Τα δύο σαββατοκύριακα, αυτό που πέρασε, 7-8 Μαΐου και αυτό που θα έλθει, 14-15 Μαΐου, εγκαινιάζουν την προεκλογική περίοδο στη χώρα, αν και δεν γνωρίζουμε ακόμη την εποχή ή την ημερομηνία των εκλογών. Εκλογές για τις νομαρχιακές στο ΚΙΝΑΛ, που επιστρέφει καθαρά ως ΠΑΣΟΚ με τον ήλιο του, 14ο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας και εκλογές της 15ης Μαΐου στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για την εκλογή αρχηγού και των μελών της Κεντρικής Επιτροπής. Διεργασίες, που οριστικοποιούν πολιτικές κατευθύνσεις και πλατφόρμες πολιτικής επικοινωνίας στην πορεία προς τις εκλογές. Κάτι που φάνηκε το προηγούμενο σ/κ για ΝΔ και ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και αναμένεται επίσης να φανεί και για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης το ερχόμενο σ/κ.
Κάνοντας τις πρώτες βασικές διαπιστώσεις, δύο είναι τα γεγονότα που χαρακτήρισαν το συνέδριο της ΝΔ. Από τη μια η παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, που κατά την προσφιλή τακτική του θέλει να δείχνει ότι παραμένει η βαριά δεξιά συνείδηση της παράταξης. Πιο συγκεκριμένα κι ενώ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να διεμβολίσει το κέντρο, ο Μεσσήνιος πολιτικός υπενθύμισε ότι δεν υπάρχει κεντροδεξιά χωρίς τη δεξιά. Από την άλλη πλευρά ο ΠΘ επέστρεψε στη ρητορική της αυτοδυναμίας, πολιτική στρατηγική που λόγω των δημοσκοπικών ευρημάτων του τελευταίου διαστήματος είχε αναγκαστεί να αλλάξει.
Στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ τα πράγματα είναι πιο αισιόδοξα, μετά τη στασιμότητα του τελευταίου διαστήματος που ήδη είχε διαγνωσθεί από την Χαριλάου Τρικούπη. Η συμμετοχή 170.000 συμπολιτών μας στις κάλπες για τις νομαρχιακές επιτροπές επιβεβαίωσαν ότι υπάρχει ένα μεγάλο συμπαγές σώμα ψηφοφόρων που επιθυμεί την επιστροφή του κόμματος σε διψήφια ποσοστά και ταυτόχρονα να διαδραματίσει εκ νέου κεντρικό ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι διόλου τυχαία η παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, που για πρώτη φορά με άρθρο του στηρίζει καθαρά το Νίκο Ανδρουλάκη, προσφέροντάς του και την πολιτικο-ιδεολογική πλατφόρμα στην οποία θα πρέπει να κινηθεί και η οποία βέβαια έχει μια λανθάνουσα δεσμευτικότητα ως προς τις συμμαχίες της επόμενης ημέρας.
Στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται να επανεκλεγεί πανηγυρικά αρχηγός με τις δημοσκοπήσεις για πρώτη φορά να το φέρνουν όλο και πιο κοντά το κόμμα του στη Νέα Δημοκρατία, χωρίς, ωστόσο, ακόμη και σε αυτή την ευνοϊκή για την Κουμουνδούρου συγκυρία, λόγω της ακρίβειας και των λογαριασμών της ΔΕΗ, να μπορεί να αποκτήσει έστω και κατ’ ελάχιστον προβάδισμα. Και αυτή η συνεχιζόμενη κατάσταση είναι που ανησυχεί, αλλά μέχρι τώρα δεν καταφέρνει να ανατρέψει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, που κρατάει τα ποσοστά του λόγω της θέσης του ως ο δεύτερος μεγάλος πόλος του πολιτικού συστήματος σε συνδυασμό με το «αντιμητσοτακικό μέτωπο» που του έδωσε το σχεδόν 32% τον Ιούλιο του 2019 και είναι το μόνο πολιτικό μέγεθος, το οποίο φαίνεται να ενισχύεται.
Αλλά γιατί αυτός ο τίτλος; Γιατί η Κρήτη φαίνεται ότι θα αποτελέσει το βαρόμετρο των εκλογών. Η ανάληψη της αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ από τον Νίκο Ανδρουλάκη έδωσε άλλον αέρα και σε αντίθεση με τη στασιμότητα που εκτιμάμε ότι υπάρχει στην υπόλοιπη επικράτεια, στην Κρήτη η δυναμική του ενισχύεται. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πληθαίνει τις εμφανίσεις του στο νησί, γιατί ο κ. Ανδρουλάκης έχει επιτύχει επαναπατρισμό στον κόμμα του των κεντρώων ψηφοφόρων της βενιζελικής παράδοσης, που ψήφισαν ΝΔ το 2019. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Δεν είναι και σε αυτή την περίπτωση τυχαίο ότι ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε την τελευταία στιγμή περιοδεία σε Χανιά και Ρέθυμνο, την επομένη των εκλογών στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ για την εκλογή των μελών των νομαρχιακών επιτροπών.
Για να είμαστε ρεαλιστές, το ΠΑΣΟΚ σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις θα είναι τρίτο κόμμα στις επόμενες εκλογές. Το ερώτημα είναι αν σε ένα εξαιρετικά πολωμένο προεκλογικό κλίμα θα καταφέρει να καταγράψει σημαντικά υψηλά ποσοστά που θα το αναδείξουν εκ νέου σε σημαντική πολιτική δύναμη. Η Κρήτη κάνει ότι μπορεί γι’ αυτό και μάλλον τα εκτιμώμενα ποσοστά που θα καταγράψει στην ελλαδική μεγαλόνησο είναι αυτά που αναδείξουν το ΠΑΣΟΚ και το Νίκο Ανδρουλάκη σε ρυθμιστές των εξελίξεων. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει στην υπόλοιπη Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα και την Αττική…