Την ανάγκη προσήλωσης της Ελλάδας στις μεταρρυθμίσεις, στην προσεκτική δημοσιονομική πολιτική και τη βιωσιμότητα του χρέους, επισήμανε, από το βήμα του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ. Εξέφρασε την εκτίμηση ότι η δομή του ελληνικού χρέους είναι καλή και ότι η βιωσιμότητά του επιδιώκεται από την κυβέρνηση με τον κατάλληλο τρόπο.
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία σημαίνει ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο θα επιβραδυνθεί και ο πληθωρισμός θα αυξηθεί. Αυτό έχει αντίκτυπο και στο χρέος φυσικά. Ευτυχώς η Ελλάδα τα πήγε πολύ καλά πέρυσι και σχεδόν έχει ανακτηθεί ό,τι χάθηκε το 2020 (…) Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν, η κυβέρνηση να είναι προσεκτική στη δημοσιονομική της πολιτική και το χρέος να παραμείνει βιώσιμο» υπογράμμισε ο κ. Ρέγκλινγκ, κατά τη διάρκεια συζήτησης με τον δημοσιογράφο Φοίβο Καρζή.
Όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα, επισήμανε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο σωστό μονοπάτι για την επίτευξή του τo 2023. Η επαναφορά σε πρωτογενές πλεόνασμα είναι, όπως είπε, ένα από τα αναγκαία βήματα για να μείνει το χρέος βιώσιμο και, με βάση και τις συνομιλίες που είχε πρόσφατα στην Αθήνα, «αυτό είναι το πλάνο (της ελληνικής κυβέρνησης) για το 2023» και επιδιώκεται με τον κατάλληλο τρόπο.
Ως προς το ελληνικό χρέος, επισήμανε ότι η δομή του είναι καλή: «Η μέση ωριμότητα του ελληνικού χρέους είναι 20 χρόνια και τα επιτόκια επίσης εξαιρετικά χαμηλά, περίπου 1,5%. Αυτό είναι καλή “ασφαλιστική πολιτική” (insurance policy) για την Ελλάδα. Πιστεύω ότι η σχέση αυτή (του χρέους προς το ΑΕΠ) μπορεί να μειωθεί κι άλλο τα επόμενα χρόνια, αλλά η κυβέρνηση πρέπει να εξακολουθήσει να είναι πάντα πολύ προσεκτική σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική και τις μεταρρυθμίσεις» τόνισε.
Ο κ. Ρέγκλινγκ εκτίμησε ακόμα πως, συνεπεία του πολέμου στην Ουκρανία, η ανάπτυξη θα είναι φέτος χαμηλότερη σε όλη την Ευρώπη, επισημαίνοντας πάντως ότι δεν αναμένει αυτή να είναι αρνητική: «Δεν αναμένω αρνητική ανάπτυξη για την Ευρώπη ως σύνολο φέτος, γιατί έχουμε και πολύ σημαντικό “carryover” από πέρυσι» είπε και πρόσθεσε ότι και το αναπτυξιακό μομέντουμ της εξόδου από την πανδημία ήταν πολύ ισχυρό πριν ενσκήψει ο πόλεμος.
«Η μεταρρυθμιστική όρεξη δεν επηρεάζεται από τον χρόνο των εκλογών»
Την εκτίμηση ότι «η όρεξη για μεταρρυθμίσεις δεν επηρεάζεται από τον χρόνο των εκλογών» διατύπωσε από την πλευρά του ο επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης, επισημαίνοντας ότι η επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας το 2023 – για την οποία χρειάζεται χαμηλότερη σχέση χρέους/ΑΕΠ, μεταρρυθμίσεις και μονοψήφιο ποσοστό κόκκινων δανείων- παραμένει στόχος της κυβέρνησης.
Πρόσθεσε πως από την έναρξη της θητείας της η κυβέρνηση έχει φέρει στη Βουλή πάνω από 250 νομοσχέδια για μεταρρυθμίσεις και συμπλήρωσε πως το άμεσο νομοθετικό της έργο περιλαμβάνει – μεταξύ άλλων – τη μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας υγείας, το clawback, τον ψηφιακό ΟΑΕΔ, το σύστημα δεξιοτήτων και re-skilling και την απλοποίηση της αδειοδότησης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
«Το ενεργειακό και πληθωριστικό σοκ είναι ένα σημείο στο οποίο η χώρα θα δοκιμαστεί και στόχος μας είναι να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, γιατί τα σοκ πάντα θα είναι εκεί, τη διαφορά κάνει ο τρόπος που θα τα διαχειριστείς» επισήμανε ο κ. Πατέλης.
«Η σχέση χρέους/ΑΕΠ ενδεχομένως θα πέσει κάτω ή γύρω στο 150% ώς το 2026»
Αισιόδοξος ότι το χρέος της Ελλάδας, που πέρυσι εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε στο 193% του ΑΕΠ, ενδέχεται να υποχωρήσει κατά 10% το 2022, με προοπτική «να πέσει κάτω ή γύρω στο 150%» ώς το 2026, εμφανίστηκε ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών, Αθανάσιος Πετραλιάς, ενώ εξέφρασε ακόμα την αισιοδοξία του και για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2023: «φυσικά όλα θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης, αλλά υποθέτοντας ότι σταδιακά θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους, είμαστε αισιόδοξοι για το πρωτογενές πλεόνασμα. Στο τέλος του Απριλίου θα καταθέσουμε το πρόγραμμα σταθερότητας, θα υπάρχει πλεόνασμα πολύ πάνω από το μηδέν και συγκεκριμένα λίγο χαμηλότερα ή γύρω στο 1%» σημείωσε.
Ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών (2015-2019), Γιώργος Χουλιαράκης, σημείωσε στην ίδια συζήτηση ότι «η ποιότητα του ελληνικού χρέους μάς επιτρέπει να κάνουμε σχεδιασμό σε βάθος χρόνου, τα επιτόκια είναι υπέρ της Ελλάδας, δεν θα πρέπει να προχωρήσουμε επιθετικά στην ανάπτυξη». Υποστήριξε ακόμα ότι κίνητρα και πολιτικές δεν ήταν τόσο στοχευμένα όσο θα μπορούσαν να είναι και ότι χάθηκε χρόνος με νομοθετήματα που δεν βοήθησαν την ανάπτυξη.
Η ειδική γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Μαριαλένα Αθανασοπούλου, τέλος, αναφέρθηκε στο νέο πλαίσιο φερεγγυότητας και τα εργαλεία που παρέχει στους οφειλέτες για να ρυθμίσουν τα χρέη τους. Όπως είπε, υπάρχει διασύνδεση της βάσης δεδομένων όλων των πιστωτών, ένας αλγόριθμος παρέχει βιώσιμες λύσεις και ήδη έχουν πραγματοποιηθεί 460 αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων.