Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πόλη του Ρεθύμνου με την τρωτότητα να είναι σε υψηλά ποσοστά στη θερμική επιβάρυνση, όπως προκύπτει, από μελέτη που έγινε στο πλαίσιο του προγράμματος Adapt2CC με συντονιστή το πανεπιστήμιο Αθηνών και εταίρους το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, και την εταιρεία GET.
Αντικείμενο του έργου είναι η διάκριση των αστικών περιοχών σε επιμέρους αστικές κλιματικές ζώνες, η ανάπτυξη ενός Δείκτη Τρωτότητας στη θερμική επιβάρυνση λόγω της Κλιματικής Αλλαγής (Climate Change Thermal Vulnerability Index) και η διαμόρφωση ενός Πολυκριτηριακού συστήματος (Πλατφόρμα) για την εκτίμηση της αποδοτικότητας των μέτρων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή ανά αστική κλιματική ζώνη.
Η πλατφόρμα που αναπτύχθηκε δίνει τη δυνατότητα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, να μελετηθεί με συστηματικό και αποδοτικό τρόπο η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της, με έμφαση στο θερμικό περιβάλλον και ειδικότερα στις αστικές περιοχές όπου βρίσκεται συγκεντρωμένος και ο μεγαλύτερος πληθυσμός.
Περιοχές εφαρμογής του προγράμματος είναι η Αθήνα, η Λάρισα και το Ρέθυμνο.
Χθες το πρωί στο δημαρχείο Ρεθύμνου παρουσιάστηκε αναλυτικά η περίπτωση του Ρεθύμνου με δυο διαφορετικές περιοχές στο μικροσκόπιο -η μια αφορά τη νέα πόλη και η άλλη την παλιά.
Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα της μελετημένης, μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα στη νέα πόλη του Ρεθύμνου εξαιτίας της απουσίας βλάστησης (πρασίνου), αλλά και της χρήσης του αυτοκινήτου με αποτέλεσμα η τρωτότητα να είναι μεγάλη, ενώ μέτρια είναι στην παλιά πόλη εξαιτίας της απουσίας μεγάλου αριθμού ΙΧ και της θάλασσας. Ωστόσο μέσα από την ηλεκτρονική πλατφόρμα που δημιούργησαν οι επιστήμονες, δίδεται η δυνατότητα ανά περιοχή μελέτης να προταθούν παρεμβάσεις που μπορεί να αφορούν σε αλλαγή των υλικών των δρόμων και των πεζοδρομίων, σε αντικατάσταση στεγών με άλλα υλικά και σε κτίρια που πληρούν τις προδιαγραφές εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά και αύξηση του πρασίνου σε πολλά σημεία -παρεμβάσεις οι οποίες και μπορούν να μειώσουν κατά μισό βαθμό στη νέα πόλη και κατά ένα βαθμό στην παλιά πόλη τη θερμοκρασία. Το ποσοστό μείωσης μπορεί να ακούγεται μικρό, όμως, δεν είναι όπως εξηγεί στα «Ρ.Ν.», αφού, όπως σημείωσε, ένας βαθμός κελσίου αύξησης της θερμοκρασίας αυξάνει τη θνησιμότητα κατά 3% και αυξάνει τη κατανάλωση ενέργειας για ψύξη κατά 4%.
Τα παραπάνω εξήγησε μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο καθηγητής του ΕΚΠΑ κ. Κωνσταντίνος Καρτάλης, επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος στο Πανεπιστήμιο Αθηνών λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μελετήσαμε την κάθε πόλη χωριστά με βάση τα χαρακτηριστικά της. Σε ό,τι αφορά το Ρέθυμνο, διακρίναμε την πόλη σε πέντε ενότητες και κάναμε την εφαρμογή σε δύο ενότητες. Η μια εφαρμογή έγινε στην παλιά πόλη και μια ενότητα στη νέα πόλη, όπου μελετήσαμε για κάθε μια από αυτές τις δύο ενότητες ένα πλήθος κλιματικών χαρακτηριστικών, όπως τη θερμοκρασία του αέρα, τη θερμοκρασία της επιφάνειας του εδάφους, τον αριθμό των θερμών ημερών, των αριθμό των θερμών νυχτών, την πίεση που ασκείται από έναν καύσωνα, δηλαδή πόσο δυνατός είναι ένας καύσωνας στο παρελθόν και όλα αυτά για το μέλλον εφαρμόζοντας κλιματικά μοντέλα. Στη συνέχεια κάναμε μια σειρά από συνδυασμούς με ένα ειδικό σύστημα που αναπτύξαμε, το οποίο είναι προσβάσιμο σε όλους και μπορούν να κάνουν και τους δικούς τους συνδυασμούς. Επίσης, μελετήσαμε πως, αλλάζοντας κάποια στοιχεία της πόλης, είτε της παλιάς, είτε της νέας επηρεάζεται η θερμοκρασία, ώστε να μπορέσει κάποιος να αντιμετωπίσει την θερμική πίεση. Βρήκαμε λοιπόν ότι εάν εφαρμόσουμε μια σειρά από μέτρα στη νέα πόλη μπορεί να υπάρχει μια μείωση της θερμοκρασίας της τάξεως από τον μισό στον 1 βαθμό κελσίου, που είναι σημαντικό. Ένας βαθμός κελσίου αύξησης της θερμοκρασίας αυξάνει τη θνησιμότητα κατά 3% και αυξάνει τη κατανάλωση ενέργειας για ψύξη κατά 4%, άρα είναι σημαντικό όφελος για την πόλη. Το ίδιο διαπιστώσαμε και για την παλιά πόλη, όπου εκεί η μείωση της θερμοκρασίας είναι λιγότερη από τα ίδια μέτρα, καθώς η παλιά πόλη δεν έχει αυτοκίνητα, ενώ η νέα πόλη έχει αυτοκίνητα τα οποία παράγουν θερμότητα άρα κάνουν την εφαρμογή των μέτρων λιγότερο αποτελεσματική. Και οι δύο περιοχές φαίνεται ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες κλιματικές πιέσεις που προκύπτουν, γεγονός που βοηθά την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Εμείς από τις διεθνείς μελέτες που παρακολουθούμε βλέπουμε ότι υπάρχει ένας επαναπροσανατολισμός του τουριστικού ρεύματος που λαμβάνει υπ’ όψιν του τα τουριστικά χαρακτηριστικά, δηλαδή πως μια περιοχή μπορεί να επηρεαστεί από τις κλιματικές συνθήκες».
Την πλατφόρμα παρουσίασε αναλυτικά ο ερευνητής του ΕΚΠΑ, Πολύδωρος Αναστάσιος μιλώντας για τις νέες προσεγγίσεις για τη μελέτη του αστικού μικροκλίματος σε συνθήκες καύσωνα. Η πλατφόρμα διαθέτει στοιχεία επιφανειακής θερμοκρασίας του εδάφους, άρα δηλαδή πού πέφτει ο ήλιος με τις ώρες της ημέρας, πού αυξάνεται πολύ η θερμοκρασία του εδάφους, δεν είναι η θερμοκρασία του αέρα που καταλαβαίνουμε εμείς, αλλά υπάρχει μια έμμεση επίδραση. Σύμφωνα με αυτήν την πλατφόρμα η μεγάλη τρωτότητα καταγράφεται στη νέα πόλη, ενώ στην παλιά χαρακτηρίζεται από μέτρια τρωτότητα. «Αυτό το έργο έχει φτιάξει ένα σύστημα αξιολόγησης των μέτρων προσαρμογής», ανέφερε τονίζοντας ότι μέσα από διάφορους συνδυασμούς – μοντέλα ανά περιοχή παρέμβασης η πλατφόρμα μπορεί να υπολογίζει ποιο θα είναι το αποτέλεσμα (δηλαδή κατά πόσο θα μειωθεί η θερμοκρασία).
«Κάναμε μια μοντελοποίηση με ένα μικροκλιματικό μοντέλο, για να δούμε τι φέρνει εν τέλει χαμηλότερες θερμοκρασίες. Μέσα από την πλατφόρμα, επιλέγω την περίοδο, είτε θέλω τις παρούσες κλιματικές συνθήκες και να δω τι συμβαίνει τώρα, είτε μελλοντικές που είναι στην τριακονταετία 2021-2050. Επίσης επιλέγω ποιες παρεμβάσεις θέλω να επιλέξω. Πρόκειται για παρεμβάσεις που είναι πραγματικές, εφικτές (αλλαγή υλικών σε δρόμους, πεζοδρομία, αντικατάσταση στέγης, αύξηση πρασίνου). Το σύστημα μας επιτρέπει εδώ να επιλέξουμε μια ή και τις τέσσερις λύσεις μαζί. Προφανώς αν κάνεις μια από τις τέσσερις λύσεις θα είναι μικρότερη η αποτελεσματικότητα. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να συγκρίνουμε και ποια είναι η καλύτερη λύση. Εάν το κάνουμε αυτό για το παλιό κομμάτι της πόλης θα δούμε ότι η μείωση (θερμοκρασίας) είναι πολύ μεγαλύτερη, καθώς εκεί είναι πιο παλιά τα υλικά και δεν μπορούν να αλλαχθούν σε μεγάλο βαθμό. Εκεί είναι και η μικρότερη κίνηση των αυτοκινήτων και κάπως το ισοφαρίζει, απλώς η παλιά πόλη έχει το πρόβλημα που δεν μπορούμε να κάνουμε έντονες παρεμβάσεις» κατέληξε ο κ. Πολύδωρος.
Ο κλιματικός χάρτης της επόμενης 30ετίας δείχνει αύξηση των θερμών ημερών για το Ρέθυμνο
Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Κ. Καρτάλης εξήγησε ότι ο κλιματικός χάρτης της χώρας, και τα στοιχεία που έχουν εκτιμηθεί στο πρόγραμμα αφορούν στις επόμενες κλιματικές περιόδους 2021 – 2050 και δημιουργούν όπως πρόσθεσε μια ενισχυμένη αύξηση των θερμών ημερών για ολόκληρη την περιοχή της Κρήτης και του Ρεθύμνου, αλλά και αύξηση του αριθμού και της διάρκειας των καυσώνων. Αυτό όμως, όπως τόνισε, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν. «Εμείς δεν βγάζουμε απλώς ένα αρνητικό μήνυμα από τη μελέτη μας. Λέμε την πραγματικότητα βάσει της επιστήμης όσον αφορά της εκτιμήσεις των κλιματικών μοντέλων, που γίνεται με βάση τη διεθνή μεθοδολογία των Ηνωμένων Εθνών, αλλά ταυτόχρονα λέμε ότι υπάρχει απάντηση. Οι παρεμβάσεις που προτείνουμε είναι να βάλουμε περισσότερο πράσινο στην πόλη, αλλά σε ποιο σημείο της πόλης για να έχει καλύτερο αποτέλεσμα; Να βάλουμε τα λεγόμενα «ψυχρά υλικά» που απορροφούν λιγότερο την ηλιακή ακτινοβολία, να αλλάξουμε τα πεζοδρόμια, ώστε να αποτελούν λιγότερη πηγή θερμότητας, δηλαδή να απορροφούν λιγότερο. Αφορούν τις δύο βασικές κατηγορίες, αυτήν του αστικού πράσινου και αυτήν των υλικών των πόλεων. Βεβαίως, σε αυτό μπορεί να έρθει και ο δήμος και να κάνει τις δικές του παρεμβάσεις, για παράδειγμα να μειώσει το κυκλοφοριακό της πόλης που είναι μια πηγή θερμότητας και πάνω σε αυτό προστίθενται και η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, ώστε να μην μπορούν να ανταποκριθούν στις κλιματικές πιέσεις. Το μήνυμα που διαδίδουμε είναι ότι όλα αυτό μελετάται με έναν επιστημονικό τρόπο, ότι υπάρχει κλιματική πίεση για την περιοχή του Ρεθύμνου. Δεν είναι μια πόλη που μπορείς να πεις ότι δεν έχει πίεση, αντιθέτως ακολουθεί τα χαρακτηριστικά της νοτιοανατολικής Μεσογείου που είναι αρκετά ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή. Όμως, λέμε παράλληλα ότι υπάρχουν οι λύσεις και αυτό έχει σημασία».
«Διαπιστώνουμε ότι αυτά που προτείνουμε αντέχουν και στο επόμενο διάστημα και έχουν πολύ καλή απόδοση και στην περίπτωση ενός καύσωνα, δηλαδή εκτονώνεται η θερμική πίεση. Στόχος είναι η μείωση του ενός βαθμού κελσίου του αέρα, γιατί υπάρχει και η θερμοκρασία της επιφάνειας του εδάφους, όπου εκεί μπορούμε να ρίξουμε τη θερμοκρασία πολύ πιο εύκολα κατά 10 βαθμούς κελσίου» κατέληξε.
Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα Adapt2CC χρηματοδοτείται από την ΕΥΔΕ ΕΤΑΚ (Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης και Εφαρμογής Δράσεων στους τομείς Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας) του υπουργείου Ανάπτυξης, στο πλαίσιο της δράσης «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ».
Σιωπηλός δολοφόνος οι καύσωνες
Οι καύσωνες είναι ένας πάρα πολύ σημαντικός κίνδυνος, τον οποίο οι επιστήμονες τα τελευταία χρόνια συχνά τον ονομάζουν και ως έναν «σιωπηλό δολοφόνο», γιατί είναι μια επίπτωση που δεν την βλέπουμε να έρχεται, τόνισε η κ. Βασιλική Κοτρώνη, από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών σημειώνοντας ότι ενώ σε μια πλημμύρα βλέπουμε το νερό να έρχεται, ένας κεραυνός είναι ένα έντονο φαινόμενο και το παρατηρούμε, ο καύσωνας, παρότι μπορεί να δημιουργήσει και αύξηση της θνητότητας των ανθρώπων, δεν τον παρατηρούμε ή δεν δίνουμε την ίδια σημασία. Εντούτοις, όμως, στα περισσότερα μέρη του κόσμου θεωρείται από τις καταστροφές του καιρού που συνδέονται με τη μεγαλύτερη θνησιμότητα. «Έχει διαπιστωθεί ότι με έναν βαθμό αύξησης της θερμοκρασίας, η θνησιμότητα μπορεί να αυξηθεί κατά 3%. Άρα λοιπόν είναι ένα πολύ σημαντικό φαινόμενο. Στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής αναμένεται ότι ο αριθμός των καυσωνικών επεισοδίων πρόκειται να αυξηθεί. Αυτό που έχουμε διαπιστώσει μελετώντας τα τελευταία 70 χρόνια σε όλη την Ελλάδα, αναφορικά με τους καύσωνες, είδαμε ότι όλα τα στοιχεία τους, η συχνότητά τους, η έντασή τους, η διάρκειά τους έχουν αυξηθεί. Μάλιστα, η μεγαλύτερη αύξηση έχει διαπιστωθεί μετά από το 1990. Επίσης, αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι οι καύσωνες ενώ στις παλαιότερες δεκαετίες εντοπίζονταν κυρίως τον μήνα Ιούλιο και Αύγουστο, πλέον εντοπίζονται και τον Ιούνιο, δηλαδή αυξάνει η περίοδος των καυσώνων. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, καθώς ο καύσωνας δεν επιδράει μόνο στην ανθρώπινη υγεία από τη δυσφορία ως τη θνητότητα, αλλά επίσης επιδράει στη γεωργία με πολύ σημαντικές επιπτώσεις, όπως και στα οικοσυστήματα. Για παράδειγμα ένας παρατεταμένος καύσωνας συνήθως συνδέεται μια ξηρασία, αυξάνει πάρα πολύ τον κίνδυνο εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών. Το Ρέθυμνο είναι ένας νομός που υποφέρει και έχει υποστεί πολύ σημαντικές δασικές πυρκαγιές. Επίσης, έχουμε διαπιστώσει ότι ο αριθμός των καυσωνικών επεισοδίων, οι θερμές μέρες, αλλά και οι τροπικές νύχτες κατά τις οποίες οι θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς. Συνήθως και η νύχτα είναι πολύ σημαντική σε έναν καύσωνα, γιατί τότε είναι που ανθρώπινος οργανισμός με την πτώση της θερμοκρασίας μπορεί να ανακάμψει για να αντιμετωπίσει την καινούργια μέρα. Ο αριθμός των θερμών ημερών και των τροπικών νυχτών αναμένεται να αυξηθεί πολύ στις προσεχείς δεκαετίες. Συγκεκριμένα για το Ρέθυμνο είδαμε ότι στην προσεχή τριακονταετία ότι οι θερμές ημέρες αναμένεται να αυξηθούν παραπάνω από 30 ημέρες τον χρόνο. (Θερμές ημέρες είναι αυτές που είναι πάνω από 25 βαθμούς). Είναι ένας μεγάλος αριθμός και δείχνει ότι η δυσφορία των ανθρώπων θα είναι μεγαλύτερη, η επικινδυνότητα μεγαλύτερη, η ενεργειακή κατανάλωση μεγαλύτερη και προφανώς, οι επιπτώσεις στη γεωργία και στα οικοσυστήματα μεγαλύτερες. Άρα, είναι επιτακτική η ανάγκη λήψης μέτρων σε μεγαλύτερο και διεθνές επίπεδο για την ελάττωση των εκπομπών των θερμοκηπικών αερίων, ώστε να μετριαστεί η κλιματική αλλαγή. Από την άλλη μεριά αυτό είναι για να μειώσουμε την αναμενόμενη αύξηση της θερμοκρασίας, συγχρόνως όμως θα πρέπει να κάνουμε και μέτρα αντιμετώπισης, καθώς η κλιματική αλλαγή είναι εδώ. Άρα χρειάζεται αντιμετώπιση και προσαρμογή, όπως και τα μέτρα που προτείνουμε στο συγκεκριμένο έργο, που μπορούμε και στο πλαίσιο της πόλης να την κάνουμε πιο βιώσιμη».
Καθοριστικό εργαλείο η πλατφόρμα για τη χάραξη πολιτικών για την πραγματική βιωσιμότητα των πόλεων
Στις σημαντικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και στο χρήσιμο εργαλείο που πλέον έχει στη διάθεσή του ο δήμος Ρεθύμνου μέσω της παραπάνω πλατφόρμας για την χάραξη πολιτικών που θα εστιάζουν στην πραγματική βιωσιμότητα της πόλης αναφέρθηκε ο δήμαρχος Ρεθύμνου, Γιώργος Μαρινάκης, τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Ζούμε μια πραγματικότητα που δεν την έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει και τη θεωρούμε ότι είναι προσωρινή. Είναι προσωρινή υπό την έννοια ότι είναι η αρχή ακόμα χειρότερων συνθηκών, εάν δεν πάρουμε τα μέτρα μας. Αυτή η συνεργασία, αυτό το πρόγραμμα το ευρωπαϊκό, το οποίο είναι εταίροι του το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και η εταιρεία Geospatial Enabling Technologies (GET), που μετά από μετρήσεις και επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε τρεις διαφορετικές πόλεις, σε μια τεράστια πόλη όπως η Αθήνα, μια μεσαία πόλη όπως η Λάρισα και μια πόλη μικρού μεγέθους αλλά με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως είναι το Ρέθυμνο, έχουν συνταχθεί ήδη συμπεράσματα. Έχει δημιουργηθεί μια πλατφόρμα με πολύ σοβαρή πληροφορία που ανατρέχει 50 χρόνια πίσω, άρα έτσι μπορούμε να δούμε με απόλυτα επιστημονικό τρόπο τι έχει συμβεί, την εξέλιξη κάποιων δυσμενών παραμέτρων στο κλίμα, όπως είναι η θερμοκρασία, η υγρασία, οι τροπικές νύχτες, οι καύσωνες, η ξηρασία του εδάφους. Όλα αυτά είναι κάποια θέματα που πρέπει να τα δούμε, όπως και πως πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Έχουμε μάλιστα τη δυνατότητα και ανά γειτονιά να έχουμε μια ακτινογραφία όλων αυτών των παραμέτρων και μπορεί ο καθένας μπαίνοντας στο site να πληροφορηθεί τι ακριβώς υπάρχει σαν δεδομένο. Θεωρώ ότι με αυτό το εργαλείο πρέπει να γίνουν οι επόμενες πολιτικές και να χαράξουμε την επόμενη στρατηγική μας για την πραγματική βιωσιμότητα των πόλεων. Οι πόλεις ασφυκτιούν, έχουν μια πολύ μεγάλη τρωτότητα, καθώς έχουμε αύξηση και πολύ μεγάλη ένταση στη συχνότητα των καυσώνων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ίδια μέτρα στην παλιά πόλη δημιουργούν μείωση θερμοκρασίας, όχι σε περιόδους καύσωνα, αλλά στις κανονικές περιόδους 1,5 βαθμό. Στους καύσωνες η μείωση είναι ακόμα μεγαλύτερη. Από την άλλη, στη νέα πόλη η μείωση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το 0,5 βαθμό κελσίου. Επίσης, δεν είναι τυχαίο ότι τη μεγαλύτερη τρωτότητα την παρουσιάζει η νέα πόλη. Η παλιά πόλη βέβαια βρίσκεται σε μια κατάσταση μεσαίας τρωτότητας, ούτε αυτό είναι ικανοποιητικό, αλλά μπορούμε με συγκεκριμένα μέτρα που προτείνουν οι επιστήμονες να ανακόψουμε αυτήν την αναμενόμενη αύξηση των θερμοκρασιών και όλων των δυσμενών άλλων συνεπειών, γιατί όχι και να τις μειώσουμε. Θέλει συγκεκριμένη στρατηγική, θέλει γενναιότητα, θέλει γνώση των πολιτών. Πρέπει όλοι να καταλάβουν ότι είμαστε συμμέτοχοι σε αυτήν τη διαδικασία. Δεν είναι κάτι που αφορά την αόριστη έννοια του κράτους ή του δήμου, αλλά αφορά και τον καθένα από εμάς πως συμπεριφέρεται στη δική του ιδιοκτησία. Αυτό έχει να κάνει με επιλογές που πρέπει να γίνουν, ώστε να μην έχουμε μεγάλες καταναλώσεις νερού, αφού και η λειψυδρία είναι παρεπόμενη δυσμενής συνέπεια της κλιματικής αλλαγής. Επομένως, πρέπει να πάμε στην έξυπνη άρδευση, στην έξυπνη καλλιέργεια, δηλαδή στον διαχωρισμό των δικτύων, στον σεβασμό του φυσικού πόρου. Είναι πάρα πολύ μεγάλη η συζήτηση που ανοίγουμε και θα ήθελα πραγματικά αυτά τα πορίσματα να τα μεταφέρουμε στους πολίτες μας. Θα έρθουμε σε επαφή με το Τεχνικό Επιμελητήριο και με τις άλλες ειδικές επιστημονικές ομάδες, όπως και με τα πανεπιστήμιά μας και τη σχολική μας κοινότητα για να μπορέσουμε να μεταφερθούν αυτά τα μηνύματα και οι ανησυχίες που υπάρχουν. Δεν μπορούμε να κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει στον κόσμο μας ή να θεωρούμε ότι ο τρόπος που ακολουθούμε της έντονης μετακίνησης είναι κάτι το οποίο δεν έχει συνέπειες. Έχει και πρέπει να το λάβουμε όλοι σοβαρά υπόψη μας».
Ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού, Θωμάς Κρεβετζάκης, τόνισε ότι τα συμπεράσματα της μελέτης ενισχύουν σημαντικά το οπλοστάσιο του δήμου Ρεθύμνου για μια σειρά έργων και δράσεων στην προσπάθεια αντιμετώπισης με τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο τρόπο των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής: «Είναι πάρα πολύ ενδιαφέροντα τα συμπεράσματα τα οποία εξελίχθηκαν από τη συγκεκριμένη μελέτη. Έρχονται με αυτόν τον τρόπο να ενδυναμώσουν το οπλοστάσιο του δήμου Ρεθύμνης όσον αφορά τον σχεδιασμό για την ποιότητα ζωής και τη μελλοντική εξέλιξη της πόλης του Ρεθύμνου. Με τα υπόλοιπα συστήματα παρακολούθησης, τα οποία έχουμε τοποθετήσει, έχουμε όλα τα εχέγγυα προκειμένου να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματα προσαρμογής τόσο της πόλης, αλλά και συνολικά του δήμου Ρεθύμνης σε σχέση με την ποιότητα ζωής των κατοίκων, των επισκεπτών. Είναι πάρα πολύ βασικό. Ξεχωριστά, λοιπόν, από το όποιο κομμάτι τεχνικού έργου γίνεται, να θωρακίζεται ο δήμος μας σχετικά με τις επιπτώσεις που πρόκειται να συμβούν τα επόμενα χρόνια και οι οποίες θα επηρεάσουν την εξέλιξη τόσο του δήμου, όσο την καθημερινότητα της ζωή των συμπολιτών μας. Η συγκεκριμένη μελέτη έρχεται να τεκμηριώσει ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι παρεμβάσεων του δήμου Ρεθύμνης στο κομμάτι των βιοκλιματικών αναπλάσεων και θα αποτελέσει ένα εξαιρετικό εργαλείο στην εφαρμογή του ΣΒΑΚ, αλλά κυρίως με το σχέδιο βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, το οποίο θα μας δώσει οδηγίες και τεκμηριωμένες δυνατότητες παρέμβασης σε συγκεκριμένες περιοχές».