Χωρίς σχολή Ξεναγών παραμένει η Κρήτη – Ανενεργή η σχολή του Ρεθύμνου τα τελευταία χρόνια – Μόνο μέσω Πανεπιστημίου η εκπαίδευση και η κατάρτιση στην ειδικότητα του ξεναγού
Μόλις μία υπάλληλος στην τουριστική αστυνομία του Ρεθύμνου – Μεγάλων διαστάσεων το πρόβλημα των παράνομων ξεναγήσεων που απορροφούν ένα σημαντικό μέρος της ζήτησης
Ένα επάγγελμα το οποίο μπορεί να συμβάλλει στην προώθηση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς του Ρεθύμνου και της Κρήτης, καθώς και στην ανάδειξη και την επίτευξη ενός πιο βιώσιμου, ποιοτικού μοντέλου τουρισμού είναι αυτό του ξεναγού. Ωστόσο, οι ξεναγοί σήμερα στο νησί βάλλονται από μία σειρά προβλημάτων, που έχουν να κάνουν με την εποχικότητα της απασχόλησής τους, την μαύρη εργασία, τον αθέμιτο ανταγωνισμό από μη πιστοποιημένους συναδέλφους τους, την έλλειψη σχολών ξεναγών στην Κρήτη και την άνιση ανάπτυξη του τουρισμού συνολικά στο νησί. Είτε πρόκειται για επισκέπτες που προτιμούν να εξερευνήσουν μόνοι τους τα μνημεία και τα αξιοθέατα που έχει να προσφέρει ο τόπος, είτε πρόκειται για τουρίστες αδιάφορους για την επαφή με την ιστορία και την παράδοση του τόπου, που απολαμβάνουν τις ανέσεις και τις πολυτέλειες των καταλυμάτων, οι ξεναγοί καταγράφουν σημαντική μείωση στη ζήτηση για οργανωμένες ξεναγήσεις στα μετά την πανδημία χρόνια. Όπως τόνισε μεταξύ άλλων μιλώντας στα «Ρ.Ν.», η Ελένη Σαμαριτάκη, πρόεδρος του Σωματείου Επαγγελματιών Ξεναγών Κρήτης και Σαντορίνης, ο ξεναγός που δραστηριοποιείται στην Κρήτη είναι ένα επάγγελμα εξαρτημένο από τα τουριστικά γραφεία, τα οποία ολοένα και μειώνουν τις οργανωμένες περιηγήσεις, ιδιαίτερα στην ενδοχώρα και στις απομακρυσμένες από τον αστικό ιστό περιοχές. Παράλληλα, οι παράνομοι ή μη πιστοποιημένοι ξεναγοί κατά τη διάρκεια της σεζόν απορροφούν ένα μεγάλο κομμάτι της ζήτησης και δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, γεγονός που μεταξύ άλλων οδηγεί και σε ένα αμφιβόλου ποιότητας προσφερόμενο προϊόν. Στο Ρέθυμνο, όπως και στην υπόλοιπη Κρήτη άλλωστε, η υπηρεσία της τουριστικής αστυνομίας είναι σημαντικά υποστελεχωμένη και συγκεκριμένα απασχολεί μόνο μία υπάλληλο, η οποία προσπαθεί να καλύψει πολλαπλάσιες ανάγκες με τα ελάχιστα μέσα που διαθέτει. Επιπλέον, η κατάργηση των σχολών ξεναγών στο νησί είναι ένα ακόμα κομμάτι που πλήττει όχι μόνο τον κλάδο των ξεναγών, αλλά συνολικά τον τουρισμό στο νησί. Η σχολή ΞΕναγών του Ρεθύμνου εγκαινιάστηκε το 2020, αλλά η λειτουργία της διεκόπη λίγα χρόνια αργότερα, καθώς προέκυψαν προβλήματα με ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό και εξοπλισμό. Πλέον, το μοναδικό προσφερόμενο διδακτικό και εκπαιδευτικό εργαλείο για τους ξεναγούς είναι ένα ταχύρρυθμο πρόγραμμα κατάρτισης του Πανεπιστημίου Κρήτης, το οποίο απευθύνεται σε απόφοιτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κυρίως τμημάτων ιστορίας και αρχαιολογίας.

Οι ξεναγήσεις σήμερα – Αλλαγές στο μοντέλο τουρισμού και άνιση τουριστική ανάπτυξη
Το επάγγελμα του ξεναγού, άρρηκτα συνδεδεμένο με την εικόνα που προβάλλεται για την Κρήτη στο εξωτερικό, υφίσταται τα τελευταία χρόνια τις συνέπειες ενός μεταβαλλόμενου τουριστικού μοντέλου, όπως εξήγησε μεταξύ άλλων μιλώντας στα «Ρ.Ν.», η κ. Σαμαριτάκη. Η εξάρτηση αυτή καθιστά τον κλάδο ευάλωτο στις διακυμάνσεις της τουριστικής αγοράς και στη στροφή των επισκεπτών προς πιο αυτόνομες μορφές περιήγησης, με την κ. Σαμαριτάκη να παρατηρεί ότι τα τελευταία χρόνια, οι οργανωμένες ξεναγήσεις παρουσιάζουν κάμψη, τόσο στο Ρέθυμνο, όσο και στην Κρήτη. «Τα τουριστικά γραφεία κάποτε προωθούσαν εκδρομές, ακόμα και σε απομακρυσμένα σημεία. Σήμερα όμως και η αγοραστική δύναμη των επισκεπτών έχει μειωθεί αισθητά, με αποτέλεσμα και οι επιλογές για κάποιες οργανωμένες περιοχές να είναι περιορισμένες». Το φαινόμενο εντείνεται, όπως ανέφερε, από το σύστημα all inclusive, που κρατά τους τουρίστες μέσα στα καταλύματα: «Είναι αξιοπερίεργο το ότι υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται στο νησί και στην ουσία δεν έχουν βγει εκτός ξενοδοχείου, όλες αυτές τις μέρες που βρίσκονται στην Κρήτη». Παράλληλα, η τουριστική ανάπτυξη στο νησί δεν κατανέμεται ισόρροπα, σύμφωνα με την κ. Σαμαριτάκη. «Ο τουρισμός αναπτύσσεται σε κάποια συγκεκριμένα σημεία της Κρήτης, δηλαδή στο παραλιακό μέτωπο και στο νότιο και στο βόρειο τμήμα, όπου υπάρχουν πρότζεκτ για μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες. Υπάρχει όμως μία άνιση ανάπτυξη μεταξύ της παραλιακής ζώνης και της ενδοχώρας», ανέφερε, συμπληρώνοντας ότι η ενδοχώρα παραγκωνίζεται σε έναν βαθμό, μία ενδοχώρα με σημαντικά μνημεία, μουσεία και τοπία φυσικού κάλλους και για την οποία καταγράφεται μεν ενδιαφέρον για ξεναγήσεις, αλλά ολοένα και συρρικνούμενο. «Υπάρχει θέληση για περιηγήσεις, περιπατητικές, θρησκευτικού χαρακτήρα, τουρισμού γεύσεων, και μία γενικότερη στροφή σε μία πιο παραδοσιακή και εναλλακτική πρόταση», ανέφερε η κ. Σαμαριτάκη.
Μαύρη εργασία και μη πιστοποιημένοι ξεναγοί
Ένα από τα σοβαρότερα ζητήματα που απειλούν τον κλάδο είναι η παράνομη δραστηριότητα μη πιστοποιημένων ξεναγών, η οποία έχει λάβει πλέον, όπως ανέφερε η Σαμαριτάκη, τεράστιες διαστάσεις. «Πολλές φορές αυτοί που κινούνται μόνοι τους πέφτουν θύματα επιτήδειων, οι οποίοι διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να πληρούν τις προϋποθέσεις. Παριστάνουν τους ξεναγούς χωρίς να είναι», τόνισε. «Οι ψευδοξεναγοί», όπως ανέφερε, «δεν είναι καν πιστοποιημένοι, η ποιότητα των υπηρεσιών είναι αντίστοιχη, είναι αμφίβολο το τι λένε και τι αφηγούνται, πολλοί από αυτούς δεν είναι καν ντόπιοι, αλλά συνήθως αλλοδαποί, που το βλέπουν σαν μία ευκαιρία για χαρτζιλίκι». Η πρακτική αυτή δημιουργεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, πλήττοντας τόσο την επαγγελματική υπόσταση των νόμιμων ξεναγών όσο και την εικόνα του κρητικού τουριστικού προϊόντος. «Αυτοί που παρέχουν αυτές τις παράνομες υπηρεσίες δεν είναι καθόλου φθηνοί. Για μία περιήγηση στο Ρέθυμνο και την Πρέβελη, ο ξεναγός, που συνήθως είναι και ο ίδιος οδηγός, θα ζητήσει ακόμα και 400 ευρώ. Είναι αθέμιτος ανταγωνισμός», ανέφερε η κ. Σαμαριτάκη, τονίζοντας ότι η κατάσταση επιδεινώνεται από την υποστελέχωση των ελεγκτικών μηχανισμών: «Στο Ρέθυμνο υπάρχει μία εκπρόσωπος της τουριστικής αστυνομίας, η οποία είναι εξαιρετική και έχει προσπαθήσει με τα ελάχιστα μέσα που διαθέτει, τουλάχιστον να διαφυλάξει τη νομιμότητα στην πόλη». Παρότι το νομικό πλαίσιο είναι σαφές, η εφαρμογή του παραμένει προβληματική. «Το Ρέθυμνο είναι ένα ιστορικό μνημείο, εντός του οποίου μόνο επαγγελματίες μπορούν να διενεργούν ξεναγήσεις», εξήγησε η κ. Σαμαριτάκη. «Ο νόμος είναι σαφής και έχει επικαιροποιηθεί πέρυσι το καλοκαίρι, όπου ρητά αναφέρεται το ποιος μπορεί να αφηγείται». Ωστόσο, η ανεπάρκεια των ελέγχων επιτρέπει στους επιτήδειους να συνεχίζουν ανενόχλητοι, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η νομιμότητα αλλά και η ποιότητα της εμπειρίας του επισκέπτη.
Ανάγκες της αγοράς – Βιωσιμότητα του τουρισμού και του επαγγέλματος
Σημαντικά είναι τα εμπόδια της κατάρτισης των νέων επαγγελματιών ξεναγών στην Κρήτη, όπως επεσήμανε η κ. Σαμαριτάκη, καθώς δεν υπάρχει καμία σχολή σε ενεργής λειτουργίας ατή τη στιγμή στο νησί. Η κατάργηση των σχολών ξεναγών στερεί από το νησί ένα κρίσιμο θεσμό εκπαίδευσης, ενώ το μοναδικό διαθέσιμο εργαλείο πλέον είναι «το σεμινάριο του Πανεπιστημίου Κρήτης που θα γίνει το φθινόπωρο, το οποίο απευθύνεται σε πτυχιούχους ΑΕΙ». Η κ. Σαμαριτάκη επεσήμανε και την ανάγκη για αναπροσαρμογή στις γλωσσικές δεξιότητες: «Η επιλογή των γλωσσών περιορίζεται στα αγγλικά, ενώ θα μπορούσαν να πριμοδοτηθούν και γλώσσες που βλέπουμε ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη στην αγορά, όπως τα γερμανικά, τα ισπανικά και τα πολωνικά». Το επάγγελμα του ξεναγού, όπως υπογράμμισε, απαιτεί συνεχή εκπαίδευση και επαγγελματική αναβάθμιση. «Ο ξεναγός είναι ένα επάγγελμα που απαιτεί δια βίου εκπαίδευση, διότι τα ενδιαφέροντα αλλάζουν και τα επιστημονικά δεδομένα προχωρούν», τόνισε. «Υπάρχουν διαρκώς καινούργιες ανακαλύψεις, η έρευνα προχωρά και ο ξεναγός θα πρέπει να είναι ενήμερος για αυτές τις ανακαλύψεις». Επιπλέον, οι ξεναγοί είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την έννοια της βιωσιμότητας του προσφερόμενου τουριστικού μοντέλου του νησιού. Η κ. Σαμαριτάκη επίσης ανέφερε: «Πρέπει να δούμε το ζήτημα της βιωσιμότητας, γιατί θα μας απασχολήσει έντονα στο μέλλον. Δεν αρκεί ένα καινούργιο αεροδρόμιο, καινούργιες ξενοδοχειακές μονάδες, πρέπει να προσφέρουμε στον επισκέπτη αυτό που έχει η Κρήτη. Ο πλούτος της Κρήτης είναι η αυθεντικότητά της, δεν είναι μόνο ο ήλιος, η θάλασσα και η αμμουδιά. Είναι καιρός πια σε επίπεδο στρατηγικής να επαναπροσδιορίσουμε τι προσφέρουμε και πρέπει να το προσφέρουμε ποιοτικά. Ο τουρίστας θα έρθει σε επαφή με τον ξεναγό και αν αναπτύξει σχέση με έναν άνθρωπο που γνωρίζει, έναν ντόπιο, διαμορφώνει και άποψη για το μέρος», σημείωσε. Η ποιότητα της εμπειρίας που προσφέρει ο ξεναγός είναι κρίσιμη για την εικόνα της Κρήτης στο εξωτερικό, και η βιωσιμότητα του επαγγέλματος εξαρτάται άμεσα από την ποιότητα αυτή. Η κ. Σαμαριτάκη υπενθύμισε ότι «Οι ανάγκες της αγοράς είναι μεγάλες, υπάρχει εργασία για όλους, αλλά δεν υπάρχει χώρος για την παρανομία». Η σεζόν όμως παραμένει περιορισμένη και το επάγγελμα εποχικό. «Αν δεν απασχοληθεί μέσα στη σεζόν ο ξεναγός, τότε δεν θα μπορέσει να βγάλει τον χειμώνα», σημείωσε, υπογραμμίζοντας τη σημασία της σταθερότητας και της θεσμικής στήριξης για τη διασφάλιση ενός ποιοτικού, βιώσιμου τουριστικού μοντέλου για το νησί.












