Σε λίγες μέρες θα γιορτάσουμε για μια ακόμη φορά την 28η Οκτωβρίου, ημέρα έναρξης του πολέμου για την Ελλάδα το 1940. Για την εποποιία του Έλληνα φαντάρου στα χιονισμένα αλβανικά βουνά τότε, έχουν διασωθεί απίστευτα γεγονότα που αγγίζουν τα όρια του μύθου. Ένα τέτοιο εξωπραγματικό γεγονός, το οποίο όμως είναι πέρα για πέρα αληθινό, μια από εκείνες τις επικές ανδραγαθίες και θυσίες του Έλληνα στρατιώτη στο μέτωπο που δεν είχαν τελειωμό, αλίευσα από την ιστοσελίδα του www.in.gr γραμμένο και δημοσιευμένο από τον Γ.Δ.Π. και αφορά και μας τους Ρεθεμνιώτες.
Το αναδημοσιεύω ως φόρο τιμής σε όλους εκείνους που, κάνοντας τέτοιου απίστευτου είδους αποκοτιές, διέλυσαν πολυάριθμους και καλύτερα εξοπλισμένους αντιπάλους, έδειξαν σε όλο τον κόσμο τι σημαίνει πατρίδα και ελευθερία και στάθηκαν άξιοι απόγονοι των προγόνων ηρώων μας, του Μαραθώνα, της Σαλαμίνας και του 1821. Θυμάμαι όταν ήμουν παιδί έναν γέρο, να μου εξιστορεί παρόμοια γεγονότα από τον πόλεμο του ’40 και να μου λέει την απίστευτη φράση πως «είχαμε τέτοια πίστη και ορμή για τον αγώνα μας, που ακόμη μωρέ κι ο χάρος δίσταζε να μας ε – πάρει μαζί ν-του!» Γιατί η ιστορία γράφει και δεν ξεγράφει όταν θυμόμαστε, κι ας έχουν περάσει 85 χρόνια από το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου, όταν ο Ιταλικός στρατός δεν περίμενε καν να λήξει το τελεσίγραφο του πρεσβευτή της Γκράτσι προς τον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, και επιτέθηκε στις ελληνικές δυνάμεις στις 5:30 το πρωί στην ελληνική μεθόριο. Τα γεγονότα που ακολούθησαν λίγο πολύ είναι γνωστά, τουλάχιστον σε όσους ξέρουν ελάχιστη ιστορία.
Το ιστορικό γεγονός: Η χιονισμένη κορυφή, αυτή που κρύβεται μέσα στα σύννεφα στη φωτογραφία είναι η ανθρωποφάγος Τρεμπεσίνα. Υψόμετρο 1924. Γενάρης του ’41. Χιονοθύελλα. Οι Χανιώτες του 14ου Συντάγματος της 5ης Μεραρχίας είναι στα πόδια του βουνού. Στην κορυφή οι Ιταλοί Αλπινιστές. Κάθετη η βουνοπλαγιά. Άπαρτη.
«Αδύνατον» αναφωνεί ο Νικόλαος Σπένδος, ο Συνταγματάρχης, στην εντολή «προχωρείτε!». Πώς να στείλεις τους στρατιώτες στη σίγουρη σφαγή; Πώς να ανεβάσεις 1.500 παγωμένους στρατιώτες ακάλυπτους, στην κάθετη, κρυσταλλωμένη βουνοπλαγιά, εκεί που δεν γαντζώνει μήτε σίδερο και που τη γαζώνουν τα πολυβόλα; Ναι είναι «Αδύνατον».
«Εγώ παιδιά θα πάω. Κι όποιος θέλει έρχεται. Άμα παγώνουμε εμείς εδώ κάτω, αυτοί εκεί πάνω θα χουν γίνει κούτσουρα» Τον λένε Ησίοδο. Ησίοδο Τσίγκο. Μικρασιάτης από τα Βουρλά. Το μόνο αγόρι της οικογένειας που γλίτωσε από τους Τσέτες, χάρη σε ένα Τούρκο γείτονα που έκρυψε αυτόν και τη μάνα του σ΄ ένα κάρο. Και βγήκαν στα Χανιά. Εκεί μεγάλωσε. Τώρα, έφεδρος ανθυπολοχαγός, ελλείψει μονίμων, διοικεί τον 11ο Λόχο.
«Λοιπόν, εγώ πάω» – «Μα κ. Ανθυπολοχαγέ ο Συνταγματάρχης δεν το ξέρει!» – «Θα του το πούμε άμα φτάσουμε!» Τον ακολουθούν σαράντα. Ανεβαίνουν. Καρφώνουν τις ξιφολόγχες στον πάγο κι ανεβαίνουν. Δεν τους χτυπούν τα πολυβόλα. Μα τους χτυπά πιο άγρια η θύελλα. Τους ξυλιάζει τα πόδια και τους αχρηστεύει τα δάχτυλα. Μέχρι και το δάκρυ τους παγώνει. Ανεβαίνουν. Από τη μέση κι απάνω κάθε 50 μέτρα χάνουν κι έναν. Μα ανεβαίνουν. Φτάνουν στο 1924! Εφτά κι ένας ο ανθυπολοχαγός οχτώ…
Τα ξυλιασμένα χέρια είναι αδύνατο να περάσουν ξιφολόγχη στα τουφέκια. Τις κραδαίνουν σα μαχαίρια και πέφτουν στα Ιταλικά αμπριά. Άδεια! Ψυχή ζώσα! Οι Ιταλοί φοβήθηκαν τον παγωμένο θάνατο και φύγαν! Κατέβηκαν χαμηλά να σωθούν μέχρι να κοπάσει ο δαίμονας. Κονσέρβες, τσιγάρα, σοκολάτες όλα στη θέση τους. Τακτοποιημένα. Το ίδιο τα βαριά πολυβόλα και δυο -τρεις μικροί όλμοι.
«Γυρίστε τα από την άλλη!» φωνάζει ο Ησίοδος. «Θα ρθούνε το πρωί!» Και έρχονται το πρωί που χει πάψει η θύελλα. Τραγουδώντας να ξαναπιάσουνε τα αμπριά τους… Και τους θερίζουνε τα δικά τους πολυβόλα! Όσοι ζούνε το βάζουνε τα πόδια, να ειδοποιήσουν πως την κορφή την πιάσανε οι Έλληνες! Μα το ίδιο κάνει κι ο Τσίγκος. Φωνάζει στον γκρεμό, όσοι από τους δικούς του δεν είναι παγωμένοι, να μην ανέβουν. Να γυρίσουν στο Σύνταγμα. Να πουν πως θέλουμε ενισχύσεις στην κορυφή! Στο μεταξύ φαίνονται οι Ιταλοί στη βορεινή ρίζα. Δυο ολόκληρα Συντάγματα Αλπινιστών ανεβαίνουν να ξαναπάρουν το βουνό. Μα είναι αργά! Ο Παπαστεργίου, ο Μέραρχος, έχει προλάβει να τους ανεβάσει όλους στο βουνό! Ολόκληρη τη Μεραρχία Κρήτης!
Αριστερά οι Ρεθυμνιώτες του 44ου
Στο Κέντρο οι Χανιώτες του 14ου και δεξιά οι Καστρινοί κι οι Λασιθιώτες του 43ου. Οι Ιταλοί δεν είναι δειλοί. Ορμούν. Πιάνονται χέρι με χέρι οι Κρητικοί με τους Τυρολέζους και τα παιδιά από τα Απέννινα. Γλιστρούν και πέφτουν αγκαλιασμένοι στις παγωμένες χαράδρες και στις τρύπες του βουνού. Κοντά δυο μέρες σκοτώνονται, ώσπου το πράμα γίνεται ξεκάθαρο.
Οι Κρητικοί πήραν την Τρεμπεσίνα!
ΥΓ. Την καταπληκτική αυτή φωτογραφία δεν την τράβηξε κάποιος πολεμικός ανταποκριτής. Δεν είναι φωτογραφία προπαγάνδας. Την τράβηξε μια νοσοκόμα του Ελληνικού Στρατού, η Μαρία Χρουσάκη. Δημοσιοποιήθηκε χάρη στον Βασίλη Χολέβα. Είναι Ιταλοί αιχμάλωτοι, πολλοί τραυματισμένοι, με τους Έλληνες φρουρούς τους στην κοιλάδα του Αώου. Στο βάθος φαίνεται η φονική Τρεμπεσίνα.








