Ο συνταξιούχος δάσκαλος και, για χρόνια, διευθυντής σε σχολεία του νομού Ηρακλείου, Κωστής Λαγουδιανάκης, είναι ένας αληθινά παθιασμένος λάτρης της κρητικής γλωσσολαλιάς και ιδιαίτερα της κρητικής μαντινάδας. Στο παρελθόν είχαμε παρουσιάσει τη μαντιναδολογική δουλειά του, υπό τον τίτλο: «Χιλιάκριβε σεβντά μου» (Ηράκλειο 2015), ενώ ανάμεσα στα βιβλία του ξέχωρα εντυπωσιακό είναι και τα «Τα ναμουντάνικα χωργιά» (Ηράκλειο 2009), μια τολμηρότατη δουλειά, στην οποία εμπεριέχονται 1430 μαντινάδες, μια για κάθε χωριό της Κρήτης(!) (τόσα μας τα μέτρησε ο φίλος Κωστής τα χωριά της Μεγαλονήσου).
Μια δουλειά, όπως τις παραπάνω, που δύσκολα τη χωράει το μυαλό του ανθρώπου, είναι και το προηγηθέν του παρόντος βιβλίο του, με το οποίο ο Κωστής Λαγουδιανάκης έφτασε στην αποκορύφωση! Να τραγουδήσει το απίστευτο. ολάκερη την ιστορία της Κρήτης, από τη Νεολιθική Εποχή και τη Μινωική Κρήτη, μέχρι την Κλασική εποχή, το Βυζάντιο και τη Βενετοκρατία, τον Κρητικό Πόλεμο και το Εικοσιένα, τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση, τη Μάχη της Κρήτης και την Αντίσταση. Σαν κι ο Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής τον «Κρητικό Πόλεμό» του, έτσι κι ο φίλος Κωστής Λαγουδιανάκης βάλθηκε να τραγουδήσει στην κρητική λαλιά και σε ιαμβικό 15σύλλαβο ολάκερη την Ιστορία της Κρήτης. Και το αποτέλεσμα, ένας τόμος 830 σελίδων, με σκληρό πολυτελές εξώφυλλο, και πλούσιο έγχρωμο φωτογραφικό υλικό.
Έτσι τολμηρός, πάντα, ο φίλος Κωστής Λαγουδιανάκης πιάστηκε επανειλημμένα και από το βιβλίο μας: «Ρέθυμνο 1900-1950», κι έλαβε αφορμή και αφιέρωσε τιμητικά και στην πόλη μας αρκετά στιχουργήματά του που δημοσιεύτηκαν σε τοπικές εφημερίδες, όπως τα παρακάτω:
α) Υπαίθριοι Μικροπωλητές του παλιού Ρεθέμνους.
β) Τον Κήπο τον Δημοτικό το Ρέθεμνος λογιάζει.
γ) Σαπουναριά στο Ρέθεμνος πριχού πενήντα χρόνους.
δ) Οι βροντεροί τελάληδες στσι ρούγες του Ρεθέμνους.
Θέλοντας, πάντως, ο Κωστής Λαγουδιανάκης να μην αφήσει γωνιά της Κρητικής γης που να μείνει ατραγούδιστη από τη μπένα του, στράφηκε τη φορά αυτή στα λαογραφικά της Κρήτης. Μετά την Ιστορία φυσικό επακολούθημα έρχεται η Λαογραφία. Έτσι, δημιουργήθηκε το παρουσιαζόμενο βιβλίο του «Αποσπερίδες και βαΐζα», μέσα από το οποίο διηγείται και ιστορεί, διδάσκει κι επεξηγεί πράγματα γύρω από τη ζωή των παλαιινών Κρητικών, των Κρητικών της υπαίθρου, τόσο του γεωργικού, όσο και του κτηνοτροφικού μόχθου και των λοιπών εργασιών του χωριού.
Συχνά ο λόγος του κατεβαίνει κελαρυστός και μας θυμίζει γλυκό ομηρικό τραγούδι, σαν τραγουδά τις χαρές της ζωής, τις μέρες τις γιορτινές, π’ ακολουθούν τη σκληρή του βουνού βιοπάλη. «Χορός, Ανθρώποι, Εσμιγά, Γέλιο Ψυχής Γιορτάσι». Όμως, οι αποσπερίδες του Κ. Λαγουδιανάκη δεν γνωρίζουν περιορισμό κι εξακτινώνονται και πιο πέρα κι αγκαλιάζουν όλα τα λαογραφικά θέματα της Κρήτης: από την ενδυμασία του Κρητικού («Βράκες, μεϊτανογέλεκο, εντυμασά τση Κρήτης») στις βαριές κοπιαστικές δουλειές του χωριού, όπως τ’ Αλώνισμα («Οι γι- αλλοτεσινοί καιροί θυμούνται τ’ Αλωνάρη»), τ’ Άλεσμα στο Μύλο («Καλωσορίζει τ’ Άλεσμα πασίχαρος ο Μύλος»), το ζύμωμα του ψωμιού («Ψωμί του Ίδρου, τω Χεριώ τση Σκάφης, τση Ζυμώτρας»), τον τρύγο («Τρυγοπατήματα Χαράς και Κρασοπανεγύρι») και τ’ άλεσμα στο μύλο («Λαδομποξάδες Φάμπρικας, Μάκενα, Μποτζαργάτης»), για να φτάσει και να περιδιαβεί το «Κρητικό το σπίτι», τον αργαλειό («Ανυφαντοαθιβολές στση Κρήτης τ’ Αργαστήρι») και τις ονοστιμιές της κρητικής κουζίνας σαν η γυναίκα του σπιτιού «μαγεροτσικαλιάζει».
Απ’ όλα τα παραπάνω ο συγγραφέας φαίνεται γερός γνώστης του παλιού τρόπου ζωής των Κρητικών , όμως πρέπει και να διάβασε πολλά για να βολέψει κάποια κείμενά του και κυρίως αυτά τα τελευταία για τα δυο πρωτοπαλίκαρα, τους δυο τιτάνες του νησιού, τον μεγάλο τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο («Με τ’ όνομα Δομήνικος γεννήθηκε στη γ-Κρήτη») και τον Καζαντζάκη («Τση μπένας ο Πρωτόσκολος ο Νίκος Καζαντζάκης»). Η αναφορά του σ’ αυτούς τους δυο καθίσταται εντυπωσιακή σαν τον ακούς να τραγουδεί καταλεπτώς και να αναλύει τα έργα και τη ζωή τους, σε καθάρια ιαμβική κρητική λαλιά
Ο στίχος του αριστοτεχνικός με απόλυτη και, πάντα, ταιριαστή ομοιοκαταληξία. Ιδιαίτερη και η προσοχή που δίνει ο Ποιητής στα πνεύματα (αφαίρεσης- έκθλιψης), που είναι τόσο συχνά, αφού, ως γνωστόν, ο κρητικός λόγος δεν σηκώνει χασμωδίες. Όλα τα βρίσκεις προσεγμένα. τη στίξη, την ορθογραφία και τη σύνταξη. Στρογγυλεύει και σμιλεύει περίτεχνα τις λέξεις, στον αόριστο των οποίων επικρατεί η χαρακτηριστική αύξηση (η) του ανατολικού κρητικού ιδιώματος (ηγόραζε), ενώ πλάθει και σωρεία καινούριων εντυπωσιακών λέξεων.
Στο τέλος, πολύτιμο εργαλείο βρίσκουμε ένα πλουσιότατο «Κρητικό Γλωσσάρι» εκατοντάδων λέξεων της κρητικής λαλιάς που μία προς μία μεταφέρονται από τον Ποιητή επιτυχώς στο νεοελληνικό λεξιλόγιο.
Ο Κωστής Λαγουδιανάκης κατάφερε να γαλουχηθεί και να μεγαλώσει με τις καθάριες κρητικές αξίες, πίνοντας από τα παιδικάτα του μονάχα από το αγνό νερό της βρυσομάνας, από την ίδια την βρυσομάνα που είχε πιει κι ο Όμηρος, ο Θαλής, ο Ησίοδος, ο Λεονταρίτης, ο Χαλκιόπουλος. Δεν θόλωσαν τον Κωστή τα βαλτόνερα της σύγχρονης ευρωπαϊκής διανόησης και περιορίστηκε να ξεδιψάσει μονάχα απ’ τις δροσερές πηγούλες του χωριού του, του Χαρασού Ηρακλείου, που του υπέδειξαν από τα μικράτα του ο αφέντης του κι αυτή η γλυκιά του μάνα. Με βαθιά αγάπη και ειλικρινή σκύβει «στην πλάκα του» και πιάνει «το κοντύλι» του, σε μια προσπάθεια επιλογής των πολύτιμων εκείνων στοιχείων σύνθεσης των μοσχομύριστων λέξεων της μπαινάμικης κρητικής διαλέκτου.
Για άλλη μια φορά συγχαίρουμε και θερμά ευχαριστούμε τον εκλεκτό φίλο Κωστή Λαγουδιανάκη και του ευχόμαστε να έχει υγεία και δύναμη, για να συνεχίζει τη γόνιμη, εργώδη και δημιουργική δραστηριότητά του στον χώρο του Κρητικού Λόγου και της Μαντινάδας, στα οποία τόσο μεγάλη και ουσιαστική είναι η μέχρι σήμερα συμβολή του. Η γενέθλια γη θα επιβραβεύσει, να είναι βέβαιος, με ευγνωμοσύνη και αγάπη αυτήν την όμορφη κι ευγενική παρουσία του στα Γράμματα της Κρήτης και την ιερή προσήλωσή του στις πατρογονικές αξίες και παρακαταθήκες, σε ό,τι όμορφο και ιερό έχει την αναφορά του στις ρίζες και τις αξίες του τόπου αυτού.
www.ret-anadromes.blogspot.com