Ανάμεσά τους και ο Αλέξανδρος Κουνδουράκης που η προτομή του κοσμεί τον χώρο της Στρατολογίας
Από τους ήρωες του μετώπου και ο λοχαγός Νίκος Ορφανουδάκης σπουδαίος αξιωματικός που έπεσε ηρωικά μαχόμενος στις 10 του Μάρτη 1941, πολεμώντας λεονταρίσια τους Ιταλούς στα βουνά της Αλβανίας. Ήταν 43 χρόνων.
Επρόκειτο πράγματι για ένα γενναίο αξιωματικό που αξίζει να τον παρουσιάσουμε ιδιαίτερα. Ο Νίκος Ορφανουδάκης γεννήθηκε στο χωριό Λούτρα το 1896.
Στις 5 Μαρτίου 1915, κατετάγη στη διλοχία της ελληνοκρητικής λεγεώνος του 346ου Γαλλικού Συντάγματος. Έλαβε μέρος σε ιστορικές μάχες με το σύνταγμα αυτό αλλά και στην απόβαση της Θράκης 6-7 Αυγούστου 1915. Τον Οκτώβριο του 1916 κατετάγη στο Στρατό Εθνικής Αμύνης και την Πρωτομαγιά του 1917 μετετάγη στον εθνικό στρατό.
Σύμφωνα με νεότερες πηγές ο Νικόλαος Ορφανουδάκης βρέθηκε στη Σμύρνη το 1920, το 1922 επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1923 υπηρετεί ως υπολοχαγός στα Γιάννενα.
Εκείνη την εποχή οι Ρεγγαίοι ληστές είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος στην περιοχή. Χαρακτηριστικό της τρομοκρατίας που είχαν επιβάλει είναι ότι είχαν προκηρυχθεί από την πολιτεία και μάλιστα με γενναίο ποσόν.
Ο Νικόλαος Ορφανουδάκης διέθετε εκτός από άριστα διοικητικά προσόντα και στρατηγικό μυαλό. Έτσι έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο με και με την ικανότητά του να εμπνέει το θάρρος στους άνδρες του κατάφερε να συλλάβει τους ληστές. Το κατόρθωμά του αυτό επαινέθηκε και με προαγωγή επ’ ανδραγαθία. Έλαβε βέβαια και τα χρήματα της επικήρυξης. Με την εντιμότητα που τον διέκρινε δεν θέλησε να κρατήσει μόνος του την αμοιβή αυτή. Μοιράστηκε το ποσόν με τους 12 άνδρες που τον είχαν βοηθήσει στην επικίνδυνη αυτή επιχείρηση.
Και με το μερίδιό του όμως είχε αποκτήσει μια οικονομική άνεση για την εποχή του.
Έτσι λοχαγός, αξιοσέβαστος, επέτρεψε στον εαυτό του να χαρεί και την οικογενειακή του ευτυχία. Είχε ήδη γίνει πατέρας ενός γιου του Στέλιου που λάτρευε.
«Κόκκινο πανί» για τους κακοποιούς
Η πάταξη της εγκληματικότητας δεν έμεινε χωρίς συνέπειες. Σύντομα άρχισε να δέχεται απειλές για τη ζωή του από κακοποιά στοιχεία τα οποία έβλεπαν στο πρόσωπο του Ορφανουδάκη έναν αμείλικτο διώκτη. Δοκίμασαν τα πάντα οι κακοποιοί για να σταματήσουν τον λοχαγό που δεν έδειχνε να τους υπολογίζει. Κι αφού είδαν πως δεν τον πείθουν για την αποφασιστικότητά τους να του κάνουν κακό, σκέφτηκαν να τον χτυπήσουν στο ευαίσθητο σημείο του που ήταν ο γιος του. Απειλούσαν λοιπόν με απαγωγή του μικρού και μαρτυρικό του θάνατο.
Ούτε και τώρα όμως κατάφεραν να γονατίσουν τον Ορφανουδάκη που έχοντας μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό του πίστευε ότι μπορούσε να αποτρέψει κάθε κίνδυνο που απειλούσε την οικογένειά του. Ο διοικητής του όμως που τον αγαπούσε σαν πατέρας και τον θαύμαζε, κατάλαβε ότι δεν θα αργήσει να πληρώσει τη γενναιότητά του αυτή. Γνώριζε καλά πως λειτουργούσαν τα κακοποιά αυτά στοιχεία και πως σίγουρα θα πλήγωναν τον Ορφανουδάκη με τις υποχθόνιες μεθόδους που συνήθιζαν. Θα τον αιφνιδίαζαν και θα έπαιρναν την εκδίκησή τους. Αφού δεν κατάφερε να τον πείσει αποφάσισε να δράσει πιο αποτελεσματικά. Και προχώρησε μυστικά τις διαδικασίες για τη μετάθεση του λοχαγού του σε τόπο που δεν θα κινδύνευε ούτε αυτός ούτε η οικογένειά του. Έγιναν όλα με απόλυτη μυστικότητα χωρίς ο λοχαγός να καταλάβει το παραμικρό.
Έτσι βρέθηκε ο Νικόλαος Ορφανουδάκης στην Κομοτηνή. Εκεί τον βρήκε το κίνημα Βενιζέλου στο οποίο πήρε μέρος από τους πρώτους. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Εθνάρχη και τώρα είχε μια ευκαιρία να το αποδείξει σαν γνήσιος Κρητικός. Η συμμετοχή αυτή δεν πέρασε χωρίς συνέπειες από τους αντιβενιζελικούς που με ιδιαίτερο μένος εναντίον του τον απέταξαν. Ο Ορφανουδάκης ξαφνιάστηκε για λίγο επειδή το στράτευμα ήταν η ζωή του. Για τίποτα στον κόσμο όμως δεν θα έδειχνε υποταγή για να επιστρέψει στο στράτευμα που λάτρευε. Σύντομα πήρε τη μοίρα του στα χέρια του παραμένοντας στην Κομοτηνή ως απλός πολίτης.
Ίσως να ήταν μια λύση η επιστροφή στον τόπο του. Αξιωματικός όμως χωρίς τα διακριτικά του αισθάνεται ότι ζει έναν εφιάλτη. Και ο γενναίος αυτός άνδρας δεν ήθελε να προκαλέσει τον οίκτο κανενός. Εκεί μακριά στη Θράκη χωρίς γνωστούς και φίλους θα περνούσε λιγότερο οδυνηρά τη δοκιμασία του. Η ζωή του κυλούσε σε μια φρικτή αβεβαιότητα. Είναι σε έναν τόπο που δεν τον δένει κανένας συναισθηματικός δεσμός, δεν βρίσκεται στον χώρο που έχει συνηθίσει αλλά αποφασίζει να αντιμετωπίσει κατάματα όλες τις δυσκολίες του.
Εξασφαλίζει τα προς το ζην ως «δικολάβος» και δίνει ποιότητα στην καθημερινότητά του με μια έντονη συμμετοχή στα κοινά υπηρετώντας τον πολιτισμό. Παίρνει μέρος σε πολλές δραστηριότητες και διακρίνεται για τις ιδέες και την καλαισθησία του.
Η τοπική κοινωνία επιδιώκει με κάθε τρόπο να τον φέρει κοντά της εκτιμώντας το ήθος και τις δημιουργικές του ιδέες. Από τις σημαντικές του δραστηριότητες ήταν η σύσταση του προσκοπικού συνδέσμου Κομοτηνής, που γίνεται θεσμός κυρίως παιδαγωγικός. Εκεί ο Ορφανουδάκης με τις άριστες διοικητικές του ικανότητες καταφέρνει να φέρει τα νέα παιδιά κοντά στις έννοιες του καθήκοντος και της προσφοράς. Τα βοηθά να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους. Και πολλά από αυτά χάρις στον Ορφανουδάκη βάζουν υψηλούς στόχους στη ζωή τους. Σύντομα βελτιώνονται και οι επαγγελματικές του συνθήκες.
Οι κόποι του και το ήθος του επιβραβεύονται όπως του αξίζει. Αναλαμβάνει καθήκοντα διευθυντού της τοπικής Εργατικής Εστίας και αρχίζει να εκφράζει και τις λογοτεχνικές του ανησυχίες. Πάντα ένιωθε την ανάγκη να γράψει αλλά τα στρατιωτικά του καθήκοντα τον περιόριζαν. Τώρα μπορούσε να αναπτύξει το ταλέντο του αυτό και να εκφραστεί λογοτεχνικά. Γράφει το ποιητικό δράμα «Ο θάνατος του κλέφτη» που ανεβάζει και στο θέατρο. Ούτε ο ίδιος δεν περίμενε τόση ανταπόκριση και τόσο ειλικρινή ενθουσιασμό από το κοινό που το παρακολούθησε. Η επιτυχία που σημειώνει τον κάνει ευρύτερα γνωστό στους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Έχει καταφέρει να δώσει ποιότητα στη ζωή πολλών ομάδων μέσα από τις δικές του πρωτοβουλίες. Και έτσι καταξιώνεται από την τοπική κοινωνία που αναγνωρίζει τις αρετές του.
Κι ήρθε ο πόλεμος
Και φθάνουμε στην κήρυξη του πολέμου 1940. Ο Ορφανουδάκης αισθάνεται θηρίο στο κλουβί. Βλέπει τους νέους να φεύγουν με το χαμόγελο στα χείλη και τρελαίνεται. Θέλει να τρέξει στο καθήκον αλλά δεν ξέρει πώς να το επιτύχει.
Η απελπισία τον οδηγεί σε μια πράξη αντίθετη από τις αρχές του γιατί από την αρχή τάσσεται ενάντια στο καθεστώς. Τώρα όμως δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Αποφασίζει να γράψει μια επιστολή στον Ιωάννη Μεταξά και να τον παρακαλέσει για μια ευκαιρία να γυρίσει στο μέτωπο. Αυτή η επιστολή βρέθηκε στα χέρια της Κατίνας Πολυκανδριώτη, μητέρας του Μητροπολίτη Σύρου, Τήνου και Μυκόνου, Δωροθέου του Β’. Φαίνεται πως ήταν τόσο θερμό το γράμμα αυτό, γεμάτο από πατριωτικά αισθήματα που συγκινείται βαθειά ο δικτάτορας και του ανοίγει τον δρόμο.
Ο Ορφανουδάκης επιστρατεύεται και τοποθετείται σε μάχιμη ομάδα, στο 29ο Σ.Π με το βαθμό του λοχαγού. Εκεί πολεμά σαν λιοντάρι. Παίρνει μέρος και στη μεγάλη φονική μάχη στο ύψωμα Σεντέλι του Τεπελενίου.
Αξίζει να θυμηθούμε τη μεγάλη αυτή μάχη που έκανε πολλές μάνες του Ρεθύμνου να κλάψουν όπως αναφέρει και ο αντιστράτηγος ε.α κ. Νικόλαος Σαμψών στην ταινία μου «Το Ρέθυμνο του ΟΧΙ». Είναι τόσο παραστατική η έκθεση του διοικητή Αριστείδη Παναγιωτάκη που διαβάζοντάς τη νομίζεις ότι ζεις τα γεγονότα.
Αναφέρει σχετικά ο ηρωικός διοικητής του 44 ου Σ.Π:
«Την 6η περίπου πρωινή ώρα την 9/3/41 άρχισε σφοδρός βομβαρδισμός πυροβολικού και όλμων απ’ όλα τα σημεία του μετώπου. Οι καπνοί των εκρήξεων κάλυπταν τα πάντα. Το έδαφος σείονταν. Επί τρεις συνεχόμενες ώρες βομβαρδιζόταν η παράταξη του συντάγματος. Η επίθεση των Ιταλών άρχισε την 8η ώρα σε όλο το μέτωπο. 21 ιταλικές μεραρχίες ενεργούσαν την επίθεση. Όλες οι επιθέσεις αποκρούστηκαν.
Είχαμε όμως πολλές απώλειες και σε αξιωματικούς. 12 αξιωματικοί εκτός μάχης, εκ των οποίων τρεις διοικητές λόχων, και 237 οπλίτες. Ένας Ιταλικός λόχος επιτέθηκε και κατέλαβε τον μεταξύ των δύο παρατάξεων πάνω στην κορυφογραμμή Σιντέλι αυχένα.
Ο λοχίας Μπαγουράκης ειδοποίησε τον διοικητή του Ι τάγματος, ότι καταλήφθηκε ο αυχένας και ότι κινδυνεύει η κατεχόμενη από τους δικούς μας γραμμή και να στείλει ενίσχυση. Το εκεί φυλάκιο υπό τον ήρωα εφ. ανθυπολοχαγό Βασιλονικολιδάκη αντιστέκονταν. Ο διοικητής του τάγματος μη έχοντας εφεδρική δύναμη να στείλει, αφού αιτήθηκε ενίσχυση διλοχίας του εφεδρικού ΙΙ τάγματος, παραλαμβάνοντας τους τραυματιοφορείς και τους διαθέσιμους άνδρες του επιτελείου του, έσπευσε προς το αμυνόμενο τμήμα. Εν τω μεταξύ κατέφθασε και ο 6ος λόχος υπό τον γενναίο έφεδρο ανθυπολοχαγό Δουλγεράκη Ιωάννη και με κοινή προσπάθεια κατορθώθηκε η απόκρουση του εχθρού, ο φόνος του Ιταλού διοικητού του λόχου υπολοχαγού Φακίστα, στον οποίο τα έγγραφα που βρέθηκαν, σημειώσεις και χάρτες ήταν μέγιστης σημασίας. Από το ημερολόγιο του φαινόταν ότι ήταν σημαίνον στέλεχος του φασιστικού κόμματος, με δράση, καθοδηγητής σχολής αξιωματικών, εκδότης φασιστικών περιοδικών κ.λπ. προ έξι ημερών είχε αναχωρήσει από τη Ρώμη, όπως έγραφε στο ημερολόγιο του. Τόσο δε σημαντικό στέλεχος του κόμματος ήταν, ώστε όταν τον Ιούνιο του 1941, συνελήφθησαν στο Ναύπλιο οι Κρητικοί αξιωματικοί από τους Ιταλούς, ρώτησαν ποιος αξιωματικός ήταν στην κορυφή του Σιντέλι κατά τη μάχη της 9ης Μαρτίου και αν θυμάται το μέρος που φονεύθηκε και τάφηκε ο Ιταλός υπολοχαγός. Παρουσιάστηκε ο υπολοχαγός Φουσκάκης Ιωάννης, ο οποίος και στάλθηκε με συνοδεία στο Τεπελένι και από κει στο Σιντέλι να υποδείξει τον τάφο του.
Ο 6ος λόχος κατά την άνοδο του, σε ενίσχυση του μαχόμενου φυλακίου, ενεπλάκη με τμήμα Ιταλών, το ανέτρεψε, συλλαμβάνοντας 40 αιχμαλώτους, τέσσερις ολμίσκους και πολλά πυρομαχικά.
Κατά τις μετέπειτα ημέρες ο εχθρός έκανε και άλλες επιθέσεις, αλλά όλες αποκρούστηκαν. Από 9 έως 14 Μαρτίου ρίχτηκαν από τους Ιταλούς 100.000 βλήματα περισσότερα από το Βερντέν. Καθ’ όλο το διάστημα και μέχρι τη σύμπτυξη ασχολούμαστε με τη βελτίωση των αμυντικών μας θέσεων και εν αναμονή της εξόρμησης μας, για να τελειώσει η τρομακτική αιμορραγία μας των δύο μηνών».
Ο ηρωικός θάνατος του Ορφανουδάκη
Στις μεγαλειώδεις αυτές στρατιωτικές επιχειρήσεις βρίσκει τον θάνατο και ο λοχαγός Νικόλαος Ορφανουδάκης. Στοίχισε πολλές ζωές η μάχη αυτή αλλά άξιζε για την επιτυχία του αγώνα.
Ο θάνατός του συγκλόνισε την κοινωνία της Κομοτηνής που λάτρευε τον Λουτριανό λεβέντη αξιωματικό. Βλέπουμε να τον τιμά ισότιμα με τους δικούς του ήρωες. Με απόφαση του δήμου δόθηκε το όνομα του Ορφανουδάκη σε κεντρικό δρόμο της πόλης. Αργότερα ιδρύθηκε και μουσείο με τα προσωπικά του αντικείμενα που επίσης φέρει το όνομά του.
Στο αρχείο της οικογενείας του υπάρχουν πολλές διακρίσεις ανάμεσα τους και δυο χρυσά αριστεία ανδρείας. Το όνομά του έχει δοθεί σε οδό της Λούτρας.
Μιχάλης Στεφανάκης (Στεφανομιχάλης)
Ο Μιχάλης Στεφανάκης του Γεωργίου, από τις Κουρούτες Αμαρίου, ο Στεφανομιχάλης όπως τον έλεγαν, γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1914 και πέθανε στις 24 του ίδιου μήνα το 2003. Ήταν ο μικρότερος από τα έξι παιδιά της οικογένειας του Στεφανογιώργη. Από την αγροτική οικογένεια που μεγάλωσε ήταν φυσικό εκτός από τις παραδόσεις έμαθε να αγαπά τη γη. Έγινε ένας καλός γεωργός και ένας άριστος μελισσοκόμος.
Από τους πρώτους έφτασε στο μέτωπο με την κήρυξη του πολέμου. Έκαναν τρεις μήνες να φτάσουν στα σύνορα περπατώντας κάτω από άθλιες συνθήκες καιρού κι από εκεί βρέθηκε στην πρώτη γραμμή.
Πολεμούσε γενναία τον εχθρό και μαζί με αυτόν τη φρίκη που τον πλημμύριζε ζώντας καθημερινά τον θάνατο και βλέποντας συστρατιώτες του να ακρωτηριάζονται από τραύματα και από κρυοπαγήματα. Δεν άργησε κι αυτός να περάσει την περιπέτεια αυτή εξαιτίας του ανυπόφορου ψύχους, αλλά ευτυχώς τα αντιμετώπισε χωρίς δυσάρεστες συνέπειες για την αρτιμέλειά του.
Με την υποχώρηση του μετώπου και μετά από μια εξαντλητική πορεία έφθασε στον Πειραιά, και ανέβηκε σε ένα πλοίο που λεγόταν Πόπη. Εκεί πληροφορείται ότι δόθηκε εντολή το πλοίο να κατευθυνθεί στη Μήλο. Ο λιμενάρχης που ήταν Γερμανόφιλος είχε δώσει εντολή να βομβαρδίσουν το Πόπη και άλλα πέντε καράβια.
Ο Μιχάλης βρέθηκε στα νερά ξαφνικά, με τα ρούχα και χωρίς να ξέρει κολύμβηση. Μπροστά στον κίνδυνο όμως πήρε δυνάμεις και όχι μόνο κατάφερε να γλιτώσει αλλά έσωσε και άλλους.
Από τους πρώτους ήταν και στην Αντίσταση. Ενώ όμως για τους περισσότερους δόθηκαν και συντάξεις τιμητικές, στον Στεφανομιχάλη έδωσαν ένα από εκείνα τα παράσημα, τα αναμνηστικά για να μη φανεί το μέγεθος της αχαριστίας που εισέπραξαν οι περισσότεροι ήρωες.
Μα ο Μιχάλης Στεφανάκης δεν βαρυγκόμησε ποτέ. Αντίθετα δεν έπαυσε να προσφέρει στον τόπο του ασχολούμενος επί 22 χρόνια με τα κοινά. Ποτέ δεν τον έφτανε η μέρα για να τελειώσει όλες τις δουλειές που είχε σκοπό να κάνει. Ακούραστος, δωρικός σε έκφραση χαμηλών τόνων πάντα υπήρξε κι ένας άριστος οικογενειάρχης αφήνοντας μνήμη αγαθή.
Αλέξανδρος Κουνδουράκης
Ακόμα ένας ήρωας του μετώπου αλλά ξεχασμένος ο Αλέξανδρος Κουνδουράκης.
Ο υποστράτηγος Κουνδουράκης Αλέξανδρος του Ιωάννου και της Μαρίας γεννήθηκε το 1893 στο χωριό Άρδακτος της επαρχίας Αγ. Βασιλείου. Ένα χωριό παρότι μικρό οι κάτοικοί του συμμετείχαν σε όλους τους αγώνες του έθνους.
Την 21 Απρ 1913 κατετάγη στον στρατό ως στρατιώτης και προάχθηκε σε δεκανέα την 1 Οκτ. 1913 και σε λοχίας την 1 Ιουν. 1914 υπηρετών στο 2ο Σύνταγμα Κρητών. Στις 5 Φεβ. 1915 προάχθηκε σε έφεδρο ανθυπολοχαγό.
Απολύθηκε την 20 Ιουλ. 1916 και κατατάχθηκε και πάλι την 20 Σεπ. 1916 στον στρατό Εθνικής Αμύνης. Προήχθη σε έφεδρο υπολοχαγό την 21 Φεβ. 1917 και μονιμοποιήθηκε την 10 Μαΐου 1918. Λοχαγός προήχθει την 29 Σεπ. 1924 και σε Ταγματάρχη την 18 Οκτ. 1925. Απολύθηκε και πάλι την 06 Ιουλ. 1935.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν απόφοιτος της σχολής πολέμου ενώ παράλληλα σπούδασε νομικά.
Κατατάχθηκε ξανά την 25 Νοε. 1940 ως έφ. ταγματάρχης στο 4ο Σύνταγμα Πεζικού.
Σκοτώθηκε ως διοικητής του Ιου Τάγματος Πεζικού του 4ου Συντάγματος Πεζικού (Σύνταγμα Λάρισας) 23 Δεκ. 1940 προ του υψώματος 1067 της Κλεισούρας της Αλβανίας.
Προήχθη σε υποστράτηγο από 23 Δεκ. 1940 με το ΝΔ 21-11-42 ΕΔΥΕΑ 13/43 ως πεσών εν πολέμω.
Η προτομή του κοσμεί τον χώρο της Στρατολογίας, στο στρατόπεδο που φέρει τ’ όνομά του ως υποστράτηγου, «εν ανδραγαθία».
Κράτησε τις μνήμες σε ημερολόγιο
Ο Γιάννης Μπριλάκης ήταν από το Σπήλι. Είχε καταταγεί στις 4 Σεπτεμβρίου του 40 ως δακτυλογράφος του 44ου Συντάγματος Πεζικού και παραμονές του πολέμου είχε επιστρέψει στο χωριό του με 48ωρη άδεια. Δεν πρόλαβε να τη χαρεί. Το άκουσμα της κήρυξης του πολέμου τον πάγωσε στην αρχή. Και από εκείνη την ώρα άρχισε να κρατάει σημειώσεις. Επιστρέφοντας στο μέτωπο έκανε την ασχολία αυτή έργο ζωής. Και μας διέσωσε σπουδαία στρατιωτικά γεγονότα.
Το ημερολόγιό του που έχει προβληθεί από το Μade in Creta περιγράφει με συγκλονιστικές λεπτομέρειες τις σπουδαιότερες στιγμές του πολέμου και μικρές ανθρώπινες στιγμές που δείχνουν τον ηρωισμό των στρατιωτών μας.
Το αφιέρωμά μας συνεχίζεται.