Επί της οδού Β. Κορνάρου η οποία ως γνωστόν ενώνει την περιλάλητη παγκοσμίως οδό Σουλίου με την οδό Τσουδερών και είναι κατά κάποιον τρόπο η είσοδος των δικυκλιστών από τις παρυφές της παλιάς πόλης στην καρδιά της, βρίσκεται το ταβερνάκι «Άκρη» που διαθέτει και ρομαντικό κήπο.
Ο ένοχος της στήλης των «Ρινισμάτων» την έχει καταβρεί εδώ και χρόνια κατά τους εαρινούς, τους θερινούς και τους φθινοπωρινούς μήνες, σ’ αυτό το στέκι, με καφέ, τσιγάρο, και κρασί και ρέμβη. Ιδανικός συνταξιούχος σας λέω και ελληνοπρεπής, τυρβάζων περί τα πάντα και επιπλέον ουδεμίαν σχέσιν έχων με ιατρούς, νοσοκόμους και φαρμακοποιούς εισέτι …
Νωχελής έως του σημείου να παίρνω και κανέναν υπνάκο στην καρέκλα μιας και το κρεβάτι μου δεν αισθάνεται ιδιαίτερη έλξη. Εκεί λοιπόν στη γραφική Β. Κορνάρου τη γραφική, με τρεις καρέκλες στη διάθεσή μου κι ένα τραπεζάκι εντρυφώ στις σελίδες των εφημερίδων όπου πολλά μπορεί να βρει κανείς ενδιαφέροντα με τη βοήθεια της καφεΐνης, της νικοτίνης και του οίνου του ελληνικού…».
Εκεί, όπως τα αναφέρει κι ο ίδιος σε ένα από τα χρονογραφήματά του που κρατάω και διαβάζω ώρες που μου λείπει το χρώμα αυτής της πόλης, συναντούσα τον Κώστα Πετρίδη το μεσημέρι, όταν έκλεβα λίγο χρόνο, να πάω από τα γραφεία της Χατζηγρηγοράκη στο περίπτερο, έτσι για να ξεμουδιάσω.
Καθόταν πάντα στην έξοδο της ταβερνούλας , σε σημείο να μην εμποδίζει. Κι είχε μπροστά του πάκο τις εφημερίδες που ποτέ δεν θυμάμαι να δανείστηκε από κανένα. Ακόμα και οι μικρές του απολαύσεις, τσιγάρο, καφές, κρασί επέμενε να είναι πάντα προσωπική του υπόθεση. Δεν θυμάμαι ποτέ να δέχτηκε κέρασμα. Από περηφάνια; Μάλλον από αξιοπρέπεια που τον διέκρινε πάντα.
Όταν τον έβλεπα να διαβάζει τολμούσα να τον διακόψω για κάποιο πείραγμα, έτσι να προκαλέσω την ετοιμολογία που τον διέκρινε και το καυστικό του χιούμορ. Δεν έφτανε ποτέ φυσικά ο δικός μας διάλογος με αυτόν που είχε με τον εκδότη των Ρ.Ν. Γιάννη Χαλκιαδάκη και λυπάμαι που δεν είχα τότε τον τρόπο να καταγράψω έστω ένα απόσπασμα.
Πόσο περίτεχνα ήξερε να τον «φωτιάζει» ο ιδρυτής της εφημερίδας μας. Έξυναν και οι δυο τους παλιές πληγές με το να αυτοσαρκάζονται για τα ιδεώδη και τα πιστεύω τους. Ο Χαλκιαδάκης πιο προσγειωμένος στην πραγματικότητα, ο Πετρίδης χαμένος στα οράματα τα ίδια που κάποτε έδιναν στα νιάτα του τόλμη για αγωνιστική δράση.
Είχαν πάντως και οι δυο πολλά να θυμηθούν και να σχολιάσουν από τους αγώνες τους, καθένας στο δικό του μετερίζι. Μόνο που ο Κώστας αρκετές φορές έφευγε τσαντισμένος από πίκα προκαλώντας το αξέχαστο εκείνο πηγαίο γέλιο του Γιάννη Χαλκιαδάκη.
«Στον έκανα πάλι….» μου έλεγε κουνώντας με νόημα το κεφάλι αν τύχαινε να είμαι παρούσα στον διάλογο.
Σε λίγη ώρα όλα είχαν ξεχαστεί και ο Κώστας αφιέρωνε τον χρόνο που χρειαζόταν να φέρει το κείμενό του. Σε μερικές σελίδες άσπρου χαρτιού που φρόντιζε πάντα να μας ζητά εγκαίρως…
«Μπορώ δεσποινίδες και κυρία να έχω λίγο χαρτί για γράψιμο; …» ήταν το σύνηθες αίτημά του.
Και είχε όχι μόνο χαρτί αλλά και την αγάπη, τη φροντίδα μας.
Ποτέ δεν κάναμε ιδιαίτερη συντροφιά κι όμως ο Κώστας Πετρίδης ήταν μέλος της οικογένειας. Έτσι τον θεωρούσαμε ….
Την ώρα που έγραφε με το αιώνιο «μπικ», κι ας του χάριζες τα πιο κομψά στυλό στη γιορτή του, νόμιζες πως ήταν σε άλλους κόσμους. Πόλεμος να γινόταν πλάι του, δεν έπαιρνε χαμπάρι. Αυτό που τον ένοιαζε μόνο ήταν να έχει στην ώρα της τη διόρθωση. Ποτέ δεν έβαζε το μαχαίρι στον λαιμό, μα ο τρόπος του η έμφυτη ευγένειά του σε υποχρέωνε να μην προκαλέσεις τη δυσαρέσκειά του.
Ήταν εμβληματική μορφή ο Κώστας Πετρίδης για τα «Ρεθεμνιώτικα Νέα». Ευρυμαθέστατος, άριστος χειριστής της γλώσσας και της γραφής, είχε καταφέρει να αποκτήσει ένα φανατικό κοινό. Και δεν είναι τυχαίο όταν περνούσες από καφενεία κι έριχνες πλάγιες ματιές, στη δεύτερη σελίδα των «Ρ.Ν.» έβλεπες να είναι προσηλωμένοι οι θαμώνες. Ίσως γι αυτό να ήταν από τους μακροβιότερους συνεργάτες των «Ρ.Ν.». Όλοι τον αποζητούσαν. Ποτέ δεν θεωρήθηκε ξεπερασμένος, ακολουθώντας πάντα τα μηνύματα της εποχής.
Η προσωπική του ζωή αποτελούσε πάντα ένα μυστήριο. Κυρίως η παρουσία του στο Ρέθυμνο αν και Πελοποννήσιος. Εντελώς τυχαία είχαμε μάθει κάποιες από τις πολλές πτυχές μιας περιπετειώδους ζωής, ασυμβίβαστης, αφοσιωμένης σε ιδανικά και όχι μόνο στον χώρο της πολιτικής.
Παρέμεινε μέχρι τέλους αριστερός ιδεολόγος
Ο Κώστας Πετρίδης ζούσε με ηθικό αξίωμα το σεβασμό στο συνάνθρωπο. Όποιος κι αν ήταν αυτός. Κι έδινε μαθήματα αγωγής πολίτου όταν ισχυρά πρόσωπα της τοπικής πολιτικής σκηνής, λάτρεις της πένας του, ήθελαν να πουν μαζί του δυο λόγια παραπάνω. Ανεξαρτήτως κομματικής πλευράς, εκείνος τους άκουγε χωρίς να τους διακόψει. Και μετά περνούσε στη δική του επιχειρηματολογία, κατακεραυνώνοντας μερικές φορές ορισμένους. Κι ας ήταν προσκείμενοι περίπου κοντά στα δικά του πολιτικά ιδεώδη.
Αν και τα χρονογραφήματά του είχαν κυρίως πολιτικό χαρακτήρα, σε ξάφνιαζε μερικές φορές με τον ρομαντισμό στη γραφή του.
Θα εισηγηθώ στον επιμελητή της έκδοσης που θα περιλαμβάνει τα χρονογραφήματά του να μην ξεχάσει «το Γάτο». Γιατί αυτό το χρονογράφημα δείχνει το μεγαλείο της γραφής του Κώστα Πετρίδη. Από τα καλύτερά του κι εκείνο που υμνεί το Ρέθυμνο.
Αλήθεια πόσο πολύ αγάπησε την πόλη αυτή ο Κώστας Πετρίδης.
Απ’ ότι γνωρίζαμε είχε τελειώσει πολιτικός μηχανικός σε δίσεκτες εποχές. Εκείνος δήλωνε τοπογράφος. Η ιδεολογία του δεν του επέτρεψε να αποκομίσει αγαθά από το επάγγελμα. Μα ποτέ δεν φοβήθηκε τη δουλειά. Φάνηκε να στεριώνει στη ΜΟΜΑ όταν έκανε έργα στη Κρήτη. Κι έτσι ήρθε κοντά στο Ρέθυμνο που ως συνταξιούχος το έκανε δεύτερη πατρίδα.
Ήταν αναμφισβήτητα από τις εμβληματικές μορφές του επιτελείου των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» και από τους συνεπέστερους συνεργάτες. Σπανιότατα χρειάστηκε να καλύψει κάποιο άλλο κείμενο τη στήλη του εκεί στη δεύτερη σελίδα.
Αυτό που θα πρέπει να τονίσουμε εμείς που έτυχε να έχουμε άμεση σχέση με το πολιτιστικό γίγνεσθαι είναι ότι ο Κώστας Πετρίδης στάθηκε αφορμή να ανθίσουν πολλές τέχνες στο Ρέθυμνο. Δεν έχανε πολιτιστική εκδήλωση για την οποία έγραφε αμέσως μετά. Και περίμενε κάθε δημιουργός αυτό το κείμενο να δοκιμάσει τις δυνάμεις του. Ο Πετρίδης ποτέ δεν έκανε χάρη σε κανένα και ποτέ δεν έγραψε για να «χαϊδέψει» αυτιά. Θυμάμαι σε κάποιο σημείωμά του για ένα θεατρικό μου έργο για παιδιά που με «γλυκομάλωνε» που υποχρέωσα τους μικρούς ηθοποιούς να πειθαρχήσουν στους κανόνες της ρίμας. Γι’ αυτό ξέραμε πως ότι γράφει το πιστεύει και το προσέχαμε ιδιαίτερα.
Αξέχαστη η συμβολή του στην ανάδειξη θεσμών όπως η Συμφωνική Ορχήστρα, έργο ζωής του Μπάμπη Πραματευτάκη. Τα κείμενά του από τις πρώτες συναυλίες αποτελούν και μια θαυμάσια πηγή για να αντλήσουμε στοιχεία από την ατμόσφαιρα αυτών των εκδηλώσεων. Προσέξτε στο παρακάτω κείμενο πόσο σοφά ήξερε να περιγράψει αλλά και να σχολιάσει ένα μουσικό γεγονός με το γνωστικό πλούτο που διέθετε:
«Η συναυλία της Συμφωνικής μας.Η Δημοτική Πειραματική Συμφωνική Ορχήστρα Ρεθύμνου τη Δευτέρα το βράδυ στο θεατράκι του Κάστρου μας συνήρπασε το κοινό της με έργα Grieg, Beethoven και Πραματευτάκη.
Συμμετείχαν κλιμάκιο Δημοτική χορωδίας Ρεθύμνου και χορωδών Ηρακλείου. Σόλο τραγούδι Γιάννης Λαμαρλάκης, Φερενίκη Βαλαρή, Άννα Κακλιδάκη. Σολίστ Άρης Γκρεκούσης (πιάνο). Τη διεύθυνση ορχήστρας είχε ο Μπάμπης Πραματευτάκης.
Η συναυλία έγινε στα πλαίσια του Αναγεννησιακού Φεστιβάλ. Ο δήμαρχος της πόλης μας, μεταξύ άλλων, είπε ότι η Συμφωνική μας Ορχήστρα έπαψε πλέον να είναι πειραματική…. Ελπίζω αυτό, να κατανοηθεί ευρύτερα… και να εκφραστεί επίσης ευρύτερα ώστε να έχουμε ανοικτό τον δρόμο στην ανοδική της εξέλιξή της, έτσι που μαζί με τους άλλους γνωστούς παράγοντες των μουσικών μας πραγμάτων, που κατέστησαν την πόλη μας, εξέχουσα σ’ αυτόν τον τομέα του πολιτισμού, να πάει ακόμα πιο μπροστά και ακόμα πιο ψηλά η προσπάθεια, από κοινού, για το πολιτιστικό πρόσωπο του Ρεθύμνου στον νέο αιώνα. Η παράδοση κατά την γνώμη μου δεν είναι άλλο από αυξημένη ευθύνη για τις πόλεις και τα έθνη, που τη διαθέτουν πλούσια, όπως αυτός ο τόπος.
Ήταν προχθές, εκεί επάνω στο Κάστρο, μια ήπια μαγευτική βραδιά. Τα πεύκα ριγούσαν ανάλαφρα και σαν ξαφνιασμένα σε ένα υποβλητικό τεχνητό φώς. Το φεγγάρι χρυσοκόκκινο στην αρχή έκανε την εμφάνισή του και όσο ανέβαινε γινόταν αργυρό. Το πρώτο μέρος του προγράμματος μας καθήλωσε σε παραδεισένιους γλυκασμούς και μια γαλήνια ψυχική διάθεση μας κατέβαλε.
Σε μια στιγμή σκέφτηκα πόσο αχάριστοι είμαστε οι άνθρωποι, να επιζητούμε παραδείσους, τη στιγμή που μπορούμε εδώ κάτω να τους ζήσουμε….
Τέλος πάντων, η μουσική και το ωραίο ντεκόρ της φύσης με παρέσυρε και ένιωσα ευτυχής. Στο δεύτερο μέρος του προγράμματος πέταξα σε χρόνια και καιρούς άλλους.
Η ολοκαύτωση των χωριών μας του Κέδρους στην κατοχή και του Άη Βασίλη, βγήκε στο μουσικό έργο με τίτλο «Κέντρους Εγκώμιον» (συμφωνικό ποίημα για το χρονικό του ολοκαυτώματος χωριών του Κέντρους τον Αύγουστο του 1944) τη μουσική και ποιητική δικαίωσή του, νομίζω. Και βρήκε φυσικά με τη συγκινητική όσο και αισθητικά άρτια εκτέλεσή του από όλους τους εκτελεστές και το μαγικό φορέα που μας μετέφερε και στην πρόθεση του συνθέτη και στο κλίμα μιας ηρωικής όσο και τραγικής περιόδου της ιστορίας μας. Σκύψαμε το κεφάλι υποκλινόμενοι με δέος στα θύματα της θηριωδίας του ναζισμού και αναλογιστήκαμε του πολέμου τα δεινά. Του πολέμου που μετατρέπει πολιτισμένους λαούς σε φονιάδες ειδεχθείς.
Και βέβαια υποκλιθήκαμε στο σθένος ενός λαού, όπως ο Κρητικός, προκειμένου για την ελευθερία του.
Ήταν ένα χρέος που συνέλαβαν ο συνθέτης και ο ποιητής και το ’φεραν σε πέρας επάξιας με τη συγκινητική ανταπόκριση των σολίστ Γιάννης Δαμαρλάκης, Φερενίκη Βαλαρή, Άννα Κακλιδάκη, λύρα: Μιχάλης Δασκαλάκης, Λαούτο: Τίμος Βροντάκης, απαγγελία: Κωστής Ανδρουλιδάκης, Εύα Λαδιά και τη συμμετοχή κλιμακίων της Δημοτικής Χορωδίας Ρεθύμνου και Χορωδών Ηρακλείου. Νομίζω πως ο συνθέτης της Μπάμπης Πραματευτάκης χρειάζεται τη συμπαράστασή της πόλης για να προχωρήσει με ψυχική άνεση και δύναμη στην ολοκλήρωσή του ως μουσικός ποιητής και στο όνειρό του το μεγαλεπήβολο για την Συμφωνική μας Ορχήστρα, όνειρο που αν πραγματοποιηθεί θα γράψει στην πολιτιστική μας ιστορία σελίδες που θα τιμούν την πόλη των γραμμάτων και των τεχνών επάξια των παραδόσεών της.
Μην κλείνουμε δρόμους που οδηγούν στην καταξίωση και επαξίωστη μιας πόλης με πλούσιο παρελθόν σε μια εποχή που μπορούμε να το κάνουμε. Μια εποχή ανάπτυξης και προοπτικών παρά τις όποιες μεμψιμοιρίες μας.Ρεθεμνιώτικα Νέα 28-08-2002»
Ρομαντικός,ευαίσθητος και πάντα τυπικός
Ήταν όμως και ποιητής ο Κώστας Πετρίδης.Η μοναδική του συλλογή που κυκλοφόρησε είχε προκαλέσει ενδιαφέρον στους λογοτεχνικούς κύκλους. Κι εκείνος γελούσε όταν του μετέφερα σχόλια. «Μωρέ πάτε να μου επιστρέψετε παίνια; Μα εγώ ποτέ δεν σας είπα κάτι που δεν πίστευα»μου έλεγε.
Κι εμείς το ίδιο φυσικά. Μερικοί βλέποντας τον τρόπο που ζούσε έκαναν σενάρια με το νου τους. Κι ο Κώστας θύμωνε. Γιατί δεν του άρεσε να ασχολούνται με την προσωπική του ζωή.
Απολάμβανε την αγάπη των παιδιών του. Καμάρωνε για τις επιτυχίες τους, θυμάμαι με πόση αγάπη αναφερόταν στην κόρη και τους γιους του. Ήθελε όμως να ζει ανεξάρτητος. Να χαίρεται τους άλλους χωρίς να γίνεται μια από τις έγνοιες τους.
Αυτό έγινε κατανοητό όταν αντιμετώπισε το πρώτο πρόβλημα υγείας. Τα παιδιά του να ζουν μέσα στην αγωνία κι εκείνος να επιμένει να βρίσκεται στην πόλη που τόσο αγαπούσε. Τελευταία δεν κατάφερε να επικρατήσει το δικό του. Υποχρεώθηκε να ακολουθήσει τα παιδιά του. Και να γκρινιάζει στο τηλέφωνο, όταν επικοινωνούσαμε να μάθουμε νέα του πως γίνεται αφορμή να καθυστερούν από τις δουλειές τους, για να μην του λείψει τίποτα κι όλο ανησυχούν για την υγεία του.
Αυτά έλεγε και ’μεις καταλαβαίναμε πως δεν υπερβάλει, γιατί είχαμε ζήσει την αγωνία όλων των παιδιών του μέχρι να τον πάρουν κοντά τους.
Η αναχώρησή του όμως δεν επηρέασε καθόλου τη στήλη του που κάθε μέρα με ένα καινούργιο θέμα έδινε το παρόν στους φανατικούς αναγνώστες του.Με fax, το θέμα του Κώστα Πετρίδη ήταν στην ώρα του, έτοιμο να σταλεί στη φωτοσύνθεση, αφού φυσικά έβαζε την τελευταία πινελιά ο συντάκτης κάνοντας διόρθωση.
Έτσι τυπικός ήταν μέχρι το τέλος.
Πόσα δεν έχουμε να θυμόμαστε από τον Κώστα Πετρίδη. Πόσο διαφορετική ήξερε να κάνει την Ημέρα της Γυναίκας φέροντας και μοιράζοντας από ένα τριαντάφυλλο σε κάθε κυρία που εργαζόταν στην εφημερίδα.
Λουλούδια έφερνε και στη Γιορτή της Μητέρας.
Ο Κώστας Πετρίδης ήταν ένα ανοικτό πανεπιστήμιο για τον καθένα μας που είχε διάθεση να αποζητήσει τις γνώσεις του πάνω σε διάφορα θέματα. Αυτό που απεκόμισα προσωπικά ήταν η απομυθοποίηση προσώπων των σύγχρονης ιστορίας που είχαν πεταχτεί στον Καιάδα της εθνικής συνείδησης. Από τον Κώστα Πετρίδη μάθαμε κάτι και για τη θετική τους προσφορά. Από έναν ασυμβίβαστο αγωνιστή και διανοούμενο που ήξερε όμως να κρίνει δίκαια και σωστά με επιχειρήματα πάντα.
Κάποτε τον ρώτησα από τη γεμάτη περιπέτειες ζωή του ποια στιγμή θυμάται με περισσότερη συγκίνηση. Κι εκείνος χωρίς να σκεφτεί μου απάντησε:.
– Εκείνη τη μέρα που φίλησα το χέρι του Κωστή Παλαμά,είπε κι ένα δάκρυ διέκρινα στο βλέμμα του που δεν έκανε καμιά προσπάθεια να το κρύψει.
– Καλό σου ταξίδι Κώστα Πετρίδη αγαπημένε. Το Ρέθυμνο, η δημοσιογραφία, ο πολιτισμός, δεν θα ξεχάσουν ποτέ πόσα σου οφείλουν.
Ξέρω πως δεν έδινες συνέχεια στα σενάρια περί άλλης ζωής. Αν όμως, λέω αν τύχει και βρεθείς όπου οι γραφές ορίζουν και συναντήσεις τον επιστήθιο φίλο σου τον Γιάννη Χαλκιαδάκη πες του απλά πόσο μας λείπει και αυτός. Όπως κι εσύ που από χρόνια κρατάς μια σημαντική θέση στη σκέψη μας και στην καρδιά μας.