Μετά από εμπεριστατωμένη, ενδελεχή και πολυετή μελέτη κατόρθωσε να διακρίνει τη μοναδικότητα, το μεγαλείο και την ακτινοβολία του πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας, ώστε να την προσελκύσει τόσο πολύ η εκθαμβωτική λάμψη του, για να αφοσιωθεί και να εγκύψει συστηματικά και με ζήλο πολλές δεκαετίες, σε όλο το πολυμερές και πολύμορφο φάσμα του φαινομένου.
Το τιτάνιο έργο της είναι ένα απαύγασμα της σκέψης και καρπός της πείρας και των προβληματισμών της, καθώς και προσφορά ενός προτρεπτικού λόγου για να μπορέσουμε να εμβαθύνουμε στην Αρχαία Ελλάδα, να κατανοήσουμε το μεγαλείο της, να εκτιμήσουμε την υπεροχή της, να την αγαπήσουμε για τις ιδιαιτερότητες του πολιτισμού της και για το ασύλληπτο, έκπαγλο θαύμα της.
Στις πολυπληθείς μελέτες της αναζητά την απάντηση σε ένα μεγάλο ερώτημα, που υπήρξε, που υπάρχει και σήμερα και ανέκαθεν το ίδιο:
Τι μπορεί να εξηγήσει αυτή τη δύναμη και τη γοητεία, που επί αιώνες ασκούσε στην ανθρωπότητα αυτός ο πολιτισμός; Από πού πηγάζει η τεράστια επίδραση και η ακτινοβολία, που εξέπεμπε η ελληνική σοφία, που ξεπερνά ακόμα και την πιο αναπτυγμένη νοημοσύνη; Από πού εκφύεται αυτή η ευαισθησία στην τέχνη, μπροστά στην οποία μένει άφωνη η ανθρωπότητα; Όπως η γλυπτική της οποίας η τελειότητα δεν έφθασε πουθενά αλλού στον κόσμο; Και είναι ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, ότι μέχρι σήμερα ακόμα παίζονται παντού Ελληνικές τραγωδίες του Ευριπίδη, του Αισχύλου, του Σοφοκλή οι ίδιες ή σε παραλλαγές από τη Γερμανία και τη Σουηδία μέχρι την Ιαπωνία!…
Σήμερα, σε όλες τις χώρες της Δύσης, ανατρέχουν στα Ελληνικά, για να ονομάσουν όλες τις σύγχρονες ανακαλύψεις και εφευρέσεις. Λέξεις της ελληνικής αποτελούν μόνιμη παρακαταθήκη της διεθνούς επιστημονικής ορολογίας και αποτελούν ένα υψηλό λεξιλόγιο πολλών ξένων μορφωμένων επιστημόνων, πολιτικών, δημοσιογράφων, αρθρογράφων, συγγραφέων κ.λπ. Έτσι στην αγγλική γλώσσα συναντάμε μεταξύ άλλων τις λέξεις: aesthetic, catastrophe, homonym, apotheosis κ.λπ, κ.λπ.
Εξ’ άλλου ο Θουκυδίδης μιλάει για τον ανοιχτό διάλογο ανάμεσα στους πολίτες. Ο αθηναίος πολίτης έπρεπε να συμμετέχει και να είναι σε θέση να αγορεύει στο ευρύ κοινό και να το πείθει. Να μιλά, να εξηγεί, να πείθει στην Εκκλησία του Δήμου. Ο κάθε πολίτης έπρεπε να έχει την ικανότητα της ομιλίας και μάλιστα ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, από τους οποίους εξαρτάτο το μέλλον του, ενίοτε και η επιβίωσή του.
Στα δικαστήρια μπορούσαν όλοι οι πολίτες, αν ήθελαν, να επεμβαίνουν, να παρεμβαίνουν και να διαφωνούν με δικά τους επιχειρήματα.
Ο κήρυκας ρωτούσε από το βήμα: «τις αγορεύειν-βούλεται; Δηλαδή: ποιός έχει γνώμη, που ωφελεί και θέλει να την εκφράσει; Η δημόσια συζήτηση ήταν χαρακτηριστικό της ελευθερίας του λόγου. Η φήμη της Αθήνας καθιερώθηκε στον τομέα του λόγου τόσο, ώστε οι Ρωμαίοι, που επιθυμούσαν να συμπληρώσουν τις σπουδές τους, πήγαιναν στην Αθήνα να διδαχθούν ρητορική.
«Θέλησα να δείξω, να προβάλω και να τιμήσω την Αρχαία Ελλάδα και την ασύγκριτη, την εκτυφλωτική ακτινοβολία του Αρχαίου Ελληνιστικού Πολιτισμού» αναφέρει η μεγάλη Ελληνίστρια «Αυτή τη μεγάλη λάμψη» γράφει αλλού «θα τη συναντήσετε στην εντυπωσιακή άνθηση του πολιτισμού στην Αρχαία Ελλάδα. Στη σκέψη, στη ρητορική, στην ιστορία, στην πολιτική, στη φιλοσοφία, στο τραγικό δράμα!».
Η Jacqueline de Romilly (Ζακελίν ντε Ρομιγύ) αφιέρωσε όλη τη ζωή της στην Αρχαία Ελλάδα. Καρπός αυτού του πνευματικού της μόχθου είναι περισσότερα από είκοσι βιβλία σχετικά με τα μεγάλα κλασικά κείμενα, όπως το αρχαίο θέατρο και τους τραγικούς, τον Όμηρο και τους σοφιστές, τα προβλήματα της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον ανθρωπισμό στην ελληνική σκέψη. Το κύριο αντικείμενο όμως των μελετών της παραμένει ο Θουκυδίδης, στον οποίο αφιέρωσε πολλές μελέτες.
Υπήρξε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης επί σειρά ετών και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας από 1998.
Για την αδιάκοπη προσφορά της στα Ελληνικά Γράμματα τιμήθηκε με την εκλογή της στην Ακαδημία Αθηνών. Εξ’ άλλου τιμήθηκε και ονομάστηκε «πολίτης Αθηνών» σε ειδική τελετή από το Δήμο Αθηναίων. Το 1995 με προεδρικό διάταγμα η μεγάλη ελληνίστρια που λάτρεψε την Ελλάδα, πολιτογραφήθηκε και της δόθηκε τιμητικά η υπηκοότητα της Ελληνίδας. Απεβίωσε προς δύο ετών σε προχωρημένη ηλικία.
Με την ευκαιρία μεταφέρω ένα υπέροχο εγκωμιαστικό ύμνο για την Ελλάδα του ποιητή Ιωάννη Πολέμη.
Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι;
Μην είναι τα’ άσπαρτα ψηλά βουνά;
Μην είναι ο ήλιος της, που χρυσολάμπει;
Μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά;
Μην είναι κάθε της ρηχό ακρογιάλι
και κάθε χώρα της με τα χωριά;
Κάθε νησάκι της που αχνά προβάλλει;
Κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά;
Μην είναι τάχατε τα ερειπωμένα
αρχαία μνημεία της, χρυσή στολή
που η τέχνη εφόρεσε και το καθένα
μια δόξα αθάνατη αντιλαλεί;
Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,
και κάτι πού ‘χουμε μες την καρδιά
και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα
και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!
Ιωάννης Πολέμης 1862-1924.