Της ΤΙΝΑΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ*
Η πρόταση νόμου για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων συνδέεται και αποτελεί τον τελευταίο, κρίσιμο, κρίκο σε μια μακρά αλυσίδα διαλυτικών νόμων, άρθρων, ερμηνευτικών διατάξεων που αφορούν τον σχεδιασμό της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Αφού ξεκίνησαν με την εξόντωση της δευτεροβάθμιας – εδώ και πολλές δεκαετίες – και το πέρασμα της εκπαιδευτικής ευθύνης πέρασε στα ιδιωτικά φροντιστήρια και στα ιδιαίτερα μαθήματα, μετά συνέχισαν με τον εκσυγχρονισμό της πρωτοβάθμιας, τινάζοντας στον αέρα οποιαδήποτε λογική συνοχής στην παρεχόμενη γνώση. Μία συνειδητή προσπάθεια ακρωτηριασμού της αναπτυξιακής δυνατότητας των μικρών μαθητών, μέσα από την τεχνική της αποστήθισης πληροφοριών, χωρίς την ευκαιρία να μάθουν δημιουργικά, αξιοποιώντας, σε κάθε τάξη διαδοχικά, τις δυνατότητές τους. Στέρησαν από τα παιδιά τη χαρά της νέας γνώσης, της αναζήτησης, των ερωτήσεων. Έστειλαν τα παιδιά στα κέντρα μελέτης, ιδιωτικά και αυτά. Για να μην ξεχνιόμαστε: Η ιδιωτικοποίηση συχνά μεγεθύνεται και υπογραμμίζεται ως το μέγιστο κακό, επικαλύπτοντας την πολύμορφη εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης που έχει διεισδύσει και μέσα στο δημόσιο σχολείο, την ανταποδοτική λειτουργία, τη λειτουργία προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων…
Έκλεισαν λοιπόν το βλέμμα των μικρών μαθητών και των εφήβων σε μια οθόνη, τους δέσμευσαν σε μία εξάρτηση από το ίντερνετ και το κινητό τηλέφωνο. Ανυποψίαστοι οι ανήλικοι τροφοδοτούνται, βομβαρδίζονται από μη ελεγχόμενες, αμφισβητούμενης ποιότητας και ακρίβειας πληροφορίες, γεμίζει η σκέψη τους με εικόνες πνιγμένες στη βία και τις κάθε είδους ανωμαλίες. Και τι απογίνονται αυτά τα παιδιά; Συχνά παύουν ν’ αγαπούν το σχολείο, το βλέπουν σαν περιορισμό, ώρες μαθημάτων χωρίς ενδιαφέρον. Οπότε, ωθούνται σε αλλότριες δραστηριότητες, εμφανίζουν «προβληματικές» για μας συμπεριφορές…
Ποιος έμεινε; Η τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εδώ η δουλειά είναι χειρουργικής ακρίβειας. Πάθαμε ημικρανίες από τις αλλεπάλληλες μεταβολές της καθημερινότητάς μας. Το ένα θεσμικό πλαίσιο πιο αδιέξοδο, γραφειοκρατικό, αντιδραστικό και καταστροφικό απ’ τ΄ άλλο. Το ένα αναίτια πιο περίπλοκο απ’ τ’ άλλο. Όχι όμως αναποτελεσματικά και ασύνδετα μεταξύ τους: υπηρετούν την ίδια στόχευση. Έτσι, για να τρομοκρατηθούμε, να κουραστούμε, να πάψουμε να σκεφτόμαστε τη ρίζα των πραγμάτων. Και να σιωπήσουμε. Και μια ακόμη μακριά σειρά από κοσμητικά επίθετα θα μπορούσαν να στολίσουν τα επιστημονικά πονήματα, που τάχατες ήθελαν να φτιάξουν τα κακώς κείμενα!
Μέσα από μία επιστημονικοφανή διαδικασία υπέδειξαν ως αναγκαία τη διάσπαση της ενότητας της γνώσης, τσακίζοντας την ενότητα και την αλληλεγγύη μεταξύ των διδασκόντων, τη συνοχή των ακαδημαϊκών τμημάτων και σχολών. Στην «κοινωνία της γνώσης», όπως υποκριτικά την αποκαλούν χρόνια τώρα, ήδη από το 1982, κυριάρχησε η στημένη πληροφορία και η επιστημονική εκπαίδευση αντικαταστάθηκε από την κατακερματισμένη κατάρτιση. Έτσι εξασφαλίστηκε η δια βίου δέσμευση των ανθρώπων στα γρανάζια ατέρμονων, «εκπαιδευτικών» τάχαμου, διαδικασιών με βάση ποια κριτήρια και ποιανών τις ανάγκες; Εκπαιδευόμενοι που τους επιλέγει ποιος και με ποιες «διαφανείς» διαδικασίες και στοχεύσεις; Η ιστορία μας δίδαξε για τις στοχεύσεις και τα αποτελέσματά τους…
Ο νέος αντί να εκπαιδεύεται σε ένα συγκροτημένο επιστημονικό αντικείμενο μετατράπηκε σε κυνηγό δεξιοτήτων και πιστοποιητικών, που κάποιες από αυτές εκπίπτουν του δωρεάν χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης. Μέσα από το ξήλωμα του ενιαίου χαρακτήρα των σπουδών, της υποβάθμισης των πτυχίων, αποσυνδέονται οι αναγκαίες δεξιότητες και πιστοποιήσεις από το πτυχίο, αντί οι σπουδές να είναι υψηλού επιπέδου ώστε όλα τα επαγγελματικά δικαιώματα να απορρέουν από το πτυχίο, ως μοναδική προϋπόθεση για την εργασία. Και σιγά-σιγά ροκανίζεται ο ήδη ελλειμματικός «δωρεάν» χαρακτήρας της εκπαίδευσης. Θεσμοποιήθηκαν τα μεταπτυχιακά με δίδακτρα, τα προπτυχιακά με δίδακτρα, ως τώρα μόνο σε ξενόγλωσσα προγράμματα. Για τη στέγαση και τη σίτιση των φοιτητών η πλειονότητα των γονιών πληρώνουν αδρά, διότι στις πόλεις που λειτουργούν πανεπιστημιακές μονάδες η ζήτηση είναι δεδομένη και επομένως το ύψος του κόστους στέγασης κινείται σε ανεξέλεγκτα υψηλά επίπεδα. Προφανώς αυτό αναγκάζει μεγάλη μερίδα φοιτητών να στρέφεται στην αναζήτηση προσωρινής δουλειάς και σε περιοχές με τουριστική ανάπτυξη αυτό σημαίνει εστίαση, ξενύχτι, ορθοστασία και κακοπληρωμένες δουλειές. Κάτι που επιδρά αρνητικά στη συμμετοχή των φοιτητών στην εκπαιδευτική διαδικασία και περιορίζει σοβαρά τις δυνατότητες απόδοσής τους, προκαλώντας απώλεια κινήτρων… Οι φοιτητές μας ζουν με ένα διαρκές άγχος σχετικά με την αξία των γνώσεων που αποκτούν και την «ανταλλακτική» αξία που αυτές έχουν στην αγορά εργασίας…
Κοιτούν με μάτια γεμάτα προσμονή και διψούν να καταλάβουν γιατί τους στερείται η συνθήκη να αφοσιωθούν στις σπουδές τους, γιατί χάνεται η δυνατότητά τους για γνώση ως ανθρώπινη ανάπτυξη. Είναι γεμάτοι προσμονή ν’ ανοίξουν τους ορίζοντές τους αλλά συχνά τους στερείται η δυνατότητα συγκροτημένου ελέγχου τους επιστημονικού τους αντικειμένου, κάτι που θα μονιμοποιηθεί ως πρόβλημα με το παιχνίδι των ευέλικτων προγραμμάτων σπουδών. Μιλάμε για έρευνα και τους φαίνεται εξίσου άπιαστο όνειρο με το να βρουν δουλειά, όταν τελειώσουν τις σπουδές τους. Και κρύβονται πίσω από ατέρμονες παρατάσεις αυτής της περιόδου ζωής, είτε καθυστερώντας την ολοκλήρωση του κύκλου που ξεκίνησαν, είτε ανοίγοντας νέους κύκλους. Όπως όταν ρίχνουμε πέτρες στο νερό, χωρίς να ξέρουμε πόσο μακριά θα φτάσουν και πόσους κύκλους θα σχηματίσουν…
Κι εμείς θα συνεχίσουμε άραγε να κοιτάμε αυτό το ζοφερό τοπίο, ως εάν ανήμποροι, κάποιες φορές κουρασμένοι από την απογοήτευση και θυμωμένοι με την κούρασή μας; Θ’ αναρωτιόμαστε τι φταίει, λες και δεν είμαστε εκεί όταν ξεκίνησε η σταδιακή αποδόμηση, των ανεπαρκών ούτως ή άλλως, παροχών του πανεπιστημίου; Ενώ γνωρίζουμε τις σύγχρονες δυνατότητες που παρέχονται από την ανάπτυξη της επιστήμης, τις σύγχρονες αυξανόμενες ανάγκες για βελτίωση των εκπαιδευτικών δομών και υποδομών και της διεύρυνσης του πληθυσμού στον οποίο απευθύνονται. Και αναρωτιόμαστε γιατί έχουμε στερηθεί το κίνητρο της προστασίας της ακαδημαϊκής φυσιογνωμίας του δημόσιου πανεπιστήμιου; Έχουμε και εμείς μετατραπεί σε κυνηγούς διασφάλισης της ύπαρξής μας σε αυτό, σε κυνηγούς κονδυλίων και όχι ερευνητικών προγραμμάτων. Έχουμε μετατραπεί σε συντάκτες προτάσεων και προσαρμοσμένων βιογραφικών, σε παραγωγούς papers, σε απογραφείς ετεροαναφορών και αυτοαναφορών.
Αφού λοιπόν με διάφορους τρόπους και σε πολλαπλά επίπεδα τσάκισαν τα πλευρά της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης και αυτή στέκει πληγωμένη και εμβρόντητη (!), ας φέρουμε τα ιδιωτικά κεφάλαια να μας σώσουν.
Απέναντι σε αυτήν την παγωνιά του τοπίου της παιδείας, που προσπαθούν με διάφορα αθέμιτα μέσα να μας επιβάλλουν, έχει υψωθεί ένα τεράστιο ανθρώπινο τείχος οργανωμένης αντίστασης και, ναι, μπορεί να αναχαιτίσει την επιδρομή όσων απεργάζονται. Ένα ορμητικό κύμα διεκδίκησης για εκείνα που κρίνουμε εμείς αναγκαία, για μια παιδεία που θα συναντά όλους τους νέους ανθρώπους, χωρίς τους πολλαπλούς φραγμούς που ισχύουν και εκείνους τους οποίους αποβλέπουν να νομιμοποιήσουν. Και τούτο το τελευταίο χειρουργείο της καταστροφής και του ακρωτηριασμού, που χρόνια χτίζουν σιγά-σιγά και μεθοδικά, τη μια μαχαιριά μετά την άλλη, απορρίπτεται. Το μη-Πανεπιστήμιο που φαντάζονται απορρίπτεται. Μάχη για δημόσιο, δωρεάν πανεπιστήμιο, το οποίο θα ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και τις ανάγκες των καιρών μας…
* Η Τίνα Κακλαμάνη, είναι καθηγήτρια στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης