*Του Γιώργη Ν. Τσιγδινού
Ένα καλαίσθητο από κάθε άποψη βιβλίο 242 σελίδων, το οποίο τυπώθηκε στο Ρέθυμνο από την Γραφοτεχνική Κρήτης Α.Ε.Ε. έφθασε πρόσφατα στα χέρια μου. Πρόκειται για ένα ακόμα βιβλίο του καταξιωμένου και άοκνου Ρεθεμνιώτη συγγραφέα – ερευνητή Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, ο οποίος εξιστορεί τη ζωή και το έργο ενός σπουδαίου Ρεθεμνιώτη Ιεράρχη, όπως ήταν ο Βασίλειος Εμμ. Μαρκάκης από τα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου.
Ο Βασίλειος Μαρκάκης κατατάσσεται στους φωτισμένους Ιεράρχες , που λάμπρυναν την Εκκλησία της Κρήτης, με έντονη κοινωνική και πατριωτική δράση, τέκνα της ορεινής Επισκοπής Λάμπης και Σφακίων (νυν Μητρόπολης Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων), που ήταν κατά χρονολογική σειρά ο Μεθόδιος Σιλιγάρδος από το Βιζάρι Αμαρίου, ο Νικόδημος Σουμπασάκης από τον Ασώματο Αγίου Βασιλείου, ο Ευμένιος Ξηρουδάκης από την Ανώπολη Σφακίων, ο Αγαθάγγελος Παπαδάκης από τα Σελλιά Αγίου Βασιλείου και ο Βασίλειος Μαρκάκης από τα Κεραμέ Αγίου Βασιλείου.
Ο Βασίλειος Μαρκάκης γεννήθηκε στο κεφαλοχώρι Κεραμέ το έτος 1872, χωριό με το οποίο ο συγγραφέας Κ. Παπαδάκης διατηρεί συγγενικούς δεσμούς κι έχει ασχοληθεί με την καταγραφή της ιστορίας του από το έτος 2002. Τότε γεννήθηκε η ιδέα κι έγινε η πρώτη προσπάθεια βιογράφησης του άνδρα. Αν και ο συγγραφέας είναι ένα πολύ έμπειρο άτομο κι εργάστηκε πάνω -ας πούμε- στο στοιχείο του, διαισθάνεται κάποια αδυναμία στο να εξιστορήσει με τη γραφίδα του τη ζωή και το έργο μιας σπουδαίας προσωπικότητας της Εκκλησίας της Κρήτης, με έντονη κοινωνική και πατριωτική δράση και να καταγράψει το έργο ενός ανθρώπου λουσμένου με το ανέσπερο φως της Πίστης και ποτισμένου με ακαταμάχητη δημιουργική ενέργεια. Ο ίδιος μάλιστα ο συγγραφέας ομολογεί στον πρόλογό του: “Η παρουσίαση της ζωής και του έργου ενός ανθρώπου δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση . Αυτό καθίσταται ακόμα δυσχερέστερο, αν όχι αδύνατον, όταν η ζωή του βιογραφούμενου είναι πλούσια σε εκδηλώσεις και το έργο του πολυσχιδές και πολυσήμαντο. Οι μεγάλοι άνδρες διαθέτουν ικανότητες και δύναμη. Συνδυάζουν αρετές και σοφία, ψυχικό πλούτο και μαγαλείο, η πληρότητα των οποίων είναι αδύνατον να κατανοηθεί, πολύ δε περισσότερο να εκφραστεί, δεδομένου ότι οι παράγοντες που δημιουργούν την προσωπικότητα παραμένουν, συνήθως, άγνωστοι και ανεξερεύνητοι (Τα του ανθρώπου ουδείς οίδεν, ει μη το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ”(Α’ Κορ. 2, 11).
Ο Βασίλειος τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του στο χωριό του, στο Ελληνικό Σχολείο της Μύρθιου και στο Γυμνάσιο του Ρεθύμνου, εκάρη μοναχός το έτος 1890 στο Μοναστήρι του Πρέβελη από τον Γέροντά του και προστάτη του, Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Ευμένιο Ξηρουδάκη, ο οποίος τον προώθησε, ως υπότροφο της Ι.Μ.Πρέβελη, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το έτος 1896 με «άριστα». Στην περιώνυμη Σχολή του Αγίου Πνεύματος δίδαξε επί 2 χρόνια. Το τελευταίο μάλιστα έτος της λειτουργίας της 1898-99 ήταν Σχολάρχης. Με την ιδιότητά του μάλιστα αυτή δημοσίευσε στη ρεθεμνιώτικη εφημερίδα ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ, τον Ιούνιο του 1899, το άρθρο “Η ΕΝ ΑΓΙΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΣΧΟΛΗ (ΠΡΕΒΕΛΗ)”, που αποτελεί -ας πούμε- το κύκνειο άσμα της λειτουργίας της Σχολής αυτής. Το έτος 1900 χειροτονήθηκε Επίσκοπος στη νεοσύστατη Επισκοπή Αρκαδίας (νυν Μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας), που είχε τότε έδρα της τους Αγίους Δέκα. Παρέμεινε στη Επισκοπή Αρκαδίας για τέσσερις περίπου δεκαετίες και το έργο του υπήρξε όντως “πολυσχιδές και πολυσήμαντο”. Εκκλησιαστικό και κοινωνικό! Άφησε δε στην επισκοπή αυτή ανεξίτηλη τη σφραγίδα του δημιουργικού του έργου, που μέρος του ήταν η ίδρυση και η λειτουργία της Πρακτικής Γεωργικής Σχολής Μεσαράς, με έδρα τον Αμπελούζο. Την 8η Απριλίου 1941, λίγο πριν την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς , με απόφαση της Ι. Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκλέχτηκε Μητροπολίτης Κρήτης . Οι καιροί ήταν δύσκολοι, αλλά η συγκυρία αυτή ανάδειξε το νέο Μητροπολίτη, εκτός από τα υψηλά εκκλησιαστικά του καθήκοντα, σ’ έναν φλογερό, έντιμο και αγνό πατριώτη και κληρικό.
«Ο άμβωνας του αγίου Μηνά στο Ηράκλειο -αναφέρει μεταξύ πολλών άλλων ο συγγραφέας- καθίσταται από τον Βασίλειο φάρος ελευθερίας και βήμα περήφανο ενάντια του εχθρού, βροντοφωνώντας θαρρετά, μετά από κάθε λειτουργία :”Καλή Λευτεριά, αδελφοί! Και του χρόνου λεύτεροι!» Την παραμονή του Ευαγγελισμού, του κατοχικού έτους 1942, ο τότε Νομάρχης Ηρακλείου με τηλεφώνημά του ζήτησε από τον Μητροπολίτη Βασίλειο, ύστερα από διαταγή των γερμανικών αρχών κατοχής, την άλλη μέρα, κατά την πανηγυρική δοξολογία στον ναό του αγίου Μηνά, να μιλήσει υπέρ των Γερμανών. Τότε εκείνος ευθαρσώς του απάντησε: «Όχι, κ. Νομάρχα, δεν θα μιλήσω υπέρ των Γερμανών, αλλά κατά!». Και η απάντηση του Νομάρχη ήταν : «Σεβασμιώτατε, λυπάμαι πολύ, αλλά θα το μετανιώσετε!».Συνέπεια της αντιστασιακής δράσης του Βασιλείου ήταν η σύλληψή του από τους κατακτητές την αμέσως επόμενη μέρα , 26 Μαρτίου 1942 και η βίαιη απομάκρυνσή του στην κατοχική Αθήνα της πείνας και της στέρησης, όπου παρέμεινε εξόριστος για μία περίπου τριετία».
Το βιβλίο, τέλος, είναι διανθισμένο, εκτός από τη βιβλική μορφή του σεμνού Ιεράρχη, με πλήθος ιστορικά στοιχεία, αρχειακό και φωτογραφικό υλικό από τη ζωή και το έργο του , αλλά και πλουσιότατη βιβλιογραφία, στοιχεία που το κάνουν ακόμα πιο ενδιαφέρον.