Της ΑΔΑΜΑΝΤΙΑΣ ΧΑΤΖΗΑΠΟΣΤΟΛΟΥ *
Η γιορτή του Πάσχα ήταν το πιο σημαντικό θρησκευτικό γεγονός της χριστιανοσύνης, όπου οι πιστοί σε όλη τη διάρκεια της σαρακοστής νήστευαν και προσεύχονταν με πολύ ευλάβεια και αυτό φαινόταν από τη συμμετοχή τους σε όλες τις εκκλησιαστικές ακολουθίες.
Το Σάββατο το Λαζάρου έβρισκε τους Μικρασιάτες να προετοιμάζονται για τις Άγιες Μέρες που θα ακολουθούσαν. Ξεκινούσαν πρώτα με τους νεκρούς τους, που λόγω και της ημέρας πήγαιναν στα νεκροταφεία για τον καθαρισμό και τον στολισμό των τάφων. Την ίδια μέρα ακουγόταν σε όλα τα σοκάκια από τα παιδιά τα κάλαντα του Λαζάρου:
Ηρτ’ ο Λάζαρος, ήρταν τα Βάγια
Ηρτ’ η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια
Που’ σουνα Λάζαρε πουν’ η φωνή σου;
Που σ’ ηγύρευε μαν’ κ’ αδερφή σου.
Ήμουν στη γη χωμένος
Και με νεκρούς αποθαμένος.
Λάζαρε μου σαν τι είδες
Εις τον Άδη όπου πήες;
Είδα τρόμοι είδα φόβοι
Είδα βάσανα και πόνοι.
Δώκε μου λίγο νεράκι
Να ξεπλύνω το φαρμάκι.
Εκείνη την ημέρα οι νοικοκυρές κερνούσαν λαζαράκια, κουλουράκια φτιαγμένα από λάδι, ζάχαρη, αλεύρι και κανελόζουμο.
Την Κυριακή των Βαγιώ πήγαιναν όλοι στην εκκλησία, όπου έπαιρναν σταυρούς πλεγμένους από φύλλα φοινικιάς, που τους φύλαγαν στο εικονοστάσι. Το φαγητό της ημέρας αυτής ήταν ψάρι και πράσινες σαλάτες.
Βάγια – Βάγια τω Βαγιώ
Τρώμε ψάρι και κολιό
Και την άλλη Κυριακή
Βάζω τ’ ασπρο μου βρακί.
Τα σπίτια ήταν συγυρισμένα, ασβεστωμένα όπου γι’ αυτό είχαν φροντίσει οι γυναίκες πολλές μέρες πριν. Το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης αφού μεταλάβαιναν μικροί και μεγάλοι, γυρνούσαν στο σπίτι όπου οι νοικοκυρές φρόντιζαν για το ψήσιμο των τσουρεκιών και το βάψιμο των αυγών μέσα σε πατζαρόζουμο, κρεμμυδόφυλλα, αμυγδαλόφυλλα, αλισάχνη (χένα).
Την Μεγάλη Παρασκευή σε ένδειξη πένθους, οι γυναίκες απέφευγαν τις δουλειές που παρομοιάζονταν με τη σταύρωση του Χριστού (κέντημα, ράψιμο, κάρφωμα). Μάζευαν λουλούδια μαζί με τα κορίτσια για το στολισμό του επιταφίου, τα οποία τα περνούσαν σε αρέστες (αρμαθιές) για το κουβούκλι. Το θιάσο ή διάσο ήταν ένα είδος ποτού που φτιαχνόταν εκείνη τη μέρα από ρύζι, αμύγδαλα, νερό, ζάχαρη και κανέλα, όλα βρασμένα και αλεσμένα. Το σέρβιραν στις κηδείες άρα και τη μέρα αυτή που ήταν πένθιμη.
Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής γινόταν η περιφορά του Επιταφίου στις γειτονιές, με τον κόσμο να ακολουθεί πιστά και να ψέλνει, εκτός από κάποιους που έμεναν πίσω για να ψάλουν το μοιρολόι της Παναγίας. Στην επιστροφή για το σπίτι όλοι έπαιρναν λουλούδια από τον επιτάφιο όπου και τα φύλαγαν για θύμιασμα κατά της βασκανίας.
Το Μεγάλο Σάββατο υπήρχε αναμπουμπούλα και έντονη κινητικότητα για τις τελευταίες ετοιμασίες. Οι εκκλησίες ντυμένες στα λευκά έκαναν την πρώτη Ανάσταση το πρωί, οι ιερείς έραιναν τους πιστούς με νερατζόφυλλα, ενώ το βράδυ της Ανάστασης κάθονταν όλοι ως το τέλος μέσα σε μια γιορτινή ατμόσφαιρα από φιλιά και ευχές. Μετά την Ανάσταση γυρνούσαν στο σπίτι και έκαναν το σύμβολο του σταυρού με το κερί στην πόρτα τους και συνέχιζαν τρώγοντας σούπα αυγολέμονο, φρέσκες μυζήθρες, συκωτάκια τηγανητά, τσουρέκια και κόκκινα αυγά.
Την ημέρα της Λαμπρής πήγαιναν όλοι στην εκκλησία φορώντας τα σχολιανά τους και οπωσδήποτε κάτι καινούργιο για το καλό. Το Λαμπριάτικο τραπέζι είχε αρνί το φούρνο ψημένο σε κληματόβεργες ή μοσχάρι μαγειρευτό.
Ο κύκλος της γιορτής του Πάσχα ολοκληρωνόταν με το πανηγύρι της Ζωοδόχου Πηγής, όπου πήγαιναν να λειτουργηθούν και να προσκυνήσουν σε διάφορα ξωκκλήσια.
Καλή Ανάσταση σε όλους.
*Για τον σύλλογο Ρεθύμνιων Μικρασιατών