Κατακυρώθηκε από την οικονομική επιτροπή του δήμου Ρεθύμνου ο ανάδοχος για την εκπόνηση της μελέτης του «Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου» εκτιμώμενης αξίας 2.493.073,24€ (πλέον ΦΠΑ).
Στον διεθνή διαγωνισμό συμμετείχαν συνολικά δέκα ενδιαφερόμενες εταιρείες και μετά την αξιολόγηση των προσφορών που κατατέθηκαν η οικονομική επιτροπή στην τελευταία συνεδρίαση αποφάσισε την ανάθεση της μελέτης στη σύμπραξη μελετητικών εταιρειών και ειδικότερα, «Αρχιτεκτονική εταιρία περιορισμένης ευθύνης Π. Γραμματόπουλος – Χρ. Γιανουσάκης και συνεργάτες» – «Κίζης αρχιτέκτονες ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία μελέτες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα – «Ι. Μαυράκης και συνεργάτες – Γραφείο τεχνικών μελετών Α.Ε.» – «Π.-Ι. Ζάννης και συνεργάτες Ανώνυμη εταιρία μελετών – «Έδαφος Σύμβουλοι Μηχανικοί Α.Ε», καθώς υπέβαλε προσφορά 883.666,90€ (πλέον ΦΠΑ) με μέση τεκμαρτή έκπτωση 64,56 % επί του συνόλου της προεκτιμώμενης αμοιβής της υπηρεσίας, η οποία κρίθηκε ως παραδεκτή στο σύνολο της και έλαβε την υψηλότερη συνολική βαθμολογία 96,79.
Ο ανάδοχος αμέσως μετά την υπογραφή της σύμβασης θα κληθεί να εκπονήσει τις παρακάτω μελέτες:
– Αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων: 844.541,39 ευρώ.
– Ειδικές αρχιτεκτονικές μελέτες: 46.009,38 ευρώ.
– Στατικές μελέτες: 621.631,8309 ευρώ.
– Μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές μελέτες: 559.258,6021 ευρώ.
– Γεωτεχνικές μελέτες και έρευνες: 96.448,57 ευρώ.
– Απρόβλεπτα: 325,183,47 ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι η μελέτη χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος «Κρήτη 2014-2020», ενώ ο χρόνος ολοκλήρωσής της είναι οι επτά μήνες.
Η σημασία του συγκεκριμένου έργου είναι τεράστια για ολόκληρο τον νομό Ρεθύμνου που προσδοκά την ανέγερση ενός νέου σύγχρονου χώρου που θα στεγάσει το σημαντικότατο αρχαιολογικό πλούτου της Π.Ε. Ρεθύμνου, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην προώθηση της αρχαιολογικής έρευνας και τη συμβολή στη γενικότερη ανάπτυξη της περιοχής. Μέχρι σήμερα μέρος του αρχαιολογικού θησαυρού του νομού στεγάζεται στην προσωρινή έκθεση στην αίθουσα του «Αγίου Φραγκίσκου» στην Παλιά πόλη.
Σημειώνεται ότι ο δήμος Ρεθύμνου, η Περιφέρεια και το υπουργείο Πολιτισμού έχουν υπογράψει σχετική προγραμματική σύμβαση.
Στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης, όπως σημειώνεται στο σχετικό κείμενο, οι τρεις συμβαλλόμενοι φορείς, αναγνωρίζοντας την υψηλή αναγκαιότητα και προτεραιότητα για την κατασκευή του νέου Αρχαιολογικού μουσείου Ρεθύμνου με σκοπό την προβολή και ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος της Π.Ε. Ρεθύμνου και με τελικό σκοπό την ενίσχυση της αστικής και πολιτισμικής ανάπτυξης της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου και της ευρύτερης περιοχής και την τόνωση της τουριστικής δραστηριότητας, συνεργάζονται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, για την απρόσκοπτη υλοποίηση του έργου.
Υπενθυμίζεται ότι η έκταση που προορίζεται για την ανέγερση του νέου Αρχαιολογικού μουσείου Ρεθύμνου, βρίσκεται στο δυτικό παράλιο τμήμα της πόλης του Ρεθύμνου (εκεί που σήμερα στεγάζεται το ΚΤΕΛ).
Οι προβλεπόμενοι χώροι
Στο τεύχος δημοπράτησης, μεταξύ άλλων, προβλέπονται οι χώροι που πρέπει να διαθέτει το νέο Αρχαιολογικό μουσείο. Αυτοί έχουν ως εξής:
– Οι εκθεσιακοί χώροι να είναι της τάξης των 1.300,00m2.
– Οι χώροι εκπαίδευσης και το αμφιθέατρο να είναι ευέλικτοι και να έχουν καθαρό εμβαδόν της τάξης των 180,00 m2 συνολικά.
– Τα εργαστήρια συντήρησης να έχουν καθαρό εμβαδόν 410,00 m2 με ευελιξία ένωσης χώρων, όπου είναι εφικτό.
– Οι αποθήκες (αρχαιολογικών ευρημάτων και γενικές) να έχουν καθαρό εμβαδόν της τάξης των 1.500,00 m2.
– Τα γραφεία διοίκησης να καταλαμβάνουν τον λιγότερο δυνατό χώρο, δηλαδή μικρότερο των 260,00m2 και ο χώρος που θα εξοικονομηθεί να αποδοθεί αντίστοιχα στην έκθεση.
– Οι τεχνικές εγκαταστάσεις και ιδιαίτερα οι χώροι για τις ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις να καταλαμβάνουν τη μικρότερη δυνατή έκταση, με τη μέγιστη οικονομία χώρου, χωρίς αυτό να έχει επίπτωση στην ποιότητα των λειτουργιών που θα προσφέρουν, λαμβάνοντας υπόψη την απαίτηση για το μικρότερο δυνατό λειτουργικό κόστος με αξιοποίηση των σύγχρονων μεθόδων εξοικονόμησης ενέργειας.
Οι χώροι εξυπηρέτησης κοινού να είναι περίπου 275,00 m2.
Επιπλέον, στην προαναφερθείσα απόφαση, αναφέρονται τα ακόλουθα: – Το σύνολο του καθαρού εμβαδού του μουσείου να κυμαίνεται από 4.100,00 έως 4.200,00 m2 το δε αντίστοιχο μεικτό εμβαδόν να μην υπερβαίνει τα 6.000,00 m2.
– Τα ύψη στον εκθεσιακό χώρο να ποικίλουν από 4,00 έως 6,00 m.
– Το κτίριο να είναι βιοκλιματικό και κατά το δυνατό να αποφευχθεί η μεγάλη έκταση υπόγειων χώρων.
Όπως αναφέρεται στη διακήρυξη το μουσείο μελλοντικά μπορεί να επεκταθεί μέσα στο υφιστάμενο οικόπεδο. Το στοιχείο αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τη χωροθέτηση του κτιρίου, ώστε η μελλοντική επέκταση να μην διαταράξει την αισθητική του κτιρίου, τη λειτουργική κατανομή των χρήσεων των χώρων, την ομαλή ροή των επισκεπτών και την ασφάλεια των εκθεμάτων. Το κτίριο του μουσείου πρέπει να εντάσσεται στο περιβάλλον, αλλά και να είναι ορατό από την πρόσβαση σε αυτό. Να ληφθεί υπόψη η άμεση οπτική επαφή του με τη Φορτέτζα.
Ο σχεδιασμός του κτιρίου να ακολουθεί τις αρχές της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής.
Παράλληλα, όπως αναφέρεται στη διακήρυξη, πρέπει να μελετηθεί η τοποθέτηση σήμανσης στους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους του μουσείου, που θα διευκολύνει τον προσανατολισμό και κίνηση των επισκεπτών. Πρέπει ακόμη να περιλαμβάνεται και σήμανση για την κίνηση και εξυπηρέτηση των ΑμεΑ.