Ας με συγχωρήσουν οι αναγνώστες μας για το ενδεχόμενο παραπλάνησης, αλλά δεν ήταν στις προθέσεις μας όταν αποφασίσαμε να δανειστούμε τον τίτλο από τη γνωστή συλλογή διηγημάτων του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Για τις προεκλογικές υποσχέσεις θέλουμε να μιλήσουμε, που η γενιά μας σε πολλές περιπτώσεις τις συνδυάζει με τα μεγάλα «ΘΑ», είτε αυτά που εκστομίζονταν σε ελληνικές ταινίες του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, όπως στο «Υπάρχει και Φιλότιμο» με τη γνωστή περσόνα του «Μαυρογιαλούρου», στο «Στουρνάρα 288» με αυτήν του «βουλευτή Καλοχαιρέτα» και στο «Ζητείται ψεύτης» με αυτή του «ψευτοθόδωρου» είτε στα πραγματικά προεκλογικά μπαλκόνια της δεκαετίας του ’80.
Αφορμή για το σημερινό μας κείμενο αποτέλεσε, πέρα από τις λεκτικές προεκλογικές υπερβολές των υποψηφίων, η ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μιας διακεκριμένης οινοπαραγωγού του νομού μας, που δίκαια μάλλον διαμαρτύρεται για τον χρόνο και το μέγεθος των ενισχύσεων που θα λάβουν οι πυρόπληκτοι από τις περσινές φωτιές στις Μέλαμπες. Θέλοντας, ωστόσο, όσο είναι δυνατό να αποφύγουμε μια μέρα πριν από τις εκλογές τυχόν εργαλειοποίηση των προθέσεών μας και του κειμένου μας, είμαστε υποχρεωμένοι να πούμε ότι με βάση και τα προαναφερθέντα, οι εκλογικές υποσχέσεις και οι αποπροσανατολιστικές παροχές είναι διαχρονικό φαινόμενο και δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, την Κρήτη και το Ρέθυμνο. Απλώς, στον «ευλογημένο» τόπο μας αυτή η πρακτική τείνει πολλές φορές να αντικαταστήσει την αρμόζουσα πολιτική διαχειριστική κανονικότητα.
Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι οι πολιτικοί μας ομνύουν «δογματικά» στη συνέχεια του κράτους και την καταπολέμηση των παθογενειών, αλλά είναι παραπάνω από συχνό το φαινόμενο οι αιρετοί θεράποντες της κεντρικής πολιτικής σκηνής και της τοπικής αυτοδιοίκησης να αφήνουν για την προεκλογική περίοδο την εκτέλεση των σημαντικότερων έργων τους. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι λόγω των αυριανών εθνικών εκλογών και των αυτοδιοικητικών α’ και β’ βαθμού, «η Ελλάδα ανασκάπτεται από άκρη σ’ άκρη», που είχε πει κι ένας παλιός πολιτικός, ενώ τα κάθε είδους επιδόματα (pass) γίνονται η «καύσιμη» ύλη για μετακινήσεις προς τις γενέτειρες, χωρίς άγχος για τα έξοδα αλλά και χωρίς προοπτική για τη συνέχεια.
Παρόλα όμως αυτά τα όχι και τόσο καλώς κείμενα, εύλογα θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος καλόπιστος ή κακόπιστος: πρώτον, δεν γίνονται τα έργα και δεύτερον, μήπως η όποια απαξίωση της πολιτικής ρίχνει νερό στον μύλο των εχθρών της δημοκρατίας μας; Η απάντηση είναι ότι τα έργα γίνονται, αλλά πολλές φορές ημιτελώς και μετά το πέρας εκλογών παραπέμπονται στις «ελληνικές καλένδες», όπως λόγου χάρη το «γιοφύρι της Άρτας» που λέγεται Β.Ο.Α.Κ. Και όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, η τεκμηριωμένη κριτική για τα πτερόεντα «λόγια της πλώρης» βοηθά τους ψηφοφόρους στην επιλογή τους και αποτελεί τη βάση διάλογου για την επόμενη μέρα, χωρίς να έχει σημασία ποιος κάθεται στην πλώρη και ποιος στην πρύμνη…
Καλό βόλι!
* Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός