Απόπειρα δολοφονίας κατά του Επισκόπου Αγαθαγγέλου Παπαδάκι
Τα πρώτα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα
Σκέπτομαι καμιά φορά τι θα λένε οι συνάδελφοι του μέλλοντος ερευνώντας την τοπική ιστορία αν φυσικά υπάρχει παρόμοιο ενδιαφέρον τότε.
Θα δουν τα ίδια και τα ίδια θέματα να ταλανίζουν την τοπική ηγεσία και οι μεσοβέζικες λύσεις που επέλεγαν για να επέλθει ηρεμία, ιδιαίτερα όταν πλησίαζαν εκλογές να δημιουργούν χειρότερες καταστάσεις. Μόνο η πλευρά κάθε αντιπολίτευσης ωφελείτο γιατί εύρισκε ευκαιρίες για σχόλια και επικρίσεις μέχρι να αναλάβει κι αυτή εξουσία και να βρεθεί στη θέση αυτών που αντιπολιτευόταν.
Λίγους μήνες μετά την επίσημη ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, στον απόηχο πανηγυρισμών και εορταστικών εκδηλώσεων το Ρέθυμνο ζει μια περίεργη κατάσταση. Ξαφνικά μπαίνουν στο τραπέζι των συζητήσεων ένα σωρό ζητήματα που όμως απαιτούσαν να μπει το χέρι στην τσέπη και των πολιτών.
Γενάρη του 1914 μπαίνει πρώτα το ζήτημα κατασκευής λιμανιού. Σχηματίζεται λιμενική επιτροπή αφενός και επιβάλλεται λιμενικός φόρος αφετέρου. Κι όλοι ελπίζουν ότι το Ρέθυμνο θα αποκτήσει λιμάνι. Το ίδιο βέβαια πίστευαν λίγα χρόνια νωρίτερα και οι αναγνώστες της «Αναγεννήσεως» που με την ανατολή του νέου αιώνα διάβασαν ότι το 1900 έφερνε αυτό το πολύτιμο δώρο στο Ρέθυμνο. Και δώστου πανηγυρισμούς. Έμειναν βέβαια με τη χαρά αλλά από το 1914 άνθισε και πάλι η ελπίδα μέσα τους.
Κι ενώ αυτά συμβαίνουν στα παράλια, στην ενδοχώρα οι κάτοικοι στενάζουν από τα κρούσματα εγκληματικότητας που βρίσκεται στο κόκκινο. Αυτό βεβαιώνει και μια έκθεση του νομάρχη που υπέβαλε στην Γενική Διοίκηση όπου φαίνεται ότι ο νομός μας κατέχει τα πρωτεία. Και το κερασάκι στην τούρτα ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Επισκόπου Λάμπης Αγαθαγγέλου.
Συνέβη στη σχολή Ασωμάτων όπου διέμενε ο Επίσκοπος κατά κόσμον Ανδρέας Παπαδάκης που γεννήθηκε στα Σελλιά της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης το 1859. Το 1876 εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ασωμάτων της Επαρχίας Αμαρίου Ρεθύμνης. Το 1877 χειροτονήθηκε Διάκονος της Επισκοπής Λάμπης και Σφακίων από τον Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Παΐσιο. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1891.Κατόπιν επέστρεψε στην Ιερά Μονή Ασωμάτων και στις 26 Ιουνίου 1891 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Ευμένιο. Στις 11 Μαρτίου 1896 εξελέγη Επίσκοπος Χερρονήσου με 4 ψήφους έχοντας συνυποψηφίους τους Αρχιμανδρίτες Αμβρόσιο Γαλανάκη (3 ψήφοι) και Χρύσανθο Τσεπετάκη. Στις 17 Μαρτίου 1896 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Χερσονήσου. Τον Σεπτέμβριο του 1900 λίγο πριν τη συγχώνευση της Επισκοπής Χερσονήσου με τη Μητρόπολη Κρήτης εξελέγη Επίσκοπος Λάμπης και Σφακίων.
Η απόπειρα είχε εκδικητικά κίνητρα. Με τα όπλα θέλησαν κάποιοι κάτοικοι Βισταγής να εκδικηθούν τον Ιεράρχη για τον αποκλεισμό δικού τους προστατευομένου για τη θέση ιερέα. Μια θέση που διεκδικούσαν μανιωδώς δυο πρόσωπα. Ο Επίσκοπος όμως διάλεξε κάποιον Λαϊνάκη που συγκέντρωνε κατά τη γνώμη του περισσότερα προσόντα.
Τότε οι συγγενείς του άλλου υποψηφίου αποφάσισαν να εκδικηθούν. Πρώτα πήγαν νύκτα και έκαψαν τρία ελαιόδεντρα που ανήκαν στον Αγαθάγγελο και μετά του έστησαν καρτέρι περιμένοντας να μπει στην κρεβατοκάμαρά του για ύπνο. Εκεί ήθελαν να τον σκοτώσουν την ώρα που θα κοιμόταν. Οι σφαίρες ευτυχώς για τον Επίσκοπο σφηνώθηκαν στον παραστάτη του παραθύρου ενώ οι δράστες επωφελούμενοι του σκότους κατάφεραν να ξεφύγουν από τους μοναχούς και εργαζόμενους στη μονή που τους πήραν στο κυνήγι.
Όσο για τον Αγαθάγγελο, το 1919 εκτοπίστηκε στη Χίο ως φιλοβασιλικός. Επέστρεψε στα τέλη του 1920 και στις 31 Μαρτίου 1921 ανέλαβε τοποτηρητής της Μητροπόλεως Κρήτης μέχρι τον Φεβρουάριο του 1922. Εκοιμήθη στην Ιερά Μονή Ασωμάτων Αμαρίου στις 11 Ιουνίου 1928.
Κι ενώ αυτά συνέβαιναν στη γειτονική Μητρόπολη, στο Ρέθυμνο ο Επίσκοπος Χρύσανθος αποφάσισε να αναγείρει αναθηματική στήλη προς τιμήν των ηρώων που έπεσαν ηρωικά υπέρ πατρίδος.
Αυτό βέβαια είχε τη βάση του όπως και το χαράτσι για τον εθνικό στόλο, αλλά ο έρανος για τον ανδριάντα του βασιλέως ξεπερνούσε κάθε όριο. Κι όμως έσπευσαν να ανταποκριθούν με 23 δραχ. το Ρουσσοσπίτι, 50 το Άδελε, Παγκαλοχώρι Χαμαλεύρι 45, Χρωμοναστήρι 73, Πηγή 62, Σπήλι 70, Μύλοι 6 δρχ., Μούντρος 10 και πάει λέγοντας.
Πόσα χρήματα συγκεντρώθηκαν δεν γνωρίζουμε. Πάντως το απόσπασμα Ευζώνων που επισκέφθηκε το Ρέθυμνο συνοδεύοντας τα επίτακτα ζώα τους έτυχε σπουδαίας φιλοξενίας στο Ιδαίον Άντρον.
Στις 8.30 το βράδυ ήταν άπαντες παρόντες στην ευρύχωρη αίθουσα- όπως μας πληροφορεί το ρεπορτάζ της εποχής- και κάθισαν με άνεση στα τραπέζια που είχαν στρωθεί σε σχήμα Π και σύντομα άρχισαν να γεμίζουν με όλα τα καλά του Θεού που τα τίμησαν δεόντως οι καλεσμένοι μετά τις προσφωνήσεις και τα καλωσορίσματα του Επισκόπου Χρυσάνθου κ.ά.
Λίγο οι μεζέδες πολύ περισσότερο το κρασί ήρθαν στο κέφι και άρχισαν τον χορό αλλά με πατριωτικά τραγούδια. Με τι άλλο θα χόρευαν οι εύζωνοι; Βέβαια αν είχαν τη μουσική του δήμου θα ήταν αλλιώς. Η έλλειψη αυτή συζητήθηκε επί τόπου και κρίθηκε αναγκαίο να εξεταστεί η δυνατότητα απόκτησης και μάλιστα πάση θυσία.
Η αργία της Κυριακής, η λειψυδρία στον Ορθέ και η «Λουίζα Μύλλερ»
Επιτέλους μέρες σαν και αυτές λαμβάνουν οι εργαζόμενοι και του Ρεθύμνου ένα σπουδαίο δώρο. Επεκτείνεται κι εδώ η Κυριακή αργία. Μα λίγο βάσταξε η χαρά τους γιατί από την απόφαση αυτή εξαιρούντο τα ιχθυοπωλεία, γαλακτοπωλεία, οπωροπωλεία, κρεοπωλεία, εστιατόρια, πρατήρια τροφής ζώων και πεταλωτήρια.
Ζαχαροπλαστεία, καφενεία, ζυθοπωλεία, παντοπωλεία, εδωδιμοπωλεία, άνοιγαν μετά τις οκτώ το πρωί το θέρος και τις εννέα τον χειμώνα και τα κουρεία λειτουργούσαν μέχρι τη μία το μεσημέρι. Ποιοι τελικά μπορούσαν να χαρούν την Κυριακή τους; Σάμπως περίσσευε και κανείς;
Στις 17 Ιανουαρίου 1914 ένας από τους σημαντικούς Ρεθεμνιώτες δέχεται ισχυρό πλήγμα στην επιχείρησή του και θρήνησε και θύματα. Ήταν ο Γεώργιος Χατζηγρηγοράκις του οποίου ένα από τα μικρά του ιστιοφόρα καταποντίστηκε στον Λατζιμά προερχόμενο από Πάνορμο φορτωμένο κίτρα και λάδι. Από το τριμελές πλήρωμα ένας μόνο άνδρας σώθηκε ο Ιωάννης Σκανδαλάκις μετά από πολύωρη πάλη με τα μαινόμενα στοιχεία της φύσης.
Στο μεταξύ η λειψυδρία απειλεί σοβαρά τους κατοίκους στον Ορθέ. Για να πάρουν νερό έπρεπε να κατέβουν σ’ ένα φαράγγι, βάθους χιλίων μέτρων από μια σκάλα μάλιστα της κακιάς ώρας. Όταν πια η κατάσταση δεν έπαιρνε άλλη αναβολή, ζήτησαν λοιπόν από την Γενική Διοίκηση να τους δώσει κάποια πίστωση για κατασκευή υδραγωγείου κι εκείνοι αναλάμβαναν ευχαρίστως να εργαστούν αμιστί για την ολοκλήρωση του έργου.
Φεβρουάριο του 1914 μέγα σκάνδαλο δίνει αφορμή για πλήθος συζητήσεων. Μια γυναίκα ονόματι «Λουίζα Μύλλερ» εμφανίζεται στον τοπικό τύπο τολμώντας να δημοσιογραφήσει.Ζήτησε συνεργασία στην «Κρητική Επιθεώρηση» και δημοσίευσε πρώτα ένα χρονογράφημα και μετά ένα ποίημα πολύ ενδιαφέρον.
Ο αρθρογράφος της εφημερίδας τολμά να υπερασπιστεί την τόσο τολμηρή για την εποχή της νέα, που δεν ήταν άλλη από την Αλεξάνδρα Ανδρουλιδάκη τη μητέρα του Πάρη Κελαϊδή.
Μια από τις σημαντικότερες ενέργειες τις πρώτες μέρες του 1914 ήταν μια παγκρήτια κινητοποίηση για την ίδρυση ταμείου δημοσίων έργων.
Το Ρέθυμνο μάλιστα βρήκε την ευκαιρία να εκτονώσει το βαθύ αίσθημα αδικίας που το διακατείχε καθώς ήταν διαρκώς παραγκωνισμένο. Με το συλλαλητήριο αυτό άστραψε και βρόντησε διεκδικώντας συγκοινωνία και άλλα βασικά έργα υποδομής.
Οι πρώτες σπουδαίες αρχαιολογικές ανακαλύψεις
Κι έρχονται πάνω στην ώρα σπουδαίες αρχαιολογικές ανακαλύψεις να τεκμηριώσουν το αίτημα για αναπτυξιακά έργα, καθώς άρχισε να αχνοφαίνεται κάποιο μέλλον για τον βασανισμένο μας τόπο. Το πρώτο εύρημα εντοπίστηκε στο Χαμαλεύρι το Φεβρουάριο του 1914, στη θέση «Ρημάδια». Εκεί βρέθηκε μια πήλινη λάρνακα σπασμένη βέβαια αλλά με θαυμάσιο μυκηναϊκό διάκοσμο. Ειδοποιήθηκε αμέσως η αρμόδια υπηρεσία που δεν είχε τότε τη μορφή της σημερινής. Ωστόσο άνθρωποι με γνώσεις και ευαισθησίες είχαν τον ρόλο του εφόρου αρχαιοτήτων αν κρίνουμε από τις προσωπικότητες που βρέθηκαν στη θέση αυτή.
Λίγες μέρες μετά ο Βασίλης Δροσάκις όπως φρόντιζε το χωράφι του στου Σταυρωμένου βρήκε ένα άγαλμα χωρίς κεφάλι και μέλη αλλά τουλάχιστον τα ρούχα του είχαν εκείνες τις μοναδικές πτυχώσεις που χαρακτηρίζουν την τεχνική των γλυπτών της κλασικής Ελλάδας.
Ο άνθρωπος αυτός αν και βιοπαλαιστής έκανε το χρέος του και παρέδωσε το εύρημα στην υπηρεσία αρνούμενος να δεχθεί αμοιβή. Και μάλιστα από εκείνη τη μέρα αφοσιώθηκε στην έρευνα ανακαλύπτοντας και άλλα ευρήματα τα οποία και παρέδωσε στο μουσείο.
Το επόμενο εύρημα παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Μια καθίζηση του εδάφους στη δεξιά όχθη του Γεροπόταμου στη θεση Γαϊδαρέ της περιφέρειας Αχλαδέ βρέθηκε τμήμα λάρνακας με σπασμένα επίσης πήλινα αγγεία στο εσωτερικό της. Με εντολή της Γενικής Διοικήσεως που άρχισε πια να ενδιαφέρεται για τα ευρήματα αυτά έγινε μια πρόχειρη έρευνα με θαυμάσια αποτελέσματα. Γιατί από κρανία και άλλα οστά που βρέθηκαν τριγύρω οι ειδικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη λάρνακα είχε χρησιμοποιηθεί τρεις φορές τουλάχιστον, ήταν εποχής 1500 π.Χ Ο δε νεκρός ετοποθετείτο σε εμβρυακή κατάσταση. Αυτό ήταν μια παρατήρηση του Γερμανού φυσιοδίφη Βίρχοβ.
Δεν αναφέρεται αν είχε και αυτός σχέση αλλά λίγο αργότερα το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Βιέννης αναγνωρίζει αντεπιστέλλον μέλος του τον καθηγητή και επιμελητή αρχαιοτήτων στο Ρέθυμνο Ευστάθιο Πετρουλάκη.
Ο σημαντικός αυτός επιστήμονας από τον πρώτο καιρό της επιστροφής του στο Ρέθυμνο από τη Γερμανία ασχολήθηκε με μεγάλο ζήλο για την προστασία και ανάδειξη του αρχαιολογικού μας πλούτου. Και η εργασία που είχε εκδώσει εντυπωσίασε τα μέλη του Ινστιτούτου που αμέσως αποφάσισαν να τον κάνουν μέλος.
Κι ενώ χαίρεται ο επιστημονικός κόσμος,ο νομικός κλάδος αγάλλεται ιδιαίτερα με την απομάκρυνση ενός Εισαγγελέα που μόνο προβλήματα δημιουργούσε. Την αποπομπή του είχε εισηγηθεί πολλάκις ο δικηγορικός κόσμος του Ρεθύμνου επειδή ήταν παροιμιώδης η φυγοπονία του εν λόγω δικαστού. Πολλές φορές σηκωνόταν μεσούσης της ακροαματικής διαδικασίας άφηνε αντικαταστάτη και έφευγε. Η διαγωγή του επίσης είχε δημιουργήσει πρόβλημα σε μια εποχή που η πολιτική ζωή είχε αποκτήσει αρκετή ένταση με διχαστικά για τον λαό αποτελέσματα.
Άλλοι πάλι έσπευσαν να ζητήσουν επανεξέταση του θέματος με τον ισχυρισμό ότι ο συγκεκριμένος εισαγγελέας ήταν τόσο δίκαιος ώστε έβαλε στη φυλακή τον ίδιο του τον αδελφό παραστάς μάλιστα και ως πολιτικός ενάγοντας. Άντε τώρα βγάλε άκρη.
Και άλλα γεγονότα
Από τα σοβαρά γεγονότα εκείνης της χρονιάς ήταν η ένοπλος συμπλοκή ανάμεσα στα Πλατάνια και το Φουρφουρά Αμαρίου. Αφορμή ένα μιτάτο. Δεν χρειάζεται να μπούμε σε λεπτομέρειες γιατί σε τι ευθύνονται οι απόγονοι να πληροφορηθούν και τα ονόματα των πρωτεργατών της εξέγερσης, πάντως η διαμάχη κατέληξε σε τρίωρη μάχη που αναστάτωσε ολόκληρη την επαρχία.
Η κινητοποίηση πάντως που έγινε και δυναμικά μάλιστα στο Σπήλι εκείνες τις μέρες, είχε άλλο σκοπό. Ήταν ένας τρόπος να εκφράσουν την αγανάκτησή τους οι κάτοικοι για τη φορολογία του οινοπνεύματος. Ομιλητής στο συλλαλητήριο αυτό ήταν ο δικηγόρος Στ. Φωτάκης ο οποίος μάλιστα και καταχειροκροτήθηκε.
Το 1914 περνά και στην αθανασία ο Συμεών Γαβράς. Είναι ο γνωστός μοναχός που είχε σχέση με το λάβαρο της Ιεράς Μονής Αρκαδίου.
Το λάβαρο της Μονής Αρκαδίου, που απεικόνιζε τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, χάθηκε τη μέρα της άλωσης. Όμως, τέσσερα χρόνια αργότερα επέστρεψε στο μοναστήρι κάτω από περίεργες συνθήκες.Αυτή τη διανθισμένη με θρύλους ιστορία αφηγήθηκε, πολλά χρόνια αργότερα, ο αρχιμανδρίτης Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος στον δημοσιογράφο και θεατρικό συγγραφέα Αλέκο Λιδωρίκη, ο οποίος μετέφερε την αφήγηση στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (φ. 15/11/1931).
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η ιστορία εξελίχτηκε το 1870, αφού είχε κατασταλεί η επανάσταση, επήλθε ηρεμία και είχε συγκληθεί Ιερά Σύνοδος στο Ηράκλειο.Στη Σύνοδο έπαιρνε μέρος αντιπροσωπεία από «το Ηγουμενοσυμβούλιο του Αρκαδίου που αποτελέστηκε από τον ηγούμενο Νικόδημο και τους αδελφούς Συμεών Γαβρά, Παρθένιο Κανακάκη και Παΐσιο Ξενάκη, που διεσώθησαν από το τραγικό ολοκαύτωμα».
Συνεχίζοντας ο Λιδωρίκης αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Ένα μεσημέρι απ’ αυτά, στις μέρες που διαρκούσαν οι εργασίες της Συνόδου, οι δύο καλόγεροι Συμεών Γαβράς και Παρθένιος Κανακάκης, καθισμένοι σε έναν καφενέ του Ηρακλείου, είδαν να μπαίνει μέσα σ’ αυτόν ένας Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος αφού πήρε θέση δίπλα τους άρχισε σε λίγο να κοιτάζει συνεχώς με βλέμματα θαυμασμού τον γιγαντόσωμο και επιβλητικό Γαβρά.
Επειτ’ από λίγη ώρα τον πλησίασε και αφού χαιρέτησε με σεβασμό τον ρώτησε «από ποιο μέρος είναι».
– Από εδώ είμαι! Απάντησε εκείνος και τον κοίταξε με υποψία.
– Όχι παπά… του ξανάπε τότες ο Τούρκος/ δεν είσ’ από δω. Γιατί δεν λες την αλήθεια;
Ο λεβεντόκορμος Γαβράς ύψωσε τότε το κεφάλι του και ατενίζοντας τον κατάματα αποκρίθηκε:
– Είμαι από το Αρκάδι της Ρεθύμνου… Με θέλεις τίποτα;…
Ο Τούρκος αξιωματικός χαμογέλασε.
– Έχομε αλλάξει σφαίρες οι δυο μας, γιατί εκεί κι’ εγώ πολεμούσα και τρόμαξα να γλυτώσω το κουφάρι μου. Πώς τα κατάφερες να σωθής παπά;…
Ο Συμεών τού εξήγησε με λίγα λόγια το ιστορικό της σωτηρίας του […].
Ο Τούρκος μετά την αφήγησή του σηκώθηκε όρθιος και απλώνοντας το χέρι του, του μίλησε με συγκίνηση:
– Άκουσε καπετάνιε… Ως χθες είμαστε εχθροί, σήμερα είμαστε φίλοι και για να μου το θυμάσαι έλα να σου δώσω ένα ευαγγέλιο του μοναστηριού σας που το πήρα όταν το πατήσαμε…
Ο Γαβράς, αν και με κάποια υποψία […] δέχτηκε να τον ακολουθήση.
[…] Οταν έφτασαν στο σπίτι του Τούρκου και πέρασαν στο ωραίο σαλόνι που το στόλιζαν ντιβάνια, καθρέφτες, μαξιλάρια και πολύτιμα στρωμένα χαλιά, σηκώθηκ’ εκείνος και φώναξε τη χανούμ του, που πίσω από το καφάσι παρακολούθησε την άφιξή τους. […]
Κάθησαν σταυροπόδι και […] ξαναγύρισαν σαν αδέλφια τώρα στις λεπτομέρειες της ιστορικής ημέρας του 1866.
Σε μια στιγμή που ο Συμεών τελείωνε την αφήγηση μιας από τις πιο τραγικές ώρες στράφηκε ο Τούρκος στη γυναίκα και με συγκίνηση φώναξε:
– Φέρε από την κασέλα αυτό που σούδωσα να φυλάξης… το υποσχέθηκα στον φίλο μου τον Καλόγερο…
Ο Συμεών καθόταν σε καρφιά αναμμένα. Με εύλογη ανυπομονησία περίμενε να δει του Τούρκου το δώρο κι ο ενθουσιασμός του ήταν απερίγραπτος, άφθαστος, όταν είδε τη χανούμ να ξαναγυρίζει κρατώντας στα χέρια της το λάβαρο του Αρκαδιού […]
Έξαλλος από χαρά αλλά και με ευλάβεια το πήρε στα χέρια του και το καταφιλούσε…
Ύστερα, αφού χαιρέτισε με τα πιο θερμά λόγια τον αγαθό κι ευγενικό εχθρό του, ρίχτηκε στον δρόμο…».
Αυτά μας θυμίζει ο Δημήτρης Μαθιόπουλος στην αναφορά του στο ηρωικό μοναχό.