Όλοι είμαστε εν δυνάμει καταναλωτές κι όσο συμπαθής ή όχι μας είναι η συντεχνία των εμπόρων, αποτελούν αδιαμφισβήτητα ένα κομμάτι της κοινωνίας χρόνια τώρα, άρρηκτα συνδεδεμένο με την καθημερινότητά μας.
Το εμπόριο έχει αλλάξει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Ο ρόλος του δεν περιορίζεται στο να καλύπτει τις βασικές ανάγκες των καταναλωτών, αλλά διευρύνεται σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί την οικονομική ευμάρεια και να δημιουργήσει νέες ανάγκες, κολακεύοντας τη ματαιοδοξία και τη φιλαρέσκεια τους.
Όμως τώρα και μια δεκαετία η ευμάρεια των πολιτών στην οποία στόχευαν οι έμποροι, πάει από το κακό στο χειρότερο. Η κατανάλωση συρρικνώνεται στα απολύτως απαραίτητα και τα περιττά κόβονται μαχαίρι.
Η τιμή της βενζίνης αυξάνει συνεχώς, συμπαρασύροντας τις τιμές όλων των προϊόντων. Κι όταν ζητείται να ληφθούν μέτρα, μειώνοντας τη φορολογία στα καύσιμα ώστε να πέσει η τιμή της βενζίνης, ακούγονται τα φαεινή σχόλια: ότι έτσι θα επωφεληθούν πιο πολύ οι τουρίστες που κατακλύζουν την περίοδο αυτή τη χώρα, κι όχι οι ντόπιοι που καλό θα ήταν να μην καταναλώνουν πολύ για να ρίξουν έτσι τις τιμές.
Κι οι έμποροι βρίσκουν μπρος γκρεμό και πίσω ρέμα. Το εμπορικό τους συμφέρον λέει πως ο καθορισμός ανώτατων τιμών (πλαφόν), όπως κι οι πολιτικές καταιγίδες, προαιώνιοι εχθροί των εμπορικών συναλλαγών, θα ήταν ο θάνατος για το εμπόριο.
Έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τα δεινά του γειτονικού πολέμου. Κατά το σύνηθες βρίσκουν ευκαιρία οι επιτήδειοι για κερδοσκοπία και ο μαυραγοριτισμός ανθεί ξανά.
Και στο άμεσο μέλλον εκλογές, τι να πω όλα όμορφα, όλα ανθηρά για όλους. Και μη χειρότερα, αν και πολύ τα φοβάμαι.