Από τα πρώτα βήματα της καριέρας μου με κέρδιζε πάντα το καλλιτεχνικό ρεπορτάζ. Κι ήταν μεγάλη ικανοποίηση μιας και δεν υπήρχαν και πολλά θέματα επικαιρότητας τότε, (μιλάμε για δεκαετία του ’70) να καλύπτω πολιτιστικά γεγονότα σε περίοπτη θέση της εφημερίδας.
Κάποια στιγμή ο αρχισυντάκτης μου (Μανόλης Καλαϊτζάκης) με προετοίμασε για ένα σημαντικό γεγονός. Θα γνώριζα το Νίκο Σοφιαλάκη, τον επιφανή γλύπτη.
Ήταν σπουδαίο γεγονός και μόνο να συζητήσεις μαζί του. Ήταν από τους επιφανείς της γλυπτικής τέχνης και οι εκθέσεις του ήταν ένα καλλιτεχνικό γεγονός.
Ίσως σκεφτείτε που τον θυμήθηκα και σας τον αναφέρω σήμερα. Απλά αρχειοθετώντας για το Πολιτιστικό Ρέθυμνο μερικά στοιχεία για τον αξέχαστο καλλιτέχνη, σκέφτηκα να κάνω μια αναζήτηση στο google, να δω πως παρουσιάζεται. Ας μην σχολιάσω το αποτέλεσμα της έρευνας αυτής. Γι’ αυτό, αρκετά προβληματισμένη που ένας ακόμα μεγάλος καλλιτέχνης χάνεται στη λήθη, άνοιξα το αρχείο με τα στοιχεία που συνθέτουν τη ζωή, την προσωπικότητα και το έργο του και σας τον παρουσιάζω:
Ένα σπάνιο ταλέντο από τους Έρφους
Ο Νίκος Σοφιαλάκης, γεννήθηκε στους Έρφους Ρεθύμνου, το 1914.
Από το 1924 έως το 1938 μαθήτευσε κοντά στον διακεκριμένο Γεώργιο Μπονάνο ( Βουνί Ληξουρίου 1863- Αθήνα 1940) Ήταν από τους κορυφαίους του καιρού του έχοντας σπουδάσει γλυπτική στο Σχολείο των Τεχνών με τον Λεωνίδα Δρόση, δουλεύοντας παράλληλα στο εργαστήριο του Δημητρίου Φιλιππότη. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία, στο Ινστιτούτο Καλών Τεχνών της Ρώμης ως μαθητής των Αντόνιο Αλλεγκρέτι (1840-1918) και Τζιρόλαμο Μασίνι (1840-1885). Το 1911 διορίστηκε καθηγητής στη σχολή Καλών Τεχνών. Μετά από μερικούς μήνες όμως παραιτήθηκε επειδή δεν έγιναν δεκτές οι εισηγήσεις του για θέματα εκπαίδευσης, διοίκησης και κρατικής πολιτικής για τις τέχνες από τον διευθυντή της σχολής Γεώργιο Ιακωβίδη και το υπουργείο Παιδείας.
Κοντά στο σπουδαίο αυτό δάσκαλο ο Σοφιαλάκης σπούδασε από το 1925 μέχρι το 1937, σχέδιο, πηλοπλαστική και γυψοτεχνία. Ο Σοφιαλάκης επηρεάστηκε πολύ από τον δάσκαλό του, ο οποίος σημειωτέον τον είχε ξεχωρίσει από τα πρώτα μαθήματα και αργότερα το θεωρούσε ιδιαίτερα τιμητικό γι’ αυτόν να αναφέρεται με περηφάνια στον Ρεθεμνιώτη σπουδαίο γλύπτη, τονίζοντας πως τον είχε μαθητή.
Από το 1938 έως το 1944, σπούδασε με υποτροφία του κληροδοτήματος Αθηνάς Σταθάτου γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών κοντά στο γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο μετέπειτα ακαδημαϊκό (Αθήνα 1889-Αθήνα 1974) που έχοντας και ο ίδιος κρητική καταγωγή πρόσεξε ιδιαίτερα τον μαθητή του.
Ο Σοφιαλάκης σε όλη τη διάρκεια των σπουδών του έδειξε άριστες επιδόσεις που του χάρισαν τέσσερις επαίνους και δυο πρώτα βραβεία.
Οι πρώτες διακρίσεις
Ήταν ακόμα φοιτητής στη σχολή Καλών Τεχνών όταν ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία με τη συμμετοχή του στην Πανελλήνιο Καλλιτεχνική Έκθεση του 1940 στο Ζάππειο με τη γύψινη μελέτη Κεφαλή Νέου αλλά και με τη συμμετοχή του σε ομαδικές εκθέσεις, όπως την Επαγγελματική Έκθεση στο Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο το 1943 (με τους Ευθυμιάδη, Κεφαλινό, Νικόλα, Κατράκη, κ.ά.), τις Εκθέσεις στον Παρνασσό το 1944-45-46 καθώς και στη Γαλλική Ακαδημία το 1946 μεταξύ άλλων. Κατά το τελευταίο έτος του στην Σχολή Καλών Τεχνών, ο Σοφιαλάκης κέρδισε το Πρώτο Βραβείο Γλυπτικής το 1944 με τη διπλωματική του εργασία Μητρότητα, μια μελέτη σε τερακότα μικρού μεγέθους που απεικονίζει μια καθιστή, γυναικεία μορφή που θηλάζει το βρέφος της.
Η συνάντηση με τον Καζαντζάκη
Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στην καριέρα του ήταν στην Έκθεση Παρνασσού το 1945 όταν συνάντησε το Νίκο Καζαντζάκη. Ο κορυφαίος των Ελληνικών Γραμμάτων βρισκόταν εκεί με την ιδιότητά του Υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου στην Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη. Ο Καζαντζάκης εντυπωσιάστηκε τόσο από τον νεαρό καλλιτέχνη, που τον επισκέφτηκε στο ατελιέ του και του ζήτησε να δημιουργήσει πάνω σε δύο εμπνεύσεις του με ιδιαίτερη σημασία. Ήταν το «Σκλαβωμένο Ελληνόπουλο» και ο «Πάσσαλος της Αγιάς».
Σαφώς επηρεασμένος από το ταξίδι του στην Κρήτη για την έκθεση ωμοτήτων ο Καζαντζάκης είχε συγκλονιστεί στη θέα του στύλου της Αγυάς. Ενός πασάλου από δρυ όπου δένανε οι Γερμανοί τους πατριώτες και τους εκτελούσανε έναν-έναν.
«Αυτό είν’ ο Χριστός μου κι ο Θεός μου είχε πει ο Καζαντζάκης στο νεαρό καλλιτέχνη. Κοντά 480 Κρητικοί ξεψύχησαν πάνω του, φερμένοι όμηροι απ’ τα χωράφια. Μπορείς να κάνεις, απ’ αυτό το κούτσουρο, να βγαίν’ η λύτρωση; Κάν’ το σε φυσικό μέγεθος και εγώ θα σου το στήσω με δικά μου έξοδα…».
Ο Σοφιαλάκης μετέφερε στο μάρμαρο και τις δύο ιδέες, που ενσαρκώνονται στο Παιδί της Κατοχής και στον Πολεμιστή, έργα που έμελλαν να γίνουν δυο από τις πιο σημαντικές συνθέσεις του γλύπτη και από τις πιο χαρακτηριστικές απεικονίσεις της Ελληνικής μεταπολεμικής πραγματικότητας.
Διεθνής αναγνώριση
Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, ο Σοφιαλάκης άρχισε να ταξιδεύει και να συμμετέχει σε μερικά από τα πιο αξιοσημείωτα καλλιτεχνικά γεγονότα της εποχής, καθιερώνοντας τον εαυτό του ως έναν από τους πιο διακεκριμένους Έλληνες καλλιτέχνες, και όπως ειπώθηκε από τον Γ. Μαρμαρίδη, ίσως τον «πιο αυθεντικό Έλληνα καλλιτέχνη της εποχής του». Το 1947 ο Σοφιαλάκης συμμετείχε σε δύο από τα πιο σημαντικά διεθνή καλλιτεχνικά δρώμενα της δεκαετίας: Την «Grekisk Konst» Έκθεση και την Μπιενάλε Καΐρου. Τον Απρίλιο – Μάιο του 1947 ο ταλαντούχος καλλιτέχνης παρουσίασε τη δουλειά του στην περίβλεπτη Έκθεση Ελλήνων Καλλιτεχνών (Grekisk Konst Exhibition), η οποία είχε διοργανωθεί από τη Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Καλών Τεχνών και η οποία έλαβε χώρα στη Σουηδία, τη Δανία και τη Νορβηγία. Η κεφαλή σε υψηλό ανάγλυφο Μητέρα και Παιδί κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Όσλο (των Εκθέσεων Στοκχόλμης, Κοπεγχάγης και Όσλο) και σχολιάστηκε εκτενώς από τον τύπο, τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους, ο Σοφιαλάκης συμμετείχε στη Διεθνή Έκθεση Καΐρου (1947) με τα έργα «Ο Πολεμιστής» (το οποίο έργο είχε εμπνευστεί και προταθεί από τον Νίκο Καζαντζάκη), «Μωρό με Σκούφια και «Τα Δίδυμα» τα οποία επίσης διακρίθηκαν και σχολιάστηκαν από τα έντυπα μέσα της εποχής. Ο Σοφιαλάκης επέστρεψε στην Ελλάδα, έχοντας φθάσει στο πρώτο στάδιο της αναγνώρισής του και διεθνώς. Είχε πλέον ξεκινήσει την ανοδική του πορεία ως καλλιτέχνης.
Κι όμως στο κάλεσμα του Πολύβιου Τσάκωνα δεν μπόρεσε να αρνηθεί και προσέφερε έργα του για τα εγκαίνια της πρώτης αίθουσας που στεγάστηκε η «Πνευματική Εστία».
Ήταν ένα δείγμα της αφοσίωσης του καλλιτέχνη στον τόπο του που δεν λησμόνησε ποτέ.
Η μεγάλη ευκαιρία
Η μεγάλη αναγνώριση του έργου του Σοφιαλάκη ήρθε κατά την Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση Ζαππείου το 1952. Όλα του τα έργα διακρίθηκαν αλλά περισσότερο εντυπωσίασαν οι κεφαλές «Σάτυρος» και «Πηνελόπη».
Επιφανείς τεχνοκριτικοί του αφιέρωσαν άρθρα με πολλούς επαίνους στα πιο γνωστά έντυπα στη Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Η μεγάλη ευκαιρία του Σοφιαλάκη όμως, ήρθε χάρη στη σύνθεσή του Μητρότητα. Το φυσικού μεγέθους άγαλμα σε μαύρο γρανίτη, βασισμένο στη διπλωματική του εργασία που είχε λάβει το Πρώτο Βραβείο Γλυπτικής το 1944 της Σχολής Καλών Τεχνών, τράβηξε την προσοχή του βασιλικού ζεύγους Παύλου και Φρειδερίκης, οι οποίοι, έχοντας θαυμάσει τις συμμετοχές του Σοφιαλάκη στην Πανελλήνια Έκθεση, ζήτησαν κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον καλλιτέχνη στο ατελιέ του. Η ιδιωτική αυτή παρουσίαση αποτέλεσε μεγάλο εφαλτήριο για τον Σοφιαλάκη, του οποίου η Μητρότητα αγοράσθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος έναντι 265 χρυσών λιρών Αγγλίας και εν συνεχεία δωρίθηκε στο Μαιευτήριο Αλεξάνδρας Αθηνών το 1952, κατ’ εντολή της Φρειδερίκης. Το χρηματικό ποσό αυτό ήλθε σε μια καίρια στιγμή για την εξέλιξη του καλλιτέχνη, καθώς του επέτρεψε να αγοράσει, στην μεταπολεμική περίοδο, το δικό του ατελιέ, και αποτέλεσε το πρώτο ουσιαστικό βήμα στην καλλιτεχνική του σταδιοδρομία.
Η Φρειδερίκη ανέθεσε στον Σοφιαλάκη να φιλοτεχνήσει την προτομή της, για την οποία πόζαρε αυτοπροσώπως στο ατελιέ του. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1954 και τοποθετήθηκε στη Σχολή Μαιών στην Αθήνα και ο Σοφιαλάκης, μόλις στο τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του, είχε καθιερωθεί ως ο δημοφιλέστερος καλλιτέχνης των Αρχών, αλλά και των σημαντικών προσωπικοτήτων της χώρας.
Η Μάχη της Κρήτης
Από τα σπουδαία του έργα και η «Μάχη της Κρήτης». Το έργο που ήταν παραγγελία του καπετάν Μανόλη Παντουβά, το ολοκλήρωσε σε έξι μήνες. Η μνημειώδης αυτή πολυσύνθετη ανάγλυφη σύνθεση από μάρμαρο, μήκους 18 μ. και ύψους 0,90 μ., που απεικονίζει την ηρωική μάχη, τοποθετήθηκε ως μετώπη, στο Μουσείο Εθνικής Αντιστάσεως στο Ηράκλειο που ίδρυσε ο «Καπετάν» Μπαντουβάς.
Τη δεκαετία του 1960, ο Σοφιαλάκης βρίσκεται στην πιο παραγωγική του περίοδο, κατά την οποία εργάζεται με ζήλο στο εργαστήρι του στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, όπου ταξιδεύει συχνά. Η σημαντική αυτή δεκαετία ανοίγει για τον γλύπτη με τη συμμετοχή του στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση Ζαππείου του 1960, με τη σύνθεση Κόρη με το Σταφύλι, η οποία θεωρείται από πολλούς κριτικούς ως το αριστουργηματικό του επίτευγμα.
Το 1967 ο Σοφιαλάκης έλαβε ειδική πρόσκληση για να συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Καλών Τεχνών Μεσογειακών Χωρών στη Νέα Υόρκη, όπου και παρουσίασε την έκθεσή του με τίτλο Οι Θεοί της Ελλάδος, μια θεματική συλλογή 70 κομματιών από μάρμαρο, σε αρχαιοελληνικό μυθολογικό μοτίβο. Το έργο του δημοσιοποιήθηκε εκτενώς, τόσο από τα έντυπα μέσα όσο και από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, που όσο βρισκόταν στις ΗΠΑ, το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης τον συμβουλεύτηκε σε θέματα που αφορούσαν την αποκατάσταση/αναπαλαίωση αρχαιοτήτων του μουσείου. Η πρώτη επίσκεψη του Σοφιαλάκη στην Αμερική ολοκληρώθηκε με τη διάκριση ειδικού αναμνηστικού Μεταλλίου Αναγνώρισης, που του απένειμε το πανεπιστήμιο του Λουισβίλ στο Κεντάκυ για το έργο του.
Το 1970 ο Σοφιαλάκης επέστρεψε για δεύτερη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτή τη φορά για να παρουσιάσει το έργο του στα Φεστιβάλ Καλών Τεχνών που διεξάγονταν στη Βιρτζίνια και στο Κολοράντο. Η πρώτη του έκθεση η οποία έλαβε χώρα στο Μουσείο Atheneaum της Ένωσης Καλών Τεχνών Βόρειας Βιρτζίνιας, έτυχε μεγάλου ενδιαφέροντος από τον τύπο και το κοινό, και ο Σοφιαλάκης συνέχισε την επιτυχή του περιοδεία στο Ντένβερ του Κολοράντο, όπου και διακρίθηκε με ειδική μνεία από τον Κυβερνήτη του Κολοράντο, John Love (1970), για την προσφορά του στην Τέχνη.
Η εντυπωσιακή του έκθεση στο Μπλανκενέζερ του Αμβούργου στη Γερμανία το 1975 εγκαινίασε την Γκαλερί «Αγάπη», όπου εξέθεσε 14 έργα εκ μαρμάρου και στην οποία εντοιχίσθηκε μαρμάρινο οικόσημο έργο του. Παράλληλα, η συμμετοχή του στην Έκθεση «Πορτραίτο Ελλήνων Καλλιτεχνών» στη Βιέννη της Αυστρίας το 1980-1981 ήταν ιδιαίτερα επιτυχής.
Ιδιαίτερη αγάπη για τα παιδιά
Αν και πολλά από τα έργα του αποτελούσαν προτομές κατά παραγγελία, η αγάπη του Σοφιαλάκη για τα παιδιά, τα οποία αποτελούσαν συχνά θέμα των έργων του, διαφαίνεται στα έργα Μωρό με Σκούφια (1943), Ο Μικρός Δεσμώτης (1946), Μητέρα και Παιδί (1947), Τα Δίδυμα (1947) και Μητρότητα (1952), έργα που τον κατέστησαν αριστοτέχνη της απόδοσης της νηπιακής μορφής στο μάρμαρο. Η μεγάλη του αφοσίωση όμως ήταν προς την Ελληνική μυθολογία η οποία κατέχει την πρωταρχική θέση επί του συνολικού του έργου.
Ο Οδυσσέας, υψηλό ανάγλυφο εκ Πεντελικού μαρμάρου δωρίθηκε, από το πανεπιστήμιο Αθηνών, στη Βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας (τότε Πριγκίπισσα Ελλάδος) το 1962 με την ευκαιρία του γάμου της, ενώ η χαρακτηριστική του τεχνοτροπία μικρογλυπτικής στο μάρμαρο με στοιχεία Ελληνικής μυθολογίας, προσέλκυσε συλλέκτες από όλο τον κόσμο. Είναι πολλά έργα του που σήμερα εκτίθενται σε μουσεία ή αποτελούν μέρος συλλογών στη Στοκχόλμη, στην Κοπεγχάγη, στο Όσλο, στο Κάιρο, στη Φρανκφούρτη, στη Βιέννη, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στο Σίδνευ, στην Κορέα, και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Σοφιαλάκης συνέθεσε δύο χαρακτηριστικούς τύπους στην τέχνη του, οι οποίοι έφεραν την επιρροή, τόσο του μεγάλου δασκάλου Μπονάνου, όσο και του καθηγητή του στην Σχολή Καλών Τεχνών, Τόμπρου. Από τον πρώτο, έμαθε τις τεχνικές γλυπτικής που χαρακτηρίζουν τη σχολή Κανόβα, κατά την οποία είχε εκπαιδευτεί ο Μπονάνος. Από τον δεύτερο, ανακάλυψε τη μοντέρνα ώθηση στο στυλ του Μαγιόλ, κοντά στον οποίο είχε μαθητεύσει ο Τόμπρος, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Παρίσι. Το είδος κλασικού ρεαλισμού που προκύπτει ήταν εντελώς μοναδικό στον Σοφιαλάκη, ο οποίος χρησιμοποίησε την κατάρτιση και τη δημιουργικότητά του για να γεφυρώσει στο έργο του, το χάσμα ανάμεσα στη λογική και το πάθος. Ο Σοφιαλάκης συνέχισε να τιμά την παράδοση της μεθόδου του Ατελιέ, κατά την οποία είχε ο ίδιος εκπαιδευτεί, λαμβάνοντας αφιλοκερδώς μαθητευόμενους σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Έφυγε το 2002 έχοντας δικαιωθεί απόλυτα ως καλλιτέχνης.
Υποτροφία στη μνήμη του
Για μισό αιώνα, το «άντρο ιδεών» του καλλιτέχνη υπήρξε ένας λιτός χώρος όπου κάθε γωνία, κάθε γραμμή εκδήλωνε τον σκοπό για τον οποίο είχε δημιουργηθεί. Το ορθογώνιο, ασβεστωμένο κτίσμα με την εσωστρεφή τάση παρείχε την αναγκαία μόνωση που απαιτούσε η δημιουργικότητα του καλλιτέχνη.
Τα εσωτερικά τοιχώματα με την δενδροστοιχία των οπορωφόρων δέντρων της κρητικής γης τον συνέδεαν καθημερινά με την ιδιαίτερη πατρίδα του το Ρέθυμνο. Η ανοιχτή σκεπή του ιδιόμορφου αυτού κτίσματος εξέθετε τα πάντα, στον ζεστό αττικό ήλιο, που αναδείκνυε τη λάμψη του μαρμάρου. Από τα σκαλιστά πλακάκια των διαδρόμων στον κήπο, μέχρι και τις «κριγιαρίσιες» κουδούνες που κρέμονταν από τις κληματαριές, το κάθε τι εκπροσωπούσε τον καλλιτέχνη που μεγαλουργούσε μέσα στον σεμνό αυτό χώρο. Το ατελιέ του Ρεθεμνιώτη Νίκου Σοφιαλάκη ήταν επιμελώς διαμορφωμένο ώστε να «θωρακίσει» την ευαισθησία του Δασκάλου και να λειτουργεί ως «καταφύγιο» για το καλλιτεχνικό του όραμα. Μέσα σε αυτό, ονειρεύτηκε και πραγματοποίησε τα πιο περίφημα έργα του. Μέσα σε αυτό, μαθήτευσαν στο πλευρό του και εμπνεύστηκαν πολλοί μαθητές του.
Η αισθητική του ατελιέ, προοριζόταν για την λειτουργία του ως χώρου δημιουργίας, έμπνευσης και μάθησης. Την ευαίσθητη πολυπλοκότητα του εσωτερικού χώρου ισορροπούσε η σχεδόν δωρική απλότητα του εξωτερικού χώρου, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο το κλασσικό ρητό που τόσο αγαπούσε ο Σοφιαλάκης – το «παν μέτρον άριστον».
Με τον θάνατό του το 2002, η οικογένεια του αφιερώθηκε στην πραγματοποίηση της επιθυμίας του να παραμείνει συγκεντρωμένο το έργο του σε μια «μουσειακή – ιδιωτική συλλογή» που θα μπορούσε να την επισκέπτεται ελεύθερα ο κόσμος και έτσι να μένει το κοινό σε διαρκή επαφή με το έργο του.
Το 2004 η οικογένεια του καλλιτέχνη ίδρυσε το Κέντρο Νεοκλασικής Γλυπτικής Νίκος Σοφιαλάκης, το οποίο βρίσκεται στο ακριβές σημείο του ιστορικού ατελιέ της οδού Ταξίλου 21, το οποίο λειτουργεί ως ιδιωτικός, μη-κερδοσκοπικός ερευνητικός και εκθεσιακός χώρος, αφιερωμένος στη ζωή και το έργο του καλλιτέχνη, ενώ το 2010 η οικογένεια καθιέρωσε την Υποτροφία Νίκος Σοφιαλάκης, με σκοπό την ενίσχυση της Πρακτικής Μαθητείας και της Αριστείας καθώς και την υποστήριξη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που προάγουν τις παραδοσιακές τέχνες, τις οποίες εκτιμούσε ιδιαίτερα ο καλλιτέχνης.
Πηγές
Βικιπαίδεια.
Κρήτη Αφιέρωμα.
Πολύβιος Τσάκωνας: Κρητική Εστία (Κρητική Επιθεώρηση – Νοέμβριος 1959).
Κέντρο Νεοκλασικής Γλυπτικής Νίκος Σοφιαλάκης.
Πολιτιστικό Ρέθυμνο.