σκόρπιοι πυροβολισμοί. Ήταν οι χαριστικές βολές που έριχναν οι δήμιοι στους εκτελεσθέντες.
Δυο μόνο σώθηκαν τότε ο Μανόλης Καλαρής και ο στρατιώτης Μανόλης Αντωνάκης από το Ρουμελί.
Αμέσως την επομένη ήρθε η σειρά του Άδελε. Εκείνη την εποχή που δεν υπήρχε τρόπος άμεσης ενημέρωσης, κανένας δεν φανταζόταν τι θα επακολουθήσει. Κι ενώ κάποιες φήμες προειδοποιούσαν, κανένας δεν έδωσε σημασία. Που να φανταστούν τι τους περιμένει.
Έτσι αμέριμνοι έπεσαν στον κλοιό του θανάτου και οι 18 από το Άδελε.
Ανάμεσα τους ο παππούς και ο πατέρας του διακεκριμένου πανεπιστημιακού κ. Γιώργου Αλεξανδράκη, αλλά και ο πατέρας του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού.
Μια συγκινητική λεπτομέρεια έχει σχέση με τον παππού του κ. Αλεξανδράκη που αν και ηλικιωμένος είχε σπεύσει να πάρει μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Μας είπε σχετικά, απαντώντας σε ερώτησή μας ο εκλεκτός συμπολίτης πανεπιστημιακός: «Για τον παππού άκουσα μια ενδιαφέρουσα ιστορία από τον Νίκο Χαρκιανάκη, που διετέλεσε και δήμαρχος ήταν και στέλεχος της κοινωνίας. Ενώ γνωριζόμαστε καλά και είχαμε μιλήσει πολλές φορές, μόνο λίγο πριν πεθάνει μου είπε την ιστορία αυτή. Εκείνη την εποχή που μιλάμε ήταν κι αυτός κάπου επτά χρόνων και θυμόταν τα γεγονότα, όπως τον βομβαρδισμό κοντά στο σχολείο που λειτουργούσε ως νοσοκομείο των συμμάχων. Εγώ θυμάμαι ακόμα το σήμα του Ερυθρού Σταυρού στον τοίχο, καθώς και μια βόμβα που έπεσε δυτικά του κτιρίου. Οι Γερμανοί βομβάρδιζαν στην περιοχή αδιαφορώντας για την παρουσία Ερυθρού Σταυρού.
Εκεί λοιπόν είδε ο Νίκος τον παππού με το τουφέκι και τα φυσεκλίκια του, που έπαιζε στα αεροπλάνα τα Γερμανικά. Η ιστορία αυτή ταιριάζει με όσα άκουσα από τη μητέρα μου ότι είχε εμφανιστεί ο παππούς αρματωμένος σαν αστακός, έτοιμος να πάρει μέρος στη μάχη. Εκείνη προσπάθησε να τον αποτρέψει γιατί ήταν και ηλικιωμένος, αλλά εκείνος της είπε αποφασιστικά ότι αυτή την ώρα θα πρέπει όλοι να πολεμήσουμε. Όπως και έπραξε».
Από τις οικογένειες που έπληξε περισσότερο η εκτέλεση στη Σαρακίνα ήταν των Κονταξάκηδων. Ήταν από τους νοικοκύρηδες του χωριού και τους πλέον αξιοσέβαστους. Από την ηρωική αυτή οικογένεια τρεις αντίκρισαν το εκτελεστικό απόσπασμα εκεί στη Σαρακίνα.
Η πρώτη αντιστασιακή πράξη
Την επομένη οι Γερμανοί ξαναγύρισαν στο Αστέρι που το κατέκαυσαν ολοσχερώς, όπως και 12 σπίτια κατά μήκος του δρόμου προς το Χαμαλεύρι.
Εδώ σημειώθηκε και η πρώτη πράξη αντίστασης από την Ευαγγελία Πολιουδάκη, που δεν άντεξε στη θέα του Γερμανού που κλώτσησε το πιάτο με το κόλλυβο του μόλις προ διημέρου εκτελεσθέντος γιου της. Όρμησε με ένα ξύλο να χτυπήσει τον Γερμανό. Ένας άλλος στρατιώτης όμως πρόλαβε και τη γάζωσε με το όπλο του. Ίδια τύχη είχε και ο άνδρας της που έσπευσε να τη βοηθήσει.
Κι ήρθε η σειρά της Λούτρας
Τρίτη 3 Ιουνίου 1941 ήρθε η σειρά της Λούτρας. Οι Γερμανοί ακολούθησαν την ίδια διαδικασία. Έζωσαν σε ασφυκτικό κλοιό το χωριό και με βίαιο τρόπο, σπρώχνοντας και κλωτσώντας συγκέντρωσαν τους άνδρες από 16 χρόνων και πάνω στο «Λάκκο» στο δρόμο κάτω από το δημοτικό σχολείο. Την ίδια στιγμή περίχυσαν με βενζίνη το εσωτερικό δυο σπιτιών ιδιοκτησίας Κωστή Σαμιόγλου και Δημήτρη Τουρνά και βάλανε φωτιά, γιατί είχαν ανακαλύψει κατά την έρευνα κορδόνια από Γερμανικά αλεξίπτωτα.
Από τη σειρά των συγκεντρωμένων ανδρών επέλεξαν 11 από τους πιο εύρωστους και με παραδοσιακό ντύσιμο. Ανάμεσά τους ήταν και ο παπά-Μανόλης Καλλέργης και τρεις αδειούχοι στρατιώτες από το Αλβανικό Μέτωπο που δεν αποκάλυψαν την ταυτότητά τους.
Τους έβαλαν και τους 11 στη μέση και ξεκίνησε μια τραγική πορεία ενός σύγχρονου Γολγοθά με τις μανάδες, τις γυναίκες, τις αδελφές να σπαράζουν βλέποντας τη θλιβερή πομπή. Η πορεία του θανάτου σταμάτησε στο χωράφι του Γιάννη Μασσαλή, τη Μαυρίτσα. Εκεί τους εκτελέσανε.
Ο άτυχος παπα-Μανόλης είχε πάρει από ιδιοτροπία της τύχης τη θέση του Διονυσίου Ψαρουδάκη. Θα μπορούσε να είχε σωθεί, γιατί στην αρχή οι Γερμανοί δεν έδωσαν σημασία. Όταν όμως έκανε ένα βήμα μπροστά ασυναίσθητα και πρόβαλε η γκιλότα με τα στιβάνια οι δήμιοι τον άρπαξαν με ειρωνείες του στυλ «Απέξω μαντάμ και από μέσα καπιτάν» και τον έβαλαν στη σειρά για εκτέλεση.
Καθένας από τους ομήρους είχε τη δική του ιστορία, τη δική του ζωή όταν την έκοψαν με τόσο βάναυσο τρόπο οι «ιππότες» της συμφοράς και του ολέθρου.
Ο Μανόλης Αντωνογιωργάκης ήταν 41 χρόνων όταν τον συνέλαβαν.
Το πρωί εκείνης της μέρας είχε διαδοθεί στο χωριό ότι θα περάσουν οι Γερμανοί να πάρουν άτομα για αγγαρεία. Προκειμένου να την αποφύγει είχε σκεφτεί να κρυφτεί στην καμινάδα του σπιτιού του. Η γυναίκα του όμως από φόβο μην σκοτώσουν και τα παιδιά της οι Γερμανοί αν τον ανακαλύψουν στον κρυψώνα που σκέφτηκε, τον απέτρεψε. Κι ήταν μια κίνηση που απέβη μοιραία γι’ αυτόν.
Ο Δημήτρης Μιχελιουδάκης ήταν 28 χρόνων.
Μόλις είχε έρθει από το μέτωπο. Είχε ακόμα επιδέσμους στο κεφάλι από ανοικτό τραύμα που του είχε προκαλέσει τραύμα στην Αλβανία όπου πολεμούσε. Βρισκόταν με άδεια, λόγω του τραύματος, στο χωριό του, όπου όμως ήταν γραφτό να αντικρίσει το εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο Μανόλης Ορφανουδάκης, 39 ετών, είχε ξυπνήσει νωρίς εκείνο το πρωί. Βιαζόταν να πάει να θερίσει το χωράφι του, που ήταν στο διπλανό χωριό, στην Αγία Τριάδα. Ετοίμαζε το κολατσιό του. Και λίγο πριν να το βάλει στο βουργιάλι και να φύγει βιαστικά για να προλάβει τη μέρα, μπήκαν οι Γερμανοί και τον άρπαξαν.
Ο Κωστής Παλιεράκης, 29 χρόνων, ήταν επίσης αδειούχος αλλά δεν πρόλαβε καλά-καλά να δει τους δικούς του. Όταν τον συνέλαβαν δεν κατάλαβε στην αρχή τον λόγο. Υπέθεσε ότι θα τον έπαιρναν για αγγαρεία και τους ακολούθησε. Απέφυγε βέβαια να τους αποκαλύψει ότι ήταν στρατιώτης. Τελικά ούτε κι αυτή η πρόνοια να κρατήσει μυστική την ιδιότητά του τον έσωσε.
Ο Κωστής Περακάκης, ετών 39, σαν να κατάλαβε αμέσως τι τον περίμενε, κούνησε το χέρι του αποχαιρετώντας τη γυναίκα του. Εκείνη όμως χωρίς να σκεφτεί τον κίνδυνο ακολουθούσε ξωπίσω κλαίγοντας και επαναλαμβάνοντας λαχανιασμένη το όνομα του άνδρα της. Κάποια στιγμή εκείνος της κούνησε το χέρι για στερνή φορά «Αντίο Μαρία μου της είπε. Αντίο για πάντα».
Ανάμεσα στους μελλοθάνατους και ο Θανάσης Σφακιανάκης, 41 ετών. Ήταν ο ταχυδρόμος του χωριού. Δεν ήξερε ποια ήταν η νέα του αποστολή έτσι που τον έσερναν. Ένιωθε πίσω του τον δεκάχρονο γιο του το Δημήτρη ν’ ακολουθεί. «Μπαμπά, μπαμπά» του φώναζε με λυγμούς αλλά εκείνος δεν μπορούσε ούτε να του απαντήσει για να τον παρηγορήσει.
Ο Μιχάλης Τερζιδάκης, ετών 25, ο νεότερος απ’ όλους ήταν επίσης στρατιώτης. Ακόμα δεν είχαν συνέλθει τα πόδια του από τα κρυοπαγήματα που έπαθε πολεμώντας στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Κούτσαινε ακόμα όπως ακολουθούσε τους δημίους του στη μαρτυρική πορεία προς τον θάνατο.
Ο Γιάννης Τουτουντζιδάκης, 56 χρόνων, είχε αργήσει εκείνο το πρωί να πάει στο Περβόλι του στη θέση «Κόκκινου». Εκεί στη στροφή του Αρσανιώτικου δρόμου έπεσε πάνω στο απόσπασμα. Ο επικεφαλής αξιωματικός τον κοίταξε για λίγα λεπτά σαν να τον ζύγιαζε. Πράγματι έδειχνε άνδρας με ψυχή και η γενειάδα του, πένθος για τον αδελφό του Διονύσιο ηγούμενο Αρσανίου, του πρόσθετε μεγαλοπρέπεια. Κι ήταν αρκετό στοιχείο για να ληφθεί ως πολεμιστής στη μάχη της Κρήτης και να συλληφθεί.
Ο Μιχάλης Τουτουντζιδάκης, 37 χρόνων, είχε κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ στο σπίτι του αδελφού του Γιώργη απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Φωτεινής. Είχε βολευτεί στο κατώι γιατί εκεί ένιωθε περισσότερο ασφαλής. Το πρωί ξεκίνησε για το σπίτι του, αλλά λίγο πριν φθάσει στην πόρτα τον πρόλαβαν οι Γερμανοί και σέρνοντας τον πήγαν με τους άλλους.
Όλοι τους οι ήρωες αυτοί φέρθηκαν σαν γνήσιοι Κρητικοί.
Ακόμα και την τελευταία τους στιγμή ταπείνωσαν τον εχθρό τηρώντας μια αγέρωχη στάση.
Όρθωσαν το κορμί τους και κοίταξαν με περιφρόνηση τις κάνες που τους σημάδευαν.
Έπεσαν σαν τα κυπαρίσσια που υπάρχουν σήμερα εκεί στον τόπο της θυσίας τους.
Ένας μόνο κατάφερε να ξεγελάσει τον θάνατο.
Ήταν ο Μανόλης Περακάκης 61 χρόνων. Από εξαιρετική εύνοια της τύχης η σφαίρα τον πέτυχε στο σαρίκι του. Ακόμα κι ο ίδιος απόρησε με το θαύμα της σωτηρίας του. Ήταν όμως γραφτό να μείνει ως ένας αξιόπιστος μάρτυρας της τραγωδίας και να ξέρουμε τις τελευταίες στιγμές εκείνων των ηρώων.
Έτσι γράφτηκε το ματωμένο χρονικό στη Λούτρα.
Αμέσως μόλις οι Γερμανοί απομακρύνθηκαν έχοντας τελειώσει την αποστολή θανάτου ο τόπος της θυσίας γέμισε από γυναικόπαιδα που έκλαιγαν σπαρακτικά τους ανθρώπους τους.
Θρήνος και κατάρες γέμιζαν την ατμόσφαιρα.
Τραγικές φιγούρες και τα παιδιά που ζούσαν μια τέτοια στιγμή αποκάλυψης.
Αυτή που θα στοίχειωνε σε όλη τους τη ζωή.
Την ίδια μέρα οι ίδιοι αλεξιπτωτιστές μπήκαν στο Παγκαλοχώρι. Εκεί βρήκαν εννέα άνδρες μεταξύ των οποίων και τον καλόγερο Δαμιανό από το Αρσάνι και τους εκτέλεσαν έξω από το χωριό στη θέση «Τσαγκάρη».
Ένας από τους μελλοθάνατους ο Στυλιανός Ντακάκης μετά την πρώτη ριπή έφυγε από τη γραμμή τραυματισμένος, αλλά πέθανε πιο κάτω στον ποταμό.
Στον περίβολο της εκκλησίας καθόταν ο στρατιώτης Γ. Θ. Ψωμάς από το Ρουμελί κι έτρωγε λίγο ψωμί που τον είχαν φιλέψει οι φιλόξενοι Παγκαλοχωριανοί. Λίγα λεπτά μετά τον εντοπισμό του από τους Γερμανούς κειτόταν με ανοικτό το κεφάλι και γεμάτο το στόμα.
Εδώ είχαμε επίσης εκτός από το κάψιμο κάμποσων σπιτιών και τον βιασμό μιας γυναίκας.
Ένα άλλο θύμα τους ήταν ο Μανόλης Στυλ. Ντακάκης. Αυτόν τον είχαν δει αιχμάλωτοι αλεξιπτωτιστές να του δίνουν όπλο Αυστραλοί στρατιώτες. Εκεί στο ίδιο μέρος που τον είχαν δει στον λόφο «Κεφάλα» τον εκτέλεσαν.
Ένα κορυφαίο έμμετρο χρονικό.
Τα γεγονότα μας παρουσιάζει με τον δυναμικό του στίχο και ο Κωστής Καλλέργης (Κ.Ι.Γ.Κ) σε ένα ποίημα που μόνο του θα μπορούσε να αναφερθεί στα ιστορικά γεγονότα, αφού είναι πληρέστατο σε ιστορικά στοιχεία πέρα από το συναίσθημα που αφυπνίζει η συγκλονιστική ροή του
Αστέρι ! Λούτρα !Άδελε! Παγκαλοχώρι αντάμα!
Οι Γερμανοί βυθίσανε στον πόνο και στο κλάμα!
Αντίποινα οι Ναζιστές κάνανε στα χωριά μας,
γιατί υπερασπιστήκανε Τιμή και Λευτεριά μας.
Έναν ολόκληρο Στρατό, η Κρήτη είχε ξεκάνει
γι’ αυτό και ’στήναν στη Γραμμή, λεβέντες μπρός στην κάννη.
Κατακτητές ανοίξανε πληγές πού δεν θα κλείσουν.
Κι οι πέτρες και τα χώματα μπορούνε να μιλήσουν.
Πέσαν αλεξιπτωτιστές από την Γερμανία!!
Όργανα παρανοϊκού στην Κρήτη με μανία.
Μα αποδεκατίστηκαν κι ο Χίτλερ εκδικείται:
«Για κάθε ένα Γερμανό ΔΕΚΑ να εκτελείτε».
Όλη την ανθρωπότητα ο Χίτλερ εκβιάζει!
Με τον Στρατό του απειλεί σκοτώνει και βιάζει.
Μόνο στην Κρήτη του ’μελε του Χίτλερ να πονέσει.
Συνηθισμένος να χτυπά ν’ αρπά ό,τι τ’ αρέσει!!
Μα οι Κρητικοί δεν κάτσανε, με σταυρωμένα χέρια…
Τους Γερμανούς πολέμησαν με γκράδες και μαχαίρια.
Και όσα δεν καταφέρανε Κράτη μεγάλα – άλλα,
μια Κρήτη το κατάφερε, ένα Νησί μια στάλα!!
Σαν τα λιοντάρια ρίχτηκαν, οι Κρητικοί στη Μάχη!!
Κι απορημένοι μείνανε, ακόμη κι οι Συμμάχοι!
Δε λένε πια τούς Κρητικούς «Ήρωες» πού τολμούνε!
αλλά ότι «οι Ήρωες σαν Κρήτες πολεμούνε»!
Πρώτη Ιούνη έφταξε στ´Αστέρι η Γερμανία….
Κι Εκτέλεσαν και σκότωσαν με πάθος και μανία.
Στα «Τσίχλικα» η Εκτέλεση με τρία αδέλφια ομάδι!
Και δώδεκα συνολικά στήσανε στο σημάδι.
Μαζί με Χαμαλευριανούς γράφτηκε η τραγωδία!
Πρώτη στην Κρήτη έγινε, αυτή η θηριωδία.
Θύματα δεκατέσσερα σ’ αυτό το Χωριουδάκι..
Γύρισαν και σκοτώσανε το ζεύγος Πωλιουδάκη
Στον τόπο της Εκτέλεσης Ήρωες κατοικούνε !!
Παραπονιάρικα πουλιά πετούνε και πενθούνε.
Κι ύστερα πυρπολήσανε στο Χαμαλεύρι σπίθια !!
Γιατί ’ταν παρανοϊκοί. Αυτή ναι η αλήθεια.
Δυο του Ιούνη στ´ Άδελε! Έτος σαρανταένα!
Αδελιανούς οι Γερμανοί διάλεξαν έναν κι ένα!
Τόπος θυσίας Ιερός έγινε η «Σαρακίνα»!
Γι’ αυτό διαβάτη σαν περνάς, σταμάτα και Προσκύνα!
Δεκαοκτώ εις τη Γραμμή εστήσανε στην άκρη!
Κι αξίζει στη θυσία τους Ευγνωμοσύνης δάκρυ!
Τα τέρατα του φασισμού τα τρόμαξε η θωριά τους !
κι έβγαλαν συμπεράσματα για την παλληκαριά τους.
Κι ήρθε της Λούτρας η σειρά λογαριασμό να δώσει:
Το Σώμα το Επίλεκτο πώς το ‘χαν εξοντώσει;
Τρείς του Ιούνη ήτανε! Έτος σαρανταένα!
Λουτριανούς οι Γερμανοί διάλεξαν έναν κι ένα.
Τρείς του Ιούνη ήτανε! Κι ήταν κι ημέρα Τρίτη,
πού οι Γερμανοί συνέχισαν τους σκοτωμούς στην Κρήτη.
Λούτρα μαρτυρικό χωριό το μερτικό σου επήρες!
μέ Εκτελέσεις! Ορφανά! και πονεμένες χήρες!
Λουτριανή «Μαυρίτσα» μου αιματοποτισμένη!!
και πάνω σου η Λευτεριά είναι θεμελιωμένη.
Άφησαν χήρες κι ορφανά κι ένα χωριό να κλαίει.
και χρόνια με παράπονο, στο κλάμα του να πλέει.
Έντεκα ’στήσαν στη γραμμή με τον Παπά-Μανώλη!
Μά οι σφαίρες πέρασαν ξυστά τον Περακομανώλη!
Παπά- Καλλέργη ηρωικά, στάθηκες μπρός τη κάνη!
Κι η σκέψη μας παντοτινό Μνημόσυνο σάς κάνει.
Κι ήρθε η σειρά ανατολικά να πάνε τα θηρία.
Όπου Παγκαλοχωριανοί γράψανε Ιστορία !
Τόπος θυσίας Ιερός, η θέση στου «Τσαγκάρη»
Πού ’ρθε στης Λούτρας τη σειρά-σειρά κι αυτή να πάρει.
Εννιά εστήσαν στη γραμμή μα κι άλλον στην «Κεφάλα».
Άντρες πού ξεχωρίζανε στα μέτρα τα μεγάλα.
Και τον Καλλέργη Δαμιανό ! Καλόγερο στ Αρσάνι.
Μαζί τους Εθνομάρτυρα η Ιστορία βάνει.
Στους τόπους της Εκτέλεσης με χαμηλό το βλέμμα!
Φόρο Τιμής ας δώσουμε, στο Αγιασμένο αίμα!
Τα Κυπαρίσσια ορθώνουνται, σε τόπους Αγιασθέντες
γιατί ´ναι Εθνομάρτυρες, όλοι οι Εκτελεσθέντες!
Σύμβολο πάντα Λευτεριάς η Κρήτη μας θα μένει.
Παράδειγμα κάθε λαού, σ’ όλη την Οικουμένη!
Πιστεύουμε ότι με αυτό το έμμετρο χρονικό θα μπορούσε θαυμάσια να γίνει μια ακόμα καλλιτεχνική παραγωγή, που θα κρατήσει στην αιωνιότητα την ποίηση αυτή, ένα πραγματικό μνημόσυνο για τους αναίτια νεκρούς εκείνου του τριήμερου, που έκλεισε σπίτια και ορφάνεψε τόσα παιδιά.
Πηγές:
Αρχεία Εύας Λαδιά.
Αρτεμισίας Τουτουντζιδάκη.
Κωστή Καλλέργη ΚΙΓΚ.
Μάρκου Πολιουδάκη: Η μάχη της Κρήτης στο Ρέθυμνο.
Ντοκιμαντέρ Εύας Λαδιά: «Μάρκος Πολιουδάκης ο συγγραφέας της Μάχης της Κρήτης» «Διονύσιος Ψαρουδάκης – Ο ντουφεκόπαππας» «Δυο του Ιούνη ήτανε…».