Ξημερώματα Παρασκευής. Το ημερολόγιο δείχνει 23 Σεπτεμβρίου…Η χθεσινή βροχή έχει αφήσει τα σημάδια της στη Ρεθεμνιώτικη γη αλλά ευτυχώς για μας (μαθητές και εκπαιδευτικούς) ο καιρός δείχνει να έχει συμμαχήσει μαζί μας για τη σημερινή εξόρμηση στην κρητική ενδοχώρα. Μας πήρε χρόνο ο σχεδιασμός της σημερινής δράσης. Πρώτη εκδρομή για το νέο σχολικό έτος …Εκδρομική πρεμιέρα δηλαδή…Λογικό να υπάρχει αγωνία… Κατεβαίνω από το αυτοκίνητο γεμάτος ενέργεια. Ένα μείγμα χαράς και αγωνίας για το τι θα ακολουθήσει. Ξαναρίχνω ασυνείδητα μια κοφτή ματιά σε κάτι σύννεφα δυτικά του Ρεθύμνου.
Μια σκέψη ανησυχίας ξεπηδάει από το μυαλό μου: «Λες; Λες η βροχή να ακυρώσει τα σχέδια μας;».
Δεν περνάει πολύς χρόνος και μια καθησυχαστική σκέψη πετάγεται για να καλύψει την προηγούμενη: «Μην χολοσκάς όλα θα πάνε καλά! Θυμήσου! Όλα τα δελτία καιρού είναι μαζί σου…».
Ο γνώριμος ήχος του Ενιαίου Ειδικού Επαγγελματικού γυμνασίου – λυκείου Ρεθύμνου με κατακλύζει, καθώς πλησιάζω στην είσοδο του. Περνάω με το μικρό ορειβατικό μου σακίδιο στην πλάτη την είσοδο του σχολείου και αντικρίζω χαρούμενα πρόσωπα συναδέλφων και μαθητών. Ανταλάσσω μια βροχή από καλημέρες και μπαίνω στο γραφείο. Ο προγραμματισμός της εκδρομής είναι εκεί… Ο τελικός έλεγχος ολοκληρώνεται. Όλα έτοιμα. Το κουδούνι, αν και γνώριμος ήχος χρόνια τώρα, με «ηλεκτρίζει» σημαίνοντας την έναρξη της σχολικής μέρας. Προσευχή, ενημέρωση ημέρας και είσοδο στις τάξεις. Όχι όμως για όλους… Δεκαεννέα μαθητές/τριες μένουν έξω. Είναι οι τυχεροί της εκδρομής. Ξεχωρίζουν από τα σακίδια πλάτης και την αθλητική ενδυμασία, την κατάλληλη για πεζοπορία όπως τους είχαμε συμβουλέψει. Με τους δύο ακόμα συναδέλφους κάνουμε μια σύντομη ενημέρωση και επιβιβαζόμαστε στο λεωφορείο. Οι 22 ξεκινούν…
Ο κ. Μιχάλης, παλιός γνώριμος από αντίστοιχες δράσεις βρίσκεται ετοιμοπόλεμος όπως πάντα στο τιμόνι. Καταμέτρηση, ζώνες και χανόμαστε στον δρόμο. Σε όλη τη διαδρομή οι μαθητές δεν σταματούν να μας επιβραβεύουν με τραγούδια και συνθήματα. Αν γινόταν να ζωγραφίσει κανείς στην πρόσοψη του λεωφορείου ένα λαμαρινένιο χαμόγελο, τότε αυτό θα μπορούσε να εκφράσει αυτό που έτρεχε στο αίμα των επιβαινόντων σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον προορισμό μας… Τη χαρά…
Τα χιλιόμετρα έσβησαν γρήγορα και εμείς, οι είκοσι δύο, σύντομα βρεθήκαμε στην όμορφη και γραφική Αργυρούπολη. Σταθήκαμε στην πόρτα της καινοτόμου εταιρίας CretaCarob όπου και μας περίμενε ένας «κουζουλός» με την καλή έννοια επιχειρηματίας, ο κ. Μανούσακας Ηλίας. Ο «μάγος» του χαρουπιού…Ο άνθρωπος που ήρθε από τον Καναδά για να μάθει στους ντόπιους ξανά την αξία ενός λησμονημένου θησαυρού της Κρητικής γης…
Μας υποδέχτηκε με το χαρακτηριστικό του χαμόγελο και τον ευγενικό του λόγο. Ένα ταξίδι στον κόσμο του χαρουπιού ξεκινούσε. Η αφηγηματική ικανότητα του οικοδεσπότη μας μαγνήτισε τους πάντες. Το φυτό, η αξία του, η διατροφή μας σήμερα, μερικά από τα θέματα που αναπτύχθηκαν. Το κεντρικό μήνυμα όμως δεν αφορούσε την αξία του χαρουπιού, αλλά την ανάγκη να κοιτάξουμε τον πλούτο της γης μας. Να αναγνωρίσουμε τα δώρα που μας προσφέρει και να θωρακίσουμε με αυτά την υγεία μας κόντρα σε μια εποχή που οι διατροφικές συνήθειες σκοτώνουν εκατομμύρια ανθρώπους… Όλοι μας γίναμε αποδέκτες του μηνύματος. Δοκιμάσαμε υπέροχα προϊόντα χαρουπιού και αποχαιρετήσαμε τη ζεστή φιλοξενία της CretaCarob για να χαθούμε μέσα από ένα αρχαίο μονοπάτι στη φύση, τον ιστορικό χρόνο και τη θρησκεία …
Λίγα μέτρα από το εργοστάσιο ξεκινούσε το κατηφορικό μονοπάτι της αρχαίας Λάππας. Στα ερείπια της χτίστηκε η σημερινή Αργυρούπολη. Ο λόγος ήταν πάλι σε μένα. Σταθήκαμε στα ερείπια του Ρωμαϊκού Νεκροταφείου για να καταλήξουμε στον ναό των Πέντε Παρθένων (Θέκλα, Μαριάννα, Αιθανά ή Αθηνά, Μάρθα και Μαρία) που κατά την τοπική παράδοση έζησαν εκεί και σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους, ενώ τα πτώματα τους τα βρήκαν Χριστιανοί της περιοχής και τα έθαψαν στο λαξευτό τάφο που βρίσκεται εντός της εκκλησίας.
Στην συνέχεια κατηφορίσαμε στα ερείπια του παλιού νερόμυλου και μετά από μια σύντομη αναφορά στην ενεργειακή τότε αξιοποίηση του καταλήξαμε κάτω από το ιστορικό πλατάνι που δεσπόζει σε όλη την περιοχή. Είχε έρθει η ώρα για φαγητό.
Έβρεξα τα χείλη μου με το τρεχούμενο νερό των πηγών. Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν την υπέροχη αίσθηση. Η δίψα μου έσβησε γουλιά τη γουλιά, ενώ τα παιχνίδια έδιναν και έπαιρναν ανάμεσα στους είκοσι δύο. Παρατηρώντας δεν ήθελε πολύ για να επιβεβαιωθεί η ρήση: «Τα παιδιά πρέπει να έχουν για σπίτι και σχολείο τους τη φύση».Φάγαμε, γελάσαμε, βραχήκαμε, παίξαμε και βαλθήκαμε να κυκλώσουμε το μνημειακό πλατάνι με τα κορμιά μας. Χρειαστήκαμε όλοι για να αγκαλιάσουμε αυτό τον αιωνόβιο φύλακα των πηγών… Μάρτυρα πανηγυριών, εκκλησιασμών, περιπατητών από όλα τα μήκη και πλάτη της γης…
Σπάσαμε την τεράστια αλυσίδα μας γύρω από αυτό το θαύμα της φύσης και αρχίσαμε να ανηφορίζουμε πάλι προς το χωριό. Στην πρώτη διασταύρωση στρίψαμε βορειοδυτικά για να βρεθούμε στον υπέροχο φούρνο του χωριού. Τον παραδοσιακό φούρνο της Αργυρούπολης. Τα χέρια γέμισαν με τα χαρτζιλίκια των μαθητών/τριων. Οι μυρωδιές από τα φρεσκοζυμωμένα προϊόντα δεν άφησαν κανέναν ασυγκίνητο. Μέχρι και οι αυστηρές δίαιτες των μεγαλύτερων μπήκαν σε αναστολή…Ουρές σχηματίστηκαν. Μια που αγόραζε και μια που χάζευε από την πόρτα του εργαστηρίου την διαδικασία παρασκευής όλων αυτών των λιχουδιών.. Μείναμε λίγο εκεί. Ενστικτωδώς ανασήκωσα το αριστερό μου χέρι για να επιβεβαιώσω κοιτώντας το ρολόι μου ότι η ώρα της επιστροφής είχε φτάσει. Κοίταξα προς τους μαθητές/τριες, ήπια μια τελευταία γουλιά καφέ και κίνησα προς το μέρος τους.
«Επιστρέφουμε παιδιά» είπα, για να πέσουν όλα τα βλέμματα πάνω μου. Πειθαρχημένα κίνησαν προς το λεωφορείο που μόλις είχε εισέλθει στον χώρο του φούρνου. Σύντομα κινούμασταν νοτιοανατολικά προς Ρέθυμνο. Οι είκοσι δύο είχαν σημάδια κόπωσης αλλά η διάθεση παρέμενε στα ίδια επίπεδα με αυτά της εκκίνησης τους. Το Ρέθυμνο δεν άργησε να φανεί. Σύντομα ήμασταν εκεί που είχαν αρχίσει όλα. Στο σχολείο. Κατέβηκαν όλοι με πλατιά χαμόγελα στα πρόσωπα τους και κίνησαν για το σχολείο. Εκεί θα περίμεναν με τους άλλους μαθητές/τριες τα λεωφορεία αποχώρησης. Ένας μαθητής κοντοστάθηκε στο σκαλί του λεωφορείου. Ο Δημήτρης. Με κοίταξε με χαμόγελο.
«Να το ξανακάνουμε κύριε. Πέρασαν όλα τα παιδιά υπέροχα. Α! Και ξέρετε το Σαββατοκύριακο είπαμε θα μαζέψουμε με τον Αριστοτέλη τις χαρουπιές που έχουμε στο χωριό. Θα είναι καλό για όλους μας. Θα κρατήσουμε και χρήματα για τις επόμενες εκδρομές».
«Είναι πολύ καλή σκέψη» αποκρίθηκα.
Απομακρύνθηκε να βρει τους φίλους του.
Τους παρατήρησα. Είχαν μαζευτεί σε πηγαδάκια και εξιστορούσαν στα άλλα παιδιά του σχολείου την περιπέτεια τους. Έμοιαζαν με μικρές παραστάσεις οι σχηματισμοί τους. Καταλάβαινα από τις κινήσεις τους τις περιγραφές τους. Τα φωτεινά πρόσωπα και οι κινήσεις τους κρατούσαν το κοινό τους εκστασιασμένο. Έτσι έμειναν μέχρι να διαλυθούν τα «μπουλούκια» επιβιβαζόμενα στα λεωφορεία. Οι παραστάσεις έπεσαν η μια μετά την άλλη καθώς το κοινό αποχωρούσε.
Γύρισα στο γραφείο. Απόθεσα το σακίδιο πλάτης με το φορητό φαρμακείο. Άνοιξα το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Γεμάτο νέα μηνύματα όπως πάντα. Γύρισα προς το παράθυρο που βλέπει νοτιοδυτικά. Στην κατεύθυνση της Αργυρούπολης. Έτρεξα την μέρα που πέρασε. Στοχάστηκα για λίγο και είπα στον εαυτό μου:
«Ο καλός εκπαιδευτικός πρέπει να κάνει συνεργασίες με άλλους συναδέλφους του αναζητώντας τρόπους βελτίωσης της παρεχόμενης γνώσης. Σήμερα γνώρισες έναν συνάδελφο που θα πρέπει να κρατήσεις όσο περισσότερο μπορείς κοντά σου καθώς η χημεία μαζί του υπήρξε εξαιρετική. Ακούει στο όνομα Φύση…….Απλά προγραμμάτισε την επόμενη συνεργασία μαζί του».
Λαμπαθάκης Μιχαήλ, Msc εκπαιδευτικός – συγγραφέας – εικονογράφος