Της ΕΥΑΣ ΛΑΔΙΑ
• Οι πρωταγωνιστές όμως μιλούν πάντα τη γλώσσα της αλήθειας
Μια πονεμένη ιστορία και το Πολυτεχνείο. Ξεκίνησε σαν έμβλημα αγώνα μιας γενιάς και κατάντησε εφαλτήριο για τη διεκδίκηση προνομίων και εφήμερης πολιτικής δόξας.
Βέβαια κάθε κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις του. Και στις μαρμαρυγές μεγαλείου που απέμειναν παραμένουν οι Ρεθεμνιώτικες παρουσίες, που δεν μπορούσαν να λείψουν από τη μεγάλη αυτή εξέγερση.
Εκείνο το διήμερο της αγωνίας για την τύχη των ελεύθερων πολιορκημένων του Πολυτεχνείου, ο Ρεθεμνιώτης με την φωνή Αρχαγγέλου, ο αξέχαστος Νίκος Ξυλούρης έστελνε το μεγάλο μήνυμα. Κι από ένα μπαλκόνι λίγο παραπέρα η τραγουδίστρια της νίκης Σοφία Βέμπο απαντούσε με το «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά».
O Nίκος Ξυλούρης ξεσήκωνε τον κόσμο με το τραγούδι του.
Έτσι έγινε έμβλημα τιμή το Πολυτεχνείο. Και μόλις αποκαταστάθηκε η δημοκρατία ελάχιστοι ήταν αυτοί που δεν δήλωσαν συμμετοχή στην εξέγερση μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Τόση ανάγκη είχαν να πάρουν έστω και δανεική λίγη δόξα από τη μεγάλη αυτή ιστορική στιγμή που δόξασε τη Δημοκρατία.
Από τους αδιαμφισβήτητους πάντως αγωνιστές ήταν τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής που πήρε πάνω της όλο το βάρος της εξέγερσης με τους δικούς μας Ολύμπιο Δαφέρμο και Γιάννη Γεωργακάκη ανάμεσά τους.
Μαρία Δαμανάκη
Από τις εμβληματικές μορφές της εξέγερσης και η Μαρία Δαμανάκη.
Δέχτηκε και αυτή τα «πυρά» για τις αξιώσεις της γενιάς της να διεκδικήσει κάποια προνόμια. Αλλά σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή» μιλώντας στη Μαρία Κατσουνάκη είπε μεταξύ άλλων: «Ήμουν πάρα πολύ τυχερή στη ζωή μου. Είναι τύχη να είσαι νέος, να ζήσεις μια δικτατορία και να καταλάβεις τι σημαίνει στέρηση ελευθερίας. Να έχεις την εμπειρία της Μεταπολίτευσης και της αλλαγής. Μου δόθηκαν ευκαιρίες να ζήσω πολλές ζωές σε μία».
Όσο για το Πολυτεχνείο δεν την εκφράζει πια όπως δήλωσε. «Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν εκπρόσωποι γενιών», τόνισε. «Αυτή η περίοδος μου έδωσε, προσωπικά – και γι’ αυτό είμαι ευγνώμων -, μοναδικά αισθήματα που με προίκισαν ως άνθρωπο. Μου έδωσε να καταλάβω τι είναι το «μαζί», να είσαι μαζί με τους άλλους, το ισχυρότερο αντίδοτο στη μοναξιά δημιουργεί ένα κέλυφος, μέσα στο οποίο η ζωή αποκτά νόημα.. Υπήρχε η απαίτηση να είμαι σαν «εικόνισμα». Δηλαδή να σταματήσω να αλλάζω. Εγώ πιστεύω πως ό,τι δεν αλλάζει είναι νεκρό. Είναι παράλογο, ενάντια στη ζωή. Ήθελα να ζήσω ως άνθρωπος. Να έχω επιλογές, να μην είμαι μια παγωμένη εικόνα του παρελθόντος. Δεν αισθάνομαι καμία πικρία. Κατανοώ και όσο μεγαλώνω κατανοώ ακόμη περισσότερο. Δεν παραπονιέμαι. Με πλούτισε ως άνθρωπο, μου άνοιξε ορίζοντες. «Μην πετάξεις τίποτα», που λέει ο στίχος του Σαββόπουλου. Δεν πετώ τίποτα. Προσωπικά, δεν είχα τη λατρεία της εξουσίας, οπότε αισθάνομαι καλά…».
Όσο για τη γενιά του Πολυτεχνείου πλέον τη χαρακτηρίζει με λιγότερο ρομαντισμό επιμένοντας ότι δεν μπορεί να τη χαρακτηρίσουν οι επιλογές των πρωταγωνιστών της.
«Αν μιλήσουμε για ανθρώπους κοντά στην ηλικία μου, είπε μεταξύ άλλων στη συνέντευξή της στην Καθημερινή, καθένας ακολούθησε τον δρόμο του. Το βρίσκω πολύ μυωπικό ως κριτική. Περιορισμένο και στενό. Όταν ασχολήθηκα με την πολιτική ήταν η εποχή που πιστεύαμε ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο. Υπήρχαν ρομαντισμός και αίσθηση συλλογικότητας. Από τότε δεν τα έχω ξαναβρεί. Μετά οδηγηθήκαμε σιγά-σιγά στον ρεαλισμό…». Και για την αποχώρηση της από την πολιτική είπε χαρακτηριστικά: «Εγώ έφυγα από την πολιτική γιατί δεν άντεχα τη διαρκή έκθεση σε μια τοξικότητα. Πάντα, ακόμη και τώρα, είναι πιο δύσκολο για τις γυναίκες, πιο σκληρό. Υπάρχει και κάτι ακόμη: Σήμερα η πολιτική απαξιώνεται εντελώς. Η τεχνολογική επανάσταση – η μόνη του 20ού αιώνα που πέτυχε! – έχει αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε, έχει συντμήσει τους χρόνους. Ο πολιτικός λόγος λοιπόν δεν μπορεί να ευδοκιμήσει γιατί χρειάζεται χρόνο: Πρέπει να σκεφθείς. Κι αυτός ο χρόνος δεν υπάρχει πια. Δεν δίνεται. Επικρατούν η εικόνα και τα social media. Ρηχότητα και επιφανειακότητα που έχουν να κάνουν μόνο με την επικοινωνία. Αυτό έχει επίπτωση και στον τρόπο που αναδεικνύονται οι ηγέτες, οι οποίοι εντέλει είναι αναλώσιμοι. Μιας χρήσεως. Η πολιτική έχει συρρικνωθεί. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι η πολιτική πρέπει να συνδέεται και με ιδέες. Είμαι μάλλον old fashion».
Ολύμπιος Δαφέρμος
Ο Ολύμπιος Δαφέρμος ήταν ένας ακόμα από τους ελεύθερους πολιορκημένους του Πολυτεχνείου. Γεννημένος στην Αξό το 1947 είχε στο «αίμα» του το γονίδιο της αντίδρασης σε κάθε τι που υπονόμευε τη δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση.
Πώς έφθασε όμως να είναι μέλος της συντονιστικής επιτροπής στα γεγονότα του Πολυτεχνείου;
Σε μια σπάνια μαρτυρία του αναφέρει μεταξύ άλλων: «Πριν από το ξεκίνημα του αντιστασιακού φοιτητικού κινήματος ο χώρος αυτός ήταν πλήρως διασπασμένος. Καμιά συλλογική εκδήλωση. Ανεξάρτητες παρέες υπήρχαν, με διάφορα ενδιαφέροντα. Σχέσεις ανάμεσα στις παρέες ελάχιστες. Κανείς δεν γνώριζε τι ρόλο παίζει ο άλλος.
Και βέβαια καμιά συνδικαλιστική δράση ή πολιτική συζήτηση.
Κάποιο απόγευμα, κατά τη διάρκεια του μαθήματος των στοιχείων μηχανών, όπου εργαζόμασταν μόνοι μας με τη βοήθεια των επιμελητών, φοιτητές, διορισμένοι στα διοικητικά συμβούλια των φοιτητικών συλλόγων, μπαίνουν στην αίθουσα για ανακοινώσεις. Ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο. Δεν έμαθα αν αυτό συνέβη και σε κάποια άλλη σχολή του Πολυτεχνείου ή επιλέχτηκε μόνο η σχολή των Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων επειδή προσέλκυε τους πιο διαβαστερούς φοιτητές, άρα, σύμφωνα με τη λογική του καθεστώτος, τους πιο «ακίνδυνους». Έγινε αντιπαράθεση μαζί τους. Κάποιοι γνωριστήκαμε και δημιουργήθηκε αμέσως ο αντιστασιακός πυρήνας της σχολής.
Αμέσως μετά η διορισμένη από το καθεστώς Διοικούσα Επιτροπή Συλλόγων ΕΜΠ οργανώνει, για πρώτη φορά, φοιτητική συγκέντρωση στο αμφιθέατρο Γκίνη, τον Ιανουάριο του 1972. Ο πυρήνας που μόλις είχε σχηματιστεί δραστηριοποιείται. Δεν είχαμε ιδέα από φοιτητικό συνδικαλισμό. Δεν ξέραμε τι διαφέρει η συγκέντρωση από τη συνέλευση, δεν ξέραμε πώς λειτουργεί η συνέλευση. Τι είναι σύλλογος. Ψάξαμε και βρήκαμε προδικτατορικούς φοιτητές με συνδικαλιστική δράση. Μας ενημέρωσαν, μας παρέπεμψαν στον αστικό κώδικα και μας έδωσαν καταστατικά των παλαιών φοιτητικών συλλόγων. Διαβάζαμε, ρωτούσαμε και συζητούσαμε. Αποφασίσαμε να διαλύσουμε τη συγκέντρωση, αφού δεν θα μπορούσαμε να την ελέγξουμε. Μας έλειπαν γνώσεις, θέσεις και εμπειρία. Επίσης δεν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε τι απήχηση θα είχε η πρωτοβουλία μας. Μοιράσαμε ρόλους και περιμέναμε.
Στη συγκέντρωση τρέμαμε. Ήταν όμως ωραία τρεμούλα. Τη συγκέντρωση αυτή τη θυμάμαι περισσότερο από όλες τις μετέπειτα δράσεις μας. Η αντιπαράθεση με τους διορισμένους έγινε σε χαμηλούς τόνους. Ζητήσαμε συνέλευση για να πάρουμε αποφάσεις, αμφισβητώντας την εγκυρότητα της συγκέντρωσης. Έγινε κόντρα και η συγκέντρωση διαλύθηκε. Έμειναν μόνοι τους οι διορισμένοι στο αμφιθέατρο.
Άρχισαν οι κλήσεις στην ασφάλεια, στην οποία οι φοιτητές δοκίμασαν τόσο τις απειλές όσο και τους άγριους ξυλοδαρμούς των ασφαλιτών. Εκεί προβάλαμε το άλλοθι των φοιτητικών προβλημάτων. Όμως θέλαμε και ξέραμε από την αρχή ότι η δράση μας στρεφόταν εναντίον της δικτατορίας. Δεν μας απασχόλησε η λύση των όποιων προβλημάτων μας. Απλώς τα χρησιμοποιούσαμε κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων μας. Επιβεβαιωτικό του ισχυρισμού αυτού είναι και το γεγονός ότι το ΑΦΚ δεν ζήτησε ποτέ διάλογο με το καθεστώς για οποιονδήποτε λόγο. Το ΑΦΚ από το ξεκίνημα του στράφηκε εναντίον του καθεστώτος.
Μετά τη συγκέντρωση αυτή άρχισε να υπάρχει μια σχετική κινητικότητα στον φοιτητικό χώρο, η οποία αυξάνεται με τη διαδικασία συλλογής υπογραφών για την προσφυγή στα δικαστήρια με το αίτημα του διορισμού νέων διοικητικών συμβουλίων στους φοιτητικούς συλλόγους και τη διενέργεια εκλογών. Η σχετική νομοθεσία είχε τεθεί σε ισχύ.
Θεωρώ ότι η πρωτοβουλία των φοιτητών της Νομικής για προσφυγή στα δικαστήρια, που την ακολουθήσαμε και εμείς και άλλες σχολές, ήταν σοφή. Από την πλήρη ακινησία δεν δημιουργείται κίνημα χωρίς καν να γνωρίζονται μεταξύ τους οι φοιτητές. Η διαδικασία συλλογής υπογραφών – διαδικασία χαμηλού κινδύνου – επέτρεψε τη συγκρότηση του φοιτητικού χώρου. Γνωριστήκαμε, αποκτήσαμε συνοχή και αρχίσαμε να απομονώνουμε δυναμικά τους διορισμένους. Οι τελευταίοι δεν μπορούσαν πια να σταθούν στο προαύλιο. Με κάθε αφορμή που δινόταν, οργανώναμε κινητοποιήσεις.
Όσοι φοιτητές έβγαιναν μπροστά τούς καλούσαμε στους πυρήνες χωρίς άλλες διατυπώσεις. Αρκούσε ότι δημόσια τόλμησαν να εκφράσουν τη δημοκρατική τους άποψη. Δεν λαθέψαμε ούτε μία φορά. Οι πυρήνες λειτουργούσαν περισσότερο σαν φιλικές παρέες. Η ζεστασιά στις σχέσεις, η αλληλοαποδοχή, ο αλληλοσεβασμός, ακόμη και όταν διαφωνούσαμε, καθόριζε το κλίμα των συζητήσεων, πριν καλά καλά γνωριστούμε μεταξύ μας. Ήταν μια όαση μέσα στη μουντή έρημο της χούντας.
Ο τρόπος λειτουργίας, δράσης και οργάνωσης του ΑΦΚ δεν μοιάζει καθόλου με εκείνο των αντιστασιακών οργανώσεων. Πυρήνες, εκλεγμένες επιτροπές, «πηγαδάκια», μικροδιαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, δημοσιεύματα στα «Νέα», ανακοινώσεις, κάτω από τα απειλητικά βλέμματα των ασφαλιτών συνιστούν ένα πλέγμα δυναμικό, ζωντανό, ευέλικτο και τελικά επικίνδυνο για το καθεστώς, αφού, εκτός των άλλων, οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί δεν διαθέτουν παρόμοια εμπειρία από τη δράση τους εναντίον του αριστερού κινήματος. Οι ασφαλίτες ψάχνουν για υποκινητές και παράνομες κομμουνιστικές οργανώσεις. Υποβαθμίζοντας το αυτόνομο κίνημα εκ των πραγμάτων, του δίνουν χρόνο για να αναπτυχθεί.
Εξέγερση Πολυτεχνείου. Μόλις την προηγούμενη μέρα είχα φτάσει στην Αθήνα μετά την επαναχορήγηση αναβολής στράτευσης στους στρατευμένους φοιτητές από τη δοτή κυβέρνηση Μαρκεζίνη.
Η παρουσία των στρατευμένων φοιτητών στο Πολυτεχνείο, κουρεμένοι και κάποιοι με στρατιωτικά ακόμη, ανυψώνει το ηθικό των συγκεντρωμένων. Θεωρήθηκε ως νίκη του κινήματος, μιας και ήταν πάγιο αίτημά του η επιστροφή τους.
Βρίσκομαι μπροστά σε ένα κίνημα που ξεπερνά και τους ίδιους τους φοιτητές που το προκάλεσαν. Πολύ περισσότερο εμένα που για εννέα μήνες βρισκόμουν στον στρατό.
Λίγο πολύ κοιτάζω τα πράγματα σα χαμένος. Όντας ανένταχτος, στερούμουν και γραμμής…
Η αυθόρμητη εξέγερση οδηγήθηκε αυθόρμητα σε μετωπική σύγκρουση με το αρματοφόρο καθεστώς. Το σύνθημα «ή τώρα ή ποτέ», που εξέφραζε με τον πλέον δραματικό τρόπο πως «μόνο εμείς υπάρχουμε», βρήκε την αιματηρή πραγμάτωσή του.
Οι οργανωμένες δυνάμεις όχι μόνο δεν μπόρεσαν να επηρεάσουν την εξέλιξη της εξέγερσης αλλά αντίθετα, κατά τη διάρκεια του τριημέρου, διαλύθηκαν με την ουσιαστική έννοια του όρου. Οι «γραμμές» δεν τηρήθηκαν. Οι καθοδηγητές απέτυχαν. Τα μέλη αυτονομήθηκαν.
Τα αριστερά ηγετικά σχήματα δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν κατά τη διάρκεια του ΑΦΚ να προσαρμόσουν τη θεωρία τους στην πραγματικότητα. Αντίθετα… Επόμενο ήταν λοιπόν και στο Πολυτεχνείο να βρεθούν εκτός πραγματικότητας.
Στο κίνημα κυριάρχησε η διαίσθηση. Κανείς δεν ανέλυσε, σχεδίασε, οργάνωσε και προγραμμάτισε τη φυσιογνωμία και τη δράση του κινήματος. Αρκετές φορές παίρναμε αποφάσεις πάνω στη βράση των γεγονότων και μετά ψάχναμε τα επιχειρήματα για να τις υποστηρίξουμε, αν χρειαζόταν. Σπάνια κάναμε λάθος.
Αυτό το αυτόνομο κίνημα που δεν είχε καθοδηγητές και οπαδούς, αλλά μόνο συμμετέχοντες, είχε πάθος, ένταση, ενέργεια, συγκινήσεις, χαρά, ανιδιοτέλεια, αξιοπρέπεια, συντροφικότητα και φιλία. Η αίσθηση ότι συμμετείχες στη δημιουργία ιστορικών γεγονότων σού έδινε μια πληρότητα που άγγιζε τα όρια της ευτυχίας.
Ήταν η ψυχή μας γεμάτη. Η βίωση αυτής της εμπειρίας σε πήγαινε μακριά. Στην κατεύθυνση της ανίχνευσης ενός νοήματος καθολικής απελευθέρωσης.
Προσωπικά είχα αφεθεί πλήρως στη γοητεία αυτού του κινήματος με αποτέλεσμα να σμικρυνθούν στο ελάχιστο όλες μου οι άλλες ανθρώπινες διαστάσεις».
Από τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου και ο Γιάννης Γεωργακάκης, από την οικογένεια των γνωστών αγωνιστών. Συμμετείχε στην εξέγερση ως ανένταχτος, ενώ δεν φαίνεται να μπλέχτηκε ποτέ με την κεντρική πολιτική σκηνή. Τέλειωσε τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και συνέχισε την επαγγελματική του πορεία ως ένας από τους καταξιωμένους γλύπτες, συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Μια ιστορική φωτογραφία που έχει τραβήξει ο δημοσιογράφος Κώστας Ζηρίνης ταυτοποιεί δυο ακόμα συμπολίτες. Υπάρχει σε επετειακή έκδοση της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» και πρέπει να ήταν ή την παραμονή ή ανήμερα της εισβολής στο Πολυτεχνείο. Συνόδευε το ηχητικό ντοκουμέντο του Πολυτεχνείου που διανεμήθηκε από την Ελευθεροτυπία.
Αν και ταλαιπωρημένα μπορείς να αναγνωρίσεις από αριστερά προς τα δεξιά Λεωνίδα Τζιανουδάκη, χημικό, Γιώργο Μερτίκα μετέπειτα εκδότη του περιοδικού Λεβιάθαν, Μανόλη Κλάδο χημικό.
Ο Λεωνίδας Τζιανουδάκης με δυσκολία δέχτηκε να μας μιλήσει θεωρώντας ότι έκανε απλά το καθήκον του. Φοιτητής κι αυτός μαζί με τους Μερτίκα και Κλάδο βρέθηκε μέσα στις ροές των πολιτών που έσπευσαν για συμπαράσταση των εγκλείστων του Πολυτεχνείου.
Μας αποκάλυψε μάλιστα ότι τον ξάφνιασε όταν την πρωτοείδε τη φωτογραφία αυτή στην εφημερίδα, που του θυμίζει μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της ζωής του.
Ο Λεωνίδας Τζιανουδάκης αποφοίτησε από το Χημικό τμήμα του πανεπιστημίου Αθηνών το 1977. Διορίστηκε το 1979 στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αγάπησε την αίθουσα και αυτό με το οποίο ασχολήθηκε.
Επί 15 χρόνια ήταν υπεύθυνος στο Εργαστηριακό Κέντρο Φυσικών Επιστημών (ΕΚΦΕ) Ρεθύμνου. Εδώ έμαθε πολλά και κυρίως πόσα λίγα είναι αυτά που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε.
Με τη βοήθεια και την εμπειρία εξαιρετικών συνεργατών, συντέλεσε ώστε να δημιουργηθεί ένας χώρος που μάλλον βοήθησε αρκετούς και αυτό είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη θητεία του.
Εργάσθηκε για τρία χρόνια στο Εργαστήριο Διδακτικής Φυσικών Επιστημών του πανεπιστημίου Κρήτης, και δίπλα στον καθηγητή Παναγιώτη Μιχαηλίδη έμαθε να βλέπει τις Φυσικές Επιστήμες με «άλλο μάτι». Πίσω και πέρα από αυτές.
Υπήρξε για πολλά χρόνια τακτικός επιμορφωτής του ΠΕΚ Ηρακλείου.
Μετά την συνταξιοδότησή του το 2010 τιμήθηκε από τη Διεύθυνση Β/μιας Εκπαίδευσης Ρεθύμνου, από την ΠΑΝΕΚΦΕ της οποίας είναι επίτιμο μέλος και από το Περιφερειακό τμήμα Κρήτης της Ένωσης Ελλήνων Χημικών για τη συμβολή του στη διάδοση της χημείας.
Από την παρέα αυτή ήταν και ο Μανόλης Κλάδος μόνιμος κάτοικος Ρεθύμνου.
Αμέσως μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας άρχισε και το Ρέθυμνο να τιμά με πολλές εκδηλώσεις την επέτειο. Εκείνη η γενιά ένοιωθε όπως η προηγούμενη που είχε δοξαστεί στην εποποιία του ’40. Κι έκανε γιορτή το συναίσθημα για τη μεγάλη αυτή ιστορική πράξη.
Μόνο που στις μέρες μας η φωνή της μνήμης «Εδώ Πολυτεχνείο…» ματώνει ξανά. Συνεχίζει να πενθεί τις αξίες. Εξακολουθεί να ντρέπεται για το κατάντημα μιας γενναίας εξέγερσης που τη ζήσαμε ως εφαλτήριο πολιτικής ανέλιξης και όχι μόνο. Ας όψονται για την κατάντια αυτή οι πάσης μορφής «μπαχαλάκηδες». Και όχι μόνο…