Η αλλαγή στάσης γονέων και εκπαιδευτικών απέναντι στον τρόπο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασής τους με τα παιδιά και η σωστή, ομαλή και ψύχραιμη διαχείριση των περιστατικών βίας στο σχολικό περιβάλλον είναι τα πρώτα βήματα για την αντιμετώπιση της ολοένα αυξανόμενης νεανικής παραβατικότητας. Η ευθύνη που βαρύνει τους ενήλικες στην προβολή υγιών προτύπων, αλλά και στην προτεραιοποίηση των πραγματικών αναγκών που έχουν οι νέοι, είναι μεγάλη και καλείται να ρυθμιστεί σε συνεργασία μαζί τους και όχι εις βάρος τους, τόνισε στην τηλεόραση CRETA και τη Σώτια Πεντεδήμου, ο Γιώργος Μόσχος, πρώην συνήγορος του πολίτη για τα δικαιώματα του παιδιού και συντονιστής των εφηβικών ομάδων διαβούλευσης της πρωτοβουλίας για την ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων.
«Αρνούμαι να βάλω τη βία τίτλο. Τα παιδιά δεν είναι βίαια. Έχει δημιουργηθεί μία εικόνα στην κοινωνία, εξαιτίας κάποιων περιστατικών, ότι τα παιδιά στις μέρες μας είναι βίαια, ενώ στην πραγματικότητα είναι πιο βίαιη η κοινωνία μας σήμερα. Σε ένα σχολείο που μπορεί να υπάρχουν παιδιά που τσακώνονται μεταξύ τους, ή προκύπτουν περιστατικά βίας, γίνονται επίσης και πάρα πολύ όμορφα πράγματα», συμπλήρωσε.
Οι ακραίες αντιδράσεις των γονέων και η έλλειψη κατανόησης του τρόπου με τον οποίο καλείται σήμερα να λειτουργήσει ένα παιδί, με ανάγκη για προσαρμογή στους ρυθμούς ταχύτητας και στο ψηφιακό περιβάλλον δημιουργούν μία ανισορροπία, τόσο στη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος, όσο και στη δουλειά των εκπαιδευτικών. Οι αλλαγές που οφείλουν να γίνουν στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι αρκετές, προκειμένου να την καταστήσουν ως ένα ασφαλές πλαίσιο επικοινωνίας, δημιουργίας και θετικής συμμετοχής. Επιπλέον, σύμφωνα με τον κ. Μόσχο, το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούν συνθήκες εξάρτησης για ενήλικες και παιδιά, με τους γονείς να αποτελούν κόμβους επιρροής, καλούμενοι να περιορίσουν την εκτεταμένη έκθεση στις οθόνες, από τις μικρές ηλικίες. Σχολιάζοντας τα μέτρα της κυβέρνησης για τη μείωση της πρόσβασης των νέων στο διαδίκτυο, ο κ. Μόσχος ανέφερε: «Δεν θα λύσουμε τα προβλήματα παρακολουθώντας κρυφά τα παιδιά μας».
«Τα παιδιά θέλουν χώρο και χρόνο να ακουστούν»
Ο προσανατολισμός της πολιτείας και του εκπαιδευτικού συστήματος πολλές φορές δεν είναι κοινός με αυτόν που έχουν οι εκπαιδευτικοί, υιοθετώντας μία πολιτική τιμωρίας και καταστολής, η οποία δεν φέρει αποτελέσματα μακροπρόθεσμα. «Παρότι υπάρχει μία καλή βούληση εκ μέρος των εκπαιδευτικών, μερικές φορές το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα δεν βοηθάει, έχει άλλες κατευθύνσεις και δεν παρέχει σωστή στήριξη των εκπαιδευτικών, οι οποίοι είναι παραμελημένοι από την πολιτεία. Η πολιτεία θυμάται κάπου κάπου τις ποινές και τις τιμωρίες. Τα προβλήματα δεν λύνονται έτσι. Η καταστολή δεν είναι λύση», ανέφερε ο κ. Μόσχος. Παράλληλα, μιλώντας εκ μέρους εκπαιδευτικών και γονέων, συμπλήρωσε: «Τα παιδιά θέλουν χρόνο και χώρο να ακουστούν, να καταλάβουν τα λάθη τους και να καταλάβουν ότι τους υποστηρίζουμε με τον σωστό τρόπο. Μπορούμε να αλλάξουμε χωρίς να είμαστε δακτυλοδεικτούμενοι και στημένοι στον τοίχο».
Η ταχύτητα της πληροφορίας και η ανάγκη για γρήγορες αντιδράσεις είναι αυτές που πυροδοτούν συχνά τις εξάρσεις φαινομένων βίας, ειδικά στο σχολικό περιβάλλον, ενώ τα παιδιά υιοθετούν και αναπαράγουν τις συμπεριφορές των ενηλίκων που βρίσκονται στον περίγυρό τους, σύμφωνα με τον κ. Μόσχο. «Στις μέρες μας έχουν αλλάξει οι εμπειρίες και οι επιρροές των παιδιών. Ένα παιδί σήμερα λειτουργεί πολύ πιο συντετμημένα στον χρόνο, δηλαδή αμέσως πρέπει να ενεργήσει, γιατί η μία πληροφορία διαδέχεται την άλλη και αν έρθει σε ένα παιδί η πληροφορία ότι χτυπούν έναν φίλο του, βγαίνει αμέσως έξω για να ενεργήσει, με αντεκδίκηση, γιατί αυτό είναι το πρότυπο που περνάει. Υπάρχει μία πίεση για εύκολη άσκηση βίας, αντιπαράθεση, συμπεριφορές που πονάνε άλλους και πρακτικές που δεν είναι καλές, αναπαράγοντας αυτές των ενηλίκων».
«Σε μία κρίση δεν πρέπει να λειτουργούμε με ακραία μέτρα»
Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι γονείς σε καταστάσεις πίεσης δεν ενδείκνυται ως σωστό πρότυπο συμπεριφοράς για ένα παιδί, με τους περισσότερους ενήλικες να επικεντρώνονται στο πως θα συγκρουστούν, θα επικρατήσουν και ασκήσουν νομικές πιέσεις σε τρίτους γονείς, μετά από την εκδήλωση κάποιου περιστατικού. «Το μπούλινγκ είναι ένα θέμα. Όταν υπήρξε ένας τριπλασιασμός των περιστατικών μπούλινγκ είχα παρατηρήσει ότι πάρα πολλοί γονείς είχαν υποβάλλει αναφορές προς τρίτους, χωρίς να έχουν ακούσει το παιδί τους, να του δώσουν τη βεβαιότητα ότι θα το βοηθήσουν. Είχαν πανικοβληθεί. Ας μην πανικοβαλλόμαστε τόσο εύκολα. Χρειάζεται να ακούσουμε το παιδί και να του δείξουμε το πως ακούμε τους άλλους. Σε μία κρίση δεν πρέπει να λειτουργούμε με τα ακραία μέτρα, αποβολές, μηνύσεις, τιμωρίες». Παρά το γεγονός ότι η παρουσία της δικαιοσύνης είναι σημαντική για την εξασφάλιση όρων αξιοκρατίας σε ένα σχολικό περιβάλλον, γονείς και παιδιά δεν θα έπρεπε να προσφεύγουν σε αυτήν με ευκολία και μεγάλη συχνότητα, αντίθετα καλό θα ήταν να επιχειρούν να λύνουν τις διαφορές τους με συζήτηση και συνεργασία, σύμφωνα με τον κ. Μόσχο. «Θέλω να υπάρχει μία καλή και τίμια δικαιοσύνη, που να φέρνει ωραία αποτελέσματα, αλλά δεν ζητάω την εύκολη προσφυγή στη δικαιοσύνη. Συνιστώ σε όλους τους ανθρώπους που συναναστρέφονται με παιδιά, να βρίσκουμε τη λύση μαζί τους».
Επιπλέον, ο κ. Μόσχος υπογράμμισε: «Χρειάζεται να καταλαγιάσουμε την ένταση και να ρωτήσουμε το παιδί, τι το πείραξε, τι το ενόχλησε, τι χρειάζεται, τι το αγχώνει και γιατί συνέβη αυτό που συνέβη. Πρέπει να αναζητήσουμε θεσμούς όπως η διαμεσολάβηση, η επικοινωνία, η θετική συμμετοχή ενός παιδιού. Μέσα από μία θετική δράση γίνεται η αποκατάσταση των σχέσεων».
«Δικαίωμα δεν σημαίνει κάνουμε ό,τι θέλουμε»
Αναφορικά με το κατά πόσο θα έπρεπε να γκρεμιστεί το οικοδόμημα του σύγχρονου ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και να γίνει μία νέα αρχή, ο πρώην συνήγορος του παιδιού απάντησε: «Υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι ότι θέλω να βάλω ένα Χ και να χτίσω από την αρχή, αλλά αγαπάω τη δημόσια εκπαίδευση και τους ανθρώπους που χρειάζονται μία βοήθεια για τα παιδιά τους, μέσω της δημόσιας εκπαίδευσης. Όλοι όσοι έχουν ένα πολιτιστικό απόθεμα, έχουμε σκεφτεί, παράγει και υιοθετήσει καλές πρακτικές να τα φυτρώσουμε μέσα στο σχολείο, να δημιουργήσουμε καλές πρακτικές και να τις μεταδώσουμε σε εκπαιδευτικούς και γονείς». Το σχολείο πρέπει να αλλάξει πρότυπο λειτουργίας και να μετατραπεί σε έναν χώρο, όπου θα μπορούν τα παιδιά να εκφράζονται ανοικτά και να αισθάνονται ότι διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο σε αυτό. «Ζητάμε το σχολείο να είναι ένας χώρος που μπορεί να χωρέσει την επικοινωνία περισσότερο, να παίξουν, να σκεφτούν, να προβληματιστούν, να πουν τη γνώμη τους και νιώσουν ότι είναι μέρη μιας διαδικασίας πρωταγωνιστώντας και όχι θύματα ενός συστήματος», συμπλήρωσε ο κ. Μόσχος.
Ο αποσαφηνισμός συγκεκριμένων αρχών και αξιών στο μυαλό των παιδιών είναι μία σημαντική διαδικασία στο δρόμο για αποβολή αρνητικών, παραβατικών συμπεριφορών. Οι γονείς δυσκολεύονται να καταλάβουν που πρέπει να δώσουν προτεραιότητα, παραμελώντας την ψυχική υγεία και την ανάγκη για οριοθέτηση των παιδιών, σύμφωνα με όσα δήλωσε στην τηλεόραση CRETA, o κ. Μόσχος. «Μερικές φορές ξεχνάμε τι πρέπει να μας απασχολήσει, κοιτάμε να έχει λεφτά στην τσέπη το παιδί, να ξέρουμε ότι έφαγε, ντύθηκε και πήγε. Χρειάζεται να μας απασχολήσει λίγο περισσότερο ο ψυχικός του κόσμος, το τι νιώθει, το αν είναι υπεύθυνος απέναντι στον εαυτό του, αν τηρεί και βάζει κάποια όρια. Δικαίωμα δεν σημαίνει να κάνουμε ό,τι θέλουμε, αλλά να μπορούμε να μιλάμε για αυτά που θέλουμε, αλλά να μάθουμε να κάνουμε αυτά που είναι χρήσιμα για εμάς και δεν παραβιάζουν τα δικαιώματα των άλλων».
«Τα παιδιά θέλουν να ξέρουν μέχρι που μπορούν να φτάσουν»
Σχετικά με το αν είναι το διαδίκτυο πυρήνας του προβλήματος της νεανικής παραβατικότητας, ο κ. Μόσχος απάντησε: «Η χρήση του διαδικτύου, όχι μόνο από τα παιδιά, αλλά και από τους ενήλικες, δεν είναι κάτι που μπορεί να αποκοπεί, αλλά μπορεί να μεθοδευτεί. Στο δημοτικό δεν επιτρέπεται τα παιδιά να έχουν κινητά με διαδίκτυο, να το αποκτήσουν στην πρώτη γυμνασίου. Στο σπίτι να έχουν διαδίκτυο. Με το παράδειγμα των γονέων και των κανόνων που υπάρχουν στο σπίτι, να υπάρχουν όρια χρονικά και πλαίσια, στο πόσες ώρες θα βρίσκονται μπροστά στην οθόνη, γιατί στο τέλος χάνουν τον εαυτό τους».
Τέλος, ο κ. Μόσχος σχολίασε τα μέτρα της κυβέρνησης για τον περιορισμό της έκθεσης των ανηλίκων στο διαδίκτυο, σημειώνοντας: «Ο γονέας χρειάζεται να είναι κοντά. Δεν θα λύσουμε τα προβλήματα παρακολουθώντας κρυφά τα παιδιά μας. Χρειάζεται να ξέρει το παιδί μας ότι αυτό είναι κάτι που ελέγχω και χρειάζονται όρια. Πριν από τα απαγορευτικά μέτρα, πρέπει να έρθουν αυτά της εμπιστοσύνης και μετά να μπουν όρια. Τα παιδιά το ζητάνε αυτό, θέλουν να ξέρουν μέχρι που μπορούν να φτάσουν και αυτό χρειάζεται με πολλή προσοχή να το χτίσουμε και να το ελέγξουμε».
Επιμέλεια: Γιάννης Κωστάκογλου