Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΗΤΑ*
Με αφορμή την απαράδεκτη αυτές τις μέρες συμπεριφορά του Βρετανού Πρωθυπουργού προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό εξαιτίας της διεκδίκησης του κ. Μητσοτάκη της επιστροφής των γλυπτών μαρμάρων του Παρθενώνα, θεωρώ καλό να θυμηθούμε την ιστορία της κλοπής τους από τον Ελγίνο.
Ο Ελγίνος γεννήθηκε στη βόρεια Σκοτία όπου ήταν η κομητεία του μεγαλοκτήμονα πατέρα του. Από νεαρή ηλικία έγινε πρεσβευτής της Βρετανίας στις Βρυξέλλες, Βερολίνο και Κωνσταντινούπολη. Η γυναίκα του ήταν μία πλούσια Εγγλέζα, ελληνολάτρισσα. Για να την ευχαριστήσει, της υποσχέθηκε ότι για χάρη της θα κτίσει οίκημα με αρχαιοελληνική μορφή και με αυθεντικά υλικά από την Ακρόπολη.
Όταν ήταν πρεσβευτής της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη κατόρθωσε να αποσπάσει ένα φιρμάνι από τον Τούρκο Μεγάλο Βεζίρη που του έδινε το δικαίωμα να πάρει από την Ακρόπολη μερικά κομμάτια πέτρας με επιγραφές και σχήματα και μία Καρυάτιδα.
Έτσι ο Ελγίνος, από το 1801, άρχισε το καταστροφικό του έργο. Πλήρωνε τον Τούρκο φρούραρχο της Ακρόπολης πέντε λίρες κάθε μέρα, προσέλαβε 350 εργάτες και επί ένα χρόνο και στη συνέχεια όποτε ήθελε, λεηλατούσε την Ακρόπολη. Διακόσια κιβώτια αρχαιολογικών θησαυρών συσκευάστηκαν για να μεταφερθούν στο Λονδίνο.
Το 1801, υπό την επίβλεψή του, από το λιμάνι του Πειραιά, απέπλευσε το ιδιόκτητο πλοίο του «Μέντορας» φορτωμένο με τα 65 πρώτα κιβώτια των θησαυρών. Ο ίδιος ο Ελγίνος έφυγε με άλλο μέσο για την Κωνσταντινούπολη. Όμως, το πλοίο του βυθίστηκε στο ακρωτήρι Μαλέα, οι ναύτες σώθηκαν και το πολύτιμο φορτίο στο βυθό ανάμεσα στα Κύθηρα και την Πελοπόννησο. Ο Ελγίνος ανέσυρε τα κιβώτια από τον βυθό, πληρώνοντας 6.000 λίρες. Στη συνέχεια, λόγω του ότι ξέσπασε ο Γαλλοαγγλικός πόλεμος, ανακλήθηκε από την Κωνσταντινούπολη στο Λονδίνο, 1804. Φρόντισε να φορτωθούν τα 65 κιβώτια σε πολεμικό πλοίο της Αγγλίας για το Λονδίνο και στη συνέχεια δικοί του άνθρωποι τα έκρυψαν σε αποθήκη που είχε νοικιάσει. Ο ίδιος προτίμησε να επιστρέψει οδικώς ως την Μάγχη και από εκεί να περάσει στο Λονδίνο. Στον δρόμο τον συνέλαβαν στρατιώτες του Ναπολέοντα και τον έκλεισαν φυλακή. Κατόρθωσε, μετά από δύο χρόνια, το 1806, να αποφυλακιστεί και επέστρεψε στο Λονδίνο. Έχασε όμως την έδρα του στη Βουλή των λόρδων, γιατί δόθηκε σε άλλον. Η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για κάποιον άλλον άνδρα.
Όμως, συνέχισε το κακουργηματικό του έργο, βανδαλίζοντας και λεηλατώντας τον Παρθενώνα και την Ακρόπολη, συλλέγοντας ακόμη και αγγεία, 253 τεμάχια, μεταφέροντας τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στο Λονδίνο και επιδεικνύοντάς τους σε φίλους και γνωστούς. Ένας από αυτούς ο ζωγράφος Χένρι Φουζέλι, όταν είδε τα εκθέματα άρχισε να φωνάζει από θαυμασμό και να λέει: «Οι Έλληνες ήταν Θεοί». Ο ζωγράφος Λουσιέρι, στην υπηρεσία του Ελγίνου, το 1812, έστειλε στο Λονδίνο τα τελευταία κιβώτια ολοκληρώνοντας την καταστροφή.
Ο Ελγίνος το 1816 αποφάσισε να πουλήσει τους αρχαιοελληνικούς θησαυρούς στη Βρετανία και ζήτησε 74.240 λίρες. Η κυβέρνηση της Βρετανίας έλυσε το ηθικό ζήτημα με το αστείο αιτιολογικό ότι τα μάρμαρα σαπίζουν στην Ακρόπολη και ότι οι Άγγλοι θα τα συντηρούσαν. Ως προς το ποσό, επιδόθηκε στον Ελγίνο: «Μείον η μεταφορά με αγγλικό πολεμικό πλοίο, μείον το γεγονός ότι η απόκτησή τους οφείλεται στο ότι ο κόμης ενεργούσε ως κυβερνητικός υπάλληλος, μείον ότι θα κτιστεί ειδική αίθουσα στο Βρετανικό μουσείο, κάνει να παίρνει 35.000 λίρες», επιβραβεύοντας χωρίς ντροπή τον μεγαλύτερο αρχαιοκάπηλο.
Ο Ελγίνος, πέθανε στα 1841, σε ηλικία 70 ετών, στερημένος από αξιώματα και καταφρονημένος ακόμα και στην ίδια του πατρίδα. Ο μεγάλος αρχαιολόγος της εποχής του Νάιτ τον κατηγορούσε «για άθλιο βάνδαλο και καταστροφέα του Παρθενώνα και αρχαιοκάπηλο». Ο λόρδος Βύρων είχε σκαλίσει σε μαρμάρινη πέτρα τα εξής: «Ό,τι δεν κατάφεραν οι Γότθοι, το έκαναν οι Σκότοι (Σκοτσέζοι)».
Η Βρετανία εδώ και 200 και πλέον χρόνια κερδίζει, κάθε χρόνο, αμύθητα ποσά από τους επισκέπτες που τρέχουν να θαυμάσουν τα απαράμιλλης αξίας αριστουργήματα.
Η αείμνηστη υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη ξεκίνησε έναν αγώνα για την επιστροφή τους στην Ελλάδα, μια προσπάθεια που επιβάλλεται να συνεχιστεί.
Η ιστορία αυτή μού ενέπνευσε κι έγραψα ένα ποίημα-τραγούδι:
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Κάποιος απ’ την Αλβιώνα,
κόμης Έλγιν το όνομά του,
τα γλυπτά του Παρθενώνα
ήρθε κι έκανε δικά του
και τα πούλησε ο κλέφτης
στο κλεπταποδόχο κράτος
ένας μέγας αρχιψεύτης
κι ένα κράτος εμποράκος.
Επωδός
Ο Παρθενώνας είναι όλη η Ελλάδα,
είναι ο Φειδίας κι ο μεγάλος Περικλής
είμαστε εμείς οι Έλληνες οι όπου γης,
ο Παρθενώνας είναι όλη η Ελλάδα,
είναι του κόσμου η χρυσή Ολυμπιάδα
και στους αγώνες ο μεγάλος νικητής,
ο Παρθενώνας περιμένει τα γλυπτά του
να ξαναζήσει τον παλιό καλό καιρό,
μοιάζει πατέρας που του πήραν τα παιδιά του
και περιμένει τον γλυκό τους γυρισμό,
Με ιδρώτα και αγώνα
και το δίκιο στο πλευρό μας
τα γλυπτά του Παρθενώνα
θα ’ρθουν πάλι στον ναό μας
κι η Ακρόπολη θα λάμψει
και θα λάμψουν τα ουράνια
κι ο καθένας μας θα κλάψει
από την υπερηφάνεια.
* Ο Δημήτρης Απ. Ρήτας είναι φιλόλογος – συγγραφέας – στιχουργός – διευθυντής Περιφερειακού Θεάτρου Καρδίτσας