Το υπουργείο Πολιτισμού παρουσίασε, σε ειδική εκδήλωση στο Αμφιθέατρο της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου τη «Μελέτη αποτίμησης των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων των έργων Πολιτισμού», που διεξήχθη από την Deloitte για λογαριασμό του υπουργείου. Την εκδήλωση οργάνωσε η Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ του υπουργείου Πολιτισμού (ΕΔΕΠΟΛ) και προλόγισε η υπουργός Λίνα Μενδώνη. Αντικείμενο, της εν λόγω μελέτης, ήταν η αποτίμηση των επιπτώσεων έργων πολιτισμού, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν, μέσω του προγράμματος ΕΣΠΑ 2014-2020, στην απασχόληση και την τοπική, περιφερειακή και εθνική οικονομία, με ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα του τουρισμού. Η εκπόνηση της μελέτης κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων αποτελεί συνέχεια αντίστοιχης μελέτης που διεξήχθη, για τα αντίστοιχα έργα του προγράμματος ΕΣΠΑ 2007-2013 συμβάλλοντας στη μέτρηση του αναπτυξιακού αποτυπώματος των πολιτιστικών και δημιουργικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης, από επενδύσεις ύψους 453 εκατ. ευρώ, οι συνολικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία ανέρχονται σε 1,56 δισ. ευρώ με τον αντίστοιχο πολλαπλασιαστικό συντελεστή να διαμορφώνεται στο 3,44 ευρώ ανά ευρώ επένδυσης σε ορίζοντα πενταετίας (ήτοι για κάθε 1 ευρώ που δαπανάται σε έργα πολιτισμού επιστρέφουν στην οικονομία 3,44 ευρώ). Οι αντίστοιχες επιπτώσεις στη μισθοδοσία και την απασχόληση διαμορφώθηκαν στα 259 εκατ. ευρώ συντηρούμενης μισθοδοσίας και 22.106 συντηρούμενων θέσεων εργασίας από τα έργα πολιτισμού της προγραμματικής περιόδου 2014-2020. Το αποτύπωμα των πολιτιστικών έργων στον τομέα του τουρισμού ήταν εξίσου σημαντικό, με 94 εκατ. ευρώ των πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων ετησίως να σχετίζονται με αυτό τον τομέα.
Όπως τονίστηκε, στο σύνολο του ΕΣΠΑ που μελετήθηκε, παρατηρείται μια τάση βελτίωσης της απόδοσης των επενδύσεων σε έργα πολιτισμού σε σχέση με τα αποτελέσματα της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου. Η αύξηση της επίδρασης του πολιτιστικού τουρισμού στο σύνολο των τουριστικών εισπράξεων, καθώς και η επίδραση που έχουν οι δαπάνες σε έργα πολιτισμού στην απόδοση του τουριστικού προϊόντος για τη χώρα γίνεται όλο και πιο σημαντική. Αυτό μεταφράζεται σε μια γενικευμένη ανάγκη διατήρησης των δαπανών και επενδύσεων στον τομέα του πολιτισμού συνολικά, ώστε η χώρα να εκμεταλλευτεί τη συγκεκριμένη τάση.
Με αφορμή την παρουσίαση της μελέτης η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι: «Παρά τη συγκεκριμένη συνταγματική παραδοχή, ότι Πολιτισμός αποτελεί βασικό κοινωνικό αγαθό, στο πλαίσιο της συζήτησης περί της οικονομικής πολιτικής εξακολουθεί να επανέρχεται συχνά, με τη μία ή την άλλη μορφή το ερώτημα: «Αιτιολογούνται δημοσιονομικά μεγάλες δημόσιες επενδύσεις στον Πολιτισμό, όταν η χρηματοδότηση άλλων, κρίσιμων τομέων, όπως είναι η υγεία και η εκπαίδευση αποτελούν προτεραιότητα, και η ανεργία βρίσκεται ακόμη σε υψηλά επίπεδα»; Πίσω από το σκεπτικό αυτό βρίσκεται μια παλιά, εσφαλμένη και επιστημονικά ξεπερασμένη αντίληψη, η οποία θέλει τον Πολιτισμό ως αγαθό πολυτελείας, που επιτρέπεται να απορροφά δημόσιους πόρους μόνο σε περιόδους οικονομικής ακμής και ευμάρειας. Έχοντας ακριβώς επίγνωση όλων αυτών των δεδομένων, τα τελευταία 4,5 χρόνια το υπουργείο Πολιτισμού διαμορφώνει συνειδητά και συστηματικά -μέσω των πολιτικών του- ένα νέο, ευέλικτο και δυναμικό λειτουργικό και αναπτυξιακό μοντέλο πολιτιστικής διαχείρισης, με βάση την επιστημονική γνώση, τη μέγιστη και βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων, καθώς και την ορθολογική αξιοποίηση των υφιστάμενων υλικών και ανθρώπινων πόρων, με στόχο την επίτευξη πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος και οικονομίας κλίμακας».
Η υπουργός Πολιτισμού πρόσθεσε ότι: «Προτεραιότητά μας είναι η ανάπτυξη δημοσίων ρεαλιστικών πολιτικών, με απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα, στην ποιότητα ζωής των πολιτών, στην πολιτιστική επιχειρηματικότητα, στην οικονομική ανάπτυξη. Η ανάδειξη του πολιτιστικού και δημιουργικού τομέα ως ολοκληρωμένου, βιώσιμου αναπτυξιακού εργαλείου, που καλλιεργεί οικοσυστήματα επιχειρηματικότητας, συμβάλλοντας καθοριστικά στη κοινωνική συνοχή. Πρωταγωνιστές στην προσπάθεια αυτή είναι οι δημιουργοί, οι καλλιτέχνες, οι επαγγελματίες του χώρου, οι εργαζόμενοι στο υπουργείο Πολιτισμού και στους δημόσιους πολιτιστικούς φορείς, οι οποίοι συγκροτούν μια πλειοψηφία, που εκφράζει την ισχυρή και δημιουργική Ελλάδα. Είναι αυτοί, που διαμορφώνουν τη σύγχρονη πολιτιστική φυσιογνωμία της χώρας, αναδεικνύοντάς τη σε παγκόσμια Επικράτεια Πολιτισμού».