Της ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ*
Το Ρέθυμνο μέχρι τη δεκαετία του 1970 ήταν ένας αγροτοκτηνοτροφικός νομός. Όμως, από τη δεκαετία του 1970 η τουριστική ανάπτυξη και η ίδρυση και λειτουργία του πανεπιστημίου Κρήτης άλλαξαν και βελτίωσαν πολύ την οικονομία της πόλης αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Ωστόσο, ενώ όλοι οι πολίτες καταλαβαίνουν τη σημασία του τουρισμού για την οικονομία του Ρεθύμνου, δεν συμβαίνει το ίδιο για το πανεπιστήμιο και τη συμβολή του όχι μόνο στην οικονομική ανάπτυξη αλλά και στον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή του τόπου.
Για να γίνει αντιληπτή η συνεισφορά του πανεπιστημίου στην πόλη ας ρίξουμε μα ματιά στους αριθμούς: Από το 2000 με την πλήρη ανάπτυξη των σχολών του πανεπιστημίου και με την προσθήκη του τμήματος Μουσικής Τεχνολογίας και Ακουστικής του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου (τότε ΤΕΙ) δραστηριοποιούνται στο Ρέθυμνο περί τις 8.000 με 9.000 ενεργοί προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές, των οποίων η συντριπτική πλειονότητα διαμένει εδώ. Εάν προσθέσουμε το διοικητικό, διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό των δύο ανωτέρω πανεπιστημίων στο Ρέθυμνο, καθώς και των δύο αυτόνομων ερευνητικών ινστιτούτων που συνδέονται με αυτά τα ιδρύματα (του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών και του Ινστιτούτου Φυσικής Πλάσματος και Λέιζερ, ας προστεθεί όμως και το Κέντρο Ερευνών και Μελετών του πανεπιστημίου Κρήτης), τότε η πληθυσμιακή συνεισφορά των τεσσάρων ιδρυμάτων στο Ρέθυμνο υπερβαίνει τις 9.000 άτομα, από τους οποίους η συντριπτική πλειονότητα διαμένει στην πόλη μόνιμα ή τουλάχιστον για 10 μήνες τον χρόνο. Δεδομένου ότι ο πληθυσμός της αστικής περιοχής του Ρεθύμνου υπολογίζεται σε περίπου 47.000 άτομα, περί το 1/6 αυτού προέρχεται από όσους σπουδάζουν ή εργάζονται στα ανώτατα ιδρύματα της πόλης.
Η συμβολή τους στην οικονομία του Ρεθύμνου είναι μεγάλη και πολλαπλή: Νοικιάζουν το σπίτι που μένουν από τους ντόπιους (ορισμένοι που εγκαθίστανται μόνιμα αγοράζουν κατοικία), ψωνίζουν στην αγορά της πόλης για τις καθημερινές ή έκτακτες ανάγκες τους, τρώνε στα εστιατόρια ή διασκεδάζουν στις καφετέριες, τα ρακάδικα και τα μπαρ της πόλης. Δεδομένου μάλιστα ότι πρόκειται για κατεξοχήν νεανικό πληθυσμό, κατά τεκμήριο σε προγαμιαία ηλικία, που έχει έντονη την ανάγκη της κοινωνικής επαφής, είναι αυτοί που αποτελούν την κύρια πελατεία των καταστημάτων εστίασης και διασκέδασης τον χειμώνα, όταν δηλαδή η τουριστική πελατεία μηδενίζεται. Επιπλέον συντηρούν σε μεγάλο βαθμό τους κινηματογράφους και τους άλλους χώρους πολιτισμού της πόλης. Αρκετοί εργάζονται, κυρίως σε part time δουλειές, αποτελώντας μια σημαντική πηγή σχετικά φτηνού εργατικού δυναμικού. Με τις επισκέψεις τους και τις εκδρομές τους στην ύπαιθρο συμβάλλουν στη στήριξη της οικονομίας και του υπόλοιπου νομού. Επιπλέον, το πανεπιστήμιο, με το μεγάλο διεθνές κύρος που έχει κατακτήσει, προσελκύει με πολλούς ακόμα τρόπους επισκέπτες στην πόλη: Ομιλητές στα συνέδρια, φοιτητές Erasmus, επισκέπτες φοιτητές και ερευνητές, θερινά σχολεία κ.λπ.
Η τεράστια συμβολή των φοιτητών και των εργαζομένων του πανεπιστημίου στην οικονομία της πόλης δεν σπουδαιολογείται στον ίδιο βαθμό με αυτή του τουρισμού, κυρίως επειδή πρόκειται για έναν πληθυσμό ενσωματωμένο εν πολλοίς στον πληθυσμό της πόλης με οικονομικές πρακτικές που δεν διαφέρουν ουσιωδώς από αυτές των ντόπιων και, συνακόλουθα, αφενός δεν γίνονται εμφανείς όπως αυτές των τουριστών, αφετέρου η συνεισφορά τους στην τοπική οικονομία διαμοιράζεται σε πολλές δραστηριότητες έτσι ώστε η εικόνα της θαμπώνει μέσα στην καθημερινότητα, ενσωματώνεται στην ντόπια οικονομία και αδυνατίζει η ορατότητα της, μοιάζει αυτονόητη και για τούτο αόρατη. Κοντολογίς, αυτόν τον πληθυσμό τον έχουμε συνηθίσει και για τούτο τον κοιτάμε καθημερινά αλλά δεν τον βλέπουμε.
Η συνεισφορά όμως του πανεπιστημίου δεν περιορίζεται στην οικονομία, επεκτείνεται στον πολιτισμό και έχει συμβάλει καθοριστικά στην αλλαγή της κουλούρας αυτής της πόλης σε πολλαπλά πεδία. Οι φοιτητές με τις πολιτιστικές τους ομάδες ή με τη συμμετοχή τους σε ντόπιους πολιτισμικούς φορείς (θεάτρου, μουσικής, χορού, φωτογραφίας κ.λπ.) αποτελούν κύριο τμήμα της παραγωγής και κατανάλωσης πολιτισμού στην πόλη. Το πανεπιστήμιο ή μέλη του διοργανώνουν ή στελεχώνουν την πλειονότητα των διαλέξεων ή άλλων πολιτιστικών εκδηλώσεων που λαμβάνουν χώρα στο Ρέθυμνο. Το πανεπιστήμιο ή μέλη του διοργάνωσαν πλήθος ερευνών για το ιστορικό παρελθόν και τη σύγχρονη κοινωνία και οικονομία του νομού, συμβάλλοντας καθοριστικά στη δυνατότητα της πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης να σχεδιάσουν το μέλλον του. Πραγματοποίησαν αρχαιολογικές ανασκαφές, εκατοντάδες συνέδρια και άλλες επιστημονικές εκδηλώσεις σχετικές με τοπικά ζητήματα, ίδρυσαν δύο μουσεία (Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας και Μουσείο Εκπαίδευσης), συγκέντρωσαν σπάνιο υλικό σχετικά με το Ρέθυμνο στη Βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου και βοήθησαν καίρια στην αναβάθμιση της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου. Κυρίως, όμως, μπόλιασαν την κοινωνία του τόπου με νέες ιδέες, τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς, πολιτικές κουλτούρες και καθημερινές πρακτικές. Τέλος το πανεπιστήμιο προσέφερε τις οικονομικές και πολιτιστικές δυνατότητες για τη συγκράτηση του ντόπιου πληθυσμού της πόλης, τμήμα του οποίου, διαφορετικά, θα είχε αναζητήσει την τύχη του σε άλλες πόλεις, όπως έχει συμβεί με αρκετές άλλες επαρχιακές πρωτεύουσες.
Ωστόσο, στα χρόνια της κρίσης τα πράγματα άρχισαν να μην πηγαίνουν τόσο καλά για τα ανώτατα ιδρύματα του Ρεθύμνου. Μειώθηκε πολύ ο αριθμός του διοικητικού και διδακτικού προσωπικού και φυσικά και οι αποδοχές τους καθιστώντας την επιλογή επιστημόνων να εργαστούν στο πανεπιστήμιο στο Ρέθυμνο μη ελκυστική. Επίσης, η μείωση της χρηματοδότησης έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην προώθηση της πανεπιστημιακής έρευνας, την προσέλκυση ερευνητών και μεταπτυχιακών φοιτητών, τη λειτουργία της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης. Γενικεύτηκε η αμοιβή των ερευνητών και των συμβασιούχων διδασκόντων με μπλοκάκι, με αποτέλεσμα την οικονομική αδυναμία των επιστημόνων να εγκατασταθούν και να εργαστούν στο Ρέθυμνο. Επιπλέον, η οικονομική κρίση, η μεγάλη αύξηση των ενοικίων και η μετατροπή πολλών κατοικιών σε airbnb, και η ακρίβεια έχουν ως αποτέλεσμα πολλοί επιτυχόντες στις πανελλαδικές εξετάσεις να μην περιλαμβάνουν το Ρέθυμνο στο μηχανογραφικό τους, ή, εάν εισαχθούν εδώ, να αποφασίσουν τελικά να μην εγκατασταθούν και παρακολουθήσουν τα μαθήματα, αλλά είτε να ξαναδώσουν εξετάσεις, είτε να εμφανίζονται μόνον στις εξαμηνιαίες εξετάσεις των μαθημάτων.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησής του ο ΣΥΡΙΖΑ, μολονότι η χώρα τελούσε υπό το βάρος των αυστηρών μνημονιακών δεσμεύσεων, προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με την αύξηση του αριθμού των συμβασιούχων διδασκόντων (θεσμός συμβασιούχων για απόκτηση διδακτικής εμπειρίας), την εκλογή και μετάταξη στο πανεπιστήμιο ως Ειδικό Διδακτικό Προσωπικό διδακτόρων που εργάζονταν σε άλλους δημόσιους τομείς (κυρίως στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση), την επιδότηση του ενοικίου, ενώ παράλληλα δρομολόγησε ένα μεγάλο έργο, την επέκταση της Βιβλιοθήκης.
Αντίθετα η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνον έπραξε ελάχιστα αλλά με ορισμένες νομικές ρυθμίσεις επιδείνωσε πολύ τα πράγματα. Δεν έκανε τίποτε για την προώθηση του αιτήματος του Πανεπιστημίου Κρήτης για ίδρυση πανεπιστημιακού τμήματος Τουρισμού, ενώ κατήργησε το ιδρυμένο από τον ΣΥΡΙΖΑ τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΕΛΜΕΠΑ στο Ρέθυμνο που σχεδιαζόταν να λειτουργήσει το 2021 ή 2022. Επίσης, καθυστερεί επί τέσσερα χρόνια η υλοποίηση της κατασκευής των νέων φοιτητικών εστιών και του μεγάλου αμφιθεάτρου στην πανεπιστημιούπολη του Γάλλου, έργο του οποίου τη χρηματοδότηση είχε εγκρίνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019. Καθόλου δεν προχώρησε, επίσης, το έργο ανέγερσης του νέου δημόσιου νοσοκομείου Ρεθύμνου σε επιστημονική και λειτουργική διασύνδεση με το ΠΑΓΝΗ και την Ιατρική σχολή, μολονότι η Σύγκλητος του ΠΚ, με απόφασή της τον Μάιο του 2021, παραχώρησε κατάλληλη οικοπεδική έκταση στην πανεπιστημιούπολη του Γάλλου. Ελάχιστες θέσεις μελών ΔΕΠ (και καμιά διοικητικού προσωπικού) προκηρύχτηκαν σε αυτά τα τέσσερα χρόνια, μολονότι η έξοδος από το σκληρό μνημόνιο που έφερε σε πέρας το 2018 ο ΣΥΡΙΖΑ, επιτρέπει πλέον στις επόμενες κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε προσλήψεις στο δημόσιο. Όμως, αντί των θέσεων ΔΕΠ, η Νέα Δημοκρατία προσέλαβε 1.000 «πανεπιστημιακούς αστυνομικούς».
Η σημαντικότερη όμως υποβάθμιση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων του Ρεθύμνου προέρχεται από τη μείωση του φοιτητικού τους πληθυσμού που οφείλεται σε τρεις ρυθμίσεις της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως: Τη συνολική μείωση των εισακτέων στα πανεπιστημιακά τμήματα του Ρεθύμνου κατά 258 φοιτητές ετησίως από το 2022, τη διαγραφή των φοιτητών μετά το πέρας ν+2 ετών σπουδών, μολονότι είναι γνωστό ότι πολλοί φοιτητές πλέον είναι αναγκασμένοι να εργαστούν (συνήθως με όρους μαύρης εργασίας) για να ανταποκριθούν στις δαπάνες διαβίωσής τους και μολονότι η συνέχιση της φοίτησης μετά το πέρας των ν+2 ετών δεν κοστίζει τίποτε στο δημόσιο. Η τρίτη και χειρότερη ρύθμιση είναι η θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, παρότι η βαθμολογία στις εξετάσεις δεν αντικατοπτρίζει τις ικανότητες και το επίπεδο γνώσεων του μαθητή, αλλά εξαρτάται από παράγοντες όπως η δυσκολία των θεμάτων, το υπερβολικό άγχος που φορτώνουμε τα παιδιά κ.λπ. Με αυτήν τη ρύθμιση, 474 θέσεις από τις 2.139 εισακτέων στα πανεπιστημιακά τμήματα του Ρεθύμνου έμειναν κενές το 2021, ενώ το 2022 από τις 1881 θέσεις εισακτέων έμειναν κενές οι 392. Συνεπώς, συνολικά το Ρέθυμνο έχασε 1.382 φοιτητές από το 2021 (258 + 258 + 474 +92), ενώ είναι άγνωστο ακόμη πόσες θέσεις θα μείνουν κενές φέτος λόγω της ΕΒΕ.
Τι προβλέπει για όλα αυτά η Νέα Δημοκρατία στο πρόγραμμά της; Τίποτε, εκτός από κάποιες γενικόλογες υποσχέσεις: Ανέγερση φοιτητικών εστιών για 8.500 φοιτητές σε όλη την Ελλάδα, αύξηση μισθού των εκπαιδευτικών (χωρίς δέσμευση ούτε για το πόσο ούτε για το πότε) και προσλήψεις που δεν θα ξεφεύγουν από τον κανόνα της μιας πρόσληψης για κάθε αποχώρηση.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εξαγγέλλει την άμεση κατάργηση της ΕΒΕ και της διαγραφής των φοιτητών λόγω του κανόνα ν+2. Η κατάργησή τους, άλλωστε δεν επιφέρει οικονομική επιβάρυνση στο δημόσιο. Στα άμεσα μέτρα περιλαμβάνεται επίσης η προκήρυξη όλων των κενών θέσεων που προέκυψαν από αφυπηρετήσεις στα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα από το 2018. Μεσοπρόθεσμα προβλέπεται αύξηση των αποδοχών των εκπαιδευτικών επιπλέον της αναγκαίας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.
Σε βάθος τετραετίας ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στο πρόγραμμά του για την παιδεία περιλαμβάνει και τα εξής μέτρα (ανάμεσα σε άλλα που αφορούν το επανεκδημοκρατισμό των ΑΕΙ):
- Διπλασιασμό του μόνιμου διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων.
- Αύξηση του διοικητικού προσωπικού των ΑΕΙ κατά τουλάχιστον 15%.
- Αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των πανεπιστημίων με αύξηση των αποδοχών τους.
- Περιστολή των επισφαλών μορφών εργασίας στα ΑΕΙ και τα ερευνητικά κέντρα.
- Διπλασιασμό της χρηματοδότησης των ΑΕΙ και στοχευμένη ανανέωση των υποδομών πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων.
- Αποσύνδεση της χρηματοδότησης των ΑΕΙ από την αξιολόγηση.
- Εθνικό Σχέδιο Φοιτητικής Στέγης.
- Απόδοση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους όλων των πανεπιστημιακών τμημάτων.
Είναι βέβαιο ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα καταφέρει να υλοποιήσει όσα εξαγγέλλει στο σύνολό τους; Προφανώς όχι. Η πλήρης υλοποίησή τους εξαρτάται και από τη γενικότερη πορεία της οικονομίας και των δημοσίων εσόδων. Ωστόσο η λεπτομερής καταγραφή των στόχων δεσμεύει τα κόμματα και υποδεικνύει και την πολιτική κατεύθυνση που επιδιώκουν να ακολουθήσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτές είναι οι δύο βασικές διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και Νέας Δημοκρατίας. Αφενός το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας είναι γενικόλογο και ασαφές ώστε να μην τη δεσμεύει σε τίποτα. Αφετέρου η κατεύθυνση τόσο της πολιτικής που ακολούθησε επί τέσσερα χρόνια όσο και του προγράμματος που εξαγγέλλει είναι η αποδυνάμωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης προς όφελος των ιδιωτικών πανεπιστημίων και η εξοικονόμηση χρημάτων από τη μείωση των δημόσιων δαπανών της εκπαίδευσης, εφόσον η Νέα Δημοκρατία αποφεύγει να αντλήσει έσοδα από τις ενδεδειγμένες πηγές: Από τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου. Έτσι όμως τα πανεπιστημιακά τμήματα του Ρεθύμνου οδεύουν προς υποβάθμιση και η πόλη κινδυνεύει να απολέσει έναν ζωτικό οικονομικό και πολιτισμικό πόρο.
*Η Χρυσούλα Μανουσάκη είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. και υποψήφια βουλευτής Ρεθύμνου