Είναι πολλοί οι ήρωες που αντίκρισαν το εκτελεστικό απόσπασμα στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Ήταν όμως τραγικότερη η μοίρα εκείνων που πέθαναν λίγο πριν από το χάραμα της λευτεριάς ενώ άξιζε να ανασάνουν κι αυτοί λεύτερα, δικαίωμα για το οποίο είχαν αγωνιστεί επίσης σκληρά.
Η δημοσιογραφική οικογένεια του Ρεθύμνου είχε θρηνήσει τον πρώτο νεκρό ανταποκριτή του έπους 1940, τον Κωστή Παπαδάκη αλλά έμελε ένας ακόμα φλογερός αγωνιστής να βρεθεί μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα στο Χαϊδάρι, λίγο πριν να χαράξει η απελευθέρωση. Ήταν ο δημοσιογράφος Μανόλης Λίτινας από τη Γωνιά.
Είναι 4:00 το πρωί της Παρασκευής 8 Σεπτεμβρίου 1944. Η πόρτα του κελιού ανοίγει για να περάσει ο ιερέας με τα Άχραντα Μυστήρια.
Οι μελλοθάνατοι, ανάμεσά τους και ο Μανόλης Λίτινας, δημοσιογράφος, εκτελούν το τελευταίο τους θρησκευτικό καθήκον προσπαθώντας να μη λυγίσουν.
Η ώρα πήγε 5.30 και οι Γερμανοί βιάζονται. Φορτώνουν τα καμιόνια τους με τον ανθό της νιότης και της λεβεντιάς για μια ακόμα φορά. Προορισμός το Χαϊδάρι.
Σε ένα άλλο καμιόνι που οδεύει στο αλσύλιο του Δαφνιού βρίσκεται η «Μπουμπουλίνα της Αντίστασης» Λέλα Καραγιάννη.Είναι και για εκείνη η στερνή ώρα.
Ο Μανόλης μόλις που έχει προλάβει να γράψει δυο σημειώματα. Και όταν βρίσκει την ευκαιρία αφήνει να πέσουν τυλιγμένα στα μανικετόκουμπά του.
Λίγο αργότερα ένας πρωινός διαβάτης θα βρει το ένα και θα το διαβάσει με δάκρια στα μάτια:
«Σήμερα το πρωί τουφεκιζόμεθα. Πέφτουμε για την Πατρίδα με γέλιο στα χείλη για τη Λευτεριά – Μανόλης Λίτινας».
Ο διαβάτης αλλάζει κατεύθυνση. Στο σημείωμα υπάρχει και η διεύθυνση. Πρέπει να το παραδώσει. Και σε λίγο κτυπά το κουδούνι ενός σπιτιού στην οδό Βατάτζη 60. Ανοίγει μια κοπέλα. Βουβός αυτός της παραδίδει το σημείωμα. Εκείνη το παίρνει με χτυποκάρδι. Έχει καταλάβει. Σε λίγο το μικρό κείμενο επιβεβαιώνει τους φόβους της.
Το ίδιο και με το άλλο σημείωμα.
Αυτά τα πρόχειρα σκισμένα χαρτάκια η αδελφή του Ήρωα τα έφερε πάντα μαζί της. Και αμέτρητες φορές στα 13 χρόνια που κρατούσαν οι εκδηλώσεις τύπου στην πόλη μας τα είχε δώσει να αναρτηθούν με τις φωτογραφίες του αδελφού της.
Ενός παλικαριού που δεν ήξερε τι θα πει συμβιβασμός και υποταγή.
Η καταγωγή του από τη Γωνιά
Ο Μανόλης Λίτινας από τη Γωνιά Ρεθύμνου γεννήθηκε το 1921. Η δημοσιογραφία είναι η κατεύθυνση που τον βοηθά να εκφραστεί όπως ακριβώς ήθελε ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας του.
28 του Οκτώβρη βρίσκεται έφεδρος ανθυπολοχαγός στην πρώτη γραμμή του μετώπου, κάπου στο Καλπάκι.
Για καμιά χαρά της ζωής δεν θα εξαγόραζε την ικανοποίηση να υπερασπίζεται με σθένος και αυτοθυσία την πατρίδα του.
Οι πρώτες νίκες τον γεμίζουν ξέφρενο ενθουσιασμό. Η κατάρρευση του μετώπου τον γεμίζει άγρια αποφασιστικότητα.
Γυρίζει στο σπίτι του. Και αλλάζει απότομα η ζωή του.
Ο Μανόλης έδινε την αίσθηση ότι ταξίδευε σε ένα ονειρικό κόσμο. Έφευγε και αργούσε να επιστρέψει. Μερικές φορές έλειπε και ημέρες.
Ο νους όμως δεν πήγαινε στο κακό. Νέος ήταν. Ενδιαφέρον τύπος θα μπορούσε να χαίρεται τη ζωή του. Ο χαρακτήρας του όμως τύπος σοβαρός περισσότερο από όσο θα ‘πρεπε στην ηλικία του κλόνιζε αυτή την παρήγορη σκέψη. Ενώ ήταν επαγγελματίας δημοσιογράφος δεν επιστέφει στην εφημερίδα του. Δεν άντεχε να δουλεύει σε τύπο που ελέγχεται από τον κατακτητή. Η Αντίσταση είναι ο χώρος που ξαναβρίσκει τον εαυτό του. Εντάσσεται στον Ε.Δ.Ε.Σ.
Η οργάνωση αυτή είχε ιδρυθεί στις 9 Σεπτεμβρίου 1941, από τον απόστρατο συνταγματάρχη Ναπολέοντα Ζέρβα, τον αξιωματικό Λεωνίδα Σπάη, τον δικηγόρο Ηλία Σταματόπουλο, και τον Μιχάλη Μυριδάκη. Η οργάνωση φαίνεται ότι εκινείτο στον βενιζελικό-αντιμοναρχικό πολιτικό χώρο και είχε ανακηρύξει ερήμην ως αρχηγό τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα. Το ιδρυτικό καταστατικό του Συνδέσμου προέβλεπε «Νὰ ἐγκαθιδρύση εἰς τὴν Ἑλλάδα τὸ Δημοκρατικὸν πολίτευμα, σοσιαλιστικῆς μορφῆς», ενώ αποκαλούσε τον εξόριστο βασιλέα προδότη («τὴν προδοσίαν τοῦ τέως Βασιλέως Γεωργίου τοῦ Βʹ καὶ τῆς περὶ αὐτὸν σπείρας τῆς αὐτοκληθείσης Δικτατορία τῆς 4ης Αὐγούστου»). Όπως με όλες τις οργανώσεις το διχαστικό κλίμα δεν άργησε να αμαυρώσει και τη δική της αγωνιστική πορεία. Καμιά όμως πολιτική και ιδεολογική διαφορά δεν θα μπορούσε να υποβαθμίσει την προσφορά στην πατρίδα των μελών της.
Παράνομα έντυπα
Στον Ε.Δ.Ε.Σ ο Μανόλης Λίτινας οργάνωσε κλιμάκιο για την έκδοση αντιστασιακών εφημερίδων, ανάμεσα στις οποίες και η «Δημοκρατική Σημαία» (του ΕΔΕΣ). Ήταν το πρώτο από όλα τα έντυπα και αποτελούσε παράνομο δελτίο ειδήσεων. Δεν απουσιάζει από καμιά δραστηριότητα της διαδικασίας έκδοσης και διανομής.
Παράλληλα συγκροτεί μαχητικές ομάδες, διαμορφώνει δίκτυα στρατολογίας και στέλνει μαχητές στα βουνά.
Μέσα σε σκοτεινά υπόγεια, όπου εύρισκε, τύπωνε τα παράνομα έντυπα της οργάνωσης. Η ζωή του κρεμόταν από μια κλωστή. Εκείνος όμως συνέχιζε τον αγώνα.
Αρχές Νοεμβρίου 1943 η Ειδική Ασφάλεια δολοφονεί τον στενό του συνεργάτη Μήτσο Γιαννακόπουλο.
Ο Μανόλης καταλαβαίνει ότι είναι ο επόμενος στόχος. Αλλά δεν υποχωρεί. Συνεχίζει με ακλόνητο θάρρος, αν και ολομόναχος τον αγώνα στο μετερίζι του.
Στις 7 Απριλίου 1944, συλλαμβάνεται στα γραφεία της Ένωσης Εφέδρων Αξιωματικών.
Εκείνο το πρωί, μου είχε διηγηθεί η αδελφή του, έφυγε από το σπίτι με ξεχωριστό κέφι. Πριν στρίψει στη γωνία ξέροντας ότι εκείνη ήταν ακόμα στην πόρτα, γύρισε και τη χαιρέτισε για μια ακόμα φορά. Χαμογελούσε. Ήταν η τελευταία φορά που την αντίκριζε λεύτερος.
Απάνθρωπα βασανιστήρια
Οι ναζί μετά τη σύλληψη τον οδήγησαν στα κολαστήρια της οδού Μέρλιν. Ο κύκλος απάνθρωπων βασανιστηρίων ανοίγει. Ο Λίτινας μένει ψύχραιμος και περνά με αξιοπρέπεια την οδυνηρή του δοκιμασία που ξεπερνά τις ανθρώπινες αντοχές.
Η αντίστασή του κουράζει τους δημίους του. Άλλωστε τι άλλο μπορούσαν να κάνουν για να κάμψουν το ηθικό του; Είχαν μεταβάλλει τις σάρκες του σε άμορφες μάζες, μα εκείνος έδειχνε το ίδιο αγέρωχος.
Τον άφησαν στην απομόνωση, όπου έμεινε για πέντε μήνες.
Εκεί που θα χάραζε η λευτεριά κατάλαβε ότι ήρθε το τέλος. Θα τον πήγαιναν για εκτέλεση. Βρήκε κατά τύχη ένα στραπατσαρισμένο χαρτί και γράφει δυο σημειώματα. Καθώς το καμιόνι προχωρούσε στο μοιραίο του σταθμό βρήκε τρόπο και τα πέταξε τυλιγμένα στα μανικετόκουμπά του.
«Πέφτουμε για τη λευτεριά. Να είστε υπερήφανοι», έγραφε το δεύτερο σημείωμα. Και ο λόγος που προτίμησε να γράψει δυο είναι επειδή ήθελε να φτάσουν σίγουρα τα νέα του στην οικογένεια. Όπως κι έγινε. Πάντα συγκροτημένος και μεθοδικός ακόμα και την ώρα αυτή που προχωρούσε στον θάνατο.
Στο επίκεντρο των εκδηλώσεων τύπου
Από την αρχή των εκδηλώσεων τύπου που γίνονταν στο Ρέθυμνο από την «Πολιτιστική Αναγέννηση» σε συνεργασία με όλες τις Ενώσεις Συντακτών Ελλάδας και Κύπρου, ο Μανόλης Λίτινας είχε την τιμητική του.
Κι αυτό χάρις και στην αδελφή του που φρόντιζε να είναι από τους πρώτους καλεσμένους που έφθαναν στο Ρέθυμνο για να εποπτεύει κάθε εκδήλωση προς τιμήν του αδελφού της, ώστε να είναι άρτια σε οργάνωση.
Μιλούσε γι’ αυτόν με ξεχωριστή αγάπη κι έδειχνε πάντα πως το πένθος της ήταν νωπό. Πως ήταν όμως δυνατόν να ξεχαστεί ένας ήρωας που θυσιάστηκε λίγες μέρες πριν χαράξει η λευτεριά;
Η Λιλή Λίτινα είχε θεσπίσει και βραβείο στη μνήμη του αδελφού της. Και αν δεν κάνουμε λάθος μετά την τόσο αψυχολόγητη κατάργηση των εκδηλώσεων – πάντα ενοχλεί ό,τι δεν προέρχεται από έμπνευση κρατούσης αρχής – το βραβείο δίνεται από το ίδρυμα Μπότση. Έχασε δηλαδή το Ρέθυμνο μια ευκαιρία να επιβραβεύεται η επίδοση ενός Ρεθεμνιωτόπουλου και επωφελήθηκε το Ίδρυμα Μπότση με τη θέσπιση αυτού του βραβείου από τη Λιλή Λίτινα.
Με πόση ικανοποίηση η γυναίκα αυτή παρέστη στην τελετή αποκαλυπτηρίων της προτομής του αδελφού της που δεσπόζει στο χωριό Γωνιά στην κεντρική πλατεία, λίγο πιο μπροστά από τις το Ηρώον με τις προτομές του Βενιζέλου και του Πλαστήρα.
Στα αποκαλυπτήρια της προτομής του παραβρέθηκαν εκπρόσωποι δημοσιογραφικών ενώσεων και οι τοπικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.
Έκτοτε δεν έγινε τίποτα. Όπως συμβαίνει συνήθως στον τόπο μας για πολλούς από τους σημαντικούς που τον έκαναν τόσο περήφανο με τις δημιουργίες και τη θυσία τους.
Αυτός ήταν ο δημοσιογράφος Μανόλης Λίτινας. Κάτι θα έχουν να ωφεληθούν ηθικά και πνευματικά όσοι προσεγγίσουν τον βίο του και γνωρίσουν τη λαμπρή του αγωνιστική πορεία μέχρι τις 8 του Σεπτέμβρη 1944 που αντίκρισε αγέρωχος με άλλους 71 πατριώτες το εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο Γεώργιος Μαμαλάκης του Κλέαρχου
Την πύλη της αθανασίας διάβηκε λίγο πριν από το χάραμα της λευτεριάς και ένας ακόμα ήρωας. Ο Γεώργιος Μαμαλάκης γιος του Κλέαρχου επίσης ήρωα στον οποίο έχουμε κάνει στο παρελθόν σχετικό αφιέρωμα. Ο πατέρας που ο Γεώργιος δεν πρόλαβε να γνωρίσει.
Όταν σκοτώθηκε ο αεροπόρος πατέρας του, τον Αύγουστο του 1922, σε διατεταγμένη υπηρεσία, στη Χίο, η μητέρα του ήταν έγκυος.
Γεννήθηκε σε ένα περιβάλλον που έβαζαν το χρέος για την πατρίδα πάνω από όλα. Ακολουθώντας το πρότυπο του ήρωα πατέρα του, έγινε κι αυτός αεροπόρος. Ο πόλεμος όμως τον υποχρέωσε να αλλάξει μετερίζι. Έπρεπε να τιμήσει τη γενιά του και να δώσει κι αυτός τον αγώνα του για τη λευτεριά. Η τύχη τον έφερε κοντά σε μια σπουδαία γυναίκα τη Λέλα Καραγιάννη. Αναφερόμαστε στη γυναίκα θρύλο. Για όσους δεν γνωρίζουν αν και υπάρχει οδός στην πόλη μας (ελπίζω να υπάρχει ακόμα).
Η Λέλα (Ελένη) Καραγιάννη γεννήθηκε το 1898 στο χωριό Λίμνη της Εύβοιας και ήταν κόρη του Αθανασίου Μηνόπουλου και της Σοφίας Μπούμπουλη. Ο πατέρας της γεννήθηκε στο Πήλι της βόρειας Εύβοιας, ενώ η μητέρα της εικάζεται πως καταγόταν από τις Σπέτσες. Η ίδια έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στην Αθήνα, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τον Σμυρνιό φαρμακοποιό Γεώργιο Καραγιάννη, με τον οποίο απέκτησε επτά παιδιά.
Κατά την κατοχή, έγινε μέλος της Αντίστασης, μετατρέποντας το σπίτι της σε αρχηγείο της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα». Την οργάνωση δημιούργησε και χρηματοδότησε η ίδια, το 1941. Τον Οκτώβρη του 1941 συνελήφθη και μετά από επτά μήνες απελευθερώθηκε. Στόχος της οργάνωσης ήταν η φυγάδευση Βρετανών στρατιωτών (είχε οργανώσει δίκτυο 150 στρατιωτών) στο Κάιρο αλλά και δολιοφθορές κατά του εχθρού. Η οργάνωση διώχθηκε ανηλεώς από τη Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας του Κράτους, κάτι που οδήγησε, μεταπολεμικά, στην καταδίκη των μελών της Ειδικής Ασφάλειας.
Η Καραγιάννη δημιούργησε και δίκτυο κατασκοπείας το οποίο, μεταξύ άλλων, συγκέντρωσε πληροφορίες για τις κινήσεις των γερμανικών πλοίων, υπέκλεψε σχεδιαγράμματα αεροδρομίων και διοχέτευσε πληροφορίες για Έλληνες συνεργάτες των αρχών κατοχής.
Το καλοκαίρι του 1944, η Λέλα Καραγιάννη είχε γίνει και συνεργάτης του κατασκοπευτικού δικτύου Απόλλων, οπότε και συνελήφθη μαζί με πέντε από τα παιδιά της και βασανίστηκε στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν. Η σύλληψη έγινε καθώς ο συνεργάτης των Γερμανών, Γιώργος Ριζόπουλος, ζήτησε από την Καραγιάννη να μεσολαβήσει για να τον συνδέσει, μαζί με τον αρχηγό των Ταγμάτων Ασφαλείας, Ντερτιλή, με το δίκτυο του Απόλλωνα. Ο Ριζόπουλος όμως συνελήφθη και κατέδωσε την Καραγιάννη με αποτέλεσμα τη σύλληψή της, μαζί με δύο συνεργάτες της. Η Καραγιάννη είχε αναφέρει ότι, σε μελλοντική απόβαση των Βρετανών, τα Τάγματα Ασφαλείας θα μπορούσαν να «προσφέρουν μεγάλες υπηρεσίες».
Μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου και ύστερα από λίγο διάστημα, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές στο παρακείμενο άλσος Χαϊδαρίου, μαζί με άλλους 57 αγωνιστές της Αντίστασης, στην πλειοψηφία τους συνεργάτες της S.O.E, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944, περίπου ένα μήνα πριν από την Απελευθέρωση. Η εκτέλεσή της πιθανόν να ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής των Ες Ες, των Βάλτερ Σιμάνα και Βάλτερ Μπλούμε, η οποία παρέκαμψε την πιο μετριοπαθή πολιτική των Γερμανών στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο.
Η σχέση του με την Καλή Καλό
Στην ομάδα της «Μπουμπουλίνας» δεν έμπαινε καθένας. Έτσι και μόνο ότι ο Γιώργος Μαμαλάκης έγινε συνεργάτης της αυτό και μόνο του αποτελεί ένα σημαντικό εύσημο ανδρείας.
Κάθε αποστολή που αναλάμβανε την έφερνε σε πέρας με μεγάλη επιτυχία. Σε μια από αυτές όμως συνάντησε και τη γυναίκα της ζωής του. Ένα πανέμορφο κοριτσάκι που ήταν ήδη επιτυχημένη καλλιτέχνις, αστέρι του θεάτρου και της επιθεώρησης. Ήταν η ηθοποιός Καλή Καλό επίσης Ρεθεμνιώτικης καταγωγής.
Ήταν κόρη του Νίκου Δαμβέργη της οικογενείας των φαρμακοβιομηχάνων και της Χρύσας κόρης του στρατηγού Γ. Καλοχριστιανάκη υπασπιστή του Βενιζέλου.
Το πάθος της μητέρας της για το θέατρο στάθηκε αφορμή να γεννηθεί η Καλή σχεδόν πάνω στη σκηνή. Από μικρό παιδί άρχισε να υπηρετεί το θέατρο. Τον πρώτο της ρόλο της έδωσε ο Σπύρος Μελάς στα τρία της χρόνια. Σύντομα έγινε αγαπητή στο κοινό. Ήταν μια Ελληνίδα Σίρλευ Τεμπλ, παιδί θαύμα του καιρού της.
Έρχεται όμως ο πόλεμος και η Κατοχή. Μάνα και κόρη αρχίζουν να περιοδεύουν με τα μπουλούκια στην επαρχία για να εξασφαλίσουν ένα πιάτο φαΐ. Επιχειρούν να καταταγούν στον ΕΛΑΣ αλλά μετά από πολλές περιπέτειες καταλήγουν και πάλι στην Αθήνα. Η Καλή πηγαίνει στο «Μοντιάλ» του Μακέδου, όπου γνωρίζει από κοντά τα ιερά τέρατα του θεάτρου: Τις αδελφές Καλουτά, τον Χριστόφορο Νέζερ, την Ντιριντάουα, τη Βέμπο, τον Μανέλλη, τη Λαίδου, τον Τραϊφόρο, τον Κοκκίνη, τον Αυλωνίτη. Εκείνη την εποχή δεν είχε κλείσει ακόμη τα 13 αλλά ήταν ήδη μια καλοσχηματισμένη γυναίκα. Συναντιέται με τον μελλοντικό της σύζυγο Γιώργο Μαμαλάκη, που φοιτούσε στη σχολή Ικάρων. Δύο χρόνια αργότερα εκείνος θα τη ζητήσει σε γάμο από τη μητέρα της, που αντιδρά εξαιρετικά βίαια και κλειδώνει την Καλή στο σπίτι. Η Καλή θα το σκάσει και με τη συγκατάθεση του πατέρα της, καθώς ήταν ανήλικη παντρεύεται τον καλό της.
Μαζί στη ζωή μαζί και στην Αντίσταση. Ο πόλεμος κοντεύει να τελειώσει όταν η Καλή αντιλαμβάνεται ότι θα γίνει μητέρα. Ο Γιώργος όμως δεν πρόλαβε καν να συνειδητοποιήσει ότι έρχεται ένα νέο πλάσμα στον κόσμο ένα δικό του παιδί.
Μέσα του Οκτώβρη αναλαμβάνει μια σοβαρή αποστολή. Ίσως την πιο επικίνδυνη που του είχε ανατεθεί στη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Αντίσταση. Δέχεται γνωρίζοντας ότι ρισκάρει τη ζωή του. Δεν στάθηκε τυχερός. Εντοπίστηκε και εκτελέστηκε κάπου κοντά στο Ελληνικό.
Έτσι πέρασε στην αθανασία ο Γιώργος Μαμαλάκης του Κλέαρχου. Πήγε να συναντήσει τον ήρωα πατέρα του, αλλά και τον ήρωα παππού του, τον Στρατή Μαμαλάκη με το όνομα.
Λίγους μήνες μετά γεννήθηκε η κόρη του. Σήμερα το κορίτσι αυτό είναι μια διάσημη ζωγράφος και ζει στην Ελβετία με τον άνδρα της. Ονομάζεται Γιούλη Μαμαλάκη Βίντμερ και έγινε γνωστή από μια δική της τεχνοτροπία στα εικαστικά.
Από τους τραγικά αναίτιους νεκρούς και οι εκτελεσθέντες στα μαρτυρικά χωριά του Κέντρους, καθώς και οι εθνομάρτυρες από τα Σακτούρια που εκτελέστηκαν στην Αγυιά. Έχουν και αυτοί δικαίωμα σε αιώνιο μνημόσυνο με την ευγνωμοσύνη μας.