Ζητούν μόνιμες προσλήψεις προσωπικού και καταγγέλλουν τις εμβαλωματικού χαρακτήρα λύσεις των μετακινήσεων γιατρών από το ένα νοσοκομείο στο άλλο
Η στελέχωση με μόνιμο προσωπικό, τόσο του τμήματος επειγόντων περιστατικών, όσο και των υπόλοιπων τμημάτων του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνης ήταν το κυρίαρχο αίτημα της τρίωρης στάσης εργασίας και της συγκέντρωσης διαμαρτυριας που πραγματοποίησε η Ένωση Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου χθες το πρωί, αναδεικνύοντας για ακόμα μία φορά την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η τοπική δημόσια υγεία. Όπως τόνισαν, οι μεταφορές γιατρών από μία υγειονομική μονάδα σε μία άλλη, η κάλυψη των αναγκών του ΤΕΠ με γιατρούς από διάφορες ειδικότητες και οι πυρετώδεις ρυθμοί εργασίας για το προσωπικό που μετατρέπεται σε «μπαλάκι» ανάμεσα σε ΤΕΠ, χειρουργεία και κλινικές αποτελούν πρόσκαιρες, αναποτελεσματικές λύσεις και δημιουργούν σοβαρά ζητήματα, όχι μόνο εξουθένωσης των εργαζομένων, αλλά και κατάλληλης παροχής υπηρεσιών προς τους ασθενείς. Όπως τονίζουν περιστατικά ασθενών που εντάσσονται στο κομμάτι της επειγοντολογίας εξετάζονται και διαχειρίζονται από γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, όπως παθολόγοι και γενικοί χειρούργοι, με αποτέλεσμα να σχηματίζεται μία επικίνδυνη πρακτική για το σύνολο του ιατρικού προσωπικού και για την υγεία των ασθενών. «Ένας πνευμονολόγος κάνει τη δουλειά του επειγοντολόγου. Εμείς ως επιστήμονες δεν μπορούμε να το δεχθούμε αυτό, είναι κόκκινη γραμμή και θα είμαστε αντίθετοι. Αυτή η πρακτική είναι επικίνδυνη και για εμάς τους γιατρούς, αλλά και για τους ασθενείς» ανέφερε μεταξύ άλλων η Πελαγία Νεονάκη, πρόεδρος της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου.
Οι εμβαλωματικού τύπου λύσεις, όπως οι μετακινήσεις γιατρών έχουν οδηγήσει σε επιπρόσθετη δυσλειτουργία του ΤΕΠ, σύμφωνα με την κ. Νεονάκη. «Εδώ και πάρα πολύ καιρό οι μετακινήσεις γιατρών πάνε να μπαλώσουν προβλήματα της τραγικής υποστελέχωσης όλων των τμημάτων. Οι μετακινήσεις φέρνουν μόνο δυσλειτουργίες στα τμήματα, αλλά έχουν επιπτώσεις και στους ίδιους τους υγειονομικούς που μεταφέρονται από το ένα νοσοκομείο στο άλλο. Μέχρι τώρα καλύπτονταν τα έξοδα των συναδέλφων τουλάχιστον, τώρα λένε ότι δεν θα τους καλύπτουν ούτε τα έξοδα και θα πηγαινοέρχονται με δικό τους αυτοκίνητο».
«Το κλίμα είναι ουσιαστικά καθαρά αντί ιατρικό. Δεν εισακούγονται οι προτάσεις των ιατρικών συλλόγων και του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου», σημείωσε μεταξύ άλλων η Αναστασία Καπελέρη, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνου, η οποία όπως τόνισε, η υποστελέχωση και η υποεφημέρευση δεν αφορά μόνο το ΓΝΡ, αλλά τα περισσότερα Νοσοκομεία του ΕΣΥ, ακόμα και αυτά των μεγάλων πόλεων. «Στην τελευταία σύνοδο προέδρων παρουσιάστηκε έρευνα του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, που αναδεικνύει την αναποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης, που επί της ουσίας δεν είναι παρά ρυθμίσεις του ελεύθερου χρόνου των γιατρών του ΕΣΥ και δεν απέδωσαν καθόλου στη στελέχωση του ΕΣΥ. Οι νέοι γιατροί κατά 59%, όπως ανέδειξε έρευνα του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, που διεξήχθη τον Σεπτέμβρη του 2024, εγκαταλείπουν τη χώρα. Οι λόγοι προφανώς και δεν είναι μόνο οικονομικοί, δυστυχώς τα νέα παιδιά δεν έχουν τη δυνατότητα εκπαίδευσης. Η εκπαιδευτική διαδικασία εξαντλείται στην αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών, διότι απουσιάζουν οι ειδικευμένοι λόγω υποστελέχωσης, για να τα εκπαιδεύσουν. Όπως καταλαβαίνετε, η απουσία εξέλιξης και προοπτικής διώχνει τα νέα παιδιά από τη χώρα μας και τους γιατρούς μας από τα Νοσοκομεία», ανέφερε.
«Κουτσουρεμένο» και μακριά από τις διεκδικήσεις των Ιατρικών Συλλόγων χαρακτήρισε το επίδομα άγονων περιοχών η κ. Καπελέρη, υπογραμμίζοντας ότι «δεν αρκεί σε πόλεις όπως οι δικές μας να καλύψει ούτε τα έξοδα ενοικίου και επιπλέον αφήνει έξω χειρουργικές ειδικότητες, ειδικευόμενους και επικουρικούς γιατρούς». Την ίδια ώρα, πρόβλημα συνιστά επίσης η έμμεση ενημέρωση των ιατρικών συλλόγων για σημαντικές εξελίξεις από τα μέσα ενημέρωσης και όχι κατευθείαν από τη δημόσια κεντρική διοίκηση.
Από την πλευρά του ο Γιάννης Σαριδάκης, αντιπρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών γιατρών Ρεθύμνου και μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΕΓΕΣΥ πρόσθεσε: «Το ΤΕΠ αυτή τη στιγμή απεικονίζει, συμπυκνώνει και εκφράζει τη συνολική κατάσταση του Νοσοκομείου μας, η οποία είναι διαλυτική. Βρισκόμαστε μπροστά σε μία τουριστική σεζόν, η οποία θα είναι για εμάς μία εμπόλεμη κατάσταση, γιατί θα την αντιμετωπίσουμε με τραγικά προβλήματα στελέχωσης και λειτουργίας. Οι υγειονομικοί λένε «σταματήστε πια να μας εξουθενώνετε», «να μας εξοντώνετε» και «να μας αρρωσταίνετε». Αυτό έχει τραγικές επιπτώσεις και σε εμάς και στους ασθενείς, δεν αντέχουμε να άλλο να διαχειριστούμε αυτήν την κατάσταση. Όταν δουλεύει κάποιος σε κατάσταση εξουθένωσης, μετά από 24ωρη και 36ωρη εφημερία δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τα σοβαρά προβλήματα στη διάρκεια της εφημερίας. Είμαστε κατάκοποι, κουρασμένοι, πολλοί από εμάς έχουν αρρωστήσει και έχουν μπει σε μία κατάσταση υγείας μη επανορθώσιμη πια, αν δεν προστατευτεί λοιπόν ο υγειονομικός, θα καταρρεύσει και θα καταρρεύσει και ο ασθενής και το σύστημα ολόκληρο». Όπως συμπλήρωσε ο κ. Σαριδάκης: «Αν συνεχιστεί η εργαλειοποίηση των ελάχιστων υγειονομικών που έχουν απομείνει για να κάνουν όλες τις δουλειές σε όλα τα πόστα, με αιχμή του προβλήματος των ΤΕΠ, πρέπει να σκεφτούμε τι θα απογίνουν οι ασθενείς. Ο ασθενής δεν έχει χρόνο ο γιατρός του να τον παρακολουθήσει και να τον εξετάσει, γιατί πρέπει να τρέχει από το χειρουργείο στο ΤΕΠ. Είναι μία διαλυτική κατάσταση, μη διαχειρίσιμη, που εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για την υγεία των ασθενών».
Αναφορικά με την προκήρυξη των πέντε θέσεων για το Γενικό Νοσοκομείο Ρεθύμνης, από τις 530 που συνολικά προκήρυξε το υπουργείο Υγείας, ο κ. Σαριδάκης σχολίασε: «Η ίδια η διοίκηση ζήτησε την προκήρυξη τουλάχιστον 20 θέσεων, που είναι το ελάχιστο για εμάς. Εμείς ζητάμε ακόμα περισσότερο. Προκηρύχθηκαν οι γνωστές άγονες πέντε θέσεις, κάτι που δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση θετικές εξελίξεις και ενίσχυση του Νοσοκομείου μας». Αναγκαστικές μετακινήσεις γιατρών και ετεροαπασχόληση σε αντικείμενα που δεν ανταποκρίνονται στην ειδικότητές τους είναι προσωρινές λύσεις στο τεράστιο, χρόνιο πρόβλημα της υποστελέχωσης του Νοσοκομείου, σύμφωνα με τον Ανέστη Κατσιαβό, καρδιολόγο στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου και μέλος του ΔΣ της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου. «Η 7η Διοίκηση της ΥΠΕ Κρήτης σε συνεργασία με τον διοικητή προχωρούν σε εμβαλωματικού τύπου λύση, η οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε αναγκαστικές μετακινήσεις συναδέλφων, είτε από άλλες δομές υγείας της πρωτοβάθμιας, είτε εσωτερικές μετακινήσεις από άλλες κλινικές του Νοσοκομείου για να καλυφθούν τα ΤΕΠ. Αυτό δεν μπορούμε να το δεχτούμε. Δεν έχει δοθεί μία μόνιμη λύση και προσπαθούν με μπαλώματα να το διορθώσουν. Πέρα από αυτό, ουσιαστικά οι συνάδελφοι γιατροί εξαναγκάζονται σε ετεροαπασχόληση, σε άλλο αντικείμενο από αυτό στο οποίο έχουν εξειδικευτεί, με συνέπεια τη δική τους επιστημονική ακύρωση, αλλά και με συνέπεια στον ασθενή που θα έρθει στο ΤΕΠ. Δεν έχουν όλοι την ίδια εκπαίδευση και δεν μπορούν όλοι να τελέσουν τα καθήκοντα της ξεχωριστής ειδικότητας της επειγοντολογίας».
Στο πλευρό των γιατρών βρέθηκαν και οι εκπαιδευτικοί, ζητώντας ποιοτικές υπηρεσίες υγείας. Ο Γιάννης Μαρινάτος, πρόεδρος του Νομαρχιακού Τμήματος της ΑΔΕΔΥ Ρεθύμνου δήλωσε: «Για ακόμα μία φορά στηρίξαμε τον αγώνα της Ένωσης Γιατρών ΕΣΥ, είμαστε αλληλέγγυοι στις κινητοποιήσεις τους, στο δίκαιο αγώνα τους, προκειμένου να έχουμε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας στο Ρέθυμνο. Εδώ και δύο χρόνια, η κατάσταση στο ΤΕΠ είναι άκρως προβληματική, είναι άκρως υποστελεχωμένο, από τις επτά θέσεις που θα έπρεπε να υπάρχουν είναι μόνο δύο καλυμμένες. Ζητάμε λοιπόν από την 7η ΥΠΕ, τη διεύθυνση του Νοσοκομείου και τον υπουργείο Υγείας να αναλάβουν επιτέλους τις ευθύνες τους και να δώσουν λύσεις αξιοπρέπειας στο ΓΝΡ». Αντιστοίχως, ο Χρήστος Σουρουλής, πρόεδρος της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου ανέφερε: «Αυτό που γίνεται στην υγεία είναι μία «ληστεία». Μιλάμε για υπηρεσίες τις οποίες έχουμε πληρώσει ως φορολογούμενοι πολίτες και μας τις στερούν. Στηρίζοντας την Ένωση Γιατρών ΕΣΥ Ρεθύμνου, στηρίζουμε ουσιαστικά τον εαυτό μας, στηρίζουμε τον κάθε πολίτη να μπορεί να έχει τις υπηρεσίες υγείας, τις οποίες έχει πληρώσει και στο κάτω κάτω δικαιούται να έχει. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο, όπου πλέον, ακόμα και η επιβίωση τίθεται υπό αίρεση. Είμαστε μαζί με τους γιατρούς, στηρίζουμε τον αγώνα τους, ως εκπαιδευτικοί και δάσκαλοι των παιδιών και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε για όσο χρειαστεί».
O Κοσμάς Περπιράκης, πρόεδρος του Σωματείου Συνταξιούχων ΟΑΕΕ Ρεθύμνου ανέφερε: «Οι Συνταξιούχοι του ΟΑΕΕ Ρεθύμνης τάσσονται συμπαραστάτες των εργαζομένων Ιατρών και προσωπικού του Νοσοκομείου Ρεθύμνου. Για άλλη μια φορά είμαστε μαζί τους στη διεκδίκηση της πλήρους στελέχωσης του ιδρύματος. Τα θέματα της υγείας και της δημόσιας φροντίδας αφορούν όλη την κοινωνία και πολύ περισσότερο εμάς τους συνταξιούχους. Στο διαχρονικό πρόβλημα του Νοσοκομείου μας θα βρισκόμαστε πάντα δίπλα σε αυτούς που αγωνιούν και αγωνίζονται για την στελέχωση του ώστε να μας παρέχεται μια δωρεάν αξιοπρεπή αντιμετώπιση των προβλημάτων του υπέρτατου αγαθού της υγείας».
Τέλος, ο Νίκος Μανουσάκης, περιφερειακός σύμβουλος της Λαϊκής Συσπείρωσης ανέφερε: «Βρεθήκαμε στο Νοσοκομείο για να συμπαρασταθούμε στον αγώνα των υγειονομικών, οι οποίοι αντιστέκονται στην πλήρη κατεδάφιση του δημόσιου συστήματος υγείας, με ευθύνη της κυβέρνησης της ΝΔ και με συνενοχή των υπόλοιπων αστικών κομμάτων. Δεν έχει πάτο αυτός ο κατήφορος, ο οποίος οδηγεί στην πλήρη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, στο εντέλλεσθε και στην αφαίρεση όλων των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Εδώ και τώρα το λαϊκό, ταξικό κίνημα με μπροστάρηδες τους υγειονομικούς θα πρέπει να αντισταθεί απέναντι σε αυτή την επιλογή της κυβέρνησης, η οποία στο τέλος της διαδρομής θα είναι η πλήρη κατεδάφιση του ό,τι έχει μείνει ακόμα από τη δημόσια υγεία».
Στη χθεσινή κινητοποίηση στο πλευρό των γιατρών μεταξύ άλλων ήταν εκπρόσωποι του Ιατρικού Συλλόγου, εκπρόσωποι της ΑΔΕΔΥ, των εκπαιδευτικών, των συνταξιούχων, της Λαϊκής Συσπείρωσης και του Κινήματος Δημοκρατίας Ρεθύμνου.