Το εκδοτικό της έργο είναι ανυπολόγιστης αξίας
Από τις ξεχωριστές «γωνιές» στην έκθεση Ρεθεμνιώτικου Βιβλίου η συλλογή της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρίας που με νέο Δ.Σ αφήνει ανοικτές τις προοπτικές για ευρύτερη δράση. Ανυπολόγιστη είναι η προσφορά του ιστορικού σωματείου στο πολιτιστικό μας γίγνεσθαι. Πως αλήθεια δημιουργήθηκε η ΙΛΕΡ;
Πιστεύω ότι η ίδρυσή της αποτελεί πρότυπο για την αντιμετώπιση διχαστικών φαινομένων που παρατηρούνται κατά καιρούς στον χώρο του πολιτισμού όταν το «εγώ» κυριαρχεί του «εμείς».
Επί προεδρίας Μαρίας Τσιριμονάκη, στο Λύκειο Ελληνίδων δημιουργήθηκαν επιτροπές για επιστημονικές λαογραφικές μελέτες. Μια από τις επιτροπές στις οποίες συμμετείχαν Χριστόφορος Σταυρουλάκης, Λεωνίδα Καούνης, Ελένη Παπαδογιάννη και άλλοι δραστήριοι συμπολίτες είχε την ευθύνη να συγκεντρώσει τοπικές στολές για να αναβαθμιστεί το τμήμα ιματισμού του Λυκείου μας.
Με μεγάλη διάθεση δούλεψαν τα μέλη της επιτροπής. Αλλά ο Χριστόφορος, ενώ στην αρχή εργάστηκε με μεγάλο ενθουσιασμό, στη συνέχεια και χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι που να δικαιολογεί την κίνηση αποφάσισε να ιδρύσει την Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία. Ήταν το 1965. Είναι γεγονός ότι, λόγω χαρακτήρος, δεν μπορούσε για καιρό να είναι υπό τις οδηγίες άλλων. Γνωστή η ανθρώπινη αδυναμία του αυτή και όπως διαπιστώνουμε κανένας δεν το χρέωσε ποτέ τουλάχιστον με γραπτές αναφορές. Γιατί το ήθος και η ευπρέπεια διέκριναν όσους είχαν τότε κάθε λόγο να δυσανασχετήσουν. Στοιχεία που είναι η πεμπτουσία του πολιτισμού.
Κι εδώ είναι το θαυμαστό που αξίζει να τονιστεί. Η ξαφνική απόφαση του Χριστόφορου δεν προκάλεσε τριγμούς, αντιπαραθέσεις και όλα τα σχετικά που ζούμε σήμερα. Κανένας δεν ζήτησε εξηγήσεις. Τίποτα δεν ανέκοψε τη δημιουργική πορεία εκατέρωθεν. Συνεχίστηκαν οι παράλληλοι δρόμοι των φορέων, χωρίς κανένας να υστερήσει σε αίγλη και προσφορά. Το Λύκειό μας παρέμεινε το νευραλγικό πολιτιστικό κύτταρο, που με άξιους συνεχιστές κρατά την πρωτοκαθεδρία του πολιτιστικού κινήματος και μάλιστα επάξια, ενώ η Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία εξελίχθηκε σε σημαντικό επιστημονικό φορέα χάρις στους άξιους ανθρώπους που διαδέχτηκαν τον Χριστόφορο, έχοντας τον πρώτο λόγο στην οργάνωση των μεγάλων συνεδρίων, που έχουν πανελλήνια απήχηση και παρουσιάζοντας εξαιρετικές εκδόσεις.
Αξίζει να μεταφέρουμε αυτούσια τη σχετική αναφορά του Κώστα Μαμαλάκη στην ίδρυση και δράση της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας, ένα περίπου χρόνο μετά την ίδρυση.
«Καθήκον υπέρτατο γράφει ο Μαμαλάκης, η κοινή αναγνώριση του σπουδαίου, πολύπλευρου έργου της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνης. Μεγάλοι οι σκοποί της. Στόχος της η προκοπή του τόπου, η σωτηρία του Ρεθέμνου.
Κάθε Ρεθεμνιώτης και Ρεθεμνιώτισσα, που πονεί τον παντέρμο τούτο τόπο και θέλει να μη σβήσει, πρέπει να σταθεί παράπλευρα στην εταιρεία.
Δεν μας ενδιαφέρουν τα πρόσωπα. Χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς υπολογισμούς ή προσωπικές φιλοδοξίες, χωρίς φόβο, χωρίς πάθος, με κίνητρο μοναδικό την αγάπη μας για το Ρέθυμνο, χαράσσουμε τις γραμμές μας πάντα.
Η σωτηρία του Ρεθύμνου είναι ο Ύψιστος Νόμος.
Πολύτιμες στάθηκαν οι υπηρεσίες της ΙΛΕΡ ιδίως στις εορταστικές Αρκαδικές εκδηλώσεις. Και δεν έχει συμπληρώσει χρόνο ζωής.
Κενό όμως είναι το ταμείο της. Και χρωστά 15.000 δραχμές, για τη θαυμάσια εργασία της ανακαίνισης του Μουσείου και της πινακοθήκης του Αρκαδίου.
Σε 64 βιτρίνες καταστημάτων, προμήθευσε υλικό διαφημιστικό – πορτρέτα αγωνιστών, όπλα παλιά των επαναστάσεων.
Ο εξαίρετος Όμιλος της Βρακοφόρων, 24 τον αριθμό, οι δύο φέρουν στολές της Κρητικής Χωροφυλακής, επί Κρητικής Πολιτείας, που φτιάχτηκαν με πιστή ακρίβεια, για τη διάσωση της γραφικής αυτής στολής, σπουδαία συνέβαλε για τη λαμπρότητα των εκδηλώσεων.
Με μόχθο πολύ κατόρθωσε ο ταμίας της Εταιρείας Λεωνίδας Καούνης, γυρίζοντας τα χωριά, να τις ανακαλύψει και να τις αγοράσει για λογαριασμό της Εταιρείας».
Δύσκολοι καιροί
Είναι ανάγκη ν’ ανοίξουμε μια παρένθεση στα όσα ενδιαφέροντα αναφέρει ο Κώστας Μαμαλάκης για μερικές διαφωτιστικές παρεμβάσεις προκειμένου να συνειδητοποιήσουν οι νεότεροι το μέγεθος της προσφοράς.
Αναφερόμαστε σε μια εποχή που δεν υπήρχε η άνεση να βρεθείς σε ένα χωριό όποτε ήθελες. Ελάχιστα τα μέσα μεταφοράς. Εποχές δύσκολες για να σπαταλώνται χρήματα, έστω και για αναγκαίες μετακινήσεις.
Κι όμως ο Λεωνίδας Καούνης, μια και τον αναφέραμε, αφιέρωνε τις Κυριακές για τον σκοπό αυτό, επειδή τις καθημερινές είχε γραφείο. Ήταν ανώτερος υπάλληλος στη Νομαρχία.
Επειδή οι χωρικοί έλειπαν στις εργασίες τους έπρεπε να τους περιμένει. Η αναμονή μπορεί να κρατούσε μέχρι το απόγευμα. Και μέχρι τότε ούτε φαγητό, ούτε ξεκούραση.
Όταν άνοιγε η κασέλα έπρεπε να γίνει ένα ξεκαθάρισμα επειδή η σύσταση των υφασμάτων διευκόλυνε τα ζωύφια. Μετά έπρεπε οι στολές να πάνε στο καθαριστήριο και να συμπληρωθούν, επειδή πάντα και κάτι έλειπε. Το συμπλήρωμα σε λεπτομέρειες της στολής και κομμάτια που έλειπαν γινόταν από το «λεβεντοράφτη» Παντινάκη με το ονομαστό βελόνι. Κι όλα βέβαια ήθελαν χρήματα αλλά ποιος να τα βρει και να τα δώσει…
Αυτά για να βρισκόμαστε στο κλίμα και στις ανάγκες της εποχής.
Συνεχίζουμε όμως με το σχετικό χρονογράφημα του Κώστα Μαμαλάκη από τη σειρά «Η πόλη που δεν σβήνει», που σκιαγραφεί και άλλους τομείς προσφοράς του Χριστόφορου.
«Ο Πρόεδρος της ΙΛΕΡ, Χριστόφορος Σταυρουλάκης, δούλεψε σκληρά, μέρες στο Αρκάδι, για να φτιάξει τις λεζάντες των πορτρέτων των αγωνιστών, να τα ταξινομήσει, να αντικαταστήσει αυτά που είχαν διαβρωθεί από την εγκατάλειψη και την υγρασία, να συλλέξει, να διευθετήσει τα ιερά κειμήλια, και να ανακαινίσει τις αίθουσες του μουσείου.
Κανείς αντικειμενικός και καλόπιστος άνθρωπος που έχει πέντε παραδώ μυαλό και γνωρίζει το συμφέρον του τόπου, άσχετα από τυχόν αντιπάθειες, που μπορεί να προκαλεί το «υπερτροφικό εγώ ενός ατόμου» είναι δυνατόν να παραγνωρίσει ένα γεγονός. Ότι ο πρόεδρος της ΙΛΕΡ, Χριστόφορος Σταυρουλάκης, αναλώνεται, εργάζεται με κέφι και οίστρο, νύχτα μέρα. Ότι εργάζεται σκληρά και καρποφόρα.
Είναι σπεσιαλίστας στη δουλειά του. Αναντικατάστατος. Πρέπει να το καταλάβουμε. Αν απογοητεύσουμε όσους ανθρώπους δουλεύουν με πάθος για χάρη του Ρεθύμνου, ριζωμένοι στο χώμα του, στο τέλος θα τα βροντήξουν χάμω, θα σηκωθούν να φύγουν».
Κι είχε δίκιο ο Κώστας Μαμαλάκης. Τότε που αγωνιζόταν ο Χριστόφορος για να διατηρήσει το λαογραφικό πλούτο και όχι μόνο, το Ρέθυμνο αιμορραγούσε από τη δοκιμασία της μετανάστευσης των νέων που έπρεπε να επιβιώσουν και αναζητούσαν καλύτερη μοίρα.
Προίκισε το Ιστορικό Λαογραφικό μουσείο.
Από την Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία εμπλουτίστηκε το Ιστορικό μας Λαογραφικό μουσείο για το οποίο ο Χριστόφορος είχε διαθέσει προσωρινά το σπίτι του να στεγαστεί το τεράστιο υλικό του. Κι όταν η Φαλή Βογιατζάκη άρχισε να υλοποιεί το όνειρό του δήλωνε ευτυχέστερος των θνητών.
Και τι δεν περιείχε η συλλογή που διατηρούσε ο Χριστόφορος. Μόνο τη βιβλιοθήκη του αποτελούσαν περισσότερα από 1.500 σπάνια βιβλία, ιστορικά και λαογραφικά σημειώματα που είχε ολοκληρώσει μετά από κοπιαστική και ενδελεχή έρευνα. Αφήνουμε τον υπόλοιπο θησαυρό σε ενδυμασίες, σκεύη, αντικείμενα ανεκτίμητης λαογραφικής αξίας. Όλα καταγεγραμμένα και αρχειοθετημένα, ώστε ο ίδιος αλλά και κάθε άλλος να έχει μια εικόνα για το περιεχόμενο αυτών των μοναδικών συλλογών.
Επίσης αναρίθμητα σπάνια αντικείμενα, όσα ο επισκέπτης απολαμβάνει σήμερα στις άνετες αίθουσες του μουσείου, που χάρις και στον ζήλο της Φαλής Βογιατζάκη συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο οργανωμένα και σημαντικά σε εκθέματα μουσεία, ανά την επικράτεια.
Θέατρο, ποίηση, σκηνοθεσία.
Μια άλλη πλευρά του Χριστόφορου Σταυρουλάκη, ήταν η συγγραφή και η ποίηση, ο θεατρικός λόγος και η σκηνοθεσία.
Μπάμπης Πραματευτάκης, Βαγγέλης Στεφανάκης και άλλοι συμπολίτες θυμούνται με συγκίνηση συνεργασίες με τον αείμνηστο Χριστόφορο, ιδιαίτερα σε έργα εθνικού περιεχομένου Μάχη της Κρήτης και κυρίως Αρκάδι ήταν από τα προσφιλή του θέματα.
Όταν αναφερθούμε αργότερα και στην καλλιτεχνική ζωή του τόπου μας, τα τελευταία 200 χρόνια, θα σταθούμε αρκετές φορές στον Χριστόφορο Σταυρουλάκη.
Γενικά ήταν ο άνθρωπος που μεσουρανούσε στο πολιτιστικό στερέωμα για δεκαετίες. Η προστασία της παλιάς πόλης και των μνημείων τον έφερε πολλές φορές στο επίκεντρο της μήνης όσοι προσπαθούσαν να φέρουν καινοτομίες στο Ρέθυμνο προς ίδιον συμφέρον. Εκείνος όμως δεν υποχωρούσε και δεν συμβιβαζόταν μέχρι να διασώσει αυτό το κομμάτι του πολιτιστικού μας πλούτου που κινδύνευε.
Ήταν σίγουρος για τη συνέχεια.
Όταν άρχισε να δρομολογείται το μουσείο, κι άρχισε και η διάδοχος κατάσταση στην Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία με στόχους πάντα τις ψηλότερες κορφές, ο Χριστόφορος αρκετά μεγάλος πια, με προβλήματα υγείας, απομονώθηκε, δίνοντας την εντύπωση ότι είχε ολοκληρώσει το έργο του. Η παρουσία της Φαλής τον γέμιζε σιγουριά ότι θα εκπληρωθεί το όνειρό του. Έπειτα έφυγε για την Αθήνα, όπου και τον βρήκε ο θάνατος το Δεκέμβρη του 1979.
Ο ίδιος δεν υπάρχει πια. Το Ιστορικό Λαογραφικό μουσείο διατηρεί τη μνήμη του με πληρέστατο φάκελο της ζωή και της δράσης του. Γιατί ένας τόσο σημαντικός Ρεθεμνιώτης δεν θα έπρεπε να χαθεί στην αφάνεια μετά από τόση προσφορά. Και η πορεία της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας κάνει, σίγουρα, την ψυχή του να αγάλλεται, καθώς έδωσε περιεχόμενο στο όραμα και τους στόχους που του ενέπνευσαν την ιδέα.
Ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης διακρινόταν για την ακούραστη προσφορά του στον τόπο. Συγκλίνουν εδώ οι απόψεις προσωπικοτήτων, με κύρος, από τον Μακάριο και τον Πρεβελάκη μέχρι το Θεοτοκά, που αναφέρθηκαν σ’ αυτόν με τα πιο εγκωμιαστικά σχόλια. Αναφέρει σχετικά ο Κώστας Μαμαλάκης, στη σειρά του «Η πόλη που δεν σβήνει»: «Ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης είναι αναντικατάστατος, χαλκέντερος, το πρωί ξεναγεί στο Αρκάδι, το μεσημέρι στη Φορτέτζα, το απόγευμα και πάλι στο Αρκάδι, έστω κι αν πρόκειται για έναν ξένο, αν τύχει. Κεφάλαιο για το Ρέθυμνο. Η ευρυμάθειά του επίσης ήταν ζηλευτή».
Κώστας Ξεξάκης, από τα ιδρυτικά στελέχη της ΙΛΕΡ
Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε και τη συμβολή του Κώστα Ξεξάκη στη μεγάλη προσφορά της ΙΛΕΡ. Ίσως να συνέβαλε σ’ αυτό και η ανατροφή του στη σκιά του Αρκαδιού.
Ο πατέρας του Ανδρέας Ι. Ξεξάκης, καταγόταν από το χωριό Αναχουρδοµέτοχα, που τώρα λέγεται Ελεύθερνα. Η έλλειψη σχολείου στο χωριό υποχρέωσε τον Κώστα να φοιτήσει στο δημοτικό σχολείο Αμνάτου. Εκεί στο σπίτι του όμως διδάχτηκε τις παραδόσεις της φυλής. Είχαν να λένε οι παλιοί για το σπίτι του γέρο Ξεξάκη πάντα ανοικτό και φιλόξενο και για τη σεμνότητα και αξιοσύνη της νοικοκυράς. Πώς να μην αποκτήσει ερεθίσματα για έρευνα και γνώση σε τέτοιο περιβάλλον ο μικρός, ακούγοντας τόσα από τους συχνούς επισκέπτες. Μαθητής ακόμα ερευνούσε σχολαστικά τα πάντα γύρω του. Η φύση, ο έναστρος ουρανός, τα σπήλαια, ερέθιζαν τη φαντασία του. Ο Κώστας Ζ. Στρατιδάκης τον περιγράφει να ανεβαίνει στους αιωνόβιους δρυγιάδες της περιοχής του Αρκαδίου, ιδιαίτερα σε ένα θεόρατο πρίνο και να θαυμάζει από κει τον Κορρέ και το χιονισμένο Ψηλορείτη.
Συνεχίζοντας ο αείμνηστος Στρατιδάκης, αναφέρει για τον φίλο του και συνάδελφό του, ότι στο γυμνάσιο ήταν το ίνδαλμα των συμμαθητών του γιατί ο «Ξεξές», έτσι τον αποκαλούσαν, έγραφε τα καλύτερες εκθέσεις αλλά πάντα στη δημοτική. Κι αυτό ήταν καημός για τον γυμνασιάρχη του Μιχαήλ Πρεβελάκη που του έλεγε με παράπονο, αφού διάβαζε κατ’ επιλογήν τις εκθέσεις του «Όλα καλά και ωραία Ξεξάκη, αλλά αυτή η γλώσσα…». Κι ήρθαν τα χρόνια τα δίσεκτα για να αριστεύσει ο Ξεξάκης στο πεδίον της τιμής αυτή τη φορά. Από τους πρώτους είχε ενταχθεί στην Αντίσταση. Ο Αντώνης Περακάκης μάλιστα από τους πρωταγωνιστές του χρονικού της Γκιουμπράς, που η αντικειμενική μαρτυρία του επιβεβαιώνει απόλυτα και τις εκτιμήσεις για το συμβάν του μεγάλου της Αντίστασης Γιώργη Αγγελιδάκη, αναφέρει στον ανιψιό του Νίκο Περακάκη, γνωστό συγγραφέα πως ο Ξεξάκης τον μύησε στο ΕΑΜ και του ανέθεσε την οργάνωση του Κατωμεριού. Η δράση του έγινε γρήγορα γνωστή στον κατακτητή. Η σύλληψή του δεν άργησε επίσης. Γνώρισε τα πιο φρικτά βασανιστήρια. Άκουσα από τον ίδιο, όταν τον ρώτησα κάποτε για τη Νίνα Κουκλινού, ότι ήταν παρούσα όταν τον βασάνιζαν και μάλιστα κατέβαλε προσπάθεια με τη μετάφραση να απαλύνει τη θέση του. Η ίδια όμως δεν άντεξε άλλο το θέαμα και λιποθύμησε. Είχε απίστευτη ψυχική δύναμη ο Ξεξάκης.
Ο λαϊκός μας πολιτισμός τον ενδιέφερε πολύ. Από το 1956 ήταν μέλος της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρίας και από το 1981 και κάποια χρόνια πρόεδρός της. Διετέλεσε και πρόεδρος της ΕΛΜΕΡ το 1965, ενώ ήταν και από τους πρώτους Ρεθεμνιώτες σπηλαιολόγους με επιστημονική κατάρτιση μαζί με τον Νίκο Νιουράκη, τον Χρίστο Μακρή κ.ά. έχοντας αποστολή την έρευνα γύρω από τα σπήλαια Μυλοποτάμου. Για τη δράση του αυτή τιμήθηκε μετά θάνατον από την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρία. Δημοσίευσε πολλά λαογραφικά ιδιαίτερα για το ψωμί και παραδόσεις γύρω από το Αρκάδι. Δυο θείοι του ο Παΐσιος Νικολουδάκης και ο Παρθένιος Κανακάκης ήταν σύμβολα για τον ίδιο και από τις αφηγήσεις που άφησαν ο Κώστας Ξεξάκης υπεραμύνθηκε αξίες του μοναστηριού, όπως και στην περίπτωση του πυρπολητή είχε πάρει με επάρκεια στοιχείων θέση. Κάθε επιστήμη ενδιέφερε τον Κώστα Ξεξάκη και κάθε κοινωνικό θέμα που αφορούσε την πατρίδα, τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Γνωστή η συμπάθειά του στους Μικρασιάτες του Ρεθύμνου, που κι εκείνοι τιμούσαν ιδιαίτερα. Είναι ο άνθρωπος που έχει γράψει αρκετά για τις πρώτες μέρες των ξεριζωμένων στο Ρέθυμνο, όπως τις βίωσε ο ίδιος μικρό παιδί τότε. Ανεκτίμητος πνευματικός πλούτος. Οι πολυάριθμες δημοσιεύσεις του σχετικά με τα θέματα αυτά αποτελούν ανεκτίμητο πνευματικό πλούτο του τόπου μας και σπουδαία παρακαταθήκη για κάθε μελλοντικό ερευνητή. Ο Αντώνης Σανουδάκης έκανε το πρώτο βήμα να κρατήσει τις μνήμες του Κώστα Ξεξάκη, καθώς ο ίδιος απέφευγε να κάνει αναφορές στο ηρωικό του παρελθόν. Γνωστό το βιβλίο του «Ράους – στην κόλαση του Μέλκ» που περιέχει τις αναμνήσεις του Κώστα Ξεξάκη από το στρατόπεδο, μια σπουδαία έκδοση του συνδέσμου Φιλολόγων Ρεθύμνου που προς τιμήν του μας έδωσε μια ακόμα σημαντική έκδοση με δημοσιεύματα του Ξεξάκη (1937-1997) ή άλλων για τον ήρωα καθηγητή που επιμελήθηκαν οι φιλόλογοι Μαρία Μαρκατσέλη, Γιώργο Μαυροτσουπάκης, Σύρμω Παγώνη, Κωστής Η. Παπαδάκης, Γιώργος Φρυγανάκης και η ζωγράφος Σοφία Καστρησίου. Αξίζει να τα μελετήσει κάθε ερευνητής για να μάθει περισσότερα γύρω από τη φωτεινή μορφή του Κώστα Ξεξάκη, που τόσα χρόνια μετά τον θάνατό του, μένει άσβεστη να μας φωτίζει και να μας καθοδηγεί.
Σοφία Ηλιάκη
Κι όταν αναφερόμαστε στην ΙΛΕΡ δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την Σοφία Ηλιάκη. Ένα χρόνο μετά την ίδρυση της Iστορικής και Λαογραφικής Eταιρείας Pεθύμνου, ο εμπνευστής της ίδρυσης και πρώτος πρόεδρός της Xριστόφορος Σταυρουλάκης, εκτιμώντας τις ικανότητες, δεξιότητες και δραστηριότητες της Σοφίας, της πρότεινε να μετάσχει στην υπό ίδρυση μουσικοχορευτική ομάδα της I.Λ.E.P. και να ασχοληθεί η ίδια με τη ραφή Kρητικών φορεσιών των μελών της. Mε τη συναίνεσή της, τοποθετήθηκε στη Διοικούσα Eπιτροπή ως χοροδιδασκάλισσα και υπεύθυνη του γυναικείου χορευτικού τμήματος.
Οι μαθητές της τη λάτρευαν. Θυμάμαι ακόμα – δεκαετία του 80 – ένα 7χρονο τότε κοριτσάκι, από τα φαινόμενα του συγκροτήματος που έλεγε στη μητέρα του, ότι θα ήθελε αν αποκτούσε κόρη να της δώσει το όνομα της «κυρίας Σοφίας». Ελπίζω να το θυμάται ακόμα εκείνο το κοριτσάκι που σήμερα είναι μια γνωστή συμβολαιογράφος.
H Σοφία συνέχισε τη δραστηριότητα αυτήν και μετά τον θάνατο του προέδρου της IΛEP, Xριστόφορου Σταυρουλάκη (1979), ως τη δημιουργία του Oμίλου Bρακοφόρων μαζί με τον αείμνηστο Γιάννη Σταυριδάκη, πρώτο πρόεδρό του.
Παράλληλα ανέλαβε την πρωτοβουλία ίδρυσης νέου σωματείου στο Pέθυμνο με την επωνυμία «Σύλλογος προς διάσωσιν των Kρητικών ηθών και εθίμων, Kρητικής Mουσικής, Kρητικού Tραγουδιού και Kρητικού Xορού, To Aρκάδι».
Εκεί αποτυπώνεται και όλη η φιλοσοφία της Σοφίας Ηλιάκη για την παράδοση. Εκτός από τη φορεσιά την ενοχλούσαν και κάποιες υπερβολές χορευτών και χορογραφίες που είχαν κάποιες ανεπίτρεπτες για τα δεδομένα της αυθεντικής παράδοσης υπερβάσεις.
«Δεν μπορώ» μου έλεγε, «να βλέπω τις κοπέλες να μπαίνουν μπροστά και να χορεύουν. Η κοπέλα πάντα ήταν προσεκτική. Δεν έπρεπε να προκαλεί…».
Και για τους άνδρες έφερνε πάντα παράδειγμα τον μοναδικό Σταμάτη.
Όσο για την ίδια «ζωγράφιζε» πραγματικά στον χορό με τη σεμνή αλλά αέρινη παρουσία της, γιατί μέχρι τα βαθειά της γεράματα είχε μια νεανική σβελτάδα και άνεση που πάντα την έκανε να ξεχωρίζει.
Oι απόδημοι Έλληνες της Aμερικής, του Kαναδά, της Aυστραλίας, της Eυρώπης εξακολουθούσαν να παραγγέλνουν παραδοσιακές κρητικές φορεσιές στη Σοφία Παπαδάκη-Hλιάκη, γιατί τις έβρισκαν καλοραμμένες κι αυθεντικές.
Έτσι έμεινε στην ιστορία του λαϊκού μας πολιτισμού και η κυρία Σοφία η τόσο αγαπημένη και αξέχαστη.