Η διάνοιξη δρόμων ήταν στις άμεσες προτεραιότητές του
Δυο ακόμα επίλεκτοι Ρεθεμνιώτες είχαν τη μοίρα του μαρτυρικού πατέρα θάβοντας τα βλαστάρια τους.
Για τον Γεώργιο Βάμβουκα (Τσιρμιρή) που διακρίθηκε στο Σώμα της Χωροφυλακής, κάνοντας αναλυτικό αφιέρωμα στη πολυσήμαντη δράση του, είχαμε αναφέρει ότι αυτός που έκανε και τους Τσέτες ακόμα να τον φοβηθούν δε άντεξε τον θάνατο του γιου του Τάσου, ιπτάμενου σμηναγού της Πολεμικής μας Αεροπορίας, που σκοτώθηκε στον πόλεμο της Κορέας το 1951, ηρωικά μαχόμενος.
Όταν διαπίστωσε ότι είναι πέρα από τις δυνάμεις του να διαχειριστεί το βαρύ του πένθος, παραιτήθηκε από την υπηρεσία του κι επέστρεψε στην Κρήτη. Προτίμησε να μείνει στα Χανιά και να ιδιωτεύσει, κοντά στη φύση, καλλιεργώντας το κτήμα του και αποκτώντας πολλούς φίλους, γιατί ο αδαμάντινος χαρακτήρας του έφερνε κοντά του εκλεκτούς ανθρώπους.
Έδινε σε όλους την αίσθηση ενός ανθρώπου πληγωμένου από τη ζωή, που προσπαθεί μέσα από την ακλόνητη πίστη του στα θεία να κρατηθεί στο ύψος του. Ήθελε να μένει μακριά από τα φώτα της προβολής. Έτσι ελάχιστοι από τους νέους του φίλους γνώριζαν λεπτομέρειες για τον βίο και την πολιτεία του γενναίου αυτού που δόξασε τον τόπο του με πράξεις αφάνταστου ηρωισμού. Κι όποτε άκουγε βόμβο αεροπλάνου εκεί στη φύση που του άρεσε να αποξεχνιέται κοιτούσε τον ουρανό και βουβά δάκρυα έβρεχε τα μάγουλά του, σπονδή της πληγωμένης του καρδιάς στη μνήμη του Τάσου του που όταν τον έχασε, χάθηκε μαζί του και κάθε χαρά της ζωής.

Μανώλης Βάμβουκας
Ένας ακόμα τραγικός πατέρας ήταν και ο Μανώλης Βάμβουκας, πρώην δήμαρχος Άνδρου, από τους πλέον πετυχημένους. Η 45χρονη κόρη του Ευαγγελία, που ζούσε μαζί του μετά το διαζύγιό της, πέθανε ξαφνικά τον Απρίλιο του 2019, αφήνοντάς πίσω της ένας αγόρι 13 χρόνων, μοναδική ανάσα για τον πατέρα της που περνούσε κάτω από αφάνταστες δυσκολίες τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το τελειωτικό χτύπημα γι΄ αυτόν ήταν η απομάκρυνση του εγγονού του στην Αθήνα όταν τον πήρε κοντά του ο πατέρας του.
Ήταν σπουδαίος άνθρωπος ο Μανώλης Βάμβουκας. Κι ευχαριστούσε θερμά τον ανεψιό του κ. Βασίλη Σμπώκο, γιο της αδελφής του, που μας έδωσε τα στοιχεία που ζητήσαμε.
Ο Μανώλης Βάμβουκας του Αποστόλου και της Ελένης το γένος Γιανούδη γεννήθηκε το 1946 στο χωρίο Μουρτζανά Μυλοποτάμου.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή Χωροφυλακής, διορίστηκε στην Άνδρο όπου αργότερα, εργάστηκε ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος.
Το 1973 παντρεύτηκε τη Διαμαντούλα Ψαρρού και απέκτησαν μια κόρη την Ευαγγελία όπου έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο του 2019 μετά από προβλήματα υγείας.
Η ενασχόλησή του με τα κοινά της Άνδρου ξεκίνησε όταν εξελέγη δημοτικός σύμβουλος οπού διετέλεσε και αντιδήμαρχος με τον συνδυασμό του Λεωνίδα Βούλγαρη.
Διετέλεσε Δήμαρχος Άνδρου για τρεις θητείες: την πρώτη από το 1995 έως το 1998 και τις επόμενες από το 2003 έως το 2010 και διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος έως το τέλος της ζωής του με τον δήμαρχο Άνδρου κ. Θεοδόσιο Σουσούδη, πιστός πάντα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και στην προσφορά στον συνάνθρωπο.
Υπήρξε επίσης επί μακρόν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ναυτικού Ομίλου Άνδρου (Ν.Ο.Α.).
Ο Μανώλης Βάμβουκας είναι γνωστός για τα πολλά και σημαντικά έργα στο νησί της Άνδρου όπως η πρωτοβουλία του στη διάνοιξη δρόμων, όπως ο δρόμος Χώρας – Παραπόρτι, η μεγάλη γέφυρα του Παραπορτιού ένα εμβληματικό έργο για το νησί της Άνδρου όπως και η παρακαμπτήριος Νιμποριό – Μεσαριά. Η διάνοιξη δρόμων νόμιμων ή παράνομων ήταν η αγαπημένη του ασχολία Ακόμα κι όταν οι δημιουργικές «αυθαιρεσίες» του τον έφερναν στα Δικαστήρια της Σύρου εκείνος σκεπτόταν μόνο ότι εξυπηρέτησε τους συντοπίτες του Και δεν τρόμαζε μπροστά σε καμιά απειλή. Γι΄ αυτό και οι δημότες του τον λάτρευαν.
Έχαιρε και της αγάπης των συχωριανών του στα Μουρτζανά Μυλοποτάμου καθώς βοηθούσε πάντα το χωρίο το οποίο γεννήθηκε και μεγάλωσε όπου επισκεπτόταν συχνά. Σημαντική είναι η συνεισφορά του στην ανακαίνιση της εκκλησίας του χωρίου Αγίας Σοφίας. Επίσης με δικές του ενέργειες παρότρυνε την Περιφερειακή ενότητα Ρεθύμνου σε συνεργασία με τον δήμο Μυλοποτάμου να αναστηλωθεί η εκκλησίαν του Αφέντη Χριστού στο παλαιό βυζαντινό μοναστήρι του οικισμού Μουρτζανών.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις από φορείς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Έντιμος άνθρωπος με ιδιαίτερο χιούμορ και γενναιοδωρία ακόμη και στους πολιτικούς αντιπάλους του. Χαρακτηριστικές ήταν οι φράσεις του όταν ήταν δήμαρχος «Ἁπολύεσαι…. και… Δόξα τω Μητσοτάκη».
Ήταν ο άνθρωπος «έξω καρδιά» κι ας αντιμετώπιζε τόσα προβλήματα. Διοχέτευε ακόμα και τη θλίψη του σε έργα πνοής που του έδιναν την ιδανική διέξοδο για να αντέξει τις δοκιμασίες του.
Πέθανε τον Οκτώβρη του 2020 κι ήταν ο θάνατος μια λύτρωση γι΄ αυτόν.
Τα συναισθήματα που προκάλεσε ο θάνατός του αναδύονται από τον συγκινητικό αποχαιρετισμό του πρώην δημάρχου Άνδρου Θ. Σουσούδη που ανάρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα παρακάτω: «Έφυγε» ο Μανώλης Βάμβουκας.
Είναι ορισμένες στιγμές, που οι λέξεις και τα λόγια χάνουν το νόημά τους, αδύναμα να περιγράψουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα.
Ο Μανώλης «έφυγε» από κοντά μας, ξαφνικά. Πώς να το πιστέψεις, πως να το συνειδητοποιήσεις, πως να το «χωνέψεις».
Ο Μανώλης ήταν αναπόσπαστο κομμάτι στη καθημερινότητά της Χώρας και της Άνδρου. Μια εμβληματική προσωπικότητα της κοινωνίας μας.
Είτε σαν Δήμαρχος, είτε σαν Δημοτικός Σύμβουλος, είτε σαν απλός Μανώλης, που απολάμβανε το καφεδάκι του στο πλακόστρωτο κερνώντας φίλους και γνωστούς, ο Μανώλης ήταν πάνω από όλα ένας καλός φίλος.
Ο Μανώλης ήταν άνθρωπος ευγενικός, υπερήφανος, “Κύριος”, αγαπητός σε όλους, ένας έντιμος πολιτικός, που η ζωή του συμπεριφέρθηκε πολύ σκληρά.
Θα μας λείψει η παρουσία του από την αγορά, από τα δημοτικά συμβούλια, θα μας λείψει η παρέα του, το χιούμορ του και οι καλοπροαίρετες συμβουλές του.
Καλό παράδεισο Μανώλη…
Καλό σου ταξίδι…»
Αυτός ήταν ο Μανώλης Βάμβουκας ένας αφιλοκερδής και μετριοπαθής πολιτικός. Κρατούσε πάντα χαμηλούς τόνους σε όλη την πορεία του. Κι έχουν να λένε ακόμα και οι πολιτικοί το αντίπαλοι ότι ποτέ δεν έδωσε προσωπικό ή επιθετικό χαρακτήρα ακόμα και στις πιο σκληρές αντιπαραθέσεις.
Τιμήθηκε όμως όπως του άξιζε. Το όνομά του δόθηκε σε οδό και της Άνδρου και της ιδιαίτερης πατρίδας του. Αυτό όμως που τον καταξίωσε ήταν η μνήμη που άφησε ενός απλού ανθρώπου που «συνήθιζε να απολαμβάνει το καφεδάκι του στο πλακόστρωτο κερνώντας φίλους και γνωστούς που περνούσαν από εκεί».